Τετάρτη, Νοεμβρίου 20, 2013

Οι κληρονόμοι του Νίλσον

Ιωάννου Ιωάννης
Οι κληρονόμοι του Νίλσον
Bookstars, 2013
Πριν από καιρό (δε θυμάμαι με ποια ευκαιρία) είχα γράψει σε σχόλιό μου στο σεβαστό και αγαπητό Πατριάρχη Φώτιο: "Εσύ διαβάζεις βιβλία για να τα κρίνεις, εγώ για να τα ευχαριστηθώ", εννοώντας ότι για μένα το διάβασμα είναι προπάντων απόλαυση, γι' αυτό επιλέγω βιβλία είτε ανάλογα με το συγγραφέα, είτε με βάση κριτικές ή απόψεις φίλων, την κρίση των οποίων εμπιστεύομαι. (Εσχάτως προστέθηκε και το κατά πόσο βρίσκω ένα βιβλίο σε ebook). Γι' αυτό και μάλλον δεν θα είχα επιλέξει το βιβλίο του νέου συγγραφέα (γεν. 1984) Ιωάννη Ιωάννου, αν ο ίδιος δεν είχε την καλοσύνη να μου το στείλει σε ηλεκτρονική μορφή.
Πρόκειται για μια αστυνομική νουβέλα μόλις 144 σελίδων, που δεν είναι αμελητέο ως πρώτη συγγραφική απόπειρα, αλλά ο νέος συγγραφέας, πιστεύω, χρειάζεται ακόμα πολλή δουλειά για να μπορέσει να βρει το δρόμο του, να δημιουργήσει το προσωπικό του στυλ, να προσελκύσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Ο ίδιος, σε γραπτή επικοινωνία μας, μου έγραψε ότι η συγγραφή είναι το μεράκι του και δεν μπορεί να μπει στη λογική του "επιτυχημένου" βιβλίου. Θα διαφωνήσω μαζί του, Αν γράφουμε μόνο από μεράκι και δεν μας νοιάζει αν θα διαβαστούμε ή όχι, τότε ποιος ο λόγος να εκδίδουμε και δεν αφήνουμε τα γραπτά μας στα συρτάρια μας;
Ο Ιωάννου τοποθετεί τη νουβέλα του στο Λος Άντζελες. Τίποτε όμως από την ατμόσφαιρα και το χαρακτήρα της πόλης αυτής δεν αναφέρεται και ο αναγνώστης μένει με την απορία γιατί τοποθετήθηκε εκεί το έργο. Τίποτε δεν θα άλλαζε αν το τοποθετούσε στο Λονδίνο ή τη Νέα Υόρκη.
Μια δεύτερη παρατήρησή μου είναι ότι φαίνεται επηρεασμένος από την Αγκάθα Κρίστι. Έχουμε μια οικογένεια, μια κληρονομιά, δυο δολοφονίες και μια αυτοκτονία που τελικά θα αποδειχτεί ότι δεν ήταν τέτοια. Τέλος, ο ένοχος αποκαλύπτεται σε μια συγκέντρωση όλων των  υπόπτων. Ο Ιωάννου πρόσθεσε και ένα χαρακτηριστικό που συνανατάμε σε πολλά αστυνομικά, δηλ. τον ντετέκτιβ που υπήρξε αστυνομικός, άρα έχει ιδιαίτερες προσβάσεις στις αστυνομικές έρευνες.
Έχω την άποψη πως ο νέος αυτός συγγραφέας (μαθηματικός) έχει πολλές δυνατότητες, φτάνει να βρει την ταυτότητα, τον προσωπικό χαρακτήρα των έργων του. Είναι τόση η πληθώρα των αστυνομικών μυθιστορημάτων που κυκλοφορούν, ώστε αν ένα έργο δεν έχει μια ιδιαιτερότητα, δύσκολα θα βρει το δρόμο προς το αναγνωστικό κοινό.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 15, 2013

Το δαχτυλίδι







Πρόσφατα ο Γιώργος Παπαδόπουλος, ιδρυτής των εκδόσεων «Διόπτρα», εξέδωσε ένα δικό του βιβλίο, το μυθιστόρημα «Το δαχτυλίδι», που θα παρουσιαστεί σε λίγες μέρες και στην Κύπρο. Με την ευκαιρία αυτή ο κ. Παπαδόπουλος είχε την καλοσύνη να απαντήσει σε μερικά ερωτήματα για το blog μου.

Κύριε Παπαδόπουλε,
Ο εκδοτικός οίκος Διόπτρα είναι πολύ γνωστός, λίγοι όμως, φαντάζομαι, γνωρίζουν τον ιδρυτή του. Μπορείτε να μας πείτε λίγα λόγια για τον εαυτό σας;

ΑΠ. Γεννήθηκα στην Κύπρο το 1941. Σε ηλικία 15 ετών ορκίστηκα στην ΕΟΚΑ, που πολεμούσε  εναντίον των Άγγλων, για την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.
Το 1959, με υποτροφία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας σπούδασα ηλεκτρονικά. Δούλεψα στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (CYTA), μέχρι το 1966, οπότε μετανάστευσα στον Καναδά. Δύο χρόνια αργότερα διορίστηκα καθηγητής ηλεκτρονικών στο Danforth Technical School του Τορόντο.
Τον Φεβρουάριο του 1974 επιστρέψαμε οικογενειακώς στην Αθήνα για να σπουδάσουν τα παιδιά μου σε ελληνικά σχολεία και να φοιτήσω κι εγώ στη Νομική Σχολή Αθηνών.
Σ’ αυτό το διάστημα της φοίτησής μου ξεκίνησα ως πλασιέ βιβλίων και το 1978, πριν από 35 χρόνια, ίδρυσα τις Εκδόσεις Διόπτρα, που –όπως λέτε κι εσείς– έχει καταξιωθεί και βρίσκεται μεταξύ των πρώτων εκδοτικών οίκων της Ελλάδας.

 «Το δαχτυλίδι» είναι το πρώτο σας βιβλίο. Τι σας έκανε να στραφείτε, πέρα από τις εκδόσεις, και στη συγγραφή;

ΑΠ. Η ζωή ενός ανθρώπου καθορίζεται από τις επιλογές που κάνει κάθε φορά, και το πώς αποφασίζει κανείς τι να επιλέξει και τι να κάνει. Κι αυτά εξαρτώνται από όσα έφερε μαζί του μέσω των γονιδίων και όχι μόνο, αλλά και όσα έζησε στη ζωή του, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια της ζωής του. Τα πιστεύω και οι πεποιθήσεις μας, επομένως καθορίζουν τα βήματα της ζωής μας. Από όσα ανέφερα νωρίτερα, καταλαβαίνετε ότι έχω κάνει πολλές αλλαγές στη ζωή μου. Το ΤΕΛΟΣ του καθετί στη ζωή μας είναι η ΑΡΧΗ κάποιου άλλου.
Λίγο πριν συνταξιοδοτηθώ, στα 70 μου χρόνια, διάφορα περιστατικά που θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς τυχαία ή συμπτώσεις με οδήγησαν στο να αποφασίσω να γράψω ΤΟ ΔΑΧΤΥΛΙΔΙ. Θεώρησα πως έπρεπε να δοθεί μια απάντηση σε εκείνους που με ρωτούσαν συχνά: «Και τι έκαναν οι Κύπριοι για την Ελλάδα;», αλλά και για τις αξίες μας που θυσιάσαμε στο βωμό της εύκολης ζωής και της καλοπέρασης.

Γιατί στο όνομά σας προσθέτετε δίπλα από το Γιώργος Παπαδόπουλος το «Κυπραίος»;

ΑΠ. Πολλοί με ρωτούν αν το «Κυπραίος» προστέθηκε για να μη με συνδέουν οι αναγνώστες με τον άλλο… Γεώργιο Παπαδόπουλο. Αντιλαμβάνεστε Ποιον εννοώ. Όχι δεν είναι αυτός ο λόγος. Από τις τελευταίες τάξεις του εξαταξίου Γυμνασίου έστελνα στην εφημερίδα ΕΘΝΟΣ της Λευκωσίας ανταποκρίσεις γύρω από διάφορα θέματα με το «ψευδώνυμο» Κυπραίος. Το χρησιμοποίησα και για κάποια ποιήματά μου που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Times of Cyprus.
Στο διάστημα που έζησα στον Καναδά είχα αρθρογραφήσει στις εφημερίδες ΑΤΛΑΝΤΙΣ και ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΚΑΣ και εξέδιδα την ολιγοσέλιδη εφημερίδα ΕΠΑΛΞΙΣ χρησιμοποιώντας αυτό το «δημοσιογραφικό ψευδώνυμο». Το ίδιο έκανα και στο Περιοδικό ΒΙΟΘΕΡΑΠΕΙΑ που εξέδιδαν οι Εκδόσεις Διόπτρα τα έτη 1984-1985. Θέλησα, λοιπόν, να διατηρήσω το ίδιο ψευδώνυμο και στο ΔΑXΤΥΛΙΔΙ. 

Διαβάζω τώρα το βιβλίο σας και το βρίσκω πολύ ενδιαφέρον. Εγώ όμως είμαι Κυπρία. Πιστεύετε ότι θα μπορούσε να ενδιαφέρει και το ευρύτερο ελλαδικό κοινό;

ΑΠ. Σκοπός της συγγραφής του βιβλίου μου ήταν να διαβαστεί όχι μόνο από τους Κυπρίους, αλλά, κυρίως θα έλεγα, από τους Ελλαδίτες, που δεν είχαν την ευκαιρία ούτε μέσα από τα σχολεία ούτε μέσα από τα έντυπα και τα ηλεκτρονικά μέσα να πληροφορηθούν για τη συνεισφορά των Κυπρίων στους αγώνες του έθνους. Με πολλή ικανοποίηση μπορώ να σας πω σήμερα ότι σε διάστημα μικρότερο του ενός μήνα που βρίσκεται το βιβλίο στα βιβλιοπωλεία, τα 3.000 αντίτυπα που αρχικά εκδόθηκαν έχουν εξαντληθεί και προχωράμε ήδη στη 2η έκδοσή του. Είμαι λοιπόν σίγουρος ότι το βιβλίο θα διαβαστεί και στην Ελλάδα.   

Και μια τελευταία ερώτηση γενικότερης φύσης. Γιατί οι εκδοτικοί οίκοι είναι τόσο επιφυλακτικοί στην έκδοση των βιβλίων τους και σε ηλεκτρονική μορφή; Προσωπικά αγαπώ πολύ τα e-books, αλλά δύσκολα βρίσκω αξιόλογα ηλεκτρονικά βιβλία.

ΑΠ. Στην Ελλάδα η αγορά του ηλεκτρονικού βιβλίου βρίσκεται ακόμα στα σπάργανά της σε αντίθεση με την αμερικανική και τη βρετανική. Αυτό σημαίνει πως ο αριθμός των «αντιτύπων» που αναμένεται να αγοραστούν θα είναι μικρός.
Ένας άλλος λόγος είναι ότι απαιτείται μια ειδική επεξεργασία των ηλεκτρονικών αρχείων στην οποία πρέπει να προβεί ο εκδότης. Η διαδικασία αυτή, σε συνδυασμό και με τον αριθμό αντιτύπων που υπολογίζει ότι θα πωληθούν, ίσως αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ηλεκτρονική έκδοση.
Ένας τρίτος, σοβαρός λόγος είναι ότι για πολλούς τίτλους βιβλίων που εκδόθηκαν παλαιότερα ο εκδότης δεν διαθέτει ηλεκτρονικό αρχείο και κάνει τις ανατυπώσεις του με τα υπάρχοντα φιλμ των βιβλίων, είτε τα ηλεκτρονικά αρχεία που έχει είναι από προγράμματα που δεν συνεργάζονται με τα εξειδικευμένα προγράμματα για τα ηλεκτρονικά βιβλία.
Εμείς, στις εκδόσεις Διόπτρα φροντίζουμε ώστε οι νέοι μας τίτλοι να εκδίδονται και σε ηλεκτρονική μορφή, η οποία –να τονίσω– είναι πολύ πιο προσιτή, οικονομικά, για τον αναγνώστη. 

Σας ευχαριστώ πολύ κ. Παπαδόπουλε. Θα σας περιμένουμε στην Κύπρο.







Δευτέρα, Νοεμβρίου 11, 2013

Ο φάρος

Alison Moore
Ο φάρος
Ίκαρος, 2013
Μετάφραση-σχόλια-επίμετρο: Αθηνά Δημητριάδου
Βρήκα το επίμετρο της μεταφράστριας πολύ πιο ενδιαφέρον από το ίδιο το μυθιστόρημα. Ο φάρος είναι το πρώτο μυθιστόρημα της Αγγλίδας Alison Moore και απορώ γιατί μπήκε στη βραχεία λίστα των υποψήφιων για το βραβείο Man Booker. (Όχι βέβαια πως τρέφω και μεγάλη εμπιστοσύνη στα κάθε είδους βραβεία, αλλά με το συγκεκριμένο ξεχώρισαν αρκετά αξιόλογα βιβλία. Πολύ πρόχειρα θυμάμαι τον Ισιγκούρο, τον Μακ Γιούαν, τον Μπάνβιλ, την Άτγουντ κ.ά). 
Το βιβλίο της Moore θα το χαρακτήριζα με μια λέξη "ανιαρό". Πολύ μικρό ενδιαφέρον προκαλεί ο ήρωάς της, σχεδόν δεν μας νοιάζει  τι θα απογίνει. Γεμάτο με άχρηστες λεπτομέρειες που σε κουράζουν ώσπου να φτάσεις στην ουσία. Π.χ. "Ανοίγει με την κάρτα του την πόρτα, την κλείνει ξοπίσω του. Ακουμπάει το σάκο του στην πρώτη καρέκλα που βρίσκει, κρεμάει το παλτό του στον γάντζο πίσω από την πόρτα, ακριβώς πάνω από την ταμπέλα με τις οδηγίες για την περίπτωση πυρκαγιάς" και άλλες παρόμοιες.
Το βιβλίο αρχίζει και τελειώνει πάνω σ' ένα φέρι που διασχίζει τη Βόρεια Θάλασσα, οδεύοντας από την Αγγλία στη Γερμανία. Ο μεσήλικας Φουθ, πρόσφατα χωρισμένος από τη γυναίκα του, κάνει αυτό το ταξίδι πηγαίνοντας για μια βδομάδα διακοπές στη Γερμανία, απ' όπου καταγόταν ο πατέρας του, με σκοπό, πέρα από τη ξεκούραση, να πεζοπορήσει κατά μήκος του Ρήνου, όπως είχε κάνει μικρός με τον πατέρα του, τότε που η μητέρα του τους είχε εγκαταλείψει ξαφνικά.
Πραγματοποιεί το σχέδιό του ενώ οι αναμνήσεις και το παιδικό τραύμα της εγκατάλειψης από τη μητέρα τον πλημμυρίζουν. Μαζί του κουβαλάει πάντα μια μικρή θήκη σε σχήμα φάρου, στην οποία υπήρχε κάποτε ένα μπουκαλάκι με άρωμα βιολέτας, το άρωμα της μητέρας του. Στην πορεία του έργου κάποια άλλα πρόσωπα θα εμφανιστούν. Μια γνωριμία στο φέρι με τον Καρλ που πάει στην Ουτρέχτη για ένα συνέδριο, το ζευγάρι των ξενοδόχων Έστερ και  Μπέρναντ στην πόλη Χέλχαους (φανταστική;) όπου αφήνει τη βαλίτσα του κατά τη διάρκεια της πεζοπορίας και όπου θα περάσει το πρώτο και τελευταίο βράδυ των διακοπών του. Η ιστορία τους εξελίσσεται παράλληλα με την ιστορία του Φουθ. Τελικά, στο φέρι του γυρισμού ο Καρλ, που γυρίζει με το ίδιο φέρι, θα τον αναζητήσει, αν και η ανάμνησή του είναι αμυδρή, δεν θυμάται ούτε την εικόνα ούτε τ' όνομά του. Συμβολικό άραγε του πόσο άχρωμος κι ασήμαντος είναι ο Φουθ;
Όμως το βιβλίο αξίζει για το έστω και σύντομο επίμετρό του. Η μεταφράστρια αναφέρεται σε άλλα βιβλία που έχουν σχέση με φάρους και φυσικά στην ανεπανάληπτη Βιρτζίνια Γουλφ, αν και ο φάρος της Άλισον δεν έχει  σχέση με το φάρο της Γουλφ, που είναι ένας πραγματικός φάρος. Όμως όχι μόνο ο τίτλος αλλά και άλλα, εσωτερικά στοιχεία του κειμένου παραπέμπουν στη Γουλφ. Γράφει η Δημητριάδου ανάμεσα σ' άλλα: "Η Μουρ γνωρίζει και προφανώς αγαπάει πολύ το "Στο φάρο" αλλά και όλο το έργο της Γουλφ. Εξίσου προφανές είναι ότι δεν την ενδιαφέρει να κάνει αποδόμηση του συγκεκριμένου έργου. Αντίθετα αποδύεται σ' ένα συστηματικό κορφολόγημα λεπτομερειών από το έργο της Γουλφ, τις οποίες ενσωματώνει στο δικό της κείμενο, αξιοποιώντας τες έτσι ώστε να υπηρετούν τους δικούς της στόχους".
Το βιβλίο αξίζει να διαβασεί έστω και μόνο για το επίμετρό του.

Κυριακή, Νοεμβρίου 03, 2013

Η Αθήνα της μιας διαδρομής

Πέτρος Μάρκαρης
Η Αθήνα της μιας διαδρομής
Εκδόσεις Γαβριηλίδη, 2013
Έχω διαβάσει όλα τα μυθιστορήματα του Πέτρου Μάρκαρη, έχω παρακολουθήσει τον ήρωά του, τον συμπαθή Κώστα Χαρίτο, σ' όλες του τις διαδρομές στη μποτιλιαρισμένη Αθήνα, οπουδήποτε το αστυνομικό του καθήκον τον καλεί κι έτσι δεν θα μπορούσα να παραλείψω ένα βιβλίο όπου η διαδρομή γίνεται από τον ίδιο τον συγγραφέα.
Για όποιον αγαπά την Αθήνα, για όποιον την έζησε έστω και για λίγο, το βιβλίο διαβάζεται απνευστί, καθώς η περιγραφή, οι σκέψεις και τα συναισθήματα του συγγραφέα μπλέκονται με τα αντίστοιχα του αναγνώστη. Είναι ένα ταξίδι με τον ηλεκτρικό που αρχίζει από τον Πειραιά και καταλήγει στην Κηφισιά, καλύπτοντας 24 σταθμούς. Σε κάθε σταθμό ο συγγραφέας αποβιβάζεται, τριγυρίζει στη γύρω περιοχή, μας δίνει την πολεοδομική της περιγραφή και ταυτόχρονα την κοινωνική της διάσταση, που δεν είναι άσχετη με το οικιστικό περιβάλλον. Σύντομες ιστορικές πληροφορίες, όπως για παράδειγμα πότε πρωτολειτούργησε ένας σταθμός ή από πού πήρε το όνομά του, δίνονται με τρόπο ανάλαφρο, χωρίς καθόλου να βαραίνουν το κείμενο.
Με γνώση, με αγάπη, με νοσταλγία για κάτι παλιό και ωραίο που χάθηκε, συχνά με χιούμορ προχωρεί από σταθμό σε σταθμό: Πειραιάς, Νέο Φάληρο, Μοσχάτο, Καλλιθέα, Ταύρος-Ελευθέριος Βενιζέλος, Πετράλωνα, Θησείο, Μοναστηράκι, Ομόνοια, Βικτώρια. Αττική, Άγιος Νικόλαος, Κάτω Πατήσια, Άγιος Ελευθέριος, Άνω Πατήσια, Περισσός, Πευκάκια, Νέα Ιωνία, Ηράκλειο, Ειρήνη, Νεραντζιώτισσα, Μαρούσι, ΚΑΤ,  Κηφισιά.
Πέρα όμως από το ενδιαφέρον που προκαλεί η γνωριμία με 24 περιοχές της Αθήνας, ουσιαστικά με την ίδια την Αθήνα, μου φαίνεται πως το μικρό αυτό βιβλίο (243 σελίδες μικρού σχήματος) άσκησε σε μένα τόση γοητεία, γιατί μπλέχτηκε με τις δικές μου αναμνήσεις από τη φοιτητική ζωή στην Αθήνα όπως την έζησα πριν από...κάποιες δεκαετίες (κι ας μη χρησιμοποιούσα  τον ηλεκτρικό). Θυμήθηκα τις φοιτητικές συντροφιές, τον ποδαρόδρομο που κάναμε για να φτάσουμε από το τέρμα των λεωφορείων της Κυψέλης  ως το σπίτι όπου μέναμε, στην οδό Κρέσνας, που τότε ακόμα δεν είχε ασφαλτοστρωθεί ή την πεζοπορία από την οδό Βεραντζέρου, το τέρμα του λεωφορείου, ως τη Σόλωνος που ήταν η Σχολή και πάλι πίσω.
Και τι δεν θυμήθηκα...Το βιβλιοπωλείο του Βαγιονάκη στην Ιπποκράτους που κάποτε μας δάνειζε και βιβλία, τους φρέσκους χυμούς στου Τσίτα (3,5 δραχμές-πολυτέλεια που δεν επιτρέπαμε συχνά στον εαυτό μας), το σινεμά Ίρις που μας φιλοξενούσε στα ενδιάμεσα των μαθημάτων, τις βιτρίνες της Σταδίου που μόνο να θαυμάσουμε απ' έξω μπορούσαμε, το Εθνικό Θέατρο όπου το φοιτητικό εισιτήριο των πέντε δραχμών μας επέτρεψε να δούμε πλήθος ωραίες παραστάσεις, τα θερινά τα σινεμά που τα ονειρευόμαστε όσο διαρκούσαν οι εξετάσεις και τα απολαμβάναμε μόλις τέλειωναν, τα χαρούμενα απογεύματα στο Πεδίο του Άρεως με τον Γιώργο Οικονομίδη (θυμάμαι, κάθε Δευτέρα πρόσφεραν στις κοπέλες από μία γαρδένια-τότε πρωτογνώρισα αυτό το λουλούδι, γι' αυτό και το άρωμά του με φέρνει πάντα πίσω στα φοιτητικά χρόνια). Θυμάμαι το κουλούρι της μιας δραχμής, που ως τώρα το βρίσκουμε αλλά όχι πια μια δραχμή, την Ομόνοια που διασχίζαμε οποιαδήποτε ώρα χωρίς κανένα φόβο...
Κι η διακέδασή μας; Τίποτα δεν εκφράζει καλύτερα την εποχή εκείνη από το ωραίο τραγούδι της Πρωτοψάλτη που όποτε το ακούσω με πλημμυρίζουν συγκινητικές αναμνήσεις:
Τα πιο ωραία λαϊκά
σε σπίτια με μωσαϊκά
τα είχαμε χορέψει
........................
Κορίτσια αγόρια σ' ένα χωλ
και τα φιστίκια σ' ένα μπολ
........................
Τι έπαθα! Αντί να μιλώ για το βιβλίο του Μάρκαρη μιλώ για τις δικές μου αναμνήσεις. Φοβάμαι πως αυτό θα πάθει κάθε αναγνώστης του χαριτωμένου αυτού βιβλίου.