Τετάρτη, Φεβρουαρίου 27, 2019

Στο στήθος μέσα χάλκινη καρδιά

Κώστας Κατσουλάρης
Στο στήθος μέσα χάλκινη καρδιά
Μεταίχμιο, 2018
Το έχω κι άλλες φορές επισημάνει: Μετά από ένα πολύ καλό βιβλίο, το επόμενο ανάγνωσμα αδικείται. Ενώ από μόνο του ένα βιβλίο μπορεί να είναι πολύ καλό, όταν έρθει μετά από ένα εξαιρετικό, μειώνεται. Το ξέρω. Κάθε βιβλίο πρέπει να κρινεται από μόνο του, αλλά άθελά μας η σύγκριση είναι αναπόφευκτη. Το διαπιστώνω ακόμα μια φορά όταν, μετά το "Πατρίδα" του Αραμπούρου, διάβασα το "Στο στήθος μέσα χάλκινη καρδιά" του Κατσουλάρη. Ένας φιλόλογος, εκπαιδευτικός που αγαπάει ιδιαίτερα τον Όμηρο κι ένας προικισμένος μαθητής με παρόμοια αγάπη, ήταν αδύνατο να μην ελκύσουν την προσοχή μου και να μην αναζητήσω το βιβλίο. Το οποίο δεν μου έδωσε την ικανοποίηση που περίμενα. 
Το όλο μυθιστόρημα, από τον τίτλο, που είναι ομηρικός στίχος, ως τη διαίρεση των κεφαλαίων, την αναφορά αποσπασμάτων, τη σύγκριση μεταφράσεων ή τα ονόματα που δίνονται σε μια ψυχοθεραπευτική ομάδα, κινούνται γύρω από το μεγάλο ηρωικό έπος. Ο νεαρός μαθητής Νάσος Γκέτσος, αλβανικής καταγωγής, ενώ στις δύο πρώτες γυμνασιακές τάξεις διακρίνεται για την επίδοσή του, ξαφνικά εξαφανίζεται. Κανείς δεν ξέρει πού βρίσκεται, τι έχει απογίνει. Ο φιλόλογος Αργύρης Σταυρινός που τον είχε μαθητή στη Β' Γυμνασίου, συνέχισε να αλληλογραφεί μαζί του με emails, πάντα γύρω από τον Όμηρο και τις μεταφράσεις του κι όταν ο Νάσος έπαψε να είναι μαθητής του. Η ιδιαίτερη αυτή σχέση παρερμηνεύεται, ο καθηγητής παραπέμπεται σε  Πειθαρχικό Συμβούλιο και υποχρεώνεται να υποβληθεί σε ψυχοθεραπεία. Παράλληλα αρχίζει να αναζητεί τον εξαφανισμένο, χαρισματικό μαθητή του. Τριγυρίζει στις υποβαθμισμένες γειτονιές της Αθήνας, στον Κολωνό κυρίως, συναντά τις αντιμαχόμενες ομάδες, τους χρυσαυγίτες και τους αντιφάδες (αντιφασίστες), βλέπει το αίμα που άδικα χύνεται. Έχει άραγε ο Νάσος καταλήξει σε κάποια απ' αυτές τις ομάδες;
Ο συγγραφέας μας δίνει με πειστικότητα μια εικόνα της Αθήνας του 2013. Η ανεπάρκεια του εκπαιδευτικού συστήματος, ο ρατσισμός, το bullying, η φανατισμένη νεολαία, τα κύματα των προσφύγων που κατακλύζουν ιδιαίτερα τα απέναντι της Τροίας νησιά, ο υποδόριος παραλληλισμός του Τρωικού με τον τωρινό "πόλεμο" (δεν βρίσκω άλλη σχέση μεταξύ της εμμονικής αναφοράς στο ιλιαδικό έπος και στη σύγχρονη Αθήνα) διαποτίζουν το μυθιστόρημα. Ένα έργο που μοιάζει να  είναι ρεαλιστική καταγραφή γεγονότων παρά μυθοπλασία. Την άποψη αυτή ενισχύουν και αυτούσια αποσπάσματα από εφημερίδες ή διαδικτυακές αναφορές, καθώς και τα πραγματικά ονόματα νέων που θυσιάστηκαν σ' ένα παράλογο φανατισμό και μίσος.

Τρίτη, Φεβρουαρίου 19, 2019

Πατρίδα

Φερνάντο Αραμπούρου
Πατρίδα
Μετ. Τιτίνα Σπερελάκη
Πατάκης, 2017
Όταν είδα τον όγκο των 714 σελίδων το φοβήθηκα. Όταν άρχισα να το διαβάζω και προπάντων όταν προχώρησα στο διάβασμα, άρχισα να λυπάμαι γιατί κάποια στιγμή αυτό το υπέροχο μυθιστόρημα θα έφτανε στο τέλος του. Καιρό είχα να διαβάσω (συχνά παραπονιέμαι γι' αυτό) ένα αξιόλογο έργο σύγχρονης λογοτεχνίας. Και όμως να που υπάρχουν ακόμη τέτοια έργα, για να μας  θυμίζουν τη δύναμη που έχει και την απόλαυση που μας χαρίζει η υψηλού επιπέδου λογοτεχνία.
Ο Ισπανός Φερνάντο Αραμπούρου μας εισάγει σ' έναν κόσμο εν πολλοίς άγνωστο. Έναν κόσμο που οι περισσότεροι τουλάχιστον από μας γνωρίσαμε μόνο μέσα από τις τρομοκρατικές ενέργειες της εθνικιστικής, αυτονομιστικής οργάνωσης των Βάσκων, την ΕΤΑ, που ανακοίνωσε κατάπαυση της δράσης της το 2011.
Μ' αυτή την είδηση και ταυτόχρονα με την πληροφορία ότι ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες του βιβλίου, ο Τσάτο, είναι ήδη νεκρός αρχίζει το πρώτο κεφάλαιο. Κι όμως θα φτάσουμε στη σελίδα 470 για να μάθουμε λεπτό προς λεπτό την τελευταία μέρα ζωής και τον τρόπο εκτέλεσης του Τσάτο. Ο Αραμπούρου χρησιμοποιεί μια ιδιότυπη, πρωτότυπη και συνάμα σαγηνευτική τεχνική. Στα 124 σύντομα κεφάλαια του βιβλίου σαν να κάνει διαρκώς κύκλους. Τα εννιά βασικά πρόσωπα του έργου έρχονται και ξανάρχονται στο προσκήνιο, σαν ηθοποιοί που μπαινοβγαίνουν στη σκηνή.
Δυο φιλικές, σχεδόν αδελφικές οικογένειες απαρτίζουν τα εννιά αυτά πρόσωπα. Η μια οικογένεια αποτελείται από τον πατέρα, τον Τσάτο, αρκετά ευκατάστατο, ιδιοκτήτη μιας μεταφορικής εταιρείας, τη μάνα Μπιττόρι, μια ωραία φυσιογνωμία, στοργική μητέρα, που σ' όλο το βιβλίο τη φανταζόμαστε καθισμένη στον τάφο του άντρα της να του αφηγείται ό,τι συμβαίνει, ενώ ταυτόχρονα απεγνωσμένα ζητά μια συγγνώμη απ' αυτούς που σκότωσαν τον άντρα της. Δυο παιδιά συμπληρώνουν την πρώτη οικογένεια, ο Σαμπίερ, που γίνεται γιατρός και η Νερέα που σπούδασε νομικά.
Η δεύτερη οικογένεια είναι πενταμελής. Ο πατέρας Χοσίαν, στενός φίλος με τον δολοφονημένο,  σύντροφος στην αγαπημένη τους ποδηλασία, η μάνα Μίρεν, φανατική αυτονομίστρια και τρία παιδιά: Η Αράντσα, που ένα εγκεφαλικό την αφήνει παράλυτη με μόνο τρόπο επικοινωνίας τη γραφή με το μικρό δάχτυλο στο i-pad, ο Γκόρκα με την αγάπη του για το διάβασμα, που θα βρει τον δρόμο του στο γράψιμο και ο Χόσε Μάρι, ο νεαρός ο ενταγμένος στην ΕΤΑ, ο φανατικός πατριώτης, έτοιμος να θυσιαστεί για την ανεξαρτησία της Βασκικής πατρίδας.
Οι φιλικές σχέσεις των δυο οικογενειών διακόπτονται όταν μπαίνει ανάμεσά τους η διαφορά αντιμετώπισης της αυτονομιστικής δράσης. Η υποψία ότι μπορεί ο νεαρός Χόσε Μάρι που έχει εγκαταλείψει το σπίτι και το χωριό, που εκπαιδεύτηκε στις ένοπλες ομάδες της ΕΤΑ, μπορεί να έχει σχέση με τη δολοφονία του Τσάτο, δηλητηριάζει ακόμα περισσότερο τις σχέσεις. Σε ολόκληρο το βιβλίο η Μπεττόρι αγωνίζεται να επιτύχει μια συγγνώμη απ' αυτούς που σκότωσαν τον άνδρα της. Θα το επιτύχει στο τέλος; "Διαπίστωσε: Για να ζητήσεις συγγνώμη, απαιτείται παρισσότερη παλικαριά παρά για να πυροβολήσεις με ένα όπλο, παρά να ενεργοποιήσεις μια βόμβα".
Στο μεταξύ η ζωή συνεχίζεται. Παρακολουθούμε τις καθημερινές, ανθρώπινες στιγμές των προσώπων του έργου, τους έρωτες, τους γάμους, τις χαρές και τις απογοητεύσεις, τα όνειρα και τον τρόπο ζωής τους. Φίλοι, συγγενείς, συνάδελφοι, παιδιά, η αστυνομική βία (εξίσου μεγάλη, αν όχι μεγαλύτερη από αυτήν της τρομοκρατίας), η περιγραφή του βασκικού περιβάλλοντος, η βροχή που θαρρείς πέφτει αδιάκοπα, αναπαριστούν για τον αναγνώστη έναν ολόκληρο κόσμο.
Η ενδιαφέρουσα τεχνική του συγγραφέα δεν εξαντλείται  στην κατάτμηση των 124 κεφαλαίων και στην κυκλική επανεμφάνιση των προσώπων. Ενώ κυριαρχεί η τριτοπρόσωπη αφήγηση του παντογνώστη αφηγητή, ξαφνικά παρεμβάλλεται ένα πρωτοπρόσωπο ρήμα ή αντωνυμία, σαν να υποβάλλει ότι η αφήγηση δεν ανήκει στον αφηγητή αλλά στο πρόσωπο που αναφέρεται. Και μια άλλη ιδιαιτερότητα. Συχνά μια λέξη, ένα ρήμα, ουσιαστικό ή επίθετο εμφανίζεται ταυτόχρονα με διαφορετικές εκδοχές. Π.χ. "κατ' επιθυμία/ικεσία/απαίτηση" ή "ανησύχησε/αγανάκτησε" ή "παρηγηρητικός/τρυφερός, στοργικός/ευγενικός" κ.λπ. λες και διστάζει ο συγγραφέας, δεν είναι βέβαιος τι ισχύει ή πάλι σαν να θέλει να πει ότι ισχύουν όλα ταυτόχρονα.
Συμπερασματικά. Και ως περιεχόμενο και ως τεχνική, ένα εξαιρετικό βιβλίο.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 06, 2019

Φοβού τους Δαναούς

PHILIP KERR
Φοβού τους Δαναούς
Μετ. Γιώργος Μαραγκός
Κέδρος, 2018
Με το ίδιο ενδιαφέρον, όπως όλα τα προηγούμενά του βιβλία, αλλά με πολλή θλίψη διάβασα το τελευταίο βιβλίο του Philip Kerr. Στο νου μου είχα διαρκώς πως αυτός ο χαρισματικός στο είδος του συγγραφέας δεν υπάρχει πια. Πως ο ήρωάς του, ο Μπέρνι Γκούντερ, που μας χάρισε τόσο ωραίες αναγνωστικές ώρες με τις συναρπαστικές περιπέτειές του, που μας βύθισε στη σκοτεινιά αλλά και στον αγώνα του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, δεν θα είχε πια καμιά άλλη ιστορία να μας αφηγηθεί. Ο Σκωτσέζος δημιουργός του, τον οποίο με την πρωτοπρόσωπη, ολοζώντανη γραφή του συχνά ταυτίζαμε με τον ήρωά του, πέθανε τον Μάρτιο του 2018 σε ηλικία 62 χρονών.
Η προσωπικότητα του Μπέρνι Γκούντερ είχε αρκετά σκιαγραφηθεί και στα τρία προηγούμενα μυθιστορήματά του, Η τριλογία του Βερολίνου, Μοιραία Πράγα, Η γυναίκα από το Ζάγκρεπ, που είχα διαβάσει. Στο τελευταίο βιβλίο, το οποίο αναζήτησα και διάβασα σχεδόν αμέσως με την κυκλοφορία του, δεν με είλκυσε μόνο το γνώριμο μυθιστορηματικό περιβάλλον και ο ιδιότυπος κεντρικός του ήρωας. Ο τίτλος Φοβού τους Δαναούς με τον αρχαιοελληνικό συμβολισμό του ήταν αρκετός να με παρακινήσει στο διάβασμά του.
Ο κεντρικός ήρωας είναι ο ίδιος, με τον ίδιο χαρακτήρα, τις ίδιες συνήθειες, αλλά το εξωτερικό περιβάλλον και οι συνθήκες της ζωής του έχουν τώρα αλλάξει. Βρισκόμαστε στο 1957, δεκατρία χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Ο Γκούντερ με το ψευδώνυμο Κρίστοφ Γκαντς εργάζεται στο νεκροτομείο ενός νοσοκομείου στο Μόναχο. Κάποιες συγκυρίες τον οδηγούν ως εμπειρογνώμονα σε μια ασφαλιστική εταιρεία, τις Αντασφαλίσεις Μονάχου. Λίγο μετά την πρόσληψή του, του αναθέτουν μια αποστολή στην Ελλάδα. Ένα πλοίο που ήταν ασφαλισμένο στην εταιρεία παίρνει φωτιά και βυθίζεται κάπου στα νησιά του Αιγαίου. Ιδιοκτήτης του πλοίου ήταν ο Γερμανός Βίτσελ. Για να πληρωθεί όμως η ασφάλεια έπρεπε να αποδειχτεί ότι πράγματι η βύθιση του πλοίου οφειλόταν σε δυστύχημα. Και η περιπέτεια του Μπέρνι Γκούντερ αρχίζει. Βεβαίως τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Στην αρχή φαίνεται να πρόκειται για αρχαιοκαπηλία. Όμως στη συνέχεια θα αποδειχτεί ότι η υπόθεση πάει πολύ πιο πίσω, στους διωγμούς των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και στις κλεμμένες από τους Ναζί περιουσίες τους, ειδικά το χρυσάφι, το οποίο και κυνηγούν πολλοί, ειδικά πρώην Ναζί που ήξεραν την υπόθεση. Ταυτόχρονα Έλληνες αστυνομικοί αναζητούν τους Ναζί για να τους δικάσουν και στη μέση όλων αυτών ο Μπέρνι Γκούντερ να αναζητεί δολοφόνους, να ψάχνει για τα πραγματικά αίτια του ναυαγίου, αλλά να θεωρείται από την αστυνομία και ο ίδιος ύποπτος, σε σημείο που να του κατάσχουν το διαβατήριο ωσότου αποδειχτεί η αθωότητα και ο ρόλος του. Βεβαίως δεν λείπουν οι άφθονοι διάλογοι, το κυνηγητό στους δρόμους της Αθήνας, οι δολοφονίες, το συνεχές κάπνισμα του ήρωα, τα ποτά στο "Μεγάλη Βρετανία" και η ωραία, μοιραία γυναίκα, στην περίπτωση αυτή μια δικηγορίνα, η Έλλη Παπακωνσταντίνου που συνοδεύει τον Μπέρνι στις έρευνές του.
Είναι πράγματι εντυπωσιακή η γνώση του συγγραφέα για την Ελλάδα, το αθηναϊκό περιβάλλον, την ελληνική νοοτροπία αλλά και την ιστορία και τη μυθολογία. Εκφραζόμενος άλλοτε ειρωνικά, όπως μια σατιρική περιγραφή των ευζώνων, ή επικριτικά όπως για τα "φακελάκια" και τη δωροδοκία χωρίς τα οποία δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου, δεν κρύβει το θαυμασμό του για τα ελληνικά δημιουργήματα στον τομέα της τέχνης, της φιλοσοφίας, της μυθολογίας. Ενδεικτικά σταματώ σε κάποιες από τις αναφορές του: αναφορά στις μοίρες, στον Οιδίποδα, τον Κέρβερο, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη, τον Κύκλωπα και τον Οδυσσέα, τον Πάτροκλο, τον Πήγασο και πλήθος άλλα. Στο τέλος υπάρχει μια σύντομη περιδιάβαση αλλά και απεριόριστος θαυμασμός για τον Παρθενώνα.
Όπως και στα άλλα μυθιστορήματα του Philip Kerr τα ιστορικά πρόσωπα ή γεγονότα δεν λείπουν. Ο Αντενάουερ, ο "γέρος", όπως τον αποκαλούσαν, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ναζί Μαξ Μέρτεν και άλλοι, προσδίνουν μεγαλύτερη αληθοφάνεια στο μυθιστόρημα. Η δημιουργία της ΕΟΚ, η προσπάθεια ένταξης σ΄αυτήν της Ελλάδας και άλλα ιστορικά στοιχεία μας μεταφέρουν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη του 1957.
Ο Philip Kerr πέθανε. Ο Μπέρνι Γκούντερ όμως, όπως όλοι οι λογοτεχνικοί ήρωες, θα ζει για πάντα, συναρπάζοντας  τους αναγνώστες που θα τον συνοδεύουν στις περιπέτειές του.