Πέμπτη, Δεκεμβρίου 31, 2015

Το φαράγγι

Ιωάννα Καρυστιάνη
Το φαράγγι
Καστανιώτης, 2015
 Μια μελαγχολία αποστάζουν όσα βιβλία της Καρυστιάνη έχω διαβάσει. "Η Μικρά Αγγλία", το "Κουστούμι στο χώμα" (το καλύτερό της για μένα) και τώρα "Το φαράγγι". Μια θλίψη, μια μελαγχολία, καθόλου ταιριαστή (σήμερα που το τελείωσα)  με την τελευταία μέρα του χρόνου και την αναμονή της έλευσης του καινούριου. Ή μήπως το αντίθετο; Ταιριαστή με τη θλίψη που νιώθουμε όσοι βλέπουμε τον χρόνο μας να λιγοστεύει ολοένα και πιο γρήγορα; Δεν έχει σημασία. "Το φαράγγι" είναι ένα υψηλό λογοτεχνικό επίτευγμα.
Σε παρασύρει εν πρώτοις το ύφος. Τι είναι, αλήθεια, το ύφος; Ένας γενικός και αόριστος ορισμός είναι, "ο ιδιαίτερος τρόπος με τον οποίο καθένας εκφράζεται", ή, κατά έναν άλλον ορισμό, "το ύφος είναι ο άνθρωπος". Ποια είναι όμως τα συστατικά του, τι συνθέτει ένα συγκεκριμένο ύφος, δεν είναι καθόλου εύκολο να οριστεί. Όπως και να 'χει, το ύφος της Καρυστιάνη με ελκύει. Κατ' αρχάς έχει μια αοριστία. Μιλάει για πρόσωπα και πράγματα θεωρώντας τα γνωστά και οικεία στον αναγνώστη, ο οποίος πρέπει να προχωρήσει παρακάτω για να διαλευκάνει στοιχεία που του φάνηκαν στην αρχή δυσνόητα. Για παράδειγμα: Το μυθιστόρημα ανοίγει με τον Αργύρη, για τον οποίο δεν ξέρουμε ακόμα τίποτα, να μπαίνει στην εκκλησία του Άι-Νικόλα, να δείχνει στον άγιο μια φωτογραφία και να ρωτάει οργισμένος: "Εσύ δεν έχεις τύψεις;" Σχεδόν ξεχνάμε αυτή τη σκηνή, ώσπου να φτάσουμε  στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, όπου σ' ένα καταπληκτικό κρεσέντο θα μας αποκαλυφθεί αυτό που υπήρξε για πάντα το βάσανο και η τύψη του Αργύρη. Μια σκηνή τρομερή, διερωτώμαι πώς άντεξε να την περιγράψει η συγγραφέας, όταν καθώς τη διάβαζα, μονολογούσα δυνατά:" Όχι, όχι, δεν αντέχω".
Παρασύρθηκα όμως από τη φοβερή σκηνή και δεν άγγιξα ακόμα το θέμα του βιβλίου. Ο Αργύρης είναι ο μικρότερος από εφτά αδέλφια, τους Λιόδηδες. Ο μεγαλύτερος είναι ο Βαρδής που καλεί τα υπόλοιπα έξι αδέλφια του, τον Γεράσιμο, την Ευδοκία, την Ινώ, τον Ελισαίο, τη Θεώνη και τον Αργύρη να εκπληρώσουν ένα τάμα που είχαν κάνει στην κηδεία του πατέρα τους. Να συναντηθούν μια μέρα, χωρίς συζύγους, παιδιά κι εγγόνια και να διασχίσουν πεζοπορώντας ένα από τα πολλά φαράγγια της Κρήτης, σ' έναν απολογισμό ζωής. Η μέρα αυτή είναι η Κυριακή, 11 Μαΐου 2014. "Και οι εφτά είχαν βγει από την ίδια κοιλιά, είχαν βυζάξει το ίδιο γάλα, είχαν μοιραστεί εξίσου τη σούπα και τις ευχές της μάνας τους, κι όμως φεύγοντας από την πατρική εστία είχαν αλλάξει πόδι στο βηματισμό του βίου, οι δρόμοι τους ανόμοιοι και απομακρυσμένοι, Πάντα έτσι γίνεται μεγαλώνοντας, όμως παραμεγαλώνοντας, νά που γεννιέται η επιθυμία επικύρωσης της ζωής που έφυγε και η ανάγκη εγκαρτέρησης για τη ζωή που απομένει".
Η πεζοπορία αρχίζει. Μέσα από τους σύντομους διαλόγους, πιο πολύ μέσα από τις σκέψεις καθενός και την τριτοπρόσωπη αφήγηση της συγγραφέως μας αποκαλύπτονται οι ζωές των επτά, αποκαλύπτοντας και στους ίδιους μυστικά ως τώρα κρυμμένα, αλλά και κάποια που δεν θα βγουν ποτέ στο φως.  Τα επτά αδέλφια  εκπροσωπούν επτά διαφορετικές καταστάσεις ζωής. Είναι ο μεγάλος, ο πρωτότοκος, που έχει και το πρόσταγμα, λάτρης της Κρήτης και γνώστης των φαραγγιών "...που ένα προς ένα τα ευγνωμονούσε, καθώς βαδίζοντας κάποιες φορές ολομόναχος στα έγκατά τους μάθαινε πώς μπορούσε να ορίζει το κορμί και τις σκέψεις του". Είναι άλλος που τον έπληξε η κρίση, που έκλεισε την επιχείρησή του και δουλεύει ταξιτζής στην Αθήνα. Είναι ο τρίτος που αγωνίζεται να προσαρμοστεί και να γίνει δεχτός για την ιδιαιτερότητά του, είναι ο βασανισμένος πρώην ναυτικός και χρόνια τώρα απομονωμένος κλειδαράς στην Αλεξανδρούπολη. Και οι κόρες. Μια ζωγράφος ανύπαντρη στην Καστοριά, μια χήρα, μια ζωντοχήρα.
Μέσα από το μυθιστόρημα της Καρυστιάνη, καθώς οι εφτά διασχίζουν το φαράγγι, περνάνε "τα πάθια και οι καημοί" του Ανθρώπου, περνάει η Κρήτη με τη φύση και τους ανθρώπους της, περνάει κι η σύγχρονη Ελλάδα με τα προβλήματά της.
Χαλάλι η μελαγχολία που μου μετέδωσε το βιβλίο. Την ισοφάρισε η λογοτεχνική απόλαυση.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 23, 2015

Ο κύριος Νόρις αλλάζει τρένα

Κρίστοφερ Ίσεργουντ
Ο κύριος Νόρις αλλάζει τρένα
Μεταίχμιο 2013 (ψηφιακή έκδ. 2015)
Μετ. Ιωάννα Ηλιάδη
(ebook)
Οι αναρτήσεις των ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ  και Ray's Stories  μου είχαν δημιουργήσει περισσότερες αναγνωστικές προσδοκίες απ' αυτές που τελικά μου χάρισε το μυθιστόρημα του Κρίστοφερ Ίσεργουντ (1904-1986), "Ο κύριος Νόρις αλλάζει τρένα". Βεβαίως, δεν μέμφομαι τους δύο συν-bloggers. Εγώ μάλλον φταίω που δεν βρήκα το μυθιστόρημα όπως το είχα φανταστεί. Με τράβηξαν σ΄ αυτό όχι μόνο οι πιο πάνω αναρτήσεις, αλλά και η αναφορά σε τρένα που πάντα με γοητεύουν τόσο στη λογοτεχνία όσο και στη ζωή, καθώς και ο χωροχρόνος του έργου: Η Γερμανία της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η Γερμανία η κατεστραμμένη από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην οποία βρήκαν εύφορο έδαφος να αναπτυχθούν τόσο το κομμουνιστικό κόμμα (αν και υπό διωγμόν) και προπάντων το ναζιστικό κίνημα και ο Χίτλερ. Όλα αυτά πολύ με ενδιαφέρουν. Όμως  ο τρόπος που δίνονται στο μυθιστόρημα, σαν στιγμές μόνο στις προσωπικές ζωές των ηρώων, είναι αυτό που με άφησε ανικανοποίητη.
Το έργο αρχίζει με τον πρωτοπρόσωπο αφηγητή, τον Ουίλλιαμ Μπράντσο που ταξιδεύει με το τρένο για το Βερολίνο όπου θα διδάξει Αγγλικά, να γνωρίζεται με έναν κάπως ιδιότυπο συνταξιδιώτη, τον κύριο Άρθουρ Νόρις. Εξαρχής ο Νόρις δημιουργεί την εντύπωση ότι δεν είναι αυτός που φαίνεται, αλλά δεν έχουμε άλλα στοιχεία. Η τυπική γνωριμία του τρένου θα συνεχισεί στο Βερολίνο και θα καταλήξει σε στενή φιλία.
Ένας μυστήριος γραμματέας του Νόρις, δουλειές για τις οποίες δεν δίνει πολλές εξηγήσεις, μια καθημερινή εξεζητημένη περιποίηση του εαυτού του, ζωή με διασκεδάσεις σε ύποπτα νυχτερινά κέντρα, συνθέτουν μια προσωπικότητα σκοτεινή και κάπως ακαθόριστη, της οποίας ο ρόλος θα φανεί στο τέλος. Απλός, ειλικρινής και ανυποψίαστος ο Γουίλλιαμ. Και στο φόντο το Βερολίνο, αντιπροσωπευτικό της όλης κατάστασης στη Γερμανία. "Το Βερολίνο ήταν σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου. Η έκρηξη μίσους ερχόταν ξαφνικά, από το πουθενά. Στις γωνιές του δρόμου, στα εστιατόρια, στους κινηματογράφους, στις αίθουσες χορού, στα λουτρά. Τα μεσάνυχτα, μετά το πρωινό, στα μισά του απογεύματος. Μαχαίρια τραβιόνταν, χτυπήματα δίνονταν με ακιδωτά δαχτυλίδια. με μπιροπότηρα, με πόδια από καρέκλες, με μολυβένια ματσούκια".
Ο Νόρις μιλά σε μια σσυγκέντρωση κομμουνιστών και η αστυνομία τον καλεί για ανάκριση. Δεν του προσάπτεται κατηγορία, αλλά αρχίζει να παρακολουθείται. Εμφανίζονται οι Ναζί και η αποδοχή τους είναι σχεδόν καθολική. "Ένστολοι ναζί σουλατσάριζαν πέρα δώθε, με σοβαρά, ασάλευτα πρόσωπα, θαρρείς κι εκτελούσαν κάποια βαριά αποστολή. Οι αναγνώστες των εφημερίδων δίπλα στα καφέ γύριζαν το κεφάλι τους να τους δουν να περνάνε και χαμογελούσαν, δείχνοντας ευχαριστημένοι. 
Χαμογελούσαν επιδοκιμαστικά σε τούτους τους νεαρούς με τις μεγάλες, αλαζονικές μπότες που θα ποδοπατούσαν τη Συνθήκη των Βερσαλλιών. Ήταν ευχαριστημένοι επειδή σύντομα θα ήταν καλοκαίρι, επειδή ο Χίτλερ είχε υποσχεθεί να προστατεύσει τους μικρεμπόρους, επειδή οι εφημερίδες τους τους έλεγαν ότι έρχονταν καλύτερες μέρες". 
Αν ο συγγραφέας έδινε περισσότερες εικόνες της τότε Γερμανίας, στην οποία είχε ζήσει κάποια χρόνια της δεκαετίας του '30 και δεν έδινε τόση έμφαση στην ατομική περίπτωση του κυρίου Νόρις, πιστεύω θα είχε γράψει ένα πολύ πιο ενδιαφέρον μυθιστόρημα.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 14, 2015

Γράμμα στον Κωστή

Ξένια Καλογεροπούλου
Γράμμα στον Κωστή
Πατάκης, 2015
(ebook)
Πόσες φορές, όσοι έχουμε χάσει ένα πολύ κοντινό, αγαπημένο πρόσωπο, σκεφτήκαμε: "Θα ήθελα να του έχω πει αυτό, μα δεν πρόλαβα, λογάριαζα να κάνουμε το άλλο, αλλά ο χαμός του δεν μας άφησε". 'Η, πάλι συχνά, ξεχνώντας την οριστική απουσία, μονολογούμε: "Όταν θα γυρίσω σπίτι θα του πω..." και σε λίγο η συνειδητοποίηση της παντοτινής απουσίας μας επαναφέρει στη θλιβερή πραγματικότητα.
Κάτι τέτοιο πρέπει να αισθάνθηκε και η Ξένια Καλογεροπούλου λίγο μετά τον θάνατο του επί τριανταεπτά χρόνια συζύγου της, του Κωστή Σκαλιόρα. Έτσι αποφάσισε, έστω και ξέροντας ότι εκείνος δεν μπορεί πια να επικοινωνήσει μαζί της, να του γράψει ένα εκτενές γράμμα, για να του πει όσα δεν πρόλαβε, να του θυμίσει πράγματα, να του μιλήσει για το παρελθόν και το παρόν της. Το γράμμα εξελίσσεται αυθόρμητα και συνειρμικά. Από το τέλος στην αρχή και από κει πάλι στις αναμνήσεις, όπως έρχονται βιαστικά και την πλημμυρίζουν.
Το "Γράμμα στον Κωστή" είναι πολλά πράγματα μαζί. Είναι αυτοβιογραφία της συγγραφέως, αλλά αναπόφευκτα είναι και μια αναφορά στην ιστορία του θεάτρου στην Ελλάδα τα τελευταία πενήντα χρόνια. Η Ξένια θυμάται. Και γράφει όπως θυμάται. Τα παιδικά της χρόνια (γεννημένη το 1936), την Κατοχή, τον χωρισμό των γονιών της, τις σπουδές της στην Αγγλία, θυμάται ρόλους που ερμήνευσε, τις δύσκολες αλλά και τις ευτυχισμένες περιόδους της ζωής της. Μέσα από τις αναμνήσεις προβάλλει όχι μόνο η ίδια, αλλά και η φυσιογνωμία και ο χαρακτήρας του Κωστή. Ο Κωστής Σκαλιόρας, διανοούμενος δημοσιογράφος, μεταφραστής και κινηματογραφικός κριτικός, λειτουργεί σαν ο αντίποδας της Ξένιας. Χαμηλών τόνων, σοβαρός και λογικοκρατούμενος, έρχεται με τον έρωτά του να συμπληρώσει την αυθόρμητη, ευαίσθητη, συναισθηματική Ξένια. Τα σπίτια στα οποία έζησε, η οικογένειά της, οι φίλοι της, βρίσκουν τη θέση τους στη μακρά αφήγηση. Ξανά και ξανά επανέρχεται στον αγαπημένο  χώρο, στο σπίτι της στις Μηλιές του Πηλίου, όπου έζησε πάμπολλες ευτυχισμένες ώρες. Ο πρώτος της σύζυγος, ο επίσης ηθοποιός Γιάννης Φέρτης, βρίσκει κι αυτός τη θέση του στην εκτενή αναφορά, χωρίς θυμό ή πίκρα, μάλλον με μια νοσταλγική αναπόληση, αν και εκείνος την είχε εγκαταλείψει.
Ανάμεσα στην καταγραφή και εξιστόρηση γεγονότων αναφύονται σκέψεις και συναισθήματα. "Σκεφτόμουν ότι εσύ είσαι εκεί που δεν είσαι, αλλά και ότι εγώ έχω μπροστά μου πολύ λιγότερα χρόνια να ζήσω απ' όσα πέρασα μαζί σου. Κι αυτό με παρηγορεί λιγάκι. Μου φαίνεται λιγότερο τρομερό τα χρόνια που θα ζήσω χωρίς εσένα να μην είναι πια τόσο πολλά. Άσε που τώρα που γερνάω τα χρόνια περνούν πολύ πιο γρήγορα".

Καλοκαίρια στα νησιά, θεατρικές περιοδείες, θέατρο και κινηματογράφος της εποχής, ζωντανεύουν μια Ελλάδα που οι νεότεροι δεν μπορούν να ξέρουν, μα που σε μας τους μεγαλύτερους γεννούν νοσταλγικές αναμνήσεις.
Ξεχειλίζει ο πόνος όταν περιγράφει τις αποτυχημένες προσπάθειες να γίνει μητέρα, αλλά ισοφαρίζεται από τη χαρά της δικής της δημιουργίας, του θεάτρου για παιδιά. Φίλοι και συνεργάτες τη συνοδεύουν σ' αυτές τις αναμνήσεις. Η στενή της φίλη Μαρίνα Καραγάτση, η κουμπάρα της Άλκη Ζέη, η Αμαλία Φλέμινγκ, ο Παύλος Ζάννας, ο Σταμάτης Φασουλής, ο Νίκος Καββαδίας, ο Ροζέ Μιλλιέξ, ο Δημήτρης Μαρωνίτης, ο Θωμάς Μοσχόπουλος είναι ελάχιστα μόνο από τα ονόματα που συνάντησε στο διάβα της. Τα διαβάσματά της, οι γραφές και οι μεταφράσεις της και πάνω απ' όλα το θέατρο. Έργα, παραστάσεις, αποτυχίες κι απογοητεύσεις, χρέη, αλλά και επιτυχίες και ενίοτε οικονομική άνεση.
Δεν κρίνω τη λογοτεχνικότητα του κειμένου, που  ούτε σ' αυτό υστερεί. Όμως, πιστεύω, είναι μια κατάθεση ψυχής που οι νεότεροι ηθοποιοί αλλά και όσοι ενδιαφέρονται για το νεοελληνικό θέατρο θα ΄ξιζε να διαβάσουν.
 

Σάββατο, Δεκεμβρίου 05, 2015

Άθος, ο δασονόμος

Μαρία Στεφανοπούλου
Άθος, ο δασονόμος
Το ροδακιό, 2014
Στις 13-12-43 διαπράχθηκε ένα από τα μεγαλύτερα ναζιστικά εγκλήματα στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς Ελλάδα. Όλος ο ανδρικός πληθυσμός της πόλης των Καλαβρύτων, όλοι οι άνδρες από 14 ετών και άνω (περίπου 500) εκτελέστηκαν ως αντίποινα για τη θανάτωση 77 Γερμανών από τους  αντάρτες. Η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες και καταστράφηκε ολοσχερώς.
Αυτό το ιστορικό γεγονός αποτελεί τον πυρήνα του μυθιστορήματος της Μαρίας Στεφανοπούλου. Παρά τον ιστορικό πυρήνα, δεν είναι ιστορικό μυθιστόρημα, ούτε νομίζω μπορεί να ενταχθεί σε κάποιο συγκεκριμένο είδος. Είναι ένα μυθιστόρημα που χωρίς να έχει αυστηρή ενότητα (αρκεί να πούμε πως ορισμένα κεφάλαιά του θα μπορούσαν να αποτελέσουν ανεξάρτητα διηγήματα), χωρίς να δημιουργεί στον αναγνώστη την περιέργεια για να θέλει να δει "τι θα γίνει παρακάτω", ασκεί μια ακαταμάχητη γοητεία. Πατά πάνω  σε γεγονότα για να αναχθεί σε σκέψεις, σε εξύμνηση της αγαθότητας και της ενότητας της φύσης, σε αντίθεση με την κακία και τις χωριστικές τάσεις του ανθρώπου. "Ο κόσμος της φύσης είναι ένας. Η καταστρφή τον ανανεώνει, δεν τον κόβει στα δύο. Ακόμα κι αν βαθιές χαράδρες, άβυσσοι και φαράγγια χωρίζουν τον ένα τόπο από τον άλλο. Οι άνθρωποι διχάζονται, όχι τα βουνά. Τα βουνά μένουν στέρεα, πιστά, ακέραια, όσες νάρκες κι αν εκραγούν στις πλαγιές τους, όσες βόμβες κι αν τρυπήσουν τα εδάφη τους. Τα βουνά! Ναι! αυτά είναι που αγαπούν τον ουρανό. Και του μοιάζουν." (σ.156).
Ο Άθος, καταγόμενος από την Ευρυτανία, πριν από τον πόλεμο σπούδασε δασονομία στη Βυτίνα και διορίστηκε δασονόμος στην περιοχή των Καλαβρύτων. Εκεί γνωρίζει και παντρεύεται τη Μαριάνθη και αποκτούν δυο παιδιά, τον Γιάννο και τη Μαργαρίτα. Στη σφαγή των Καλαβρύτων υπήρξε ένας από τους δεκατρείς επιζήσαντες, ενώ ο γιος του που, αν και μικρός, τον είχε ακολουθήσει, εκτελείται. Με χαμένη τη μνήμη του ο Άθος αποσύρεται στη μοναξιά του δάσους, σε μια καλύβα, από όπου δεν φεύγει κι όταν ακόμα ανακτά τη μνήμη του. Αφοσιώνεται στη φύση και στο να παρέχει βοήθεια σ' όποιον τη χρειάζεται είτε ανήκει στους αντάρτες είτε στον κυβερνητικό στρατό. Εκεί θα έρθει,  θα είναι μαζί του και θα βοηθά κατά τον Εμφύλιο και ο Γερμανός γιατρός Κουρτ, διασωθείς κι αυτός από την εκτέλεση των 80 περίπου Γερμανών. Η μορφή του Άθου κινείται ανάμεσα στο πραγματικό και το μη πραγματικό. Είναι ένας επιζήσας που κινείται στη ζωή και στον θάνατο. "Ποιος ήταν λοιπόν ο Άθος; Ένας άνθρωπος μόνος: ούτε ένοχος ούτε ήρωας. Ο τρίτος άνθρωπος. Εκείνος που αρνήθηκε τη θέση του θύματος. Ίσως ήταν εκείνος που ήξερε καλύτερα από κάθε άλλον να  προστατεύει τον κορμό του ξενιστή από τα ανεπιθύμητα αναρριχητικά φυτά". (σ. 110)
Η οπτική από την οποία αντικρίζονται τα γεγονότα προέρχεται κυρίως από τα γυνακεία πρόσωπα του έργου. Μαριάνθη, Μαργαρίτα, η κόρη της, Λευκή η εγγονή, Ιοκάστη η δισεγγονή. Μα και πολλά άλλα πρόσωπα κάνουν την εμφάνισή τους στο πολυφωνικό αυτό μυθιστόρημα. Τον Άθο  τον παρακολουθούμε μέσα από "Τα κατάλοιπα της Λευκής", όπως επιγράφεται το πρώτο κεφάλαιο, τον παρακολουθούμε και από το τελευταίο, "Από τα τετράδια της Ιοκάστης". 
Πολύ συχνά επανέρχεται στο βιβλίο η διάκριση ανάμεσα στη θυσία και το έγκλημα. Η συγγραφέας, σύμφωνα και με δική της ομολογία (σε εκπομπή του Amagi radio στις 16/5/15) τονίζει πως στα Καλάβρυτα διαπράχθηκε ένα έγκλημα, όχι θυσία. "Η θυσία σε κρατάει παθητικό, ισχυριζόταν [η Λευκή] με θυμωμένο στόμα, "φέρνει ενοχές, σε κρατά υπόλογο στο ανεκπλήρωτο χρέος, στο ανεξιλέωτο πένθος, στερώντας σου τη ζωή. Αλλά το πραγματικό έγκλημα, το χωρίς νόημα κακό που πράττει ο άνθρωπος εις βάρος άλλου ανθρώπου τρέφει την επαγρύπνηση και τη μέριμνα για δικαιοσύνη και ανανέωση της ζωής." (σ. 64).
 Μαζί με τον Άθο ζει και ο αναγνώστης αφενός τα δεινά που προκαλεί ο άνθρωπος και αφετέρου τη σοφία του δάσους και της φύσης, που είναι ό,τι κυρίως προέχει μέσα σ' αυτό το πρωτότυπο μυθιστόρημα, που ο συνδυασμός ιστορικότητας, ποιητικότητας, αποφθεγματικού λόγου και φιλοσοφικότητας δημιουργεί ένα ανεπανάληπτα γοητευτικό αποτέλεσμα.

Σάββατο, Νοεμβρίου 28, 2015

Φόνος 5 αστέρων

Έλενα Ακρίτα
Φόνος 5 αστέρων
Διόπτρα, 2015
(ebook)
Απολαυστικό! Αυτή η λέξη τα λέει όλα. Όσοι αγαπούν το ιδιαίτερο στιλ της Έλενας Ακρίτα, είναι σίγουρο πως θα απολαύσουν ένα ωραίο αστυνομικό μυθιστόρημα, ακόμα κι αν το είδος δεν ανήκει στις αναγνωστικές τους προτιμήσεις. Για να πω την αλήθεια, μου άρεσε περισσότερο το πρώτο μισό (περίπου), όπου κυριαρχεί η βιτριολική δηκτικότητα της Ακρίτα, όπου όχι μόνο η πλουτοκρατία και ειδικά μια νεόπλουτη Αθηναϊκή κάστα αποδομείται με τα εύστοχα σχόλια που συνεχώς παρεμβάλλονται στην αφήγηση, αλλά και παιδικά παραμύθια, χαζά σίριαλ κ.λπ. Βρήκα λιγότερο ενδιαφέρον το μέρος του μυθιστορήματος που γίνεται κυρίως αστυνομικό με το κυνήγι του/των δολοφόνων και την προσπάθεια αποκάλυψής τους, που βεβαίως θα επέλθει στις τελευταίες σελίδες, γιατί δεν το διακρίνει ιδιαίτερη πρωτοτυπία.
Ο πρώτος φόνος (που εκ πρώτης όψεως δεν είναι σίγουρο αν είναι φόνος) εντάσσεται σε μια σκηνή βγαλμένη, θα 'λεγε κανείς, από μυθιστόρημα της Άγκαθα Κρίστι. Σε μια υπερπολυτελή έπαυλη στη Φιλοθέη (στην οδό Λουκή Ακρίτα!) παρατίθεται ένα δείπνο που εθιμοτυπικά επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο στις 17 Δεκεμβρίου, ημερομηνία που συνδέεται με το παρελθόν της οικογένειας Ασλάνογλου. Σχεδόν πάντα οι ίδιοι καλεσμένοι. Επικεφαλής ο οικοδεσπότης, ο Γιάννος Ασλάνογλου,  πανίσχυρος επιχειρηματίας, ιδιοκτήτης αλυσίδας ξενοδοχείων. Παρακάθηνται επίσης η (δεύτερη) σύζυγός του Ευαγγελία-Λίτσα- Λίλιαν, ο 17χρονος γιος τους Δημήτρης, η αδελφή του οικοδεσπότη Διονυσία με τον σύζυγό της, ο δικηγόρος και μυστικοσύμβουλος του Ασλάνογλου, ο Παπάζογλου, η Ελσινόρη, αχώριστη, αγαπημένη φίλη της Σόνιας, κόρης του Ασλάνογλου από τον πρώτο του γάμο και οι γονείς της Ελσινόρης, παλιοί, σταθεροί φίλοι του Ασλάνογλου. Η Σόνια λείπει για δουλειά στο Λονδίνο, ενώ η πρώτη σύζυγος, η Αμερικάνα Τζέσικα και ο επίσης από τον πρώτο γάμο γιος του Ασλάνογλου Νικ ζουν μόνιμα στην Αμερική. Το ίδιο βράδυ, μετά το δείπνο, ο Ασλάνογλου θα βρεθεί νεκρός στο δωμάτιό του με αιτία θανάτου εκ πρώτης όψεως την καρδιακή προσβολή, που βεβαίως δεν είναι έτσι.
Φυσικά, σε κάθε αστυνομικό μυθιστόρημα που σέβεται τον εαυτό του ποτέ δεν υπάρχει μόνο ένας φόνος. Σύντομα θα ακολουθήσει και δεύτερος κι ένας τρίτος θ' αποδειχτεί ότι είχε συμβεί στο παρελθόν, σε μια περίπτωση που τότε, δέκα χρόνια πριν, είχε θεωρηθεί ατύχημα.
Αστυνομική υπόθεση σε συνδυασμό με χιούμορ και κοινωνιολογικές προσεγγίσεις, όπως η αναφορά στις ρίζες των λεγόμενων "καλών" οικογενειών ή η ζωντανή περιγραφή υποβαθμισμένων περιοχών όπως το Μεταξουργείο, δημιουργούν ένα καταπληκτικό μείγμα ανάλαφρου, διασκεδαστικού αναγνώσματος που μαζί με την περιέργεια για την ταυτότητα του δολοφόνου σε κάνουν να μην αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου ως την τελευταία σελίδα. Λυπάμαι μόνο που το τέλειωσα τόσο γρήγορα!
 

Τετάρτη, Νοεμβρίου 25, 2015

Το μίσος είναι η μισή εκδίκηση

Αιμίλιος Σολωμού
Το μίσος είναι η μισή εκδίκηση
Ψυχογιός, 2015
(ebook)
Ιστορικό; Πολιτικό; Κοινωνικό; Αστυνομικό; Όλοι αυτοί οι χαρακτηρισμοί θα μπορούσαν να αποδοθούν στο καινούριο μυθιστόρημα του Αιμίλιου Σολωμού. Προϊόν βαθιάς ιστορικής μελέτης μιας συγκεκριμένης εποχής (τέλος του 19ου αι.), αλλά ταυτόχρονα και απεικόνιση της σύγχρονης Ελλάδας, το μυθιστόρημα αποκαλύπτει, καταγγέλλει, προβληματίζει.
Πολλά παρακλάδια εξακτινώνονται ξεκινώντας από το κεντρικό θέμα, που με άκρα συμπύκνωση θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το εξής: α) Το ιστορικό γεγονός της σφαγής στο Δήλεσι το 1870 τεσσάρων ξένων, τριών Άγγλων και ενός Ιταλού, μελών μιας μεγαλύτερης συντροφιάς που, ενώ επέστρεφαν από μια εκδρομή στον Μαραθώνα, έπεσαν στα χέρια Ελλήνων ληστών, των Αρβανιτάκηδων, και β) το μυθιστορηματικό στοιχείο του μυθιστορήματος, η εκτέλεση και ο αποκεφαλισμός (όπως τότε στο Δήλεσι) σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας, τεσσάρων μελών της Τρόικα. Το ιστορικό γεγονός γίνεται η αφορμή να ανατρέξει ο συγγραφέας όχι μόνο στις λεπτομέρειες της παλιάς εκείνης ιστορίας που είχε οδυνηρές συνέπειες για όλη τη χώρα, αλλά και στην όλη κατάσταση της εποχής. Στη διαφθορά, στη διαπλοκή, στη ληστεία που ακόμα ανθούσε στην Ελλάδα, στην υποτιμητική και περιφρονητική αντιμετώπιση της Ελλάδας από τους ξένους και τις επεμβάσεις τους, αλλά και στις ευθύνες των Ελλήνων πολιτικών.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, λέει ο συγγραφέας. "Οι ληστές κατέβηκαν απ' τα βουνά και μπήκαν στα σαλόνια". Και σήμερα, όπως τότε, η Ελλάδα καταπιέζεται από τους ξένους δανειστές και σήμερα οι πολιτικοί και οι τραπεζίτες έχουν τεράστια ευθύνη για το πού άφησαν τη χώρα να φτάσει. Ένας απ' τους ήρωες του Σολωμού αποφασίζει να εκφράσει τη διαμαρτυρία και το μίσος του σκοτώνοντας και αποκεφαλίζοντας μέλη της Τρόικα. Πιστεύει πως "το μίσος είναι η μισή εκδίκηση. Το άλλο μισό είναι η πράξη".
Ογκώδες και πολυπρόσωπο το μυθιστόρημα ακολουθεί τη μεταμοντέρνα τεχνική της διάσπασης σε κεφάλαια που δεν έχουν μια ευθύγραμμη χρονολογική πορεία και που το καθένα έχει διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Ο αναγνώστης δυσκολεύεται κάπως στην αρχή, αλλά σύντομα κατανοεί την τεχνική του και μπορεί να παρακολουθήσει τον συγγραφέα στη συγγραφική του πορεία. Τα κεφάλαια καλύπτουν πέντε θέματα. Με Α και αρίθμηση Α1, Α2 κ.ο.κ. χαρακτηρίζονται τα κεφάλαια στα οποία πρωτοπρόσωπος αφηγητής (η μόνη πρωτοπρόσωπη γραφή σε όλο το βιβλίο) είναι ο Κύπριος φοιτητής Αλέξης Σοκαρδής, φοιτητής της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, που θέλει να εκπονήσει μια εργασία για τη σφαγή στο Δήλεσι. Τα κεφάλαια Β αναφέρονται στον καθηγητή Νεοελληνικής Ιστορίας Ρωμανό Σεργίδη που το μάθημά του αυτή τη χρονιά είναι "Πολιτική/πολιτικοί, ληστεία και τρομοκρατία". Πολύ δημοφιλής καθηγητής, αγαπά επίσης τη μουσική και τον καλό κινηματογράφο (οι σχετικές αναφορές αφθονούν στο βιβλίο). Στις διαλέξεις του στο Πανεπιστήμιο αλλά και σε άρθρο στην εφημερίδα εκφράζεται με πάθος κατά παλιών και νέων πολιτικών/καταστροφέων της χώρας, ενώ η έρευνά του για την παλιά ιστορία στο Δήλεσι τον οδηγεί στο οδοιπορικό που ακολούθησαν οι ληστές και τα θύματά τους, φωτίζοντας και για τον αναγνώστη όλη την περιοχή από το Πικέρμι, στην Πεντέλη, στο Συκάμινο, στον Ωρωπό... Με το διακριτικό Γ χαρακτηρίζονται τα κεφάλαια που αναφέρονται στον αστυτόμο Αποστόλου, στον οποίο έχει ανατεθεί η εξιχνίαση της σφαγής των Τροϊκανών. Στα  κεφάλαια Δ ζωντανεύει με κάθε λεπτομέρεια όλη η παλιά ιστορία του Δήλεσι. Και τέλος στα κεφάλαια Ε, με αναφορά "Φάκελος Αυτοκτονίες", καταγράφονται πραγματικές περιπτώσεις αυτοκτονιών που συνέβησαν στην Ελλάδα στα χρόνια της κρίσης.
Στην ιδιαιτερότητα του βιβλίου ανήκει και ο τρόπος ανάγνωσής του. Ο αναγνώστης μπορεί, αν θέλει, να μην ακολουθήσει τη σειρά των κεφαλαίων του βιβλίου, αλλά να διαβάσει πρώτα όλα τα κεφάλαια με χαρακτηρισμό Α, ή όλα τα Β κ.ο.κ.
Βιβλίο ενδιαφέρον και από την άποψη περιεχομένου αλλά και τεχνικής. Βιβλίο καταβύθισης στην παλαιότερη και τη σύγχρονη Ιστορία. Βιβλίο προβληματισμού. Προσωπικά θα το προτιμούσα πιο συμπυκνωμένο και με λιγότερες παρεκβάσεις σε θέματα που δεν έχουν άμεση σχέση με τον κεντρικό πυρήνα του βιβλίου. Όπως, για παράδειγμα, η μεγάλη αγάπη του αστυνόμου Αποστόλου για τη φωτογραφική τέχνη ή ο ερωτικός δεσμός του καθηγητή Σεργίδη κ.λπ.
Εν τέλει ένα πολύ αξιόλογο και ενδιαφέρον βιβλίο της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας.


Τρίτη, Νοεμβρίου 10, 2015

101 Διδάγματα Ζωής

Γιώργος Παπαδόπουλος-Κυπραίος
101 Διδάγματα Ζωής
Διόπτρα, 2015
"Ένας Οδηγός Πορείας βασισμένος σε Συμπαντικούς Νόμους και Θεμελιώδεις Αρχές". Με αυτή τη φράση ως υπότιτλο χαρακτηρίζει ο συγγραφέας το βιβλίο του. Ο ιδρυτής του Εκδοτικού Οίκου Διόπτρα, ο Γιώργος Παπαδόπουλος-Κυπραίος, που ξεκίνησε το 1978 εκδίδοντας κυρίως βιβλία Ψυχολογίας, Προσωπικής Ανάπτυξης και Πνευματικής Αναζήτησης, αλλά που από καιρό τώρα επεκτείνεται και σε λογοτεχνικές και άλλες εκδόσεις, δεν ήταν δυνατό να μην καταθέσει και τις δικές του απόψεις, ιδέες, πεποιθήσεις γύρω από τα πνευματικά θέματα που υπήρξαν το κίνητρο και η αρχή του Εκδοτικού του Οίκου.
Δηλώνω ευθύς εξαρχής ότι είμαι ένα βαθύτατα ορθολογιστικό άτομο, που τα περί προκαθορισμού, αστρικού και αιθερικού σώματος, αυτοβοήθειας, αυτοβελτίωσης, εναλλακτικής μάθησης κ.λπ. δεν με απασχολούν. Θυμάμαι μάλιστα μια ενδιαφέρουσα συζήτηση που είχαμε με τον συγγραφέα ένα βράδυ, σε μια από τις επισκέψεις του  στην Κύπρο, όπου εκεί που ο ίδιος έβλεπε ένα σχέδιο ή έναν προκαθορισμό εγώ έβλεπα μια σύμπτωση. Λόγω ακριβώς αυτών των αντιλήψεών μου τα σχετικά βιβλία δεν ήταν ποτέ ανάμεσα στις προτιμήσεις μου.
Παρ' όλ' αυτά διάβασα με μεγάλο ενδιαφέρον το βιβλίο του Γιώργου Παπαδόπουλου-Κυπραίου. Η απλή γραφή του, η καθαρότητα των απόψεων, ο τρόπος της έμπρακτης εφαρμογής των Διδαγμάτων που εισηγείται, παρασύρουν ακόμα και έναν δύσπιστο αναγνώστη όπως εμένα. Όταν, για παράδειγμα, διάβασα (σ. 96): "Αν ανοίξουμε τον Οδηγό σε κάποια σελίδα, ακόμα και χωρίς να έχουμε συγκεκριμένο λόγο, αυτά που θα διαβάσουμε πιθανότατα έχουν κάτι να μας πουν για θέματα που μας συνέβησαν στο παρελθόν ή που θα προκύψουν άμεσα, ή στο εγγύς μέλλον", δεν ήταν δυνατό να μην υποκύψω στον πειρασμό της δοκιμής!
Το βιβλίο χωρίζεται σε δυο μέρη: Στο Πρώτο Μέρος δίνονται πληροφορίες και εκφράζονται απόψεις που θα βοηθήσουν τον αναγνώστη να κατανοήσει τα 101 Διδάγματα, που παρατίθενται στο Δεύτερο Μέρος. Σ' αυτό το Δεύτερο Μέρος κάθε Δίδαγμα, σύντομο και περιεκτικό, καταλαμβάνει την αριστερή σελίδα, ανώ στη δεξιά, που είναι κενή, καλείται ο αναγνώστης να καταγράψει τα δικά του νοήματα, παρατηρήσεις και σχόλια που σχετίζονται με το Δίδαγμα. Είναι διδάγματα που τα διακρίνει η διαχρονικότητα, η παγκοσμιότητα και η πρακτικότητα, που ανάλογα μπορούμε να βρούμε στον Χριστιανισμό, στην ινδική ή την ελληνική φιλοσοφία, που όμως πολύ συχνά τα ξεχνάμε.
"Το βιβλίο αυτό  δεν βρέθηκε τυχαία στα χέρια σου", γράφει ο συγγραφέας. "Ήρθε την κατάλληλη στιγμή για να σου δώσει απαντήσεις, να σου δείξει τον δρόμο της εξέλιξης και πάνω απ' όλα να σε παροτρύνει να ζήσεις μια ξεχωριστή ζωή".
Ακόμα κι ένα  άτομο σαν εμένα που πιστεύει κυρίως στους φυσικούς νόμους ή στο τυχαίο, μπορεί να εκτιμήσει την αξία και σημασία των Διδαγμάτων, που η εφαρμογή τους είναι δυνατό να βελτιώσει τη ζωή του καθενός, αλλά και την κοινωνική ζωή ευρύτερα.

Τρίτη, Νοεμβρίου 03, 2015

Καλά και σήμερα

Σοφία Νικολαΐδου
Καλά και σήμερα
[Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος]
Μεταίχμιο, 2015
(ebook)
 "Το ημερολόγιο που κρατάτε στα χέρια σας γράφτηκε μέρα μέρα. Στην αρχή στο χαρτί (δεν είχα υπολογιστή στην κλινική και την εβδομάδα μετά την εγχείρηση δεν είχα δύναμη να τον κρατήσω στα πόδια μου), αργότερα στο word. Έγραφα κάθε πρωί στο κρεβάτι και μετά, σκόρπια, ανάκατες ώρες, όποτε μου κατέβαινε. Χύδην σκέψεις. Το ρεπορτάζ της μέρας.
Ήταν ο τρόπος μου να τα βγάλω πέρα: Να γράφω και να φωτογραφίζω την πραγματικότητα. Αυτό σημαίνει πως τα πάντα καταγράφηκαν ωμά, χωρίς επεξεργασία. Για μένα αυτός ήταν ο μόνος τρόπος".
Έχω διαβάσει κι έχω γράψει για τρία βιβλία της Σοφίας Νικολαΐδου: Ο Μωβ μαέστρος, Χορεύουν οι ελέφαντες, Απόψε δεν έχουμε φίλους. Χωρίς προκατάληψη, με ειλικρίνεια και πάντα βέβαια με το δικό μου υποκειμενικό κριτήριο (και γούστο) κατέθεσα την άποψή μου για τα τρία αυτά βιβλία. Όμως για το πιο πρόσφατο, το "Καλά και σήμερα" που μόλις κυκλοφόρησε δεν μπορώ να πω τίποτα. Θα ντρεπόμουν να το κρίνω λογοτεχνικά. Μπορώ να κρίνω μόνο την αλήθεια ή το ψέμα του. Κι είναι ένα βιβλίο πέρα ως πέρα αληθινό. "Ημερολόγιο, δηλαδή τα σώψυχα στη φόρα. Όμως αυτό το ξεγύμνωμα, η ωμή πραγματικότητα, χωρίς τη συγκάλυψη της μυθοπλασίας ή την ψευτιά  της πόζας, είναι η θεραπεία μου. Ο τρόπος μου να ονομάσω, να ερμηνεύσω, να καταπιώ αυτό που μου συμβαίνει. Και ύστερα να πάω παρακάτω".
Αρχίζοντας από τις 22 Σεπτεμβρίου 2014, όταν διαγνώστηκε με καρκίνο του στήθους, ως τις 24 Μαρτίου 2015 που έκανε την τελευταία χημειοθεραπεία, η Σοφία καταγράφει καθημερινά την πορεία της θεραπείας, τα σωματικά συμπτώματα, τα συναισθήματα, τις αντιδράσεις των γύρο της. Καμιά στιγμή δεν είπε "γιατί εμένα". Αντιμετωπίζει αυτό που της έτυχε με θάρρος, με τις αναπόφευκτες βέβαια μεταπτώσεις, άλλοτε πιο αισιόδοξη κι άλλοτε με δυσφορία.
Με λόγο κοφτό, με σύντομες, ασθματικές προτάσεις (συνέπεια ίσως της σωματικής αδυναμίας) περιγράφει την εγχείρηση, τη θεραπεία, τις αντιδράσεις του περιβάλλοντος, των φίλων και γνωστών, της οικογένειάς της. Από την πρώτη στιγμή δεν απέκρυψε από κανένα την πάθηση, η λέξη "καρκίνος" ειπώθηκε αμέσως άφοβα. Οι επιπτώσεις της χημειοθεραπείας την ταλαιπωρούν αφάνταστα. Η ναυτία, η απώλεια της γεύσης και της όσφρησης, η αδυναμία, τα τρυπήματα των ενέσεων και αυτό που σύμφωνα με μια έρευνα καταθλίβει πιο πολύ απ' όλα τις περισσότερες γυναίκες, δηλαδή η απώλεια των μαλλιών (και των φρυδιών και των βλεφάρων ακόμα) αντιμετωπίζονται άλλοτε με πίκρα, άλλοτε με χιούμορ. Πότε μένει κουλουριασμένη στο κρεβάτι ή στον καναπέ, ανήμπορη να διαβάσει ή να γράψει, άλλοτε ντύνεται, βάφεται και πάει για καφέ ή βόλτα στην παραλία της πόλης της, της Θεσσαλονίκης.
Ανάμεσα στη ρεαλιστική καταγραφή της κάθε μέρας, υπάρχει περιθώριο και για σκέψεις: για την πίστη, για τις αδυναμίες του δημόσιου συστήματος υγείας, για την ταλαιπωρία της γραφειοκρατίας. Είναι ευγνώμων που το επάγγελμά της (εκπαιδευτικός-φιλόλογος) της επιτρέπει την άδεια απουσίας και η οικονομική της κατάσταση την ιδιωτική περίθαλψη. Οι φίλες της συμπαραστέκονται και βοηθούν, οι μαθητές της την εμψυχώνουν με γράμματα και emails. Βρίσκει κατανόηση και βοήθεια από τον σύζυγό της, ο γιος της, έντεκα χρονών, είναι από την αρχή ενήμερος για όλα.
Στην τελευταία καταγραφή (24 Μαρτίου 2015) σημειώνει: "4ος όροφος, ογκολογικό τμήμα, Γενική Κλινική, μπροστά στη θάλασσα. Πολυθρόνα επενδυμένη με καφέ δερματίνη, γίνεται κρεβάτι με μια κίνηση, μεταλλικά σεπαρέ που σε χωρίζουν απ' τη διπλανή πολυθρόνα με άσπρο κουρτινάκι, μουσική ντίσκο. Θέα στις πολυκατοικίες της Βασιλίσσης Όλγας.
Δεν ξεχνώ.
Μπαίνω στο ταξί.
ΦΤΟΥ ΞΕΛΕΦΤΕΡΙΑ.
Τίποτα δεν τελείωσε. Ευχηθείτε μου να πάνε όλα καλά".
Το ευχόμαστε ολόψυχα, αγαπητή Σοφία. Και για σένα και για όλες τις γυναίκες που πέρασαν ή περνούν τη δική σου επώδυνη εμπειρία.
 

Τετάρτη, Οκτωβρίου 21, 2015

Η αδελφότητα των Ιπτάμενων Μοναχών

Μετίν Αρντιτί
Η αδελφότητα των Ιπτάμενων Μοναχών
Πατάκης, 2015
Μετ. Ρίτα Κολαΐτη
(ebook) 
"Την περίοδο 1918-1938, το σοβιετικό καθεστώς κατέστρεψε, λεηλάτησε και επέτρεψε σε επιτήδειους να μεταφέρουν στο εξωτερικό όλα-ή σχεδόν όλα- τα έργα τέχνης που η Ρωσική Εκκλησία χαρακτήριζε ως "θησαυρούς της".
Έτσι αρχίζει ο (τουρκικής καταγωγής Ελβετός συγγραφέας) Μετίν Αρντιτί το προλογικό του σημείωμα για τον αναγνώστη. Το θέμα βέβαια γνωστό. Οι διωγμοί του "άλλου" για τις ιδέες, την πίστη ή τις αντιλήψεις του και η λογοτεχνική τους αποτύπωση δεν έλειψαν ποτέ, από την αυγή της ανθρωπότητας ως τις μέρες μας. Αλλά, όπως πολλές φορές έχει επισημανθεί, στη λογοτεχνία δεν μετράει μόνο το "τι", αυτό που έχει κυρίως σημασία είναι το "πώς". Ο Αρντιτί βρήκε έναν καινούριο τρόπο να μετουσιώσει λογοτεχνικά τους θρησκευτικούς διωγμούς του σοβιετικού καθεστώτος που κορυφώθηκαν τη δεκαετία του '30, όταν διώχθηκαν, βασανίστηκαν, εξοντώθηκαν χιλιάδες άνθρωποι, άλλοι λόγω της πίστης τους,  και άλλοι γιατί θεωρούνταν εχθροί του καθεστώτος.
Το βιβλίο χωρίζεται σε δυο ευδιάκριτα μέρη. Το πρώτο τοποθετείται στο 1937. Μια ομάδα μοναχών, με επικεφαλής τον Νικόδημο, διαφεύγουν την εξόντωση και ζουν σε ένα πρόχειρο κατάλυμα στα δάση, ανατολικά της Αγ. Πετρούπολης (τότε Λένινγκραντ). Σκοπός τους ήταν όχι μόνο να σωθούν οι ίδιοι, αλλά και να περισώσουν ό,τι μπορούν από τους θησαυρούς των συλημένων μοναστηριών και εκκλησιών. Προπάντων από κάποιες εκκλησίες που σκόπιμα, για το θεαθήναι, είχε αφήσει ανοιχτές το καθεστώς. Εικόνες, ιερά σκεύη "κλέβονται" και φυλάσσονται σε μυστική κρύπτη. Ο επικεφαλής και ηγετική μορφή ανάμεσα στους μοναχούς, ο Νικόδημος, μας θυμίζει κάπως τον ιερέα από το "Η δύναμη και η δόξα" του Γκράχαμ Γκρην. Είναι κι αυτός ένας πιστός ιερωμένος, του οποίου η πίστη δοκιμάζεται από τους πειρασμούς της σάρκας. Μετανιωμένος ο Νικόδημος για το αμάρτημα που διέπραξε με τη νεαρή Ιρίνα, γεμάτος τύψεις, παραδίνεται αυτοβούλως στις αρχές, βασανίζεται και φυσικά εξοντώνεται. (Στο προλογικό σημείωμα ο Αρντιτί αναφέρει: "Στις 26 Απριλίου 2002, ημέρα Παρασκευή, η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας, συνελθούσα υπό τον Πατριάρχη Αλέξιο, συμπεριέλαβε τον Νικόδημο Κιριλένκο στις τάξεις των μαρτύρων").
Στο δεύτερο μέρος του μυθιστορήματος μεταφερόμαστε στο Παρίσι του 2000. Ο Ματίας Μαρσώ, διάσημος φωτογράφος, βρίσκει μέσα σ' ένα έπιπλο που του άφησε πεθαίνοντας ο πατέρας του, ένα τετράδιο με σημειώσεις. Μαθαίνει έτσι την πραγματική του καταγωγή και τις ρωσικές του ρίζες. Εμπιστευόμενος την αλήθεια των σημειώσεων του τετραδίου, μεταβαίνει στη Ρωσία κι αναζητεί τόσο τις ρίζες του όσο και τις κρυμμένες εικόνες.
Είναι ένα βιβλίο στο οποίο ο αναγνώστης δεν βιάζεται να φτάσει στο τέλος. Δεν είναι αυτό που έχει τόση σημασία, για παράδειγμα αν βρέθηκαν οι εικόνες ή όχι. Σημασία έχουν τα ατομικά δράματα που δεν περιορίζονται στις τύχες του Νικόδημου, της Ιρίνας ή του Ματίας, αλλά αναφέρονται και σε άλλα πρόσωπα του έργου, μέσα από τα οποία φωτίζεται και η γενικότερη ιστορία του τόπου και της εποχής. Διαβάζοντάς το δεν μπορούσα να μην αναρωτηθώ: Θα έρθει άραγε κάποτε η μέρα που οι άνθρωποι δεν θα διώκονται για τις ιδέες τους ή για την πίστη τους; Δημόσιοι αποκεφαλισμοί, καμικάζι που μαζί τους παρασύρουν στο θάνατο χιλιάδες αθώους, αλληλοεξόντωση, μίσος για τον "άλλο", υποδηλούν πως κι αν θα έρθει κάποτε αυτή η μέρα, θ' αργήσει πολύ ακόμα.
Υ.Γ. Ευχαριστίες στον Πατριάρχη Φώτιο από τον οποίο γνώρισα τον συγγραφέα και το μυθστόρημα των "Ιπτάμενων Μοναχών".

Πέμπτη, Οκτωβρίου 15, 2015

Το βαμμένο πέπλο

Σώμερσετ Μωμ
Το βαμμένο πέπλο
Μεταίχμιο, 2008
Μετ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου
(ebook)
Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που μου άφησε μια γεύση μελαγχολίας καθώς τέλειωνα το μυθιστόρημα του Σώμερσετ Μωμ "Το βαμμένο πέπλο". Ίσως γιατί δεν έχει ευτυχισμένο τέλος ή ίσως γιατί η όλη ατμόσφαιρα του Χονγκ Κονγκ του 1920 ζωγραφίζεται καταθλιπτική για τον ντόπιο, αποικιοκρατούμενο πληθυσμό.
"Είμαι στην πρώτη σειρά της δεύτερης τάξης συγγραφέων", δήλωνε αυτοειρωνευόμενος ο Σώμερσετ Μωμ (1874-1965). Κι όμως, αυτός ο συγγραφέας που δεν καταξιώθηκε από την επίσημη κριτική, είχε μια πλατιά απήχηση στο αναγνωστικό κοινό και όχι λίγα έργα του μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο (ανάμεσά τους και "Το βαμμένο πέπλο"). Θεωρήθηκε άραγε ένας "ευπώλητος" της εποχής του; Αλλά ένας "ευπώλητος" που εκδίδεται και διαβάζεται δεκαετίες μετά τον θάνατό του δεν μπορεί να έχει σχέση με τα σημερινά "ευπώλητα".
Η υπόθεση του "Βαμμένου πέπλου", το οποίο ο ίδιος λέει πως εμπνεύστηκε από ένα απόσπασμα από το "Καθαρτήριο" της "Θείας Κωμωδίας" του Δάντη, τοποθετείται στο 1920. Μια νέα και πολύ όμορφη κοπέλα, η Κίτι, παντρεύεται χωρίς καθόλου να τον αγαπά και μάλλον νιώθοντας περιφρόνηση γι' αυτόν, τον Γουόλτερ, έναν μικροβιολόγο, και οι δυο τους αναχωρούν από την Αγγλία για το Χονγκ Κονγκ, όπου εκείνος εργάζεται. Εκεί η Κίτι δεν αργεί να συνάψει μια εξωσυζυγική σχέση με τον επίσης παντρεμένο Τσαρλς Τάουνσετ, υπάλληλο στην αποικία. Όταν ο Γουόλτερ το πληροφορείται, βάζει την Κίτι μπροστά σ' ένα δίλημμα: Είναι πρόθυμος να της δώσει διαζύγιο, αν ο Τάουνσετ είναι διατεθειμένος να χωρίσει και να την "αποκαταστήσει", όπως λέει. Αλλιώς η Κίτι θα είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει τον άντρα της σε μια απομακρυσμένη περιοχή της Κίνας, όπου έχει ξεσπάσει επιδημία χολέρας. Φυσικά ο εραστής της δεν έχει καμιά διάθεση να χωρίσει από τη γυναίκα του την οποία αγαπά και η οποία αναδεικνύεται ως ένας από τους ωραίους χαρακτήρες του βιβλίου.
Στην περιοχή της χολέρας η Κίτι θα γνωρίσει έναν καινούριο κόσμο. Η έμφαση δεν δίνεται τόσο στην επιδημία και τον ντόπιο πληθυσμό, όσο στις Καθολικές μοναχές των οποίων το μοναστήρι γίνεται κέντρο βοήθειας γι' αυτούς που υποφέρουν, κυρίως τα παιδιά. Η Κίτι ελκύεται από τον κόσμο της προσφοράς και της αυτοθυσίας, τον τόσο αντίθετο από τη δική της αλαζονική και εγωιστική συμπεριφορά. Ιδιαίτερα την επηρεάζουν οι συνομιλίες που κάνει με την ηγουμένη. Της λέει κάποια φορά η ηγουμένη: "Τη γαλήνη δεν τη βρίσκει κανείς στη δουλειά ή στην απόλαυση, στον κόσμο ή σ' ένα μοναστήρι. Τη βρίσκει μόνο στην ψυχή του". Άλλοτε πάλι, όταν η Κίτι βλέπει τη λατρεία που έχουν τα παιδιά προς την ηγουμένη, εκείνη της λέει: "Μόνο ένας τρόπος υπάρχει να κερδίσεις καρδιές κι αυτός είναι να γίνεις σαν αυτούς από τους οποίους θα ήθελες να αγαπηθείς".
Τα συναισθήματα της Κίτι για τον άντρα της, που τον βλέπει επίσης να εργάζεται για την ανακούφιση των αρρώστων με ζήλο και αυταπάρνηση, αλλάζουν. Μήπως όμως είναι πια αργά για να διορθώσει το κακό που του προξένησε;
Βιβλίο γραμμένο το 1925 που δεν χάνει την επικαιρότητά του ακόμα και σήμερα. Σύντομες περιγραφές του περιβάλλοντος ζωντανεύουν τον χώρο και τον χρόνο. Ο προβληματισμός γύρω από τον μοναχισμό και την πίστη γίνεται αφορμή για περαιτέρω προβληματισμό για τον αναγνώστη. Πολύ ενδιαφέρουσες οι συζητήσεις μεταξύ της Κίτι και του Γουάντινγκτον, ενός τελενωνειακού υπαλλήλου με τον οποίο συνδέεται φιλικά στον τόπο εκείνο της εξορίας. Σε μια απ' αυτές τις συνομιλίες η Κίτι διερωτάται μήπως η ζωή των μοναχών που τα παράτησαν όλα στην πατρίδα τους για να αφιερωθούν σ' αυτό που θεωρούν καθήκον για να κερδίσουν την αιώνια ζωή είναι μια αυταπάτη, ο Γουάντινγκτον της λέει: "Αμφιβάλλω αν έχει σημασία το ότι κυνήγησαν μια χίμαιρα. Αυτή καθαυτή η ζωή τους είναι ωραία. Έχω τη γνώμη ότι το μόνο πράγμα που σου επιτρέπει να αντιμετωπίζεις τον κόσμο στον οποίο ζούμε χωρίς αποστροφή είναι η ομορφιά που δημιουργεί κατά καιρούς ο άνθρωπος από το χάος. Οι πίνακες που ζωγραφίζει, η μουσική που συνθέτει, τα βιβλία που γράφει, η ζωή που ζει. Το πλουσιότερο σε ομορφιά απ' όλα αυτά είναι μια όμορφη ζωή. Αυτή είναι το τέλειο έργο τέχνης".

Τετάρτη, Οκτωβρίου 07, 2015

Οι δρόμοι μου

Νίκος Δήμου
Οι δρόμοι μου
   (Μιχαήλ Βόδα, Ρήνου, Γαλήνης, Παράσχου)
Πατάκης, 2015
Ο Νίκος Δήμου ασφαλώς δεν χρειάζεται καμιά σύσταση, τουλάχιστον στο ελληνικό κοινό. Καθένας μας κάποια πλευρά από το πολυσύνθετο ταλέντο του θα 'χει συναντήσει. Κι αν ακόμα δεν έχει διαβάσει, σίγουρα θα 'χει ακούσει για το "Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας". Για κάποιο λογοτέχνη θα 'χει δει μελέτη του. Κάποιο άρθρο, σχόλιο, χρονογράφημά του θα 'χει συναντήσει. Σε κάποιο περιοδικό για αυτοκίνητα ή υπολογιστές θα 'χει δει το όνομά του. Σε κάποια δική του έκθεση φωτογραφίας θα τον έχει πιθανόν συναντήσει. Πολλές διαφημίσεις του (με κορυφαία για μας το "Δεν ξεχνώ") θα 'χει σιγοψιθυρίσει, έστω κι αν αγνοεί τον δημιουργό τους.
Νίκος Δήμου. Ένα ανήσυχο πνεύμα. Ένας άνθρωπος που ενσαρκώνει το αναγεννησιακό πρότυπο του homo universalis. Στα 80 του χρόνια σήμερα, έρχεται να κάνει μια ανασκόπηση και μια περιγραφή της ως τώρα πορείας του στη ζωή. Το βιβλίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2004, όταν ο συγγραφέας πλησίαζε τα 65 χρόνια (γεννήθηκε το 1935). Εκεί ένωνε σε ένα βιβλίο τους τέσσερις τόμους που είχαν κυκλοφορήσει χωριστά και αντιπροσώπευαν τους τέσσερις δρόμους της ζωής του (Μιχαήλ Βόδα, Ρήνου, Γαλήνης, Παράσχου). Τώρα, το 2015, το βιβλίο ξανακυκλοφορεί με διορθώσεις, συμπληρώσεις, αλλά και τη ζωή των έντεκα χρόνων που πέρασαν από την πρώτη έκδοσή του ως σήμερα.
Τα όσα αναφέρονται στην καταγωγή, στις οικογενειακές ρίζες, το περιβάλλον στο οποίο μεγάλωσε ο εκάστοτε αυτοβιογραφούμενος ενδιαφέρουν ως ένα βαθμό και τον αναγνώστη, καθώς όλα διαδραματίζουν ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του. Τον αναγνώστη όμως ενδιαφέρει περισσότερο το ευρύτερο περιβάλλον, οι σπουδές, οι γνωριμίες, η κοινωνία μέσα στην οποία έζησε και δημιούργησε. Όλα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν μέσα στην πολυσέλιδη (πάνω από 700 σελίδες) αυτοβιογραφία του Νίκου Δήμου.
Μετά την αποφοίτησή του από το Αμερικανικό Κολλέγιο Αθηνών, φεύγει για τη Γερμανία, να σπουδάσει φιλοσοφία. Έξι χρόνια έμεινε εκεί και επιστρέφει χωρίς τελικά να πάρει το τυπικό χαρτί. Όμως φαίνεται ότι τα χρόνια εκείνα υπήρξαν καθοριστικά για τη ζωή του. Λέει ο ίδιος: "Πολλά πράγματα σπούδασα στο Μόναχο: φιλοσοφία και λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο, τέχνη σε πολλές παραλλαγές στα θέατρα, στα μουσεία και στις αίθουσες συναυλιών, πρακτική τέχνης με τους φίλους της Fuchs Strasse (οι ολονύκτιες συζητήσεις μας και οι πειραματικές εξορμήσεις μας ήταν το δεύτερο Πανεπιστήμιο). Σπούδασα ακόμα μια κοινωνία αλλιώτικη από τη δική μου, που μου έδωσε απόσταση και μέτρα σύγκρισης. Αλλά ίσως η πιο σημαντική μελέτη που έκανα τα πρώτα χρόνια ήταν η εξερεύνηση του γυνακείου σώματος".
Πολλές σελίδες αφιερώνονται στις ερωτικές του σχέσεις, στις γυναίκες που αγάπησε, στις τρεις συζύγους του. Και ασφαλώς πλείστες σελίδες στη διαφήμιση που υπήρξε το κύριο βιοποριστικό του επάγγελμα όταν επέστρεψε στην Αθήνα. Τρόπος δουλειάς, συνεργάτες, γνωριμίες, πολλά που αφορούν νομίζω ιδιαίτερα την ιστορία της διαφήμισης στην Ελλάδα. Παράλληλα καταγράφονται οι ποικίλες συνεργασίες του με εφημερίδες, περιοδικά, τηλεόραση. Τονίζεται η ανεξαρτησία πνεύματος που τον διέκρινε, εξού και οι αλλεπάλληλες παραιτήσεις του.
Όμως τα ενδιαφέροντά του δεν σταματούν εδώ. Χωρίς να ξεχνάμε και την ιδιαίτερη αγάπη του για τις γάτες, τα ενδιαφέροντά του στρέφονται και στην τεχνολογία, εκφρασμένη στη φωτογραφία, τα αυτοκίνητα, τους υπολογιστές. Γράφει πάλι ο ίδιος: "Παρόλο που έζησα διαβάζοντας και γράφοντας βιβλία, δεν συμμερίστηκα ποτέ την υπεροψία των περισσότερων πνευματικών ανθρώπων απέναντι στην τεχνολογία και στις μηχανές. Τις θεωρώ σημαντικά δημιουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος. Και νομίζω πως είναι σκέτος ρατσισμός (όταν δεν είναι σκέτη βλακεία) η περιφρόνηση των διανοούμενων προς τον επιστήμονα, τον τεχνολόγο και τον τεχνικό").
Ίσως είναι αυτή η πολυπραγμοσύνη που ευθύνεται για το ότι δεν τον θεώρησε δικό της καμιά ομάδα ομοτέχνων, πράγμα για το οποίο εκφράζει διαρκώς παράπονα. Δηλαδή ούτε ως συγγραφέα τον αποδέχτηκαν (παρ' όλο ότι εξέδωσε δεκάδες βιβλία), ούτε ως δημοσιογράφο, ούτε ως ποιητή. Αυτή την ερμηνεία δίνει ο ίδιος:"Έχω κατηγορηθεί συχνά για πολυπραγμοσύνη. Οι κατήγοροί μου τη βλέπουν ως ελάττωμα. Έχω εντελώς αντίθετη γνώμη. Τη θεωρώ το βασικό μου προτέρημα. Δεν πιστεύω ότι η (όποια) αξία μου είναι στα επιμέρους-αλλά στο σύνολο. Το έργο μου μπορεί να φαίνεται διασπασμένο, αλλά όλα τα κομμάτια του επικοινωνούν μεταξύ τους άμεσα. Οι γάτες, η αντιδογματική φιλοσοφία, η προσθετική τεχνολογία, η ποίηση, αποτελούν ένα όλον, με δύο βασικούς άξονες:την ελευθερία και την επικοινωνία. Αν κάποιος ασχοληθεί συστηματικά θα καταλάβει τι εννοώ".
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως "Οι δρόμοι μου" είναι ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο. Θα προτιμούσα όμως περισσότερο βάθος και λιγότερη περιγραφική επιφάνεια. Όταν στη ζωή του όχι απλώς συνάντησε αλλά γνώρισε από κοντά τόσες προσωπικότητες, από τον Καραμανλή και τον Χορν ως τον Ελύτη  και τη Δημουλά και πολλούς άλλους, θα ήθελα κάτι περισσότερο γι' αυτούς. Ξέρω βέβαια ότι για αρκετούς έχει γράψει αλλού, για κάποιους μάλιστα ειδικά βιβλία, αλλά νομίζω χρειαζόταν κι εδώ. Ξεχώρισα σαν τέτοιο κείμενο το ταξιδιωτικό για την Φλωρεντία, όπου δίνεται μια πληρέστερη εικόνα για το παρελθόν και το παρόν της καταπληκτικής αυτής πόλης. Με σταμάτησαν επίσης οι σκέψεις, όπου υπάρχουν, κυρίως προς το τέλος, για την αρρώστια, τον θάνατο, τη μελαγχολία των γηρατειών.
(ebook)

Υ.Γ. 1.Πλουσιότατη η ιστοσελίδα  www.ndimou.gr όπου η πλήρης βιβλιογραφία, τα εκατοντάδες άρθρα και δημοσιεύματα, ένας αχανής χώρος στον οποίο ο αναγνώστης μπορεί να περιπλανάται για μέρες.
2. "Μοναχικός Πολυπράγων" τιτλοφορείται η έκθεση της συγγραφικής, φωτογραφικής, δημοσιογραφικής και διαφημιστικής δουλειάς του Νίκου Δήμου, σε μια παρουσίαση των αρχείων του που έχει δωρήσει στο Μουσείο Μπενάκη (24.9.-8.11.2015).

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 27, 2015

Εγώ ο Κλαύδιος

Ρόμπερτ Γκρέηβς
Εγώ ο Κλαύδιος
Κέδρος 1996 (πέμπτη έκδοση)
Μετ. Αλέξανδρος Κοτζιάς
"Αυτή είναι μια ιστορία-εξομολόγηση. Αλλά σε ποιους εξομολογούμαι, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς; Η απάντησή μου είναι: απευθύνεται στους επιγενομένους. Και δεν εννοώ τα δισέγγονα ή τα τρισέγγονά μου: εννοώ κάποιο απώτατο μέλλον. Ωστόσο, η ελπίδα μου είναι ότι εσείς, οι τελικοί αναγνώστες μου, έπειτα από εκατό ή και παραπάνω γενεές, θα νιώσετε να σας μιλάω άμεσα, όπως ένας σύγχρονος: όπως συχνά νιώθω να μου μιλάνε ο Ηρόδοτος κι ο Θουκυδίδης, αν και πεθαμένοι τόσον καιρό".
Δεν υπάρχει νομίζω κανείς από τη "φυλή των βιβλιόφιλων" που να μην έχει ακούσει για το βιβλίο αυτό. Λιγότεροι ίσως το 'χουν διαβάσει. Κι εγώ το ανέσυρα απ' το σωρό τα αδιάβαστα βιβλία μου, όπου για χρόνια (τι κρίμα!) κειτόταν παραμελημένο κι αδιάβαστο. Το απολαυστικό του διάβασμα κράτησε μέρες. Η συναρπαστική εξιστόρηση της ζωής στην αρχαία Ρώμη, δοσμένη με μια ζωντανή αφήγηση και μια σύγχρονη γραφή, αφηγημένη σε πρώτο πρόσωπο από τον αυτοκράτορα Κλαύδιο, είναι απίστευτα γοητευτική. Ο Κλαύδιος εξιστορεί τη ζωή του, τη ζωή της οικογένειάς του, τη ζωή της κοσμοκράτειρας Ρώμης τα τελευταία χρόνια του 1ου π.Χ. αι. μέχρι το 41 μ.Χ.
Ο Κλαύδιος γεννήθηκε το 10 π.Χ. Συγγενής  της αυτοκρατορικής οικογένειας του Αυγούστου, όμως η ντροπή της οικογένειας, θα λέγαμε. Τραυλός, κουτσός, βαρήκοος, φιλάσθενος-"πεδίο μάχης ασθενειών, έλεγαν οι γιατροί- και επέζησα ίσως μόνο επειδή οι αρρώστιες δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν ποια θα είχε την τιμή να με ξεκάνει", γράφει ο ίδιος. Όμως μέσα σ'αυτό το άσχημο και ασθενικό σώμα υπήρχε ένας οξύτατος νους (έτσι τουλάχιστον μας τον παρουσιάζει ο Ρόμπερτ Γκρέηβς). Αφοσιωμένος στη μελέτη και τη συγγραφή, παίρνει καλή μόρφωση και πάθος του γίνεται η συγγραφή ιστορικών βιβλίων. Είναι πολύ χαρακτηριστικές οι σκέψεις του όταν, από συγκυρία και χωρίς καθόλου να το επιθυμεί ή να το επιδιώξει, ανακηρύσσεται το 41 μ.Χ. αυτοκράτωρ. Εκείνη την ώρα, λέει, δεν σκέφτηκε τίποτε άλλο παρά μόνο ότι τώρα θα μπορούσε να κάνει τον κόσμο να διαβάσει τα βιβλία του!
Με βαθιά γνώση της ιστορικής περιόδου που μυθιστορηματικά αναπλάθει ο Γκρέηβς, αλλά χωρίς  κουραστικές σημειώσεις ή παραπομπές, δημιούργησε ένα μυθιστόρημα που μπορεί πλέον να καταταγεί ανάμεσα στα κλασικά του 20ου αι. Η ιστορική περίοδος καλύπτει τη βασιλεία τριών αυτοκρατόρων: του Αυγούστου, του Τιβέριου και του Καλιγούλα. Σταματά στο σημείο όπου με τη δολοφονία του Καλιγούλα ανακηρύσσεται αυτοκράτωρ ο Κλαύδιος.
Ασφαλώς δεν μπορεί ο αναγνώστης να συγκρατήσει ούτε τα δεκάδες ονόματα που παρελαύνουν στο βιβλίο ούτε τις πολυδαίδαλες συγγένειες. Όμως το βιβλίο είναι ένα απολαυστικό ανάγνωσμα που, γραμμένο σε τόνο ανάλαφρο, διανθισμένο με χιούμορ, έξυπνες παρατηρήσεις και σχόλια, μας αφήνει έντονα αποτυπωμένες σκηνές, επεισόδια, χαρακτήρες. Πώς να ξεχάσεις για παράδειγμα την πανίσχυρη, ραδιούργα Λιβία, δεύτερη σύζυγο του Αυγούστου και γιαγιά του Κλαύδιου ή τον τρελό Καλιγούλα; Το σημαντικότερο, δεν σου αφήνει την αίσθηση ότι διαβάζεις για έναν κόσμο που υπήρξε 2000 χρόνια πριν. Σου δίνει την εντύπωση ενός ολοζώντανου παρόντος και ίσως mutatis mutandis (τηρουμένων των αναλογιών) να βρίσκαμε πολλά σημεία ομοιότητας με κάθε εποχή της ανθρώπινης ιστορίας. Η δίψα της εξουσίας, οι διαβολές και τα ψέματα της πολιτικής, η δόλια εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων, οι γάμοι συμφέροντος και σκοπιμοτήτων, η μανία του χρήματος, ποτέ δεν έλειψαν από την ανθρωπότητα. Αθάνατος ο Θουκυδίδης μας το λέει με τον πιο χαρακτηριστκό τρόπο:
...γιγνόμενα μεν και αιεί εσόμενα, έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων η...

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 20, 2015

Το κορίτσι της πτήσης 5403

Michel Bussi
Το κορίτσι της πτήσης 5403
Κέδρος, 2015
Μετ. Αριάδνη Μοσχονά
Το πρώτο κεφάλαιο δεν προδιαθέτει τον αναγνώστη για την αστυνομική πλοκή, στην οποία σε λίγο θα εξελιχθεί το μυθιστόρημα αυτό των 531 σελίδων. Και πράγματι, δεν είναι μόνο αστυνομικό. Στο εισαγωγικό κεφάλαιο παρακολουθούμε τα τελευταία λεπτά μιας πτήσης, στις 23 Δεκεμβρίου 1980, από την Ισταμπούλ στο Παρίσι. Κάπου κοντά στα γαλλοελβετικά σύνορα, το airbus με 169 επιβάτες χάνει ύψος και συντρίβεται στο βουνό Μον Τερίμπλ. Οι 168 από τους 169 επιβάτες σκοτώνονται, όμως, σαν από θαύμα, ένα βρέφος, ένα κοριτσάκι τριών μηνών, επιζεί. Θα ήταν πολύ απλό και εύκολο  να αποδοθεί στους συγγενείς, αφού και οι δυο γονείς που ταξίδευαν μαζί του έχουν σκοτωθεί, αν ήταν το μοναδικό βρέφος που ταξίδευε. Όμως ο έλεγχος των επιβατών αποκαλύπτει ότι  με την ίδια πτήση ταξίδευαν με τους γονείς τους δυο βρέφη. Κοριτσάκια και τα δύο, στην ίδια ηλικία. Ποιο λοιπόν είναι το βρέφος που σκοτώθηκε και σε ποια οικογένεια ανήκει αυτό που επέζησε;
Δυο οικογένειες παππούδων το διεκδικούν: Η πλούσια οικογένεια των Καρβίλ και η λαϊκή, φτωχή, των Βιτράλ. Εξονυχιστικές είναι οι έρευνες για στοιχεία που θα μπορούσαν να αποδείξουν την ταυτότητα του παιδιού. Τα ρούχα που φορούσε, πιθανές φωτογραφίες του, μαρτυρίες κάποιων που τυχόν το είχαν δει στη σύντομη ζωούλα του, ακόμα και το χρώμα των ματιών του κ.ο.κ. (εννοείται βέβαια πως το 1980 η μέθοδος DNA δεν είχε εφευρεθεί). Τίποτα δεν μπόρεσε να αποτελέσει αδιάσειστη απόδειξη. Η υπόθεση καταλήγει στο δικαστήριο που αφού άκουσε όλες τις μαρτυρίες, κατέληξε να αποδώσει το κοριτσάκι στη φτωχή οικογένεια των Βιτράλ. Όμως η πάμπλουτη οικογένεια των Καρβίλ έχει ενδοιασμούς, δεν έχει πεισθεί από την απόφαση. Προσλαμβάνει έναν ιδιωτικό ντετέκτιβ και με μια υπέρογκη ετήσια αμοιβή του αναθέτει να κάνει ό,τι μπορεί, όσο χρόνο κι αν χρειαστεί, για να βρει στοιχεία που να αποδεικνύουν πέραν πάσης αμφιβολίας την ταυτότητα του παιδιού.
Η τεχνική του συγγραφέα είναι εντυπωσιακή. Παράλληλα με τη λεπτομερή έρευνα του ντετέκτιβ την οποία ο ίδιος αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο στο προσωπικό του ημερολόγιο και εμείς διαβάζουμε τμηματικά, όταν πια έχει τελειώσει, εξελίσσεται με κάθε λεπτομέρεια και μια συγκεκριμένη μέρα του 1998, όταν η μικρή διασωθείσα είναι πια 18 χρονών. Έξυπνα ευρήματα, ανατροπές, χαρακτήρες και σχέσεις προσώπων (κάποια στιγμή βέβαια και δολοφονίες) κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη που συνεχώς αντιμετωπίζει καινούριες καταστάσεις που ανατρέπουν τη γνώμη που είχε σχηματίσει.
Το μυθιστόρημα του Bussi διακρίνεται τόσο για την πρωτοτυπία στο θέμα όσο και στον τρόπο ανάπτυξής του. Δεν λείπουν βέβαια οι κάποιες απιθανότητες και υπερβολές, συνηθισμένες στο είδος, αλλά και αχρείαστες σκηνές που απλώς αυξάνουν τις σελίδες. Με 50-100 λιγότερες σελίδες θα ήταν ένα τέλειο ανάγνωσμα. 

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 06, 2015

Αιρετικοί

Λεονάρδο Παδούρα
Αιρετικοί
Καστανιώτης, 2015
Μετ. Κώστας Αθανασίου
Επιτέλους! Το τελείωσα! Με κούρασε, με βασάνισε, μου πήρε σχεδόν δυο βδομάδες η ανάγνωσή του, χρειάστηκε να το ξαναρχίζω όταν το εγκατέλειπα για 1-2 μέρες, αλλά άξιζε τον κόπο. Στην ουσία δεν είναι ένα αλλά τρία μυθιστορήματα με μια πολύ χαλαρή σύνδεση μεταξύ τους. Σελίδες της Κούβας του 20ου και του 21ου αι., σελίδες του Άμστερνταμ του 17ου αι., Εβραίοι της Κούβας, της Πολωνίας, Εβραίοι του Άμστερνταμ, χρόνοι και πρόσωπα διαπλέκονται για να προβάλει ο συγγραφέας το αιώνιο αίτημα του ανθρώπου για ελευθερία. Ελευθερία από θρησκευτικά ταμπού, από προκαταλήψεις, από κοινωνικά κατεστημένα, ελευθερία που μπορεί στην ακραία περίπτωση να φτάσει ως την αυτοκαταστροφή. Αυτοί είναι οι αιρετικοί του Παδούρα. Οι άνθρωποι που σε κάθε τόπο και κάθε εποχή τολμούν να κάνουν την επανάστασή τους, να αποκλίνουν από τα καθιερωμένα, να διεκδικήσουν με κάθε τίμημα το δικαίωμα να είναι αυτό που θέλουν να είναι.
Το πρώτο από τα τρία βιβλία στα οποία διαιρείται το μυθιστόρημα τιτλοφορείται "Το βιβλίο του Ντανιέλ". Καθώς ο συγγραφέας πηγαινοέρχεται στο χρόνο και στα πρόσωπα (π.χ. Αβάνα 1939, Αβάνα 2007, Αβάνα 1940-1953, ξανά Αβάνα 2007, Αβάνα 1958 κ.ο.κ) απαιτείται αμέριστη η προσοχή του αναγνώστη. Αρχίζει στην Αβάνα το 1939. Εκεί ο Πολωνοεβραίος Γιόζεφ Καμίνσκι, μαζί με τον εξάχρονο ανιψιό του Ντανιέλ περιμένουν την οικογένεια Καμίνσκι (πατέρα, μητέρα και μικρή αδελφή του Ντανιέλ) που έρχονται με το υπερωκεάνιο Σαιντ Λιούις. Το πλοίο είναι γεμάτο με Εβραίους που προσπαθούν να διαφύγουν από τους διωγμούς που είχαν αρχίσει, δεν γίνεται όμως πουθενά δεκτό, αναγκάζεται να επιστρέψει στην Ευρώπη, όπου οι επιβαίνοντες βρήκαν τον θάνατο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ανάμεσά τους και η οικογένεια Καμίνσκι που είχαν ελπίσει στη σωτηρία, μια και κατείχαν ένα πίνακα που άξιζε εκατομμύρια. Ο πίνακας, με την υπογραφή του Ρέμπραντ, παρίστανε τον Χριστό, με τα χαρακτηριστικά ενός νεαρού Εβραίου. Μ' αυτό τον πίνακα είχαν ελπίσει ότι θα εξασφάλιζαν την αποβίβασή τους στην Αβάνα, δωροδοκώντας έναν υψηλόβαθμο Κουβανό. Φαίνεται όμως ότι εκείνος οικειοποιήθηκε τον πίνακα χωρίς να συμβάλει στη σωτηρία της οικογένειας, που τελικά εξοντώθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο Ντανιέλ είναι ο πρώτος "αιρετικός" του βιβλίου. Απαρνήθηκε τον εβραϊσμό στον οποίο τον εξωθούσε ο θείος του Γιόζεφ και ασπάστηκε τον καθολικισμό για να παντρευτεί την Κουβανή Μάρτα Αρνάες, με την οποία και εγκατέλειψαν την Κούβα. Προηγουμένως ο Ντανιέλ θέλησε να σκοτώσει τον Κουβανό που, όπως τυχαία ανακάλυψε, ευθυνόταν για την υπεξαίρεση του πίνακα και επομένως και για τον θάνατο των γονιών και της αδελφής του. Κάποιος όμως τον είχε προλάβει. Χρόνια αργότερα, το 2007, φτάνει στην Κούβα ο γιος του Ντανιέλ, Ελίας, που ζει στη Ν. Υόρκη και αναθέτει στον πρώην αστυνομικό Μάριο Κόντε να ανακαλύψει τι ακριβώς συνέβη τότε, το 1939, ποιος ήταν αυτός που οικειοποιήθηκε τον πίνακα του Ρέμπραντ που αποδεδειγμένα ανήκει στην οικογένειά του και πώς ο πίνακας αυτός έφτασε να πωλείται τώρα σε δημοπρασία στο Λονδίνο.
Στο δεύτερο βιβλίο, "Το βιβλίο του Ελίας", μεταφερόμαστε τρεις αιώνες πίσω, στο Άμστερνταμ  του 1643. Εδώ δεσπόζει η ιστορία ενός νεαρού Εβραίου, του Ελίας Αμπρόσιους, του οποίου διακαής πόθος είναι να μαθητεύσει κοντά στον περίφημο ζωγράφο της εποχής, τον Ρέμπραντ, θέλοντας να γίνει και ο ίδιος ζωγράφος. Το επιχειρεί με άκρα μυστικότητα, γιατί η ζωγραφική ήταν αυστηρά απαγορευμένη από τη θρησκεία τους στους Εβραίους. Βρήκα ιδιαίτερα ενδιαφέρον το μέρος αυτό του βιβλίου. Η ατμόσφαιρα της εποχής δίνεται με τόση πειστικότητα που ο αναγνώστης δυσκολεύεται να επιστρέψει στην εποχή μας. Ο Ρέμπραντ αποδίδεται στις καθημερινές του διαστάσεις, ενώ ταυτόχρονα πληροφορίες για τις απόψεις του για την τέχνη, για συγκεκριμένους πίνακες, για τα χρώματα και τις μεθόδους του, σε κάνουν να θέλεις να ανατρέξεις, να ξαναδείς έργα του, να επιβεβαιώσεις τις πληροφορίες.
Τέλος, το τρίτο μέρος τιτλοφορείται "Το βιβλίο της Ιουδήθ". Βρισκόμαστε ξανά στην Αβάνα του 2008-9. Ο πρώην αστυνομικός Μάριο Κόντε εξακολουθεί να αναζητά τον χαμένο πίνακα του Ρέμπραντ, ενώ ταυτόχρονα αναζητά και μια εξαφανισμένη νεαρή, την Τζούντι. Η Γιούντιτ του πρώτου βιβλίου, η μικρή αδελφή του Ντανιέλ που χάθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, γίνεται τώρα Τζούντι και οι δυο θυμίζουν τη βιβλική Ιουδήθ. Μόνο όμως ως προς το όνομα. Σε άκρα αντίθεση με την Ιουδήθ της Βίβλου που αποκεφάλισε τον Ολοφέρνη σώζοντας την πατρίδα της, οι δυο σύγχρονες Ιουδήθ θυσιάζονται οι ίδιες. Η πρώτη εξαφανισμένη από το αντισημιτικό μένος, η δεύτερη αναζητώντας την προσωπική της ελευθερία και απαλλαγή από κάθε δεσμό, οικογενειακό, θρησκευτικό, κοινωνικό. Η Τζούντι υπήρξε μια ίμο, ηγετική μορφή της τάξης αυτής της νεολαίας που ζούσε μέσα στην κατάθλιψη, φορούσε μαύρα, αυτοτραυματιζόταν και αρνιόταν τα πάντα.
Ξέρω ότι έχω κάνει μια πολύ αδρομερή και επομένως πολύ ελλιπή παρουσίαση του βιβλίου. Οι "Αιρετικοί" θίγουν τόσα θέματα που καμιά παρουσίασση, νομίζω, δεν μπορεί να είναι ολοκληρωμένη. Μόνο η ανάγνωση του ίδιου του βιβλίου, κι αυτού με αργό ρυθμό, μπορεί να οδηγήσει στη μέθεξη και απόλαυσή του. Θα ήθελα να κλείσω με μια άποψη που εκφράζει ένα από τα πρόσωπα του βιβλίου. Άποψη που ισχύει και για το ίδιο το βιβλίο ως τέχνη του λόγου.
"Η τέχνη είναι δύναμη. Μόνο αυτό, ή κυρίως αυτό:δύναμη. Όχι για να εξουσιάζει χώρες και να αλλάζει κοινωνίες, για να προκαλεί επαναστάσεις ή να καταπιέζει άλλους. Είναι δύναμη για να αγγίζει κανείς την ψυχή των ανθρώπων και, επί τη ευκαιρία, να αποθέτει εκεί τους σπόρους της βελτίωσης και της ευτυχίας τους..."
(ebook)

Πέμπτη, Αυγούστου 27, 2015

Στην κόψη του ξυραφιού

Σώμερσετ Μωμ
Στην κόψη του ξυραφιού
Άγκυρα, 1972
Μετ. Αννίκας Φερτάκη
Παλιό, κιτρινισμένο απ' τον καιρό, με μικρά τυπογραφικά στοιχεία που αμφιβάλλω αν υπάρχουν σήμερα, φορτωμένο με τις αναμνήσεις της προ τόσων δεκαετιών πρώτης ανάγνωσής του, το μυθιστόρημα του Σώμερσετ Μωμ μου χάρισε λίγες μέρες πολύ ευχάριστης συντροφιάς. Ένα μυθιστόρημα που γράφτηκε πριν από 70 τόσα χρόνια κι όμως δεν παύει να έχει τη φρεσκάδα, τη ζωντάνια, την επικαιρότητα και την αξία ενός σύγχρονου καλού μυθιστορήματος. Μ' άλλα λόγια, ένα κλασικό έργο.
Αρχίζει το 1919. Ο Μεγάλος Πόλεμος μόλις έχει τελειώσει, οι άνθρωποι ρίχνονται με  καινούριο ζήλο στη ζωή και στις απολαύσεις της. Δεν είναι όμως λίγοι κι αυτοί που βγήκαν προβληματισμένοι, επηρεασμένοι από τη μεγάλη σφαγή και τα εκατομμύρια τους νεκρούς. Ένας απ' αυτούς είναι ο νεαρός Λάρυ. Πολύ νέος κατατάχθηκε στην αεροπορία, υπηρέτησε στον πόλεμο ως πιλότος βομβαρδιστικού και είδε τον φίλο του να πεθαίνει, θυσιάζοντας τη ζωή του για να τον σώσει. Γυρίζει στο Σικάγο, όπου τον περιμένει η όμορφη, νεαρή αρραβωνιαστικιά του, η Ισαβέλλα. Όμως ο Λάρυ δεν είναι πια ο ίδιος όπως πριν από  τον πόλεμο. Εξακολουθεί να αγαπά την Ισαβέλλα, αλλά δεν θέλει ακόμα να την παντρευτεί. Ζητάει δυο χρόνια αναβολή. Όπως λέει, θέλει να διαβάσει, να ταξιδέψει, να μάθει. "Θέλω να πεισθώ αν υπάρχει Θεός ή όχι. Θέλω να μάθω γιατί υπάρχει στον κόσμο το κακό. Θέλω ν' ανακαλύψω αν η ψυχή μου είναι αθάνατη ή αν ο θάνατος βάζει τέλος σε όλα".
Η τεχνική που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας είναι τέτοια που προσδίδει στο μυθιστόρημα μια πειστικότητα και μια αληθοφάνεια που σπάνια συναντάμε στα μυθιστορήματα, ακόμα και σ' αυτά που μας λένε ότι στηρίζονται σε  πραγματικά γεγονότα. Ο Σώμερσετ Μωμ στο βιβλίο εξακολουθεί να είναι ο συγγραφέας. Γνωρίζεται με τα βασικά πρόσωπα του έργου, παρακολουθεί τη ζωή τους, καταγράφει τις συνομιλίες τους, εκφράζει κρίσεις και χαρακτηρισμούς γι'αυτούς.
Βασικοί χαρακτήρες του έργου, εκτός από τον Λάρυ και την Ισαβέλλα, η μητέρα της κα Μπράντλεϋ, μια κοσμική κυρία που θέλει να δει την κόρη της παντρεμένη με τον πλούσιο Γκραίη Ματουρίν, ο Γκραίη, φίλος του Λάρυ, ερωτευμένος κι αυτός με την Ισαβέλλα και προπάντων ο Έλιοτ, θείος της Ισαβέλλας, πλούσιος, αν και δεν φαίνεται να ασκεί ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, λάτρης των δεξιώσεων και της κοσμικής ζωής. Τους βασικούς χαρακτήρες πλαισιώνουν πολλά άλλα δευτερεύοντα πρόσωπα.
Το έργο αρχίζει στο Σικάγο, η δράση όμως σύντομα μεταφέρεται στο Παρίσι ("η μόνη πολιτεία του κόσμου όπου μπορεί να ζήσει ένας πολιτισμένος άνθρωπος", κατά τον Έλιοτ), στην Κυανή Ακτή και μέσα από τις αφηγήσεις του Λάρυ σε πολλά άλλα μέρη, μέχρι τις Ινδίες, στις οποίες η γνωριμία με τους Γιόγκι και η παραμονή του σε μια Ασράμα (ερημητήριο) είχε καθοριστική επίδραση στη ζωή του.
Ο συγγραφέας συναντάται ευκαιριακά με όλα αυτά τα πρόσωπα, παρακολουθεί τη ζωή τους, ακούει τις εξομολογήσεις τους, λειτουργεί ως ένα είδος συμβούλου και παρατηρητή μεταφέροντάς μας όχι μόνο την εξέλιξη της ζωής τους αλλά και την όλη ατμόσφαιρα της εποχής. Την ευφορία και την οικονομική άνοδο της Αμερικής θα διαδεχτεί το φοβερό κραχ του 1929 που δεν θα αφήσει ανεπηρέαστη τη ζωή των ηρώων. Κυρίως όμως ο συγγραφέας παρακολουθεί και μας μεταφέρει τη ζωή του Λάρυ, του νέου που προβληματίζεται, που εναγωνίως αναζητά νόημα και σκοπό στη ζωή.
Δίκαια πιστεύω το μυθιστόρημα αυτό θεωρείται πια κλασικό. Συνδυάζει τη ρεαλιστική απεικόνιση της ζωής του μεσοπολέμου, κυρίως μιας ανώτερης κοινωνικής τάξης, με τον προβληματισμό γύρω από το νόημα της ζωής.
Υ. Γ. Στα ελληνικά βρήκα μόνο μια επανέκδοση, στις εκδόσεις Μελάνι. Στα Αγγλικά κυκλοφορούν πολλές. Και βεβαίως έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο.

Τετάρτη, Αυγούστου 19, 2015

Ένας θάνατος στην οικογένεια

Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ
Ένας θάνατος στην οικογένεια
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΜΟΥ-ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ
Καστανιώτης, 2014
Μετ. Σωτήρης Σουλιώτης
Το βιβλίο αρχίζοντας δημιουργεί μεγάλο ενδιαφέρον, τουλάχιστον για τις δικές μου αναγνωστικές προτιμήσεις. Είναι ένα σύντομο δοκίμιο περί θανάτου. Πότε (σωματικά) επέρχεται ο θάνατος, γιατί αποφεύγουμε το νεκρό σώμα, γιατί το σκεπάζουμε, το απομακρύνουμε όσο πιο σύντομα γίνεται, γιατί αυτή η δυσφορία για τα νεκρά σώματα. Όμως η συνέχεια με απογοήτευσε. Η φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων στην οποία ήλπισα και για την οποία με είχαν προϊδεάσει οι αρχικές σελίδες, τερματίστηκε εδώ. Σε ελάχιστα άλλα σημεία του βιβλίου ο συγγραφέας διακόπτει τη λεπτομερέστατη αφήγηση της ζωής του για να προβεί σε κάποια εκτίμηση, να σχολιάσει, να εμβαθύνει. Όλο σχεδόν το βιβλίο είναι μια αναπόληση και μια καταγραφή της ως τώρα ζωής του. Το σώζει κάπως η λογοτεχνική (όσο μπορούμε να κρίνουμε από τη μετάφραση)  έκφραση και η μη ευθύγραμμη αφήγηση που κρατούν εν μέρει το ενδιαφέρον.
Η εξιστόρηση της ζωής κάποιου άλλου πιστεύω ότι μας ενδιαφέρει είτε όταν συνδέεται με σημαντικά ιστορικά γεγονότα είτε όταν κατορθώνει να μας κάνει να ταυτιστούμε μαζί του λόγω κοινών εμπειριών, παρόμοιων ψυχολογικών καταστάσεων, ανάλογων σκέψεων και βιωμάτων. Τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει στο πολυσέλιδο έργο του Νορβηγού. Μακροσκελέστατες περιγραφές της οικογενειακής ζωής, των συμμαθητών και φίλων, της εφηβείας, των νεανικών ερώτων και προπάντων του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ. Στη μέση περίπου του βιβλίου αρχίζει η εξιστόρηση του θανάτου του πατέρα και η μετάβαση του συγγραφέα μαζί με τον αδελφό του στην πόλη όπου πέθανε ο πατέρας τους, πράγμα που συνέβη στο σπίτι της γιαγιάς του συγγραφέα (μητέρας του πατέρα τους), για την κηδεία. Απ'εδώ και πέρα γίνεται ακόμα πιο απαράδεχτο το βιβλίο. Σελίδες επί σελίδων για να μας περιγράψει την άθλια κατάσταση στην οποία βρισκόταν το σπίτι, την ακαταστασία, την παραμέληση, τη βρωμιά, τα καθαριστικά που αγόρασαν, την προσπάθεια να καθαρίσουν κ.λπ. Δεν ξέρω τι βρήκαν σ' αυτές τις σελίδες (περίπου το ένα τρίτο του βιβλίου) αυτοί που το εκθειάζουν τόσο. Το πιθανότερο είναι ότι τις πηδούσαν!
Είναι φανερή η προσπάθεια του συγγραφέα να μιμηθεί τον Προυστ.  Οι λεπτομερείς περιγραφές, οι αφορμές για να επιστρέψει στο παρελθόν, η αναπόληση, όλα θυμίζουν τον "Χαμένο χρόνο". Αλλά πόρρω απέχει. Αν είχα ένα κέρδος απ' αυτό το βιβλίο είναι η επιθυμία και η απόφαση να ξαναδιαβάσω Προυστ.
Υ.Γ. Το βιβλίο είναι ο πρώτος τόμος μιας εξαλογίας. Εννοείται πως ούτε λόγος για να αναζητήσω τους υπόλοιπους πέντε  τόμους όταν εκδοθούν. 
(ebook) 

Πέμπτη, Αυγούστου 06, 2015

Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν

Juan Gabriel Vasques
Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν
Ίκαρος, 2014
Μετ. Αχιλλέας Κυριακίδης
Η ανάμιξη μυθοπλασίας με πραγματικά γεγονότα είναι κάτι πολύ γοητευτικό, νομίζω, σ' ένα βιβλίο. Κι όταν σ' αυτού του είδους τη γραφή εμφιλοχωρούν ή σου προκαλούνται σκέψεις, η γοητεία του βιβλίου αυξάνεται ακόμα περισσότερο.
Ένα τέτοιο βιβλίο είναι το "Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν". Τοποθετημένο στην Κολομβία, διαδραματίζεται χρονικά μεταξύ 1970 περίπου (αν και υπάρχουν εγκιβωτισμένα και παλαιότερα γεγονότα) και 2009. Κεντρικός πρωτοπρόσωπος αφηγητής, όχι όμως κατ' ανάγκη και πρωταγωνιστής, είναι ο 26χρονος Αντόνιο Γιαμάρα, καθηγητής στη Νομική Σχολή. Σ' ένα σφαιριστήριο, στο οποίο κάποτε πηγάινει και παίζει μπιλιάρδο, γνωρίζεται μ' έναν αρκετά μεγαλύτερό του μπιλιαρδόρο, τον Ρικάρδο Λαβέρδε. Λίγα πράγματα ξέρει για τη ζωή του, π.χ. ότι είναι πιλότος και από άλλους μαθαίνει ότι είχε περάσει είκοσι χρόνια στη φυλακή.
Είναι παραμονές του 1996. Ο Λαβέρδε περιμένει τη γυναίκα του που θα έρθει από την Αμερική. Όμως αυτή δεν θα φτάσει ποτέ. Το αεροπλάνο με το οποίο θα ερχόταν κατέπεσε στις 20.12.1995 (πραγματικό γεγονός). Η κασέτα με  ηχογραφημένη την τελευταία στιχομυθία των δυο κυβερνητών του αεροπλάνου θα ακουστεί ξανά και ξανά στο βιβλίο. Η κασέτα σταματά με τον ήχο πραγμάτων που πέφτουν: "Ακούγεται μια κοφτή κραυγή ή κάτι που μοιάζει με κραυγή. Ακούγεται ένας ήχος που δεν μπορώ να ταυτοποιήσω: ένας ήχος που δεν είναι ανθρώπινος ή είναι παραπάνω από ανθρώπινος, ο ήχος από ζωές που χάνονται, αλλά κι ο ήχος από υλικά που σπάνε. Είναι ο ήχος των πραγμάτων που πέφτουν από ψηλά, ένας ήχος διακεκομμένος και εξ αυτού αέναος, ένας ήχος που δεν τελειώνει ποτέ, που συνεχίζει να βοά στο κεφάλι μου από εκείνο το απόγευμα και δε λέει να φύγει, που αιωρείται στη μνήμη μου για πάντα, κρεμασμένος πάνω της σαν πετσέτα στην κρεμάστρα. Αυτός ο ήχος είναι ο τελευταίος που ακούγεται στο πιλοτήριο της πτήσης 965. Η κασέτα σταματά".
Έχω την αίσθηση πως ο αποκαλυπτικός ήχος δεν είναι μόνο αυτός που αναφέρεται στην πτώση του αεροπλάνου. Είναι και ο ήχος των αποκαλύψεων πολλών άλλων γεγονότων. Η σύντομη και ελλιπής, όσον αφορά   το παρελθόν του Λαβέρδε, γνωριμία του Αντόνιο με τον Λαβέρδε τερματίζεται ξαφνικά και βίαια. Μια μέρα, ενώ φεύγουν μαζί από το σφαιριστήριο, μια δολοφονική επίθεση αφήνει νεκρό τον Λαβέρδε και σοβαρά τραυματισμένο τον Αντόνιο. Η επίθεση άφησε ψυχολογικά και σεξουαλικά τραυματισμένο τον Αντόνιο, που στο μεταξύ έχει παντρευτεί σ' ένα συμβατικό γάμο κι έχει αποκτήσει μια κόρη. Όμως ποτέ δεν έπαψε να θέλει να διερευνήσει το παρελθόν, να μάθει ποιος υπήρξε ο Λαβέρδε, γιατί φυλακίστηκε, γιατί δολοφονήθηκε.
Την ευκαιρία αυτή θα του δώσει η κόρη του Λαβέρδε, η Μάγια Φριτς, που ζει μόνη σε μια απομονωμένη έπαυλη, τέσσερις ώρες μακριά από τη Μποκοτά. Την επισκέπτεται ένα Σαββατοκύριακο. Μέσα από παλιά γράμματα, χαρτιά, αποκόμματα εφημερίδων, αναμνήσεις, ανασυστήνεται η ζωή του Λαβέρδε, ο έρωτάς του με την Ελένα, αλλά και η ζωή στην Κολομβία τις δεκαετίες '70-'90, το εμπόριο της κοκαΐνης, ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών, οι δολοφονίες, ο φόβος που είχε κυριεύσει έναν ολόκληρο λαό. Μια εποχή, μια πόλη, η Μποκοτά και μια χώρα ζωντανεύουν με τη δύναμη της λογοτεχνίας.
Για το κατά τα άλλα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο έχω δυο επιφυλάξεις: Δεν βρίσκω καθόλου απαραίτητη αλλά ούτε και φυσική την ερωτική σκηνή μεταξύ Αντόνιο-Μάγιας, δυο ανθρώπων που συναντώνται για πρώτη, και ίσως μόνη, φορά ένα σαββατοκύριακο. Επίσης υπάρχουν υπερβολικά πολλές σημειώσεις του μεταφραστή. Σε 296 σελίδες υπάρχουν 179 σημειώσεις! Άλλοτε για ερμηνεία ισπανικών λέξεων, άλλοτε για διευκρίνιση όρων ή γεγονότων κ.λπ. Είναι πολύ κουραστικό για τον αναγνώστη να ανατρέχει συνεχώς στις σημειώσεις. Ας του μείνουν και μερικές απορίες ή ας ψάξει και μόνος του για κάτι που θα θεωρήσει σημαντικό.
(ebook)

Τρίτη, Ιουλίου 28, 2015

Στιγμές από το Ελληνο-Βουλγαρικό ταξίδι



Ένα τραγούδι κάνω τ’ όνειρό μου

Κι έτσι πορεύομαι στη ζωή

Σ’ αγγέλους πιστεύω και σε παραμύθια,

I have a dream, a song to sing….

Η γλυκιά μελωδία, αποχαιρετιστήριο άκουσμα της τελευταίας βραδιάς του οκταήμερου ταξιδιού μας σε Ελλάδα και Βουλγαρία, ήταν ό, τι καλύτερο μπορούσαμε να πάρουμε μαζί μας «σαν τελευταία απόλαυση».
Λαϊκοί χοροί της Βουλγαρίας
Τελευταίο βράδυ στη Φιλιππούπολη. Κι ας τη λένε οι ντόπιοι, κι ας τη γράφουν οι πινακίδες και τα βιβλία Plovdiv. Για μας θα είναι πάντα η Φιλιππούπολη. Έτσι όπως την ονόμασε τον 4ο π.Χ. αι. από το όνομά του (τι μετριοφροσύνη αλλά και τι αυτογνωσία!) ο πατέρας του Μ. Αλεξάνδρου. Θράκες, Ρωμαίοι, Βυζαντινοί, Τούρκοι, Βούλγαροι, άφησαν ο καθένας τα ίχνη του σ’ αυτή την όμορφη πόλη.
Ελλάδα-Βουλγαρία. Δυο χώρες που η διαμάχη τους κρατάει αιώνες. Από τότε που ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Βασίλειος ονομάστηκε Βουλγαροκτόνος (πώς να ξεχάσουμε τα παιδικά μας αναγνώσματα της Πηνελόπης Δέλτα;) ως την πιο πρόσφατη ιστορία της πάλης για την κυριότητα της Μακεδονίας. Κι όμως σήμερα και οι δυο χώρες ανήκουν στην Ενωμένη Ευρώπη, η Φιλιππούπολη είναι αδελφοποιημένη με τη Θεσσαλονίκη, κι εμείς, ταξιδεύοντας στις δυο αυτές χώρες σχεδόν δεν ξεχωρίζουμε πού τελειώνει η μια και πού αρχίζει η άλλη.

Πρώτο καλωσόρισμα σ' ένα λιμανάκι της Καβάλας
Προσγειωθήκαμε ένα ήρεμο απομεσήμερο στο αεροδρόμιο «Μέγας Αλέξανδρος» της Καβάλας. Πρώτος σταθμός ένα απάνεμο, γαλήνιο λιμανάκι για ένα καλωσόρισμα με δροσερό ουζάκι. «Εδώ θα μείνω, δεν φεύγω απ’ εδώ», θαυμάζει ο φίλος συνταξιδιώτης. Φράση που θα επαναληφθεί πολλές φορές καθώς διασχίζουμε και εξερευνούμε τις ομορφιές της Μακεδονίας, ομορφιές με τις οποίες είναι πλημμυρισμένη η Ελλάδα.
Στα ερείπια της αρχαίας Αμφίπολης

Ο λέων του λόφου Καστά

Απ’ την Καβάλα οδεύουμε προς την Αμφίπολη. Στην ανασκαφή που μας πήρε το μυαλό το περασμένο καλοκαίρι, στον τάφο που τράβηξε την προσοχή όλου του κόσμου, ελπίζοντας πως επιτέλους είχε βρεθεί ο τόπος ταφής του μεγάλου τέκνου της Μακεδονίας. Το ξέρουμε τώρα πια πως δεν είναι αυτό που ελπίζαμε. Πως ούτε τις πανέμορφες Καρυάτιδες και τις αινιγματικές Σφίγγες δεν θα μπορούσαμε να τις πλησιάσουμε. Κι όμως η λαχτάρα να δούμε έστω κι από μακριά τον μυθικό χώρο οδήγησε εκεί τα βήματά μας. Λιγοστά τα ερείπια από την πόλη που υπήρξε μήλο της έριδας μεταξύ Αθήνας και Σπάρτης και που στάθηκε η αφορμή για την πολύχρονη εξορία του Θουκυδίδη.
Ενδιαφέρον όμως το μικρό μουσείο της Αμφίπολης. Και λίγο πιο πέρα, σε μια ερημική γωνιά, σαν φρουρός στον δρόμο που οδηγεί στον λόφο Καστά, στην κορυφή του οποίου κάποτε υψωνόταν, το αινιγματικό λιοντάρι στέκεται συναρμολογημένο, άγλωσσο, για να μην προδώσει τα μυστικά του τάφου, όπως λένε.
Ηλιοβασίλεμα πάνω από τον Στρυμόνα. Προς Θεσσαλονίκη
Χιλιοτραγουδισμένη, πανέμορφη, με τα νερά του Θερμαϊκού να τη χαϊδεύουν μέρα και νύχτα, με τις επάλληλες στρώσεις της Ιστορίας να αφηγούνται τον μακραίωνα πολιτισμό της, η Θεσσαλονίκη αιχμαλωτίζει με την πρώτη ματιά τον επισκέπτη. Περπατάς στον μόλο και η ψυχή σου γαληνεύει. Κι ας είναι οι μέρες τούτες μέρες δραματικών εξελίξεων για την Ελλάδα που κινδυνεύει με πτώχευση. Εδώ μου φαίνεται όχι μόνο ο επισκέπτης αλλά και οι ίδιοι οι κάτοικοι σαν να ζουν μακριά από τα προβλήματα και τους καυγάδες των πολιτικών. Τα  σύμβολα της πόλης, ο Αϊ-Δημήτρης, ο Λευκός Πύργος, ο Μ. Αλέξανδρος, οι βυζαντινές εκκλησιές (συμβασιλεύουσα ονομαζόταν τον καιρό του Βυζαντίου) σε γοητεύουν όσες φορές κι αν τα έχεις δει. Καθώς περιδιαβάζεις στις άνετες λεωφόρους ή στις απόμερες γειτονιές, καθώς απολαμβάνεις τη θέα των όμορφων κτηρίων στην πλατεία Αριστοτέλους,  μια από τις ωραιότερες πλατείες της Ελλάδας, καθώς  αντικρίζεις όλη την πόλη από το ύψος του Επταπύργιου ν’ απλώνεται νωχελικά πλάι στη θάλασσα, δυσκολεύεσαι να πιστέψεις πως μόλις εκατό χρόνια πριν η Θεσσαλονίκη στέναζε κάτω από την Τουρκική κατοχή.
Η Ροτόντα

Άποψη της πλατείας Αριστοτέλους

Αιώνιο Σύμβολο. Ο Μ. Αλέξανδρος
Ένα «προσκύνημα» στη Βεργίνα, κι ας την έχουμε δει κι άλλες φορές, το θεωρούμε απαραίτητο, μια και βρισκόμαστε στη Θεσσαλονίκη. Διασχίζουμε την ανοιχτοσιά του κάμπου. Χαρούμενη γη, ο Αλιάκμονας που κυλάει ήρεμα, φυτείες με χαρούμενα ηλιοτρόπια και προπάντων ροδακινιές πλημμυρίζουν το τοπίο. Σταματάμε σ’ ένα περιβόλι, ο φιλόξενος καλλιεργητής γεμίζει το πούλμαν με την προσφορά των ροδάκινών του.
Η αψίδα του Γαλέριου, κοινώς η Καμάρα
Πάνω απ' τον Αλιάκμονα
Φτάνουμε στον μεγάλο τύμβο. Όσες φορές κι αν πάρουμε το κατηφορικό δρομάκι που οδηγεί στον σκοτεινό θάλαμο, με μόνο φωτισμένα τα πανάρχαια ευρήματα, το ίδιο δέος, την ίδια έκσταση, το ίδιο συγκινημένο ρίγος νιώθουμε να μας διαπερνά, λες και μπαίνουμε στο ίδιο το βασίλειο του Άδη. Αυτούσιοι οι ασύλητοι τάφοι και προπάντων ο τάφος του Φιλίππου, μιλούν με την πιο αδιάψευστη γλώσσα για το παρελθόν και την ιστορία αυτού του τόπου. Σκέψεις με πλημμυρίζουν. Για τη ζωή και τον θάνατο, για το εφήμερο του ανθρώπου, για τη λήθη που σκεπάζει τα πάντα και που σπάνια μόνο ανασύρεται στο φως για να μας πει πόσο όμοια παραμένουν τα ανθρώπινα πάθη. Συγκινημένοι αναδυόμαστε στο φως της μέρας ενώ τα λόγια του Μανόλη Ανδρόνικου, έτσι όπως τα κατέγραψε στο «Χρονικό της Βεργίνας» αντηχούν στ’ αυτιά μας:
Ροδακινιές της Βέροιας
«Αν η υποψία που έχεις, πως ο τάφος ανήκει στον Φίλιππο, είναι αληθινή -και η χρυσή λάρνακα ερχόταν να ενισχύσει την ορθότητα αυτής της υποψίας- κράτησες στα χέρια σου τη λάρνακα με τα οστά του. Είναι απίστευτη και φοβερή μια τέτοια σκέψη, που μοιάζει εντελώς εξωπραγματική”. Νομίζω πως δεν έχω δοκιμάσει ποτέ στη ζωή μου τέτοια αναστάτωση, ούτε και θα δοκιμάσω ποτέ άλλοτε»....
Το προσκύνημα στην Παναγία Σουμελά κι ένα όμορφο γεύμα κάτω από τις φλαμουριές στη Βέροια ολοκληρώνουν τις μέρες της παραμονής μας στη βόρειο Ελλάδα. Μας περιμένει η Βουλγαρία, την οποία οι περισσότεροι επισκεπτόμαστε για πρώτη φορά.

Ποιος μπορεί ν' αντισταθεί στη σπεσιαλιτέ της Βέροιας;
Ξαναφέρνω στη μνήμη τις μέρες που περάσαμε εκεί, προσπαθώ να σκεφτώ τι μου έχει εντυπωθεί περισσότερο, τι θυμάμαι απ’ αυτό το ολιγοήμερο ταξίδι. Το πρώτο που μου έρχεται στο νου είναι το πράσινο. Βουνά κατάφυτα, πλατάνια, οξιές, πεύκα, λεύκες, καστανιές, συνοδεύουν τις διαδρομές μας.
Παναγία Σουμελά
 Και ποτάμια. Που ξεκινούν απ’ εδώ για να διασχίσουν τη Μακεδονία και να καταλήξουν στο Αιγαίο. Ο Στρυμόνας, ο Νέστος, ο Έβρος και πλήθος παραπόταμοι που δύσκολα συγκρατώ τα ονόματά τους.
Προς τη Μονή της Ρίλα
Δυο μεγάλα και ξακουστά μοναστήρια αποτελούν δυο αξιοθέατα που ο επισκέπτης της Βουλγαρίας δεν πρέπει να παραλείψει. Το ένα, το ονομαζόμενο της  Ρίλα (κατ’ ακρίβεια του Αγίου Ιωάννη της Ρίλα) πιο κοντά στη Σόφια, το άλλο, το Μπάτσκοβο, πιο κοντά στη Φιλιππούπολη. Η διαδρομή και για τα δυο μοναστήρια, το πέρασμα μέσα από πυκνή, πράσινη βλάστηση είναι εντυπωσιακή. Πανάρχαια και τα δυο μοναστήρια, του 10ου και 11ου αι. συγκεντρώνουν πλήθος προσκυνητών καθημερινά. Της Ρίλα μεγαλύτερο, εντυπωσιακότερο, περιτριγυρισμένο από ψηλούς, πέτρινους τοίχους, μοιάζει περισσότερο με φρούριο παρά με μοναστήρι.
Μονή της Ρίλα

Η πρόσβαση στο Μπάτσκοβο είναι αρκετά δύσκολη. Ο επισκέπτης πρέπει να διανύσει πεζός μια μεγάλη, ανηφορική απόσταση που την κάνει ακόμα δυσκολότερη ο ανώμαλος, λιθόστρωτος δρόμος. Όμως η πίστη των ανθρώπων (ή το τουριστικό ενδιαφέρον) ξεπερνά τις δυσκολίες. Εντυπωσιάζει το πλήθος των προσκυνητών που αψηφώντας τον καυτό ήλιο στέκονται υπομονετικά στη σειρά, περιμένοντας να προσκυνήσουν τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.

Από τη Σόφια κρατάω μια πολύ γενική εικόνα. Η μονοήμερη επίσκεψή μας εκεί δεν ήταν αρκετή για να τη γνωρίσουμε όσο της αξίζει. Πώς να δεις και να γνωρίσεις μέσα σε λίγες ώρες μια πόλη με αιώνων ιστορία; Από τότε που υπήρξε ένας μικρός Θρακικός οικισμός ως τη σημερινή μεγαλούπολη με πάνω από ένα εκατομμύριο κατοίκους, η Σόφια γνώρισε πολλές περιπέτειες. Απ’ όλα αυτά τα γυρίσματα της τύχης  και της ιστορίας, από τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας, ως τους Ρωμαίους, τους Βυζαντινούς, τους Τούρκους, τους Ρώσους, τον βομβαρδισμό της στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, κάτι κρατάει.
Ένα από τα πολλά όμορφα χωριά που συναντάμε στη διαδρομή μας
Διασχίζουμε την πόλη και, μοιάζοντας με θεατές σε αγώνα τένις, γυρίζουμε το κεφάλι μια δεξιά μια αριστερά κατά το πρόσταγμα του ξεναγού: «Εδώ βλέπουμε παλιές, προκατασκευασμένες πολυκατοικίες της σοσιαλιστικής εποχής, απ’ εδώ ωραία νεοκλασικά κτήρια, εδώ το Εθνικό Μέγαρο Πολιτισμού, απ’ εδώ η Ακαδημία Καλών Τεχνών, εδώ το Εθνικό Θέατρο, η Όπερα, η Ακαδημία Επιστημών, το πρώην αρχηγείο του κομμουνιστικού κόμματος…». Στάση κάνουμε σε τρία μόνο από τα αξιοθέατα της πόλης. Απαραίτητα στον «υπέρογκης αρχιτεκτονικής» (για να θυμηθούμε και τον Σεφέρη) ναό του Αλεξάνδρου Νιέφσκι. Μπαίνοντας σ’ αυτό τον τεράστιο, χωρητικότητας 10.000 ατόμων, ναό νιώθεις να εξουθενώνεσαι. Η τέχνη υποχωρεί μπροστά στο μέγεθος. Πραγματικά εντυπωσιακός, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά.
Σε παλιά γειτονιά της Φιλιππούπολης

Το Εθνογραφικό Μουσείο (Οικία Κουγιουμτζόγλου)

Ο ωραίος πεζόδρομος της Φιλιππούπολης
 Η δεύτερή μας στάση είναι στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Ωραίο κτήριο, υπήρξε κατοικία του τελευταίου κομμουνιστή ηγέτη της Βουλγαρίας. Από εκθέματα όμως μου φαίνεται πως είτε αυτό βλέπαμε είτε ένα Μακεδονικό δεν θα είχε μεγάλη διαφορά. Μας θυμίζει πως όλη αυτή η περιοχή των Βαλκανίων υπήρξε κάποτε ενιαία. Η ελληνική και η βυζαντινή επίδραση καταφανής. Άλλο αν επιδρομές, πόλεμοι, λαοί ποικίλοι περιόρισαν τον Ελληνισμό στα σημερινά του σύνορα. Τα μουσεία παραμένουν αδιάψευστοι μάρτυρες της πολιτιστικής επίδρασης του ελληνισμού.
Η βιβλιοθήκη Μεθοδίου και Κυρίλλου στη Σόφια


Μνημείο Τσάρου Αλεξάνδρου-Σόφια

Ο μεγαλοπρεπής Ναός Νιέφσκι
Τέλος, μια ματιά στην τεράστια βιβλιοθήκη. Πιο πολύ μας ελκύει η ονομασία της: «Μεθοδίου και Κυρίλλου». Αναγνώριση της οφειλής στους δυο αυτούς μοναχούς που εισήγαγαν και εδώ το κυριλλικό αλφάβητο. Τα αγάλματά τους δεσπόζουν στην είσοδο της βιβλιοθήκης.
Απ’ όλα τα ονόματα με τα οποία πέρασε στην Ιστορία, Ευμολπιάς, Πουλπουδέβα, Τριμόντιον (Trimontium), Φιλίμπε, Plovdiv, εμείς προτιμούμε το ελληνικότατο Φιλιππούπολη. Την περπατήσαμε, σκοντάψαμε στα λιθόστρωτα των παλιών γειτονιών της, την αντικρίσαμε από το ύψος ενός από τους τρεις λόφους πάνω στους οποίους είναι χτισμένη, διαβήκαμε τη γέφυρα του ποταμού Μαρίτσα, του Έβρου δηλ., που τη διασχίζει, θαυμάσαμε το άριστα διατηρημένο ρωμαϊκό της θέατρο, χαζέψαμε στο μακρύ της πεζόδρομο, απολαύσαμε τα εστιατόρια, τα καφέ, τις μπουτίκ που τον πλαισιώνουν.
Είσοδος στο Μοναστήρι Μπάτσκοβο
Περπατώντας στη Φιλιππούπολη, αναλογιζόμενοι την ιστορία και τη στρατηγική της θέση, καταλαβαίνουμε γιατί Βούλγαροι και Βυζαντινοί τη διεκδικούσαν με αποτέλεσμα να περιέρχεται πότε στην εξουσία των μεν και πότε των δε. Κι όταν η Βουλγαρία απελευθερώθηκε από τον μακραίωνα τουρκικό ζυγό, η Φιλιππούπολη υπήρξε πρωτεύουσα της μοιρασμένης σε ανατολική Ρωμυλία χώρας. Τα συμφέροντα των ισχυρών και οι δολοπλοκίες των Μεγάλων Δυνάμεων εξαφάνισαν σιγά-σιγά το ακμάζον ελληνικό στοιχείο της πόλης. Όμως στέκουν αλάθητοι μάρτυρες το πλήθος των Βυζαντινών εκκλησιών, του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης, της Αγίας Μαρίνας, της Αγίας Κυριακής κ. ά. Καθώς και τα ωραία αρχοντικά. Σ’ ένα απ’ αυτά, το αρχοντικό του Αργύρη Κουγιουμτζόγλου, στεγάζεται ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της Φιλιππούπολης, το Εθνογραφικό Μουσείο. Πιο πολύ μας γοήτευσε το ίδιο το κτήριο παρά το περιεχόμενό του. Ενδυμασίες, κεντήματα, μουσικά όργανα, γεωργικά εργαλεία φιλοξενούνται στο ωραίο οικοδόμημα που διακρίνεται για τη θαυμάσια μπαρόκ αρχιτεκτονική του.
Ακόμα ένα ωραίο κτήριο στη Σόφια
Μα κάποτε το ωραίο ταξίδι τελειώνει και φτάνει η ώρα της αναχώρησης. Πολύ πρωί ξεκινάμε από τη Φιλιππούπολη. Μας περιμένουν 440 χιλιόμετρα ως την Καβάλα. Συνοριακό σημείο το Ορμένιο, το βορειότερο χωριό της Ελλάδας, στο νομό του Έβρου. Απολαμβάνουμε  για τελευταία φορά την καταπράσινη διαδρομή, την οροσειρά της Ροδόπης, τον Έβρο και τους παραποτάμους του, ενώ ακούμε και θυμόμαστε την ιστορία της περιοχής, τα δεινά και τα λάθη του ελληνισμού (μια ανάσα απ’ εδώ είναι η Αδριανούπολη). Μια στάση στο Σουφλί για καφέ και φυσικά για… αγορά μεταξωτών, μια ακόμα στάση για ολόφρεσκο ψαράκι κοντά στη Βιστωνίδα και το αεροδρόμιο της Καβάλας μας περιμένει και πάλι για την επιστροφή.
Η ομάδα μας
Αποχαιρετιστήρια ανάμνηση
Καθώς από ψηλά αντικρίζουμε και αποχαιρετούμε την ελληνική γη που ολοένα ξεμακραίνει, μια ευχή αναδύεται από μέσα μου: Ας ήταν να ‘ρθει κάποτε μια μέρα που σύνορα, φυλές, θρησκείες,  σύμβολα δεν θα χώριζαν πια τους λαούς. Ας ήταν να ‘ρθει κάποτε καιρός που όλοι οι άνθρωποι ειρηνικά θα χαίρονταν τη ζωή και τις ομορφιές της…


Ένα περιστέρι στο μπαλκόνι μας

Τελευταία ματιά στην Ελλάδα και το ωραίο ταξίδι