Δευτέρα, Ιουλίου 30, 2007

Ένα βιβλίο που μου άρεσε κι ένα που δεν μου άρεσε


Δυο βιβλία συντρόφεψαν την τριήμερη φυγή μου από τον πάνω από 40 βαθμούς καύσωνα της Λευκωσίας και την παραθαλάσσια καταφυγή μου (όχι πως κι εκεί ο καύσωνας ήταν μικρότερος). Ξεκινώ απ' αυτό που μου άρεσε.

Ο David Lodge είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Έχω διαβάσει σχεδόν όλα τα μεταφρασμένα στα Ελληνικά βιβλία του, με εξαίρεση το "Τον συγγραφέα, τον Συγγραφέα", το οποίο βρήκα βαρετό και ανιαρό και δεν κατάφερα να το τελειώσω. "ΤΟ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΕΦΤΕΙ", αν και πρωτοδημοσιευμένο το 1965, τώρα για πρώτη φορά εκδίδεται στα Ελληνικά (Bell, 2007) και βεβαίως έσπευσα στην ανάγνωσή του. Αν και σε μερικά σημεία γίνεται υπερβολικό και όχι στενά συνδεδεμένο με το θέμα του (π.χ. οι επισκέψεις και όσα συμβαίνουν στο σπίτι μιας ηλικιωμένης κυρίας η οποία υποτίθεται ότι κατέχει άγνωστα χειρόγραφα ενός συγγραφέα), εντούτοις γενικά, αν και πρώιμο έργο του Λοτζ, έχει όλα τα χαρακτηριστικά και των άλλων έργων του που καθιστούν τόσο απολαυστικό το διάβασμά τους. Έξυπνο χιούμορ, ήρωες που έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τη λογοτεχνία, σάτιρα των πανεπιστημιακών πραγμάτων ή άλλων καταστάσεων κ.λπ.

Το μυθιστόρημα έχει δύο θέματα. Το ένα, αν και πιστεύω ότι έχει ξεπεραστεί από το 1965 ως σήμερα, εντούτοις είναι ενδιαφέρον και για το σημερινό αναγνώστη να γνωρίσει μια πτυχή του Καθολικισμού, που ταλαιπώρησε αρκετές γενιές ανθρώπων. Πρόκειται για το θέμα του ελέγχου των γεννήσεων, που για την Καθολική Εκκλησία έπρεπε να γίνεται μόνο με τη μέθοδο των "ασφαλών ημερών", με αποτέλεσμα άγχος, αγωνία, καταπίεση των ορμών ή...ένα κοπάδι παιδιά. Το δεύτερο θέμα είναι λογοτεχνικό. Δηλαδή, καθώς εξελίσσεται η υπόθεση, πολλά τμήματα της αφήγησης είναι γραμμένα με το ύφος άλλων γνωστών λογοτεχνικών έργων. Ο συγγραφέας στην εισαγωγή του φροντίζει να μας κατατοπίσει για τα σημεία αυτά, μερικά από τα οποία είναι άμεσα εμφανή. Για παράδειγμα, υπάρχει μια πολύ επιτυχημένη μίμηση των γραφειοκρατικών ταλαιπωριών των ηρώων του Κάφκα, όταν ο ήρωας του Λοτζ προσπαθεί να ανανεώσει την κάρτα αναγνώστη στη βιβλιοθήκη. Ή πάλι, για όποιον ξέρει τη Βιρτζίνια Γουλφ, είναι σαφέστατη η αναφορά στην "Κυρία Ντάλογουεϊ". Κι ένας πολύ ευρηματικός επίλογος "αντιγράφει" τον επίλογο του "Οδυσσέα" του Τζόις.

Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο μεταπτυχιακός φοιτητής Άνταμ Άπλμπι που, αν και νεαρός, έχει ήδη τρία παιδιά, λόγω του ότι τόσο αυτός όσο και η γυναίκα του είναι πιστοί καθολικοί. Εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή μελετώντας κάθε μέρα στη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου. Το μυθιστόρημα αποτελεί την εξιστόρηση μιας μόνο μέρας, κατά την οποία του συμβαίνουν διάφορα, ενώ συνεχώς τον βασανίζει η σκέψη μήπως η γυναίκα του είναι ήδη έγκυος το τέταρτο παιδί.

Πραγματικά το απόλαυσα κι αυτό το βιβλίο του Λοτζ.

Και τώρα αυτό που δεν μου άρεσε. Πρόκειται για το βιβλίο του Δημήτρη Γκιώνη "ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗ" (Καστανιώτης, 2007). Το βιβλίο, κατά τη γνώμη μου, αποτελεί χλομή απήχηση του "Καθένας" του Φίλιπ Ροθ (γύρο από το οποίο πρόσφατα αναπτύχθηκε μια γόνιμη συζήτηση στο blog του librofilo). Το "Χωρίς προστάτη" διαβάζεται μέσα σε δυο ώρες το πολύ, αλλά δεν σου αφήνει τίποτα. Ένας εξηντατριάχρονος οδοντίατρος υποβάλλεται σε εγχείρηση αφαίρεσης του προστάτη. Κι ενώ ονειρευόταν τις μέρες παραμονής στο νοσοκομείο ως μέρες απομόνωσης, ηρεμίας, διαβάσματος, καταφθάνουν ο ένας μετά τον άλλο συγγενείς και φίλοι. Καλή ως ιδέα για μυθιστόρημα, αλλά ο συγγραφέας αποτυγχάνει να την αξιοποιήσει. Οι διάλογοι που αναπτύσσονται με τους επισκέπτες του θίγουν ποικίλα θέματα της σύγχρονης ζωής στην Ελλάδα μ' ένα εντελώς επιφανειακό τρόπο: διαζύγια, ανατροφή των παιδιών, ο θάνατος, το λίφτινγκ, τα γεράματα, η αγενής συμπεριφορά, η τηλεόραση, η μετανάστευση, η εκκλησία, η πολιτική και άλλα ακόμη. Όλ' αυτά θίγονται ρηχά και κοινότοπα, σαν ν' ακούει κάποιος κουβέντες σε καφενείο (εκεί γίνονται συχνά σοβαρότερες συζητήσεις) ή κομμωτήριο! Απόπειρες τετριμμένου χιούμορ ("και γιατί τον λένε προστάτη, αφού σε αφήνει απροστάτευτο;" ή "Δε σ' αρέσει τ' όνομά σου; Χάρης-μια χαρά" και άλλα παρόμοια) δεν κατορθώνουν να αποσπάσουν ούτε καν ένα χαμόγελο από τον αναγνώστη.

Κρίμα που ο συγγραφέας δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί και να αξιοποιήσει μια καλή αρχική ιδέα.









2 σχόλια:

  1. Ανώνυμος11:36 π.μ.

    Δεν γνωρίζω γι'αυτό το βιβλίο του Δ.Γκιώνη αλλά γράφει όμορφα-είχα διαβάσει το αφήγημα "Τώρα θα δεις"

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Δεν το έχω διαβάσει. Διάβασα το "Και μετά τι έγινε;" που επίσης δεν μου άρεσε. Καλή ιδέα, όπως και το "Χωρίς προστάτη", αλλά νομίζω δεν καταφέρνει να αξιοποιήσει τις ιδέες του, να τους δώσει βάθος, να προκαλέσει λίγο τη σκέψη του αναγνώστη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή