Τετάρτη, Νοεμβρίου 21, 2007

Το όπλο του σπιτιού

Ομολογώ ότι το βιβλίο της βραβευμένης με Νόμπελ (1991) Νοτιοαφρικάνας Ναντίν Γκόρτιμερ "ΤΟ ΟΠΛΟ ΤΟΥ ΣΠΙΤΙΟΥ" (Καστανιώτης 2000, μετ. Θοδωρής Τσαπακίδης) δεν με τράβηξε από τις πρώτες σελίδες του. Το άρχισα, αλλά το παράτησα για άλλα, πιο ενδιαφέροντα αναγνώσματα. Όταν, μη έχοντας τίποτε άλλο για διάβασμα, το ξανάπιασα και πρχώρησα λίγο περισσότερο από τις πρώτες σελίδες, μαγεύτηκα. Όχι μόνο δεν μπορούσα με τίποτε να το αφήσω απ' τα χέρια μου ώσπου να φτάσω στην τελευταία γραμμή του κειμένου, αλλά απορούσα με τον ίδιο τον εαυτό μου πώς και δεν είχα καταλάβει από την αρχή τη γοητεία του. (Ποιος ξέρει, ίσως η διάθεση της στιγμής, ίσως γιατί βρήκα πιο "τραβηχτικά" τα άλλα που ξεκίνησα, γιατί το 'χω το κουσούρι ν' αρχίζω δυο-τρία βιβλία ταυτόχρονα).
Υπάρχει στην αρχή μια αοριστία στο θέμα, υπάρχουν πρόσωπα προσδιορισμένα μόνο με το αυτός\αυτή, δεν μπαίνεις αμέσως στο νόημα. Η αοριστία στο ύφος, οι διάλογοι χωρίς σαφή υποδήλωση για το ποιος μιλά, η άμεση μετάβαση από τον διάλογο στην ενδιάθετη σκέψη ή το σχόλιο της συγγραφέως, συνεχίζονται σε όλο το βιβλίο. Αλλά όταν ο αναγνώσης εξοικειωθεί, αυτό ακριβώς το ύφος και η τεχνική γίνονται τελικά μέρος της γοητείας του βιβλίου.
Το βασικό θέμα, ένας φόνος και μια δίκη, γίνονται ο καμβάς πάνω στον οποίο υφαίνονται πλήθος άλλα θέματα: Η ζωή στη Ν. Αφρική μετά την κατάργηση του άπαρτχαϊντ, αλλά και αναφορές στο πριν, το έγκλημα και η τιμωρία, το αμφιλεγόμενο θέμα της θανατικής ποινής, η θρησκευτική πίστη και ο ορθολογικός ανθρωπισμός, ο έρωτας και η φιλία, οι γονείς και ο άγνωστος κόσμος των παιδιών τους, σκέψεις και προβληματισμοί, ενώ το δικαστικό θρίλερ στο οποίο εξελίσσεται το βιβλίο σε ελκύει ακαταμάχητα.
Ένα ήσυχο βράδυ, ενώ ο Χάραλντ και η γυναίκα του Κλόντια, έχοντας τελειώσει το δείπνο τους, παρακολουθούν τηλεόραση, ένας άγνωστος, φίλος του γιου τους, όπως λέει, τους αναγγέλλει ότι ο γιος τους, ο 27χρονος Ντάνκαν, έχει συλληφθεί για φόνο. Φόνο ενός συγκάτοικου και φίλου του. Οι γονείς κεραυνοβολούνται. Αμφιβολία για την ενοχή δεν υπάρχει, ο ίδιος έχει ομολογήσει. Πώς είναι δυνατόν; Πώς μπορεί το δικό τους παιδί που το έχουν αναθρέψει με κάθε φροντίδα, με πολλή αγάπη, με κατανόηση (μορφωμένοι γονείς, ανώτερο διοικητικό στέλεχος ο πατέρας, γιατρός η μητέρα, το ίδιο το παιδί αρχιτέκτονας), να έχει διαπράξει φόνο; Τόσο λίγο λοιπόν ήξεραν το παιδί τους;
Ο δικηγόρος που προσλαμβάνεται, ο Χάμιλτον Μοτσαμάι, είναι μαύρος, εξαιρετικά ικανός, σπουδασμένος στην Αγγλία, που η παρουσία του στην υπόθεση αλλά και μια πρόσκληση στο σπίτι του γίνεται ακόμα μια αφορμή για αναφορά στο ρατσισμό, στο πρώην και νυν καθεστώς της Ν. Αφρικής. Αργά, σταδιακά, μέσα από πολλές οπτικές, αποκαλύπτεται στον αναγνώστη το δράμα που παίχτηκε το βράδυ της Παρασκευής, 19ης Ιανουαρίου 1996, σ' ένα σπίτι όπου συγκατοικούσαν τρεις φίλοι με ομοφυλοφιλικές σχέσεις, ενώ στο σπιτάκι του κήπου συζούσε ο Ντάνκαν με τη φίλη του Νάταλυ. Ένα δράμα, όχι μόνο στις εξωτερικές του εκδηλώσεις αλλά και στις ψυχές αυτών των νέων που τους συνέδεαν ποικίλες σχέσεις. Ιδιαίτερα αναλύεται η ψυχοσύνθεση της κοπέλας, μιας προβληματικής, νευρασθενικής, που ο Ντάνκαν είχε σώσει από απόπειρα αυτοκτονίας, και βεβαίως του ίδιου του Ντάνκαν. Το βράδυ εκείνο ο Ντάνκαν με "το όπλο του σπιτιού", ένα όπλο που το είχαν για προσασία σ' αυτή τη δύσκολη εποχή, σκότωσε τον Καρλ, έναν από τους τρεις συγκάτοικους, με τον οποίο μάλιστα είχαν μια ιδιαίτερη σχέση, όταν τον είδε να κάνει σεξ με την Νάταλυ. Δεν τον σκότωσε αμέσως. Πέρασε μια ολόκληρη μέρα κλεισμένος στο σπιτάκι και στον εαυτό του. Επομένως ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα; Η δίκη με την εξέταση των μαρτύρων, με τις αγορεύσεις των δικηγόρων, αλλά προπάντων όταν ο πρόεδρος του διακστηρίου συνοψίζει για να εκδώσει την απόφασή του, κορυφώνουν την αγωνία του ακροατηρίου και μαζί του αναγνώστη.
Πριν όμως από τη δίκη του Ντάνκαν, η Γκόρτιμερ μας περιγράφει μια άλλη ενδιαφέρουσα δίκη. Είναι μια προσφυγή για να κηρυχτεί ο νόμος της θανατικής ποινής αντισυνταγματικός, και επομένως να καταργηθεί. Τα υπέρ και τα κατά προβληματίζουν, αλλά την τελική απόφαση η συγγραφέας έντεχνα μας αποκρύπτει, παρ' όλο που ο μαύρος δικηγόρος εμφανίζεται βέβαιος ότι η θανατική ποινή θα καταργηθεί.
Το κεντρικό και κεφαλαιώδες ερώτημα που θέτει το βιβλίο παραμένει: Πώς φτάνει ένας φιλήσυχος, μορφωμένος, σωστά αναθρεμμένος νέος, στο φόνο; Μήπως πέρα από τους γονείς, ευθύνεται και το γενικόττερο κοινωνικό περιβάλλον της βίας και του εγκλήματος, που αν δεν υπήρχε δεν θα καθιστούσε και την ύπαρξη του "όπλου στο σπίτι" απαραίτητη; Τι συμβαίνει στην ψυχή και στο νου του δολοφόνου τη στιγμή που πατάει τη σκανδάλη; "Να μπορούσε να βρεθεί κάτι στους λοβούς του εγκεφάλου που να εξηγεί πώς όλοι, αυτοί όπως κι αυτός, μπορούν να κάνουν αυτά τα πράγματα. Μπορούν να συνεχίζουν να τραυματίζουν, να κακοποιούν και, τελικό στάδιο όλων αυτών, να σκοτώνουν".
Το επιλογικό κεφάλαιο της Γκόρτιμερ παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μας (ως Έλληνες και ως εκπαιδευτικούς). Μιλάει, σκέφτεται μάλλον, ο Ντάνκαν. Στη βιβλιοθήκη της φυλακής βρίσκει μια μετάφραση της Οδύσσειας. Τη διαβάζει. Τον σταματάει η σκηνή όπου ο Οδυσσέας στέλλει τη σαΐτα του να καρφωθεί στο λαιμό του Αντίνοου την ώρα που σήκωνε το ποτήρι του να πιει. Είναι σαν να διαβάζει την περιγραφή του φόνου που ο ίδιος έχει διαπράξει. "Δεν έχω τελειώσει το βιβλίο, δεν ξέρω πώς ο Οδυσσέας επανόρθωσε αυτό που έκανε", λέει, και το ίδιο αναρωτιέται για τον εαυτό του. Να βρει ένα τρόπο να συμφιλιώσει το θάνατο με τη ζωή.


2 σχόλια:

  1. Πραγματικά πολύ ωραίο βιβλίο. Πρώτη φορά που διάβαζα Γκόρντιμερ και ενθουσιάστηκα. Το πήρα από το Βήμαβιβλιοθήκη και δεν το άφησα από τα χέρια μου. Όπως οι περισσότεροι από μας που δηλώνουμε μη ρατσιστές οι γονείς του νεαρού αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό τον έγχρωμο δικηγόρο του, μιλάμε για τη θανατική ποινή χωρίς να σκεφτόμαστε ότι μπορεί να είμαστε εμείς εκείνοι που θα την αντιμετωπίσουν. Το κυριότερο, όταν σε συζητήσεις που αφορούν άτομα που κατηγορούνται για φόνο συχνά ακούω το επιχείρημα "αν είχαν σκοτώσει το παιδί σου..." αποκλείοντας την πιθανότητα "το δικό μας" παιδί να διαπράξει οποιοδήποτε αδίκημα. Θεωρώ ότι αυτό είναι το μέγιστο όφελος της λογοτεχνίας, μας βάζει στη θέση της άλλης πλευράς και μας επιτρέπει να δούμε πιο σφαιρικά τις διαπροσωπικές σχέσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλωσόρισες στη μπλογκόσφαιρα, αγαπητή Κωνσταντίνα. Συμφωνώ με το σχόλιό σου. Πέρασα και από το μπλογκ σου και με έκπληξη και χαρά είδα να συμπίπτουν οι αναγνωστικές μας προτιμήσεις. Θα αφήσω σχόλιο και εκεί. Σε προσθέτω αμέσως στα λινκ μου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή