Σάββατο, Ιουνίου 26, 2010

Η ταπείνωση

Έχει χαρακτηριστεί ως ο "σημαντικότερος ζων πεζογράφος της Αμερικής". Για μένα ο Φίλιπ Ροθ είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Ακόμα και βιβλία του που βρίσκω ότι υστερούν σε σύγκριση με προηγούμενά του, όπως το τελευταίο "Η ταπείνωση" (Πόλις, 2010, μετ. Κατερίνα Σχινά) δεν παύουν να με ελκύουν και δεν παραλείπω να διαβάζω με μεγάλο ενδιαφέρον οτιδήποτε εκδώσει.
Τα πιο πρόσφατα βιβλία του, "Καθένας", Φεύγει το φάντασμα", "Αγανάκτηση", είναι σαφώς συντομότερα από προγενέστερα έργα κι έχουν ένα κοινό θέμα: τα γηρατειά, την έκπτωση του σώματος, την ψυχολογική κατάπτωση της τρίτης ηλικίας. (Στην "Αγανάκτηση" μπορεί ο ήρωας να είναι ένας νεαρός, αλλά η υπόθεση δίνεται σαν ανάμνηση από τη δεκαετία του '50).
Πρωταγωνιστής στην "Ταπείνωση" είναι ο 65χρονος Σάιμον Άξλερ, διάσημος ηθοποιός του θεάτρου που ξαφνικά συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να παίξει πια. "Είχε χάσει τη δύναμη να σαγηνεύει. Η ορμή του είχε ξοδευτεί. Ποτέ δεν είχε αποτύχει στο θέατρο, ό,τι είχε κάνει ήταν ρωμαλέο και πετυχημένο, ξαφνικά όμως είχε συμβεί κάτι τρομερό: δεν μπορούσε να παίξει. Μόλις ανέβαινε στη σκηνή τον κυρίευε αγωνία. Ενώ παλιά ήταν βέβαιος ότι θα είναι καταπληκτικός, τώρα ήξερε ότι θα αποτύχει. Είχε συμβεί τρεις φορές στη σειρά και, μετά την τελευταία, κανένας πια δεν ενδιαφερόταν, κανένας δεν ερχόταν να τον δει. Δεν μπορούσε να συγκινήσει το κοινό. Το ταλέντο του είχε σβήσει".
Έτσι αρχίζει το μυθιστόρημα. Η άσχημη ψυχολογική του κατάσταση επιδεινώνεται όταν η γυναίκα του, μια πρώην χορεύτρια, τον εγκαταλείπει πηγαίνοντας να βοηθήσει τον ναρκομανή, από προηγούμενο γάμο, γιο της. Η παραμονή του Άξλερ σε μια ψυχιατρική κλινική δεν βοηθά και πολύ, ίσως μάλιστα η επαφή του με παρ' ολίγον αυτόχειρες να χειροτερεύει την κατάστασή του. Μάταια επίσης ο ατζέντης του προσπαθεί να τον πείσει να επανέλθει στο θέατρο.
Τα πράγματα φαίνονται να αλλάζουν όταν συνδέεται ερωτικά με την Πεγκίην, τη σαραντάχρονη λεσβία κόρη ενός ζευγαριού ηθοποιών, παλιών του φίλων, που την είχε γνωρίσει μικρό κοριτσάκι. Η σύντροφος της Πεγκίην την είχε εγκαταλείψει, αποφασισμένη να αλλάξει φύλο. Όπως θα φανεί όμως στη συνέχεια, ο δεσμός της Πεγκίην με τον Άξλερ ήταν από μέρους της μόνο μια αποτυχημένη προσπάθεια διαφοροποίησης των ερωτικών της προτιμήσεων, γιατί σύντομα θα τον εγκαταλείψει για μια άλλη γυναίκα.
Δεν ξέρω τι εξυπηρετεί η λεπτομερής περιγραφή των σεξουαλικών συνευρέσεων και σεξουαλικών παιγνιδιών, που από κριτικούς έχουν χαρακτηριστεί σχεδόν πορνογραφικά. Να είναι άραγε η ύστατη προσπάθεια του ηλικιωμένου ηθοποιού να ξανανιώσει νέος; Ή μήπως για να επιταθεί η αντίθεση με την τραγικότητα του τέλους; Άλλωστε όχι τυχαία, νομίζω, το μέρος αυτό του βιβλίου τιτλοφορείται "Η τελευταία πράξη".
"Η ταπείνωση" δεν είναι ασφαλώς από τα καλύτερα έργα του Ροθ. Δεν παύει όμως να διαβάζεται με ενδιαφέρον, προπάντων από όσους γνωρίζουν και αγαπούν το σπουδαίο αυτόν συγγραφέα, που στα 77 του χρόνια ήδη προαναγγέλλει το επόμενό του βιβλίο, που θα έχει τίτλο "Νέμεσις".

Δευτέρα, Ιουνίου 21, 2010

Τέσσερα χρόνια στη μπλογκόσφαιρα

Πανευτυχής κλείνω σήμερα τα τέσσερά μου χρόνια στον κόσμο των blog. Τέσσερα χρόνια γεμάτα από περιπέτειες του βίου, αλλά πάντα με το διάβασμα να μου δίνει χαρά. Χαρά που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη από τότε (21 Ιουνίου 2006) που το blog μου έδωσε την ευκαιρία της επικοινωνίας με άλλους βιβλιόφιλους. Δεν έχω την υπομονή να κάνω απολογισμό των διαβασμάτων μου, όπως ο αγαπητός Πατριάρχης Φώτιος με τον οποίο και συνεορτάζουμε τα γενέθλιά μας. Μόνο να ευχηθώ και στους δυο μας, όπως κάθε χρόνο, "του χρόνου και πάλι εδώ".

Κυριακή, Ιουνίου 20, 2010

Το Τέρας της Πετρούπολης

"Τρία σε ένα" θα μπορούσε να ονομαστεί το εξαιρετικό αυτό βιβλίο, ένα χορταστικό ανάγνωσμα 550 σελίδων, που είναι βέβαιο ότι θα γοητεύσει τους λάτρεις των ιστορικών μυθιστορημάτων. Τρεις διαφορετικές εποχές, τρία διαφορετικά ζευγάρια κεντρικών προσώπων, που η Ουκρανή συγγραφέας Εκατερίνα Γκραφ (γεν. 1956) κατορθώνει να συνδέσει στο συναρπαστικό αυτό μυθιστόρημα, "Το Τέρας της Πετρούπολης" (Γκοβόστη, 2009, μετ. Αντώνης Ξανθόπουλος), τίτλος που νομίζω δεν είναι τόσο ελκυστικός, ούτε αντιπροσωπευτικός του περιεχομένου.
Ο επονομαζόμενος "Τέρας της Πετρούπολης", το πρόσωπο που συνδέει τα τρία μέρη του βιβλίου, είναι ο 46χρονος Αρκάντυ Στάσωφ, καθηγητής στη Σχολή Ρωσικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης, που "δικαιολογούσε το προσωνύμιό του όχι μόνο γιατί ήταν ασταθής και, μάλιστα, δόλιος με τις ερωμένες του, αλλά και γιατί εξέφραζε μπροστά σε πολυπληθή ακροατήρια τερατώδεις σκέψεις". Μια τυχαία συνάντηση με τη νεαρή φοιτήτρια Τατιάνα Αμπρικόσοβα, φτωχή, μαζεμένη, καθόλου όμορφη, εμπνέει στον Αρκάντυ ένα τέτοιο έρωτα, που τον κάνει να απαρνηθεί όλη την προηγούμενη ζωή του και να ετοιμάζεται να την παντρευτεί. Με την ιστορία των φανταστικών αυτών προσώπων αρχίζει και τελειώνει το βιβλίο, αφού στο μεταξύ κατά διαστήματα επανέρχονται στην αφήγηση, με την όμορφη σχέση τους, με τις συναντήσεις τους, με σκέψεις πότε του ενός και πότε του άλλου, καθώς και με τις διαλέξεις του Αρκάντυ που παρεμβάλλονται.
Μια εκτενέστατη (100 σελίδες) διάλεξη-σεμινάριο του καθηγητή προς τους φοιτητές του αφορά τον Λεβ Νικολάγιεβιτς Τολστόι, που εμείς ξέρουμε ως Λέων Τολστόι. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν ένα εκτενές, αυτοτελές δοκίμιο για τη ζωή και το έργο του μεγάλου συγγραφέα. Παρ' όλο που παρουσιάζεται σαν σεμινάριο του καθηγητή Αρκάντυ, βρίσκω ότι συνδέεται με το υπόλοιπο μυθιστόρημα πολύ χαλαρά. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν παρουσιάζει ενδιαφέρον. Ίσα-ίσα, στηριγμένο στα ημερολόγια, στις επιστολές και στο έργο του Τολστόι, μας δίνει μια εικόνα διαφορετική από τη σχεδόν αγιοποιημένη μορφή που ξέρουμε. Φτάνει μάλιστα στο σημείο ο Αρκάντυ να διατυπώσει την άποψη ότι τα δυο σπουδαιότερα έργα του Τολστόι, το "Πόλεμος και ειρήνη" και "Άννα Καρένινα", δεν ανήκουν ή τουλάχιστον δεν ανήκουν εξ ολοκλήρου σ' αυτόν!
Όμως, κατά τη γνώμη μου, το πιο ενδιαφέρον μέρος του βιβλίου είναι αυτό που αφορά τη ζωή της Αυτοκράτειρας Αικατερίνης Β΄ και τη σχέση της με τον Ποτέμκιν. Ο 18ος αιώνας ζωντανεύει με μοναδικό τρόπο. Οι ήρωες του έργου δεν είναι πια απόμακρα ιστορικά πρόσωπα, δεν είναι εικόνες στα βιβλία της Ιστορίας. Γίνονται ολοζώντανοι χαρακτήρες, σύγχρονοί μας θα έλεγε κανείς. Ο θαυμασμός και η αγάπη της Γκραφ για την Αικατερίνη και τον Ποτέμκιν μεταδίδεται και σε μας. Γράφει: "Η Αικατερίνη βασίλεψε "Πασών των Ρωσιών" για τριαντατέσσερα ολόκληρα χρόνια, διοικώντας με επιτυχία το τεράστιο αυτό κράτος, βγαίνοντας νικήτρια σ' όλους τους πολέμους, τις δολοπλοκίες, τις ίντριγκες, τις εξεγέρσεις του λαού, χαλιναγωγώντας ένα πλήθος ξένων διπλωματών, που κάθε άλλο παρά ανόητοι ήταν, αλληλογραφώντας με τη μισή Ευρώπη, αντιμετωπίζοντας την πανούκλα και την εξέγερση της Μόσχας, χτίζοντας πόλεις και λαμπρά ανάκτορα, συλλέγοντας  ολόκληρα μουσεία από έργα τέχνης".
Μα και ο Ποτέμκιν δεν ήταν λιγότερο ικανός. Νικητής στους Ρωσοτουρκικούς πολέμους, οργάνωσε την απελευθερωμένη Ταυρίδα, ίδρυσε πόλεις, ανάμεσά τους την Οδησσό και τη Σεβαστούπολη, οργάνωσε το Ρωσικό στόλο (που ως σήμερα σταθμεύει εκεί), ονειρευόταν να ελευθερώσει την Κωνσταντινούπολη.
Αυτές οι δυο ισχυρές προσωπικότητες ερωτεύτηκαν με πάθος η μια την άλλη, αν και εκείνος ήταν δέκα χρόνια μικρότερός της. "Στην αρχή του ρομάντζου τους δεν αρκούσαν στην Αικατερίνη και τον Ποτέμκιν ούτε η μέρα ούτε η νύχτα. Όταν κάθε πρωί χώριζαν, άρχιζαν αμέσως να ανταλλάσσουν τα περίφημα ραβασάκια". Πλήθος από αυτά τα ραβασάκια παρατίθενται στο βιβλίο. Μα η Αικατερίνη δεν είχε μόνο τον Ποτέμκιν. Πριν και μετά από αυτόν, σ' όλη τη ζωή της είχε 22 ευνοούμενους-εραστές, όλους νεότερους απ' αυτήν! "Η Αικατερίνη προπορευόταν της εποχής της και έκανε πάνω απ' όλα μια καθαρά αντρική δουλειά. Κυβερνούσε μια Αυτοκρατορία! Αφού λοιπόν έπρεπε να ήταν έτσι, γιατί να μην ήταν όπως οι άντρες και σε άλλα θέματα; Ένας άνδρας που είναι επιφορτισμένος με την εξουσία, πάντα είχε και έχει και σήμερα, ερωμένες-τις πιο όμορφες και ποθητές γυναίκες. Είναι λοιπόν επιτρεπτό για εκείνους και όχι για εμάς τις γυναίκες;", γράφει η συγγραφέας δικαιολογώντας την.
Η συγγραφέας με δεξιοτεχνία βρίσκει τρόπο να συνδέσει το παρελθόν με το παρόν. Τη Ρωσία του 18ου αιώνα με την κομμουνιστική και τη σημερινή Ρωσία. Η πολυτέλεια της Αυλής, οι διασκεδάσεις, οι πόλεμοι, τα ανάκτορα, τα ιστορικά πρόσωπα, σκέψεις για τον κομμουνισμό, για την εκκλησία, για τον έρωτα, συνθέτουν αυτό το εξαιρετικό μυθιστόρημα.
Δεν θα 'θελα να προδώσω το τέλος του βιβλίου που κλείνει με τις τύχες των λογοτεχνικών ηρώων. Προτιμώ να παραθέσω μια ακόμη χαρακτηριστική σκέψη της συγγραφέως: "Η διακυβέρνηση της Αικατερίνης δεν μπορεί να θεωρηθεί τέλεια, ούτε από την πλευρά της ηθικής ούτε από την πλευρά της δικαιοσύνης. Από την άλλη όμως ποιανού η διακυβέρνηση, περιλαμβανομένων των σύγχρονών μας προέδρων και πρωθυπουργών, θα μπορούσε να ονομαστεί τέλεια; Δεν υπάρχουν ούτε ιδεώδη βασίλεια ούτε ιδεώδεις κυβερνήσεις."

Κυριακή, Ιουνίου 13, 2010

Εκατό χρόνια μοναξιά

Δεν ξέρω πόσο απηρχαιομένο και παλιομοδίτικο θα φανεί το σημερινό ποστ, που αναφέρεται σ' ένα βιβλίο που έκανε πάταγο πριν από δεκαετίες, που καθιέρωσε μια καινούρια τεχνική, που αγαπήθηκε, διαβάστηκε από εκατομμύρια, που έδωσε ένα νόμπελ (1982) στο δημιουργό του. Κι όμως, όσο παράξενο κι αν φαίνεται (και σε μένα την ίδια) δεν το είχα διαβάσει. Κι ας είχα διαβάσει μεταγενέστερα έργα του πασίγνωστου Κολομβιανού Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες.
Κρατάω μια παλιά έκδοση του 1979 (Νέα σύνορα-Λιβάνης, μετ. Αγγέλα Βερυκοκάκη-Αρτέμη). Για μια βδομάδα μεταφέρομαι στο φανταστικό Μακόντο, ένα χωριό κάπου στη Λατινική Αμερική. Ζω με τις δεκάδες ήρωες και ηρωίδες του Μάρκες, δεν ξεχωρίζω καλά-καλά τους αναρίθμητους Αουρελιάνο, τους Χοσέ ή τους Αρκάδιο... Γεννήσεις και θάνατοι, πόλεμοι και έρωτες, η ιστορία μιας οικογένειας που απλώνεται από τους γενάρχες, τον Χοσέ Αρκάδιο Μπουενδία και τη σύζυγό του Ούρσουλα σε πλήθος απογόνους. Κεντρική μορφή ο αγωνιστής της ελευθερίας, ο συνταγματάρχης Αουρελιάνο Μπουενδία, ο οποίος "οργάνωσε τριανταδύο ένοπλες εξεγέρσεις και τις έχασε όλες. Απόκτησε δεκαεφτά αρσενικά παιδιά από δεκαεφτά διαφορετικές γυναίκες που εξοντώθηκαν όλα το ένα μετά το άλλο μέσα σε μια και μόνη νύχτα πριν το μεγαλύτερο φτάσει στην ηλικία των τριανταπέντε χρόνων. Ο ίδιος επέζησε μετά από δεκατέσσερις απόπειρες δολοφονίας, εβδομήντα τρεις ενέδρες κι ένα εκτελεστικό απόσπασμα. Έζησε, παρ' όλο που ήπιε με τον καφέ του μια δόση στρυχνίνης, που θα ήταν αρκετή για να σκοτώσει ένα άλογο".
Θέλησα, κάνοντας ένα πρόχειρο σερφάρισμα στο διαδίκτυο να αντλήσω κάποιες πληροφορίες για το βιβλίο. Πλήθος οι χαρακτηρισμοί και ο ενθουσιασμός. Όμως πουθενά, ακόμα και στην ειδική για τον Μάρκες ιστοσελίδα, δεν δίνεται η "υπόθεση" του έργου. Είναι αδύνατο να αποδοθεί περιληπτικά. Δεν είναι μια ιστορία. Είναι πλήθος ιστορίες που δένονται μεταξύ τους, καθώς συμβαίνουν στον ίδιο χώρο, το μυθικό χωριό Μακόντο, κι αφορούν τα πρόσωπα αυτής της πολυπληθούς οικογένειας των Μπουενδία.
Κι όμως αυτό το γοητευτικά χαώδες βιβλίο σε τραβάει ακατανίκητα. Δέχεσαι το απίθανο και το φανταστικό, καθώς πορεύεται πλάι στο ρεαλιστικό και καθημερινό. Ο "μαγικός ρεαλισμός' σ' όλο του το μεγαλείο. Μια επιδημία αϋπνίας που κάνει τους ανθρώπους να ξεχνούν, η μικρή Ρεβέκκα που καταφθάνει μ' ένα σακί κόκκαλα (των γονιών της) και επιδίδεται στη χωματοφαγία, η ωραία Ρεμέδιος που ο θάνατός της ήταν μια ανάληψη στον ουρανό, η βροχή που κράτησε "τέσσερα χρόνια, έντεκα μήνες και δυο μέρες", ο γύφτος Μέλκιαδες που "είχε πεθάνει, αλλά είχε ξαναγυρίσει γιατί δεν άντεχε τη μοναξιά", ο ωραίος τύπος της Ούρσουλα, συζύγου του γενάρχη, που όταν πέθανε ήταν μεταξύ 115 και 122 (!) χρονών, η κόρη της Αμαράντα που η Κυρία Θάνατος της είπε ν' αρχίσει να ράβει το σάβανό της και θα πέθαινε όταν το τέλειωνε, τα γράμματα των χωριανών που της δίνουν να πάρει στους πεθαμένους συγγενείς τους, από πού ν' αρχίσει κανείς και πού να τελειώσει. Και πλάι σ' αυτά τα μαγικά και παραμυθιακά, η στυγνή πραγματικότητα των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Οι αγώνες των φιλελεύθερων ενάντια στους συντηρητικούς, οι νοθευμένες εκλογές, η διεκδίκηση των δικαιωμάτων των συλλεκτών της μπανάνας που είχε αιματηρή κατάληξη, είναι μερικά από τα ρεαλιστικά στοιχεία που δένουν με το μαγικό και ρεαλιστικό.
Κλασικό βιβλίο που άσκησε τεράστια επίδραση. Διάδοχος του Μάρκες μπορεί να θεωρηθεί η Ιζαμπέλ Αλιέντε και άλλοι Λατινοαμερικάνοι συγγραφείς. Πολλά στοιχεία μου θύμισαν και δικούς μας. Η τυφλή υπεραιωνόβια Ούρσουλα, που κατορθώνει για χρόνια να κρύβει την τύφλωσή της μου θύμισε τον καπετάνιο στο "Σουέλ" της Καρυστιάνη. Η αναρθόδοξη σχέση της Αμαράντα με τον ανεψιό της Αουρελιάνο Χοσέ μου έφερε στο νου κάτι ανάλογο με παππού και εγγονή από "Το πάθος χιλιάδες φορές" της Ζατέλη. Το ίδιο πάλι και η επικοινωνία πεθαμένων και ζωντανών που με τόση φυσικότητα συναντάμε στον Μάρκες και στη Ζατέλη. Τελικά, έχει δίκαιο μου φαίνεται ο Σεφέρης: "Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην Τέχνη".

Σάββατο, Ιουνίου 05, 2010

Μαντάμ Νποβαρύ

Δυο φορές ως τώρα είχα αρχίσει να διαβάζω το περίφημο, κλασικό πια μυθιστόρημα του Γουσταύου Φλωμπέρ "Μαντάμ Μποβαρύ" και τις δυο φορές δεν μπόρεσα να προχωρήσω πέρα από τα πρώτα κεφάλαια. Με αφορμή μια σύγκριση της "Μαντάμ Μποβαρύ" με την "Άννα Καρένινα" (αγαπημένη μου λογοτεχνική ηρωίδα), δημοσιευμένη από τη Λητώ Σεϊζάνη στο Peοple &and Ideas, ξανάπιασα μια παλιά έκδοση που είχα (γράμματα, 1991, μετ. Κωνσταντίνος Θεοτόκης).
Ξεπερνώντας τα πρώτα κεφάλαια, από τη στιγμή που κεντρικό πρόσωπο, ενώ στην αρχή είναι ο γιατρός Κάρολος Μποβαρύ, γίνεται η Έμα Μποβαρύ, δεν μπορούσα πια να το αφήσω. Για να το απολαύσω όμως έπρεπε να μπορέσω να φύγω από την εποχή μου, να βυθιστώ στο 19ο αι., να μπω στον αργό ρυθμό της αφήγησης, που θα 'λεγε κανείς ότι συμβαδίζει με τον αργό ρυθμό του ταξιδιού με άμαξα.
Διερωτώμαι τι μπορώ να προσθέσω στις χιλιάδες σελίδες, στις πλείστες μελέτες και αναλύσεις που έχουν γραφτεί για το έργο αυτό. Δεν νομίζω ότι μπορώ να πω κάτι καινούριο. Απλώς να καταθέσω κάποιες σκέψεις που μου γεννήθηκαν καθώς το διάβαζα. Πραγματικά μένει έκπληκτος ο αναγνώστης, βρίσκοντας σ' ένα έργο γραμμένο το 1856 ανθρώπινους τύπους και καταστάσεις και προπάντων μια γυνακεία μορφή, που άνετα θα μπορούσαν να είναι, τηρουμένων των αναλογιών, σύγχρονοί μας.
Η Έμα Μοβαρύ, κόρη ενός μικροκτηματία στην επαρχία, μεγαλώνει σε μοναστήρι, όπου μαζί με τη θρησκευτικότητα και την καλή μόρφωση, ακούει από τις ηλικιωμένες μοναχές παλιές ρομαντικές ιστορίες. Αργότερα τα διαβάσματά της από γυναικεία περιοδικά και μυθιστορήματα της δημιουργούν πολύ διαφορετικές προσδοκίες απ' αυτές που βρίσκει στο πλάι του επαρχιακού γιατρού Κάρολου Μποβαρύ. Ερωτεύεται ένα νεαρό γραφιά, τον Λεόν, αλλά τελικά ο μεγάλος της έρωτας γίνεται ένας άλλος, ο Ροδόλφος Μπουλανζέ. Συναντιούνται κρυφά, άλλοτε στην εξοχή, άλλοτε πίσω από το σπίτι της όταν ο άντρας της έχει κοιμηθεί, άλλοτε τρέχει η ίδια χαράματα να τον βρει στο σπίτι του. Παρ' όλο ότι η Έμα έχει ήδη μια κόρη, ο έρωτάς της για το Ροδόλφο δεν σβήνει. Τον ικετεύει να φύγουν μακριά και να ζήσουν μαζί, παίρνοντας και την κορούλα της. Εκείνος υπόσχεται. Πόσο τυφλωμένες όμως πρέπει να είναι συχνά οι γυναίκες, ώστε να μην καταλαβαίνουν τους δισταγμούς, τις αμφιταλαντεύσεις, την απροθυμία του άντρα, την ετοιμότητά του να τις εγκαταλείψει!. Ενώ εκείνη κάνει όλες τις σχετικές ετοιμασίες της φυγής, εκείνος της στέλλει το γράμμα του αποχωρισμού. Η σωματική αρρώστια στην οποία περιπίπτει είναι αποτέλεσμα του ψυχολογικού σοκ που έχει υποστεί. Ο άντρας της δεν έχει υποπτευθεί τίποτα, δεν θα υποπτευθεί ούτε αργότερα, όταν εκείνη θα δημιουργήσει ένα καινούριο δεσμό με το πρώτο της φλερτ, τον Λεόν, ενώ ένα σωρό σημάδια προδίδουν την απιστία της. Αντίθετα, το τργικό της τέλος θα βυθίσει τον συμπαθή γιατρό σε μια απελπισία που σύντομα θα τον οδηγήσει στο θάνατο.
Πολλές συζητήσεις έχουν γίνει κατά πόσο η "Μαντάμ Μποβαρύ" είναι ρεαλιστικό ή ρομαντικό έργο. Πιστεύω πως είναι συνδυασμός των δύο. Η λεπτομερής απεικόνιση και περιγραφή χώρων, εκδηλώσεων, προσώπων κ.λπ. είναι ασφαλώς στοιχεία ρεαλισμού. Όμως η εξιδανίκευση του έρωτα, η αναζήτηση του ιδανικού έξω και πέρα από την πεζή καθημερινότητα, καθιστούν την Έμα Μποβαρύ μια ρομαντική ηρωίδα. Είναι αξιοθαύμαστη η ικανότητα του Φλωμπέρ στην απόδοση λεπτών, ψυχολογικών παρατηρήσεων: "Ήταν ερωτευμένη με τον Λεόν και ζητούσε τη μοναξιά για να μπορεί με περισσότερη ησυχία να απολαμβάνει την εικόνα του. Η θέα του τάραζε την ηδονή αυτής της μελέτης. Η Έμα αισθανόταν χτυποκάρδι, όταν άκουγε τα βήματά του. Κατόπι με την παρουσία του η συγκίνηση έπεφτε και δεν της άφηνε έπειτα παρά μια άπειρη κατάπληξη που τέλειωνε σε λύπη".
Μια ολόκληρη εποχή αναπαριστάται μέσα από το συγκλονιστικό αυτό μυθιστόρημα που δεν χάνει την επικαιρότητά του ενάμισυ αιώνα μετά τη συγγραφή του. Η ηρωίδα του ασφυκτιά μέσα στα στενά επαρχιακά πλαίσια, προκαλεί τους γύρω της όχι μόνο με την απιστία της αλλά και με τη συμπεριφορά της γενικά: "Έκαμε μάλιστα την απρέπεια να περπατήσει με τον κύριο Ροδόλφο, έχονταςς ένα τσιγάρο στο στόμα, έτσι, για να περιφρονήσει τον κόσμο".
Η θρησκεία, που εκπροσωπεί ο ιερέας, συγκρούεται με το ορθολογιστικό πνεύμα που εκπροσωπεί ο φαρμακοποιός. Πώς να μην είναι επίκαιρο ένα μυθιστόρημα, όταν τέτοιες συγκρούσεις παρατηρούντια ακόμα στην εποχή μας;
Ο Φλωμπέρ για το μυθιστόρημά του αυτό κατηγορήθηκε για προσβολή των ηθών και της θρησκείας. Στο δικαστήριο αθωώθηκε. Η ηρωίδα του, η Έμα Μποβαρύ, θα πορεύεται για πάντα πλάι σε τόσες άλλες τραγικές λογοτεχνικές ηρωίδες, από τη Μήδεια ως τη Διδώ,  την Άννα Καρένινα και τόσες άλλες...