Δευτέρα, Απριλίου 18, 2016

Η δεξιά τσέπη του ράσου

Γιάννης Μακριδάκης
Η δεξιά τσέπη του ράσου
Εστία, 2010
Διερωτώμαι γιατί άργησα τόσο να ανακαλύψω αυτό το εξαιρετικό, μικρό βιβλίο (νουβέλα κατά τους εκδότες), ούτε θυμάμαι τώρα σε ποιο blog ή άλλη δημοσίευση το εντόπισα, για να ευχαριστήσω αυτόν που με την παρουσίασή του μ' έκανε να το αναζητήσω.
Το βιβλίο με αιχμαλώτισε από την πρώτη σελίδα, από την πρώτη αράδα που καρφώνεται στη σκέψη όπως περίφημες, εναρκτήριες φράσεις από γνωστά έργα ("Για χρόνια πλάγιαζα νωρίς"-Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, "Όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους"-Άννα Καρένινα κ.λπ.).
"Τη νύχτα που πέθανε ο Αρχιεπίσκοπος γέννησε η Σίσσυ. Έκανε τρία κουτάβια σαν θρεμμένα ποντικάκια". Δεν μπορείς να μην συνεχίσεις μετά από μια τέτοια φράση, μετά από μια τέτοια αντίθεση. Μια αντίθεση που θα κρατήσει σ' όλο το βιβλίο, που χωρίς να περιγράφεται, χωρίς να αναλύεται, απλώς σου υποβάλλεται μέσα από τις εικόνες και την εξέλιξη της ιστορίας.
Βρισκόμαστε σ' ένα μικρομονάστηρο, στην Παναγιά τ' Ακρωτηριού, χτισμένο πάνω σ' ένα απόκρημνο βράχο, πάνω από τη θάλασσα, σ' ένα νησί που δεν κατονομάζεται. Όμως τόσο η τοποθεσία όσο και η καταγωγή του συγγραφέα δεν αφήνουν αμφιβολία ότι πρόκειται για τη Χίο. Σ' αυτό το απομονωμένο και ρημαγμένο απ' τον χρόνο μοναστήρι ζει ο Βικέντιος, ο μόνος από τους μοναχούς που έχει απομείνει. Εξακολουθεί να τελεί τα μοναστικά του καθήκοντα, τις προσευχές, τις λειτουργίες, τις νηστείες, φροντίζει τα ζωντανά του μοναστηριού (μου άρεσε το "όρνιθες" που χρησιμοποιούμε κι εμείς στην Κύπρο αντί του "κότες"), δέχεται πότε-πότε κόσμο που έρχεται να επισκεφθεί το μοναστήρι, αλλά η μοναξιά, ακόμα και για έναν καλόγερο, είναι αφόρητη. Αυτή τη μοναξιά έρχεται να συντροφέψει μια σκυλίτσα που του χάρισαν και που την ονόμασε Σίσσυ. Πόση τρυφερότητα και πόση αγνότητα κρύβει ο μοναδικός ερωτικός υπαινιγμός ότι το όνομα αυτό το είχε ένα κορίτσι που του άρεσε στα δεκαπέντε του χρόνια-δεκαεφτά χρονών μπήκε στο μοναστήρι! Η σκυλίτσα μένει έγκυος, ο Βικέντιος με αγωνία παρακολουθεί τον επώδυνο τοκετό, μετά από τον οποίο η Σίσσυ πεθαίνει, το ίδιο βράδυ που από το ραδιόφωνο ο Βικέντιος ακούει ότι πέθανε και ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος. Η σελίδα (σ. 28) στην οποία αφενός ο εκφωνητής αναγγέλλει την άφιξη των επισήμων στο σπίτι του αποβιώσαντος Χριστόδουλου, οι οποίοι με θλιμμένο ύφος ετοιμάζονται να κάνουν δηλώσεις και από την άλλη τα ειλικρινή δάκρυα και η σπαρακτική κραυγή του Βικέντιου καθώς αντικρίζει νεκρή τη σκυλίτσα, είναι από τις πιο ωραίες σελίδες που έχω διαβάσει εδώ και καιρό. Λίγο αργότερα κι ενώ αρχίζουν οι καυγάδες και οι ίντριγκες για τη διαδοχή του Αρχιεπισκόπου, ο Βικέντιος βάζει στη δεξιά τσέπη του ράσου του και κουβαλάει μαζί του τα κουτάβια, αγωνιζόμενος να τα κρατήσει ζεστά και ζωντανά, ταΐζοντάς τα με σύριγγα. Τελικά θα κατορθώσει να σώσει μόνο το ένα.
Ο χαρακτήρας του μοναχού, απλός, αγαθός, γνήσια πιστός, η γλώσσα του Μακριδάκη που συνδυάζει τον ρεαλισμό με την ποιητικότητα, το  τοπίο του μοναστηριού που θυμίζει τόσα ερημικά, ελληνικά ξωκλήσια, συνθέτουν ένα σπάνιο λογοτέχνημα. Νομίζω δεν υπάρχει πιο ταιριαστός χαρακτηρισμός γι' αυτό το ευσύνοπτο βιβλίο από την καταληκτήρια φράση του: "Όμορφα πράγματα".

Παρασκευή, Απριλίου 08, 2016

Ελλάδα και Μάης μαζί!

Βιρτζίνια Γουλφ
Ελλάδα και Μάης μαζί!
Μετ. Μαρία Τσάτσου
Επιμέλεια, Άρης Μπερλής
ύψιλον/βιβλία, 1996 (β΄ έκδοση)
Αν θέλει κανείς σήμερα να ξεφύγει, για λίγο έστω, από τη δυσοσμία των σκανδάλων που μας πνίγει, από την Ελλάδα-Κύπρο των χρεών, της ανεργίας, της διαφθοράς, του άγχους, της καταστροφής του περιβάλλοντος, ας ρίξει μια ματιά στο μικρό αυτό βιβλιαράκι των 63 μόλις σελίδων. Περιέχει αποσπάσματα από το ημερολόγιο και από επιστολές που έγραψε σε συγγενείς ή φίλους η Βιρτζίνια Γουλφ, όταν για δεύτερη φορά επισκέφθηκε την Ελλάδα. Η πρώτη φορά ήταν το 1906. Ήταν τότε 24 χρονών και συνταξίδεψε με τρία αδέλφια της και μια φίλη. Η δεύτερη  επίσκεψη, με τον άντρα της κι ένα φίλο κριτικό με την αδερφή του, διάρκεσε από τις 15 Απριλίου ως τις 12 Μαΐου του 1932.  Είναι πια 50 χρονών, μια καταξιωμένη συγγραφέας.
 Μέσα από τα μεταφρασμενα αποσπάσματα προβάλλει η εικόνα μιας άλλης Ελλάδας. Όχι ότι τότε η Ελλάδα ήταν χωρίς προβλήματα. Και τότε υπήρχε φτώχεια και χρέη και πολιτικές αναταραχές. (Είναι χαρακτηριστικό ότι διανύοντας το μέρος του ταξιδιού από την Ιταλία προς την Ελλάδα με το ατμόπλοιο "Τέβερε", συνταξίδεψε με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, όταν εκείνος επέστρεφε από την Ελβετία. Είχε προσφωνήσει την Κοινωνία των Εθνώνν, όπου ζήτησε δάνειο 50 εκατομμυρίων  δολαρίων και την άρση του εξωτερικού χρέους της Ελλάδας-κούρεμα δηλαδή!) Όμως τουλάχιστον ήταν ακόμα η Ελλάδα με ανόθευτη τη φύση, με πιο απλή ζωή, με πιο ευπροσήγορους ανθρώπους. 
Ελάχιστα μόνο αποσπάσματα θα παραθέσω που μας βοηθούν, όπως γράφει και ο επιμελητής της έκδοσης Άρης Μπερλής, "να διαβάσουμε τη ζωντανή περιγραφή μιας όμορφης χώρας, μιας ουτοπίας, που μια μεγάλη συγγραφεύς κάποτε επισκέφθηκε. Μιας χώρας παραμυθένιας τόσο για κείνη όσο και για μας". Και η μεταφράστρια συνοψίζει: "Γοητευτικότερη εικόνα της Ελλάδας δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς, ούτε πιο ενθουσιαστική, ή πιο καλόπιστα χιουμοριστική".
Γράφει η Γουλφ:
-"Αλλά τι μορώ να πω για τον Παρθενώνα (...) οι κίτρινοι κίονες-πώς να το πω; όλοι μαζί, σαν σύνολο, ακτινοβολούσαν πάνω στο βράχο, με φόντο τον πιο βίαιο ουρανό, χτυπητό ψυχρό γαλάζιο, κι ύστερα μαύρο του ανθρακίτη (...) Ο ναός σαν πλοίο, δονείται, τεντώνεται, πλέει, αν και ακίνητος, διασχίζοντας τους αιώνες"
-Τώρα ξεκινάμε για τον Υμηττό, και χτες πήγαμε με το καράβι στην Αίγινα, και είδαμε τον ωραιότερο ναό που υπάρχει, κι ένα νησί γεμάτο πεζούλες με ελιές και αγριολούλουδα, κι η θάλασσα να χύνεται ορμητικά μέσα στους κόλπους (...) Πήγαμε στο Δαφνί και περπατήσαμε μέσα στους ελαιώνες, και στο Σούνιο, ο ναός σ' ένα βράχο απόκρημνο, αλλά απαλό από τα λουλούδια, όλα πάλι όχι μεγαλύτερα από μαργαριτάρια ή τοπάζια".
- Στ' αλήθεια είναι τρέλα να χάνει κανείς τα καλύτερά του χρόνια πασχίζοντας να πλουτίσει, όταν υπάρχει αυτή η άγρια αλλά πολύ πολιτισμένη και πανέμορφη χώρα, όπου μπορείς να ζήσεις.
-Γιατί δεν μου είπες ποτέ ότι η Ελλάδα είναι όμορφη; Γιατί δεν ανέφερες ποτέ τη θάλασσα και τους λόφους, τις κοιλάδες και τα λουλούδια; Μόνον εγώ έχω μάτια και βλέπω; Έθελ, σου το αναγγέλλω επισήμως: η Ελλάδα είναι η πιο όμορφη χώρα του κόσμου. Ο Μάης είναι η πιο όμορφη εποχή του χρόνου. Ελλάδα και Μάης μαζί!"