Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 23, 2021

Ευχές και κατάρες

Π


Παύλου Φ. Ιωαννίδη, Ευχές και κατάρες

Εκδόσεις, Εν τύποις

Ο πολύ γνωστός, ακάματος εργάτης της Παιδείας της Κύπρου, πολυγραφότατος συγγραφέας Παύλος Ιωαννίδης, ποτέ δεν σταμάτησε να μελετά, να συγγράφει, να εκδίδει. Στη συγγραφική του δουλειά περιλαμβάνονται Βοηθητικά βιβλία για τους μαθητές δημοτικών σχολείων, Ιστορικά βιβλία, Βιογραφίες, Άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά.

Αξιολογότατο, πιστεύω, είναι και το λαογραφικό του έργο. Γράφει ο ίδιος στην εισαγωγή του τελευταίου του βιβλίου: «Στα πέντε χρόνια (1969-1974) της υπηρεσίας μου ως επιθεωρητής Δημοτικής Εκπαίδευσης στην επαρχία Πάφου επισκεπτόμουν τα χωριά της εκπαιδευτικής μου περιφέρειας τρεις και τέσσερις φορές τον χρόνο για να επιθεωρήσω τα σχολεία. Χαιρόμουν να αγναντεύω τις μικρές αυτές κοινότητες, άλλες σκαρφαλωμένες σε βουνοπλαγιές, άλλες ριγμένες σε κοιλάδες ή δίπλα στο κύμα και να βρίσκομαι ανάμεσα στους μαθητές, αγόρια και κορίτσια, με ένα, δυο το πολύ τέσσερις δασκάλους».

Ζώντας σ’ αυτό το περιβάλλον, ακούγοντας τα παιδιά στην τάξη ή στα διαλείμματα, διαπίστωνε την ύπαρξη ενός πλούτου της λαϊκής μας παράδοσης.  Φοβούμενος μήπως αυτός ο μοναδικός, πνευματικός, λαϊκός πολιτισμός λόγω των ραγδαίων κοινωνικοοικονομικών και άλλων αλλαγών χαθεί, αποφάσισε να συγκεντρώσει έστω ένα μέρος του λαϊκού αυτού πλούτου που άκουε από τα παιδιά. Έτσι, προέκυψε το 1979 η μελέτη «Πασχαλινά παιγνίδια στην Επαρχία Πάφου», το 2019 η «Παιδική Λαϊκή Ποίηση Μέσα από τα Παιδικά Παιγνίδια» και πολύ πρόσφατα (2021) το «Ευχές και κατάρες».

Γράφει ο Παύλος Ιωαννίδης στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Από τα παλιά χρόνια ο άνθρωπος εκφράζει τα συναισθήματά του σε κάποιον άλλον, σε στιγμές ευχαρίστησης, ενθουσιασμού, ευγνωμοσύνης και γενικά ψυχικής ικανοποίησης, με ευχές. Άλλοτε σε στιγμές καταπίεσης, εξευτελισμού, αγανάκτησης, θυμού και εκδίκησης, εκδηλώνεται με τις κατάρες».

Το βιβλίο του Παύλου Ιωαννίδη δεν είναι μια απλή καταγραφή ευχών και καταρών. Πέρα από την καταγραφή και ταξινόμηση όσων κατέγραψε από την επαρχία Πάφου, επεκτείνει τη μελέτη του τόσο σε άλλες πηγές όσο και σε άλλες εποχές. Π.χ. ευχές στην προχριστιανική εποχή, στη Βυζαντινή περίοδο, στη σύγχρονη εποχή, στην ποίηση, στα δημοτικά τραγούδια, ευχές για τον γάμο, τη ξενιτειά κ.λπ. Ακολουθεί το τμήμα για τις κατάρες που επίσης ταξινομούνται κατά κατηγορίες. Κατάρες για σωματικά παθήματα, παθήματα από τη φύση, με επίκληση του Θεού, κατάρες για τα ζώα κ.λπ.

Χρησιμότατο το «Γλωσσάρι», όπου ερμηνεύεται πλήθος κυπριακών λέξεων που συναντώνται στις Ευχές και στις Κατάρες, καθώς και η πλουσιότατη σχετική βιβλιογραφία.

Με την έρευνα που έγινε σε 74 κοινότητες, συγκεντρώθηκαν 534 ευχές, 1873 κατάρες και 290 για τα ζώα, πράγμα που προκαλεί εντύπωση. Γιατί άραγε οι κατάρες υπερτερούν τόσο των ευχών; Άραγε γιατί ο άνθρωπος κρύβει μέσα του περισσότερη κακία παρά καλοσύνη ή γιατί πιστεύει πιο πολύ στη δύναμη του Κακού παρά του Καλού; Ποιος ξέρει…

 

 


 

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 08, 2021

Περικλής Γιαννόπουλος


 Κώστας Γιαννόπουλος

Περικλής Γιαννόπουλος

[Πορτραίτο που κάηκε στο φως]

Εκδ. Ηλέκτρα, 2007

Σ΄αυτό το βιβλιοφιλικό blog κατά κανόνα παρουσιάζω βιβλία. Και σήμερα από ένα βιβλίο ξεκινώ. Όμως όχι τόσο για να μιλήσω για το βιβλίο, όσο για να προβάλω το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται, χρησιμοποιώντας και στοιχεία από αλλού (κυρίως από το βιβλίο του Πέτρου Χαρτοκόλλη, «Ιδανικοί αυτόχειρες»). 

Περικλής Γιαννόπουλος. Το μόνο που ήξερα (και το μόνο που ίσως οι πλείστοι γνωρίζουν γι’ αυτόν) είναι ο τρόπος του θανάτου του, ο τρόπος της αυτοκτονίας του: […] ο Γιαννόπουλος έφθασεν εφ’ αμάξης υπό ραγδαίαν βροχήν. Παρά τι μικρόν φυλακείον εκεί εκάθισεν έπιεν μπύραν και εζήτησεν από τον αμαξάν να αποζεύξη ένα άλογο […] μετά τούτο, ίππευσε στεφανωμένος με αγριολούλουδα, και, αφού ανήρτησεν επάνω του ένα κομψόν σάκκον πλήρης βαρών κ’ επλύθη με αρώματα, όρμησε προς τα μαινόμενα κύματα και την ανοιξιάτικην μπόραν με απερίγραπτον τραγικήν ορμήν. Όταν έφθασε, καβάλλα εις το άλογο που εκολυμβούσεν, εις τα βαθειά, τότε επυροβόλησε κατά της κεφαλής του και εχάθη, ενώ το άλογο αγριεμένο και ρουθουνίζον, επανήλθε εις την ακτήν». 

Έτσι αυτοκτόνησε στις 8 Απριλίου 1910 ο Περικλής Γιαννόπουλος στην ακτή του Σκαραμαγκά. Μπήκε στη θάλασσα ανθοστεφανωμένος, προχώρησε ως εκεί που μπορούσε να κολυμπήσει  το άλογο και αυτοπυροβολήθηκε. Το πτώμα του ξεβράσθηκε δυο βδομάδες αργότερα. Ήταν μόλις 38 χρονών.

Ποιος ήταν λοιπόν ο Περικλής Γιαννόπουλος; Για ποιο πράγμα ξεχωρίζει; Γιατί μέχρι σήμερα, όπως γράφει ο Κώστας Γιαννόπουλος, ανατυπώνονται τα «Άπαντά» του, του αφιερώνονται τεύχη περιοδικών, συναντάμε αναφορές γι’ αυτόν σε ιστορίες της λογοτεχνίας, σεμινάρια, συνέδρια κ.λπ.; Αυτά βέβαια για τους ειδικούς, κυρίως για τους μελετητές της λογοτεχνίας.  Εμείς τίποτα δεν είχαμε ακούσει γι’ αυτόν, ούτε στο Πανεπιστήμιο, ούτε μια γραμμή δεν συναντήσαμε στα λογοτεχνικά κείμενα του Γυμνασίου. Να έφταιγε άραγε ο τρόπος θανάτου ή οι ιδέες του;

Το βιβλίο του Κώστα Γιαννόπουλου δεν είναι μια κλασική βιογραφία. Υπάρχουν, βέβαια, σύντομες βιογραφικές αναφορές. Γεννήθηκε το 1871 (;) στην Πάτρα. Φοίτησε για ένα χρόνο στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, για δύο χρόνια στο Παρίσι, έζησε για μικρό διάστημα κοντά στον αδελφό του στο Λονδίνο, γύρισε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή, στην οποία όμως δεν πάτησε ποτέ. Ερωτεύτηκε τη ζωγράφο Σοφία Λασκαρίδου, την πρώτη γυναίκα που έγινε δεχτή στη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Ασχολήθηκε κυρίως με μεταφράσεις, έγραψε κάποια πεζοτράγουδα, προπάντων όμως έγραφε άρθρα και δοκίμια σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής. Εξέδωσε δυο μόνο βιβλία: «Το νέον πνεύμα» και «Έκκλησις εις το Πανελλήνιον κοινόν».

Πέρα όμως από τα σύντομα αυτά βιογραφικά, μέσα από το ευσύνοπτο βιβλίο γίνεται προσπάθεια να αναδειχτεί η προσωπικότητα του ξεχωριστού αυτού ανθρώπου είτε μέσα από κρίσεις συγχρόνων του, είτε από σκέψεις του ιδίου. Παλαμάς, Σουρής, Ξενόπουλος, Μαλακάσης, Σικελιανός, Μελάς, Δραγούμης… όλοι οι σύγχρονοι λογοτέχνες ασχολήθηκαν με τον Περικλή Γιαννόπουλο. Κάποιοι τον επέκριναν ή τον σατίρισαν, κάποιοι όχι μόνο συμφώνησαν αλλά και επηρεάστηκαν απ’ αυτόν. «Ανεκδοτολογικές αναφορές, κουτσομπολιά, σχόλια ειρωνικά και χλευαστικά, αλλά και περιγραφές που τον παρουσιάζουν όπως ήταν-όμορφος, ευγενικός, γόης, κοινωνικός, χαμηλών τόνων, με υποβλητική φωνή, κομψός, ψηλός, ξανθός, με ανοιχτόχρωμα μάτια. Σωστός Απόλλωνας!»

Τι ήταν λοιπόν αυτό που τον ξεχωρίζει; Γιατί μια τόσο σύντομη ζωή κι ένα τόσο σύντομο έργο άσκησε τόση επίδραση; Επηρέασε καθοριστικά τον Ίωνα Δραγούμη, ο Παλαμάς και ο Σικελιανός του αφιέρωσαν ποιήματα, οι ιδέες του μπόλιασαν την αρχιτεκτονική, τη ζωγραφική, τη λαϊκή τέχνη. Για ένα και μόνο πράγμα αγωνίστηκε σ’ όλη του τη ζωή. Για ένα και μόνο πράγμα έζησε, μίλησε, έγραψε και ίσως πέθανε:

 Όλα τα κείμενά του, όλες οι ιδέες του μπορούν να συνοψιστούν σε μια και μόνο: Ελληνολάτρης. Η Ελλάδα, το «Ελληνικόν φως», η «Ελληνική Γραμμή» γίνεται το πάθος του. «Το γεγονός πως πρέπει να βρούμε τον δικό μας δρόμο, να διαμορφώσουμε τη δική μας παράδοση, να φτιάξουμε εμείς τους θεσμούς μας, τις τέχνες, τα γράμματα, κόντρα σ’ ό,τι μας ήρθε από τη δυτική παράδοση του ορθολογισμού».

Το πάθος του για ό,τι ελληνικό δεν ήταν μόνο ιδέα. Ήταν πράξη ζωής. «Έβαζε λευκά γάντια και φορτωμένος από άνθη ανήρχετο εις την ακρόπολιν δια να προσευχηθή εις τον ναόν του υπάτου κάλλους».

Στο πτώμα του βρέθηκε ένα νόμισμα, ένα δεκάλεπτο. Κατά πάσα πιθανότητα το πήρε μαζί του για να πληρώσει τον Χάρωνα που θα τον μετέφερε δια της Αχερουσίας στα Ηλύσια πεδία.

Από τα ποιητικά κείμενα που γράφτηκαν για τον Περικλή Γιαννόπουλο σταματώ στους πρώτους στίχους του μακροσκελούς ποιήματος του Άγγελου Σικελιανού, που με τίτλο «Απολλώνιος θρήνος» πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημ. «Ακρόπολις», στις 15 Απριλίου 1910.

 

Κλάψτε τον ώριον Ιππόλυτον! Ω νιάτα,

Που κρατάτε καθάρια μιαν Ελλάδα σκαλισμένη

Στα μάρμαρα, ή της Πάρου

Ή της Πεντέλης, στης γυμνής Αθήνας

Το φως, ή μες της πλούσιας Ολυμπίας

Τα νερά και τα δέντρα, εδώ ζυγώστε.