Τετάρτη, Μαΐου 31, 2017

Λίγες και μια νύχτες

Ισίδωρος Ζουργός
Λίγες και μια νύχτες
Πατάκης, 2017
(ebook)
Ιστορία μιας ζωής, ιστορία μιας πόλης και ιστορία του 20ου αι. θα μπορούσε συνοπτικά  να χαρακτηριστεί το καινούριο βιβλίο του Ισίδωρου Ζουργού. Πόλη η Θεσσαλονίκη και σε μικρότερο βαθμό  ο Πειραιάς, η Οδησσός, η Μασσαλία, η Αμβέρσα, οι χώροι όπου κινείται ο ήρωάς του, ο Λευτέρης Ζεύγος ή Ευγένιος Ζιρντό.
Για  άλλη μια φορά ο γνωστός συγγραφέας μας ταξιδεύει στο παρελθόν, αρκετά πιο κοντά μας από τον αιώνα στον οποίο έζησε ο Ματίας Αλμοσίνο. Βρισκόμαστε στις αρχές του 20ου αι., συγκεκριμένα στο 1909, όταν ο έκπτωτος σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ εγκαθίσταται σε μια έπαυλη στη Θεσσαλονίκη, την έπαυλη Αλλατίνι, στη συνοικία των Εξοχών, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας. Ήταν μια συνοικία με ωραίες επαύλεις που αντίκρυζαν τη θάλασσα, με εύπορους κατοίκους, κατά το πλείστον Εβραίους. Ανάμεσά τους και ο Αλπερέν Μπέης, σύμβουλος του σουλτάνου, εμφανιζόμενος ως μουσουλμάνος αλλά με εβραϊκές ρίζες.
Η νεαρή κόρη του Αλπερέν, η Μιρζά, επισκέπτεται τα βράδια τον σουλτάνο και ακούει τις αφηγήσεις του, σε μια αντιστροφή, θα λέγαμε, του ρόλου της Σεχραζάτ. Ο εντεκάχρονος γιος του κηπουρού της έπαυλης, ο Λευτέρης Ζεύγος, που κρυφακούει  τις βραδινές αφηγήσεις, ερωτεύεται τη νεαρή κόρη του Αλπερέν, τη Μιρζά. Είναι απ' εκείνους τους έρωτες που όσες γυναίκες κι αν γνωρίσει (και θα γνωρίσει πολλές) θα στοιχειώνει  ως το τέλος τη ζωή του.
Ο μικρός Λευτέηρης μεγαλώνει, η Μιρζά ανταποκρίνεται στον έρωτά του, αλλά ο πατέρας της και η ζωή θα τους χωρίσει για δεκαετίες ωσότου ξανασυναντηθούν. Η ζωή του Λευτέρη θα ακολουθήσει τις ιστορικές περιπέτειες του αιώνα. Τον διχασμό Βασιλιά-Βενιζέλου, την επιστράτευση, την αποστολή στην Ουκρανία στο πλάι του Λευκού στρατού, την αυτομόληση, τη φυγή μέσα από τη χιονισμένη στέπα, την άφιξη, με άλλο όνομα πια, στη Μασσαλία. Ο Λευτέρης λέγεται τώρα Ευγένιος Ζιρντό. Με τις κατάλληλες γνωριμίες, με τη βοήθεια της τύχης, των συμπτώσεων, των  ικανοτήτων του και των Γαλλικών που είχε μάθει από τη Γαλλίδα μητέρα του, θα γίνει ένας πλούσιος τυχοδιώκτης. Η ζωή και η δράση του τις επόμενες έξι περίπου δεκαετίες του 20ου αι. διεξάγεται αναπόφευκτα στο αντίστοιχο ιστορικό περιβάλλον, δίνοντας αφορμή στον συγγραφέα να αναφερθεί στα σχετικά ιστορικά γεγονότα. Από τον ελληνικό διχασμό στη Ρωσική Επανάσταση, από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την προσφυγιά στον Πειραιά στον Μεταξά, τον Χίτλερ και το Άουσβιτς, στο διωγμό των Εβραίων της Θεσσαλονίκης, στα Σεπτεμβριανά του '55 στην Κωνσταντινούπολη και πλήθος άλλα. Από τη μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης του 1917 ως το γκρέμισμα των ωραίων σπιτιών και την αντιπαροχή παρακολουθούμε τη σταδιακή μεταμόρφωση της Θεσσαλονίκης.
Ένα ωραίο, πρωτότυπο εύρημα του συγγραφέα είναι τα κεφάλαια που τιτλοφορεί "Στάσιμα". Σ' αυτά μαθαίνουμε ότι αυτό που διαβάζουμε είναι η μυθιστορηματική εκδοχή της πραγματικής ζωής του Ζιρντό. Γέρος πια και μισότυφλος, ο κεντρικός ήρωας του βιβλίου προσλαμβάνει ως αναγνώστη τον νεαρό Ορέστη. Του αφηγήθηκε τη ζωή του κι εκείνος τη μετουσίωσε σε μυθιστόρημα που τώρα, στη "μια" νύχτα του τίτλου, του διαβάζει. Είναι ένα πολύ ωραίο εύρημα. Όχι μόνο γιατί προσδίνει αληθοφάνεια στο μυθιστόρημα, αφού αυτό που διαβάζουμε, μας λέει, είναι η εξιστόρηση της ζωής ενός υπαρκτού προσώπου, αλλά και γιατί δίνεται η ευκαιρία στους διαλόγους Ζιρντό-Ορέστη να θιγούν θέματα λογοτεχνίας. "Δεν έγιναν έτσι τα πράγματα", σχολιάζει συχνά ο Ζιρντό, ή, "δεν απέδωσες σωστά τη ζωή μου". Και ο Ορέστης να απαντά: "Αυτός που θα μείνει στη μνήμη των επόμενων γενεών θα είναι ο φτιαγμένος από λέξεις και όχι από σάρκα". Το επιβεβαιώνει στην πράξη ο Ζουργός εμφανίζοντας τον Γιούγκερμαν του Καραγάτση ως ένα υπαρκτό πρόσωπο που μπαίνει στη ζωή του Ζιρντό, που συνεταιρεύει μάλιστα μαζί του σε μια κλωστοϋφαντουργία.
Το "Λϊγες και μια νύχτες" είναι ένα πολυσέλιδο, πολυπρόσωπο βιβλίο που μέσα από την ιστορία μιας πολυκύμαντης ζωής καταγράφει λογοτεχνικά την ιστορία του μεγαλύτερου μέρους του 20ου αι. Η Θεσσαλονίκη ως χώρος, με την ιστορία και τις μεταμορφώσεις της, που υπήρξε προσφιλής λογοτεχνικός χώρος για πολλούς λογοτέχνες (θυμάμαι για παράδειγμα τα εξαίσια διηγήματα του Γιώργου Ιωάννου) δεν παύει να εμπνέει τους συγγραφείς και να γοητεύει τους αναγνώστες.

Τετάρτη, Μαΐου 17, 2017

Αυτοί που φεύγουν κι αυτοί που μένουν

Έλενα Φερράντε
Αυτοί που φεύγουν κι αυτοί που μένουν
[Η Τετραλογία της Νάπολης, βιβλίο τρίτο]
Μετ. Δήμητρα Δούση
Πατάκης, 2017
"Βλέποντας τη Νάπολη με τη ματιά της Φερράντε, τη βλέπεις σαν ένας ντόπιος", γράφει στους NewYorkTimes η Ann Mah, δημοσιογράφος γνωστή για τα ταξιδιωτικά της κείμενα. Συμπληρώνει η ίδια: "Σε μια επίσκεψή μου τον Σεπτέμβρη η σειρά των βιβλίων (της Φερράντε) με οδήγησαν μακριά από τους συνήθεις τουριστικούς χώρους και με βοήθησαν να εξηγήσω την κοινωνική, οικονομική και γεωγραφική κατάσταση της πόλης". Συνεχίζει λέγοντας πως περπάτησε την πόλη όχι κρατώντας έναν τουριστικό οδηγό ή χάρτη αλλά την "Τετραλογία" της Φερράντε: Η υπέροχη φίλη μου, Το νέο όνομα, Αυτοί που φεύγουν κι αυτοί που μένουν, Το παιδί που εξαφανίστηκε (το τελευταίο δεν έχει ακόμα κυκλοφορήσει στα Ελληνικά). Για παράδειγμα, η Rione Luzzatti είναι η εργατική φτωχογειτονιά όπου μεγάλωσαν η Λίλα και η Έλενα, στη Piazza Municipio είναι το θυρωρείο όπου εργαζόταν ο πατέρας της Έλενας, αυτό το ογκώδες κτήριο είναι το Λύκειο που τέλειωσε η Έλενα, η Piazza dei Martiri είναι η κομψή πλατεία όπου επιστρέφουν ξανά και ξανά οι ήρωες του βιβλίου. Εδώ είναι και το βιβλιοπωλείο Feltrinelli, όπου η Έλενα παρουσιάζει το βιβλίο της, αυτός είναι ο αριστοκρατικός δρόμος Chiaia, εδώ είναι η οδός Vittorio Emmanuele, όπου βρισκόταν το σπίτι της καθηγήτριάς της και η Έλενα για πρώτη φορά έρχεται σε επαφή με μια άλλη κοινωνική τάξη, εδώ στην οδό Rettifilo η Λίνα αγόρασε το νυφικό της κ.λπ. κ.λπ.
Μόλις τέλειωσα το τρίτο από τα τέσσερα βιβλία της Φερράντε, με το αναγνωστικό ενδιαφέρον να ακολουθεί ανιούσα πορεία. Ίσως γιατί τώρα περιορίστηκαν τα πρόσωπα. Δεν έπαψαν βέβαια να υπάρχουν όλοι οι χαρακτήρες που γνωρίσαμε στα δυο προηγούμενα βιβλία της σειράς, τώρα όμως το αφηγηματικό φως καταυγάζει περισσότερο τις δυο φίλες, τις οικογένειές τους, τους συντρόφους τους και λιγότερο τον υπόλοιπο περίγυρο.
Οι δυο φίλες, η Λίλα και η Έλενα μεγαλώνουν. Γεννημένες το 1944, τις συναντάμε τώρα κάπου στα τριάντα τους, τη δεκαετία του '70. Η Λίλα, που παρά τις πνευματικές και άλλες ικανότητές της σταματά τη μόρφωσή της με την αποφοίτησή της από το δημοτικό, παντρεμένη στα 16 της, έχει ένα γιο, έχει χωρίσει από τον άντρα της, τον Στέφανο, και μετά από μια σύντομη συμβίωση με τον Νίνο, τον παλιό, κρυφό έρωτα της Έλενας, ζει τώρα με το παιδί της και τον Έντσο. Κι ενώ για την επιβίωσή της αγωνίζεται κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες εργάτρια σ' ένα εργοστάσιο αλλαντικών, θα έρθει σε επαφή και θα εργοδοτηθεί στους πρωτόγονους υπολογιστές, μια άγνωστη για τον κόσμο έννοια, που τώρα αρχίζουν να  κάνουν την εμφάνισή τους.
Η Έλενα, αν και δεν φαινόταν τόσο χαρισματική όσο η Λίλα, είχε ακολουθήσει μια πιο επιτυχημένη πορεία. Σπούδασε στην Πίζα, γνώρισε και παντρεύτηκε τον Πιέτρο Αϊρότα, από καλή οικογένεια, καθηγητή πανεπιστημίου, έγραψε ένα πολύ επιτυχημένο βιβλίο, αγωνίζεται να γράψει ένα δεύτερο, ενώ έχει αποκτήσει και δυο κόρες.
Οι σχέσεις των προσώπων και η πορεία τους στη ζωή δεν συμβαίνουν ασφαλώς στο κενό. Η πολιτική κατάσταση στην Ιταλία, η σύγκρουση κομμουνισμού-φασισμού, η διεκδίκηση των εργατικών δικαιωμάτων, η απελευθέρωση της  γυναίκας, αποτελούν το πολιτικο- κοινωνικό-οικονομικό φόντο της ιστορίας. Όχι βέβαια με διακηρύξεις και μακροσκελείς περιγραφές, αλλά με γεγονότα ενταγμένα φυσιολογικά στη δράση των προσώπων.
Πολλοί προσπαθούν να εντοπίσουν ποια ή ποιος κρύβεται κάτω από το ψευδώνυμο Έλενα Φερράντε, μια και τίποτα δεν είναι γνωστό για τη συγγραφέα της "Τετραλογίας της Νάπολης". Νομίζω δεν έχει καμιά σημασία. Σημασία έχει ότι πρόκειται για ένα ελκυστικό βιβλίο, ένα βιβλίο που εκπέμπει  μεγάλη αγάπη για τον γενέθλιο τόπο, που αναπαριστά με πειστικότητα αλλά χωρίς μακροσκελείς, ανιαρές περιγραφές του χώρου και του χρόνου. Όλα προβάλλουν με φυσικότητα μέσα από τον άνθρωπο και τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Εν τέλει, ένα βιβλίο που αξίζει, πιστεύω, τις επαινετικές κριτικές που δέχτηκε παγκοσμίως.

Τρίτη, Μαΐου 09, 2017

Το άλλο Κρυφό Σχολειό



Τάκη Γεωργίου, Το Άλλο Κρυφό Σχολειό
[Θεσμός του Σχολείου των Κρυφών Μηνυμάτων]
Κ.Μ Ζαχαράκης, 2017

Είναι πολύ πρόσφατη η διαμάχη, οι διαφωνίες, οι συζητήσεις, γύρω από το θέμα «Κρυφό σχολειό». Με πάθος αμφισβητήθηκε η ύπαρξη και λειτουργία του κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, με το ίδιο πάθος υποστηρίχθηκε. Ο γιατρός και συγγραφέας Τάκης Γεωργίου έρχεται με το καινούριο βιβλίο του να δώσει μια άλλη διάσταση, μια διαφορετική ερμηνεία του όρου «Κρυφό Σχολειό».
Αφού παραθέσει τα στοιχεία που συνέβαλαν στην ενίσχυση της άποψης για την ύπαρξη του Κρυφού Σχολειού, όπως είναι το γνωστό παιδικό τραγουδάκι «Φεγγαράκι μου λαμπρό…»,  το ποίημα του Ιωάννη Πολέμη «Απ’ έξω μαυροφόρα απελπισιά…» και πολύ περισσότερο ο πίνακας του Νικολάου Γύζη, με τον ιερέα να διδάσκει τα συγκεντρωμένα γύρω του παιδιά στο ημίφως της εκκλησιάς, ο Γεωργίου δεν εστιάζει στην αντιπαράθεση της ύπαρξης ή μη του Κρυφού Σχολειού. Δίνει ένα διαφορετικό νόημα στον όρο «Κρυφό Σχολειό», υποστηρίζοντας την διαμέσου των αιώνων λειτουργία του «Θεσμού του σχολείου των κρυφών μηνυμάτων». Όπως ο ίδιος γράφει, «με τον όρο «Το άλλο Κρυφό Σχολειό» καθορίζεται ο «Θεσμός του Σχολειού των Κρυφών Μηνυμάτων». Πρόκειται για τον διαχρονικό θεσμό ή καλύτερα για τον κανόνα συλλογικής συμπεριφοράς και δράσης, που συντηρούσε τη μεγαλειώδη ιστορική μνήμη της αρχαίας ελληνικής σοφίας και την προσδοκία της ελευθερίας».
Στο ευσύνοπτο, πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του, με παράθεση και παραπομπή σε πλείστες ιστορικές πηγές, διατρέχει αιώνες ελληνικής Ιστορίας εντοπίζοντας τα γεγονότα, τους θεσμούς, τα πρόσωπα, διαμέσου των οποίων διατηρήθηκαν η γλώσσα, η εθνική συνείδηση, η γνώση του ιστορικού μεγαλείου του Γένους και η προσδοκία της ελευθερίας.
Ξεκινά από τις διώξεις των εθνικών κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού, δηλαδή την καταστροφή οτιδήποτε ελληνικού ως ταυτόσημου με την ειδωλολατρία, το σπάσιμο των αγαλμάτων, το κλείσιμο της Πλατωνικής Ακαδημίας, τον τερματισμό των Ολυμπιακών Αγώνων, τις διώξεις των φιλοσόφων (με πιο χαρακτηριστική τη δολοφονία της φιλοσόφου και μαθηματικού Υπατίας). Προχωρεί στην Τουρκοκρατία με όλη τη γνωστή καταπίεση και καταδυνάστευση του ελληνικού πνεύματος και φτάνει ως τις μέρες μας με το κλείσιμο των σχολείων κατά τη διάρκεια του Ενωτικού Αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959) και καταλήγει με τη δεύτερη, όπως την ονομάζει, Τουρκοκρατία και την καταπίεση των σχολείων στην Καρπασία.
Μέσα σε όλες αυτές τις ιστορικές περιόδους λειτούργησε, κατά τον συγγραφέα, «Το άλλο Κρυφό Σχολειό», ο «Θεσμός του Σχολείου των Κρυφών Μηνυμάτων». Άλλοτε με τους εθνικούς δασκάλους όπως ήταν ο Λιβάνιος (314-393 μ.Χ.), άλλοτε με τους κρυπτοεθνικούς λογίους του Βυζαντίου όπως ο Μιχαήλ Ψελλός, ο Πατριάρχης Φώτιος (810-893) και άλλοι, διασώθηκαν τα κλασικά κείμενα, η ελληνική γλώσσα και προπαντός η ελληνική εθνική συνείδηση.
Επιπλέον, τα ήθη και τα έθιμα, η λογοτεχνία στο Βυζάντιο, ποίηση, μυθιστόρημα, χρονογραφία, μεγάλοι δάσκαλοι του Άλλου Κρυφού σχολειού (ο Γεώργιος Πλήθων-Γεμιστός, ο Βησσαρίων, ο τελευταίος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος), τα πάμπολλα επαναστατικά κινήματα επί Τουρκοκρατίας, οι θρύλοι και οι παραδόσεις, τα δημοτικά τραγούδια, τα κλέφτικα, οι Προφητείες και πολλά άλλα μέσα συνέβαλαν στη συνέχεια του ελληνισμού. Αξιοσημείωτο το κεφάλαιο στο οποίο δίνει παραδείγματα ακόμα και γονιδιακής συνέχειας.
Το βιβλίο κλείνει με αναφορά στο «Άλλο Κρυφό Σχολειό», αυτό της Αγίας Τριάδας και στη δασκάλα Ελένη Φωκά. Σχέδια των παιδιών και κείμενά τους, δείγματα των οποίων παραθέτει στο τέλος του βιβλίου, στοιχειοθετούν την ύπαρξη του Κρυφού Σχολειού.
Το βιβλίο του Τάκη Γεωργίου, αν και στηριγμένο στη μελέτη και γνώση των πηγών, δεν αποφεύγει τις προσωπικές απόψεις. Συχνά, ενίοτε και με χιούμορ, παραλληλίζει τα ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα με σύγχρονες καταστάσεις, αναφέροντας και προσωπικές εμπειρίες. 
Ασφαλώς, όπως κάθε προσωπική άποψη έτσι και οι απόψεις του συγγραφέα είναι πιθανόν να προκαλέσουν προβληματισμό, να γίνουν αφορμή για συζήτηση ή ακόμα και να αμφισβητηθούν. Κανένας όμως δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη μεγάλη αγάπη του συγγραφέα για το Έθνος, την αισιοδοξία και την πίστη του στη συνέχεια του Ελληνισμού.