Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ
Λολίτα
Εκδ. Δωρικός, χ. χ.
Μετ. Ανδρέα Πάγκαλου
Πρόλογος Ν. Γ. Σταθάτου
Λολίτα
Εκδ. Δωρικός, χ. χ.
Μετ. Ανδρέα Πάγκαλου
Πρόλογος Ν. Γ. Σταθάτου
Κοίταζα αυτές τις μέρες τα λίγες δεκάδες βιβλία που με τα χρόνια έχουν συσσωρευτεί στο μικρό μου εξοχικό διαμέρισμα. Βιβλία που τυχαία, όχι από επιλογή, βρέθηκαν εκεί. Βιβλία αγορασμένα ή χαρισμένα, μισοδιαβασμένα ή αδιάβαστα, μια ποικιλόμορφη σύναξη. Βιβλία αγγλικά και ελληνικά, μυθιστορήματα και μελέτες, οΤζόυς πλάι στην Άγκαθα Κρίστι, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος πλάι στον Ντοστογιέφσκι, ο Laurence Durrel συντροφιά με τη Μάρω Δούκα κ.λπ. κλπ. Ανάμεσά τους και η "Λολίτα" του Ναμπόκοφ. Μια έκδοση με κιτρινισμένες σελίδες, με πολύ μικρά τυπογραφικά στοιχεία, σε πολυτονικό βέβαια, χωρίς χρονολογία έκδοσης και μόνη ένδειξη τη χειρόγραφη, ασφαλώς ημερομηνία αγοράς, 23 Νοεμβρίου 1963. Δεν το θυμόμουνα καθόλου. Το είχα άραγε διαβάσει; Είχα φτάσει ως το τέλος ή το άφησα στη μέση; Αμυδρά μόνο θυμόμουν (ίσως και από το θόρυβο της κινηματογραφικής μεταποίησης) πως το θέμα ήταν ο έρωτας ενός ενήλικα με μια δωδεκάχρονη κοπελίτσα.
Άρχισα να το διαβάζω. Η γραφή του Ναμπόκοφ με συνεπήρε. Το ύφος του, σύμφωνα με μια κριτική "συνδυάζει την ευφράδεια του Τζόυς με την απόδοση της ατμόσφαιρας και του κλίματος του Προυστ". Στον Προυστ άλλωστε, όπως και σε άλλους συγγραφείς αναφέρεται ο ίδιος ο πρωταγωνιστής της ιστορίας. Ο Χούμπερτ Χούμπερτ εξιστορεί τη ζωή του. Όλο το κείμενο είναι μια απολογία, μια εξομολόγηση που απευθύνεται σε ενόρκους, σε κάποιο δικαστήριο. Τι έχει κάνει ο Χούμπερτ; Για ποιο πράγμα απολογείται;
Αρχίζει με μια λεκτική έξαρση, σαν ένα δυνατό κρεσέντο που από μόνο του δικαιολογεί το τι θα ακολουθήσει: " Λολίτα φως της ζωής μου, φλόγα των σωθικών μου. Αμαρτία μου-ψυχή μου. Λο-Λι-Τα: η άκρη της γλώσσας μου κάνει ένα ταξίδι τριών βημάτων στον ουρανίσκο για να χτυπήσει στο τρίτο, επάνω στα δόντια. Λο-Λι-Τα". Ο ίδιος ανάγει τις ρίζες αυτού του έρωτα στο έντονο συναίσθημα που ένιωσε μικρός για μια συνομήλική του δωδεκάχρονη νεαρή. Την Αναμπέλλα. Από τότε όσο κι αν μεγάλωσε, αναζητεί αυτήν που θα ενσαρκώνει εκείνο το συναίσθημα. Το όνομα Αναμπέλλα δεν είναι τυχαίο. "Ω, Λολίτα,είσαι το κορίτσι μου, όπως η Βη ήταν του Πόε και η Μπέα του Δάντη", θα πει κάποια στιγμή, αναζητώντας ίσως δικαιολογία σε αντίστοιχους έρωτες. Τη χαμένη του Αναμπέλλα ενσαρκώνει η Ντολόρες-Λολίτα, κόρη της σπιτονοικοκυράς του. Για να είναι κοντά στο κοριτσάκι παντρεύεται τη χήρα μητέρα του, τη Σαρλότ Χαίηζ, που σύντομα πεθαίνει από ατύχημα. Και ο Χούμπερτ αναλαμβάνει ως πατέρας-κηδεμόνας.
Η μικρή είναι ένα νυμφίδιο, όρο που επενόησε και χρησιμοποίησε πρώτος ο Ναμπόκοφ. Γράφει ο Νικ. Σταθάτος στην εισαγωγή του: "Το νυμφίδιο δεν είναι ένα πλάσμα διαλεχτό οποιασδήποτε αφροδισιακής ηδονής. Είναι κάτι πολύ περισότερο. Είναι το "σεξουαλικό δαιμονάκι", που συνεπαίρνει τον άνθρωπο και τον συγκλονίζει".
"Πατέρας" και "κόρη" μετακινούνται από πολιτεία σε πολιτεία της Αμερικής. Ο Χούμπερτ της συμπεριφέρεται σαν σε παιδί παρά σαν την ερωμένη του. Της αγοράζει ρούχα, γλυφιντζούρια, παγωτό. Τη θααυμάζει, την αγαπά, τη ζηλεύει. Ένα χρόνο, 1946-47, κρατάει η περιπέτεια. Εκείνος κάποια στιγμή καταλαβαίνει ότι το κορίτσι αρχίζει να ανεξαρτητοποιείται, υποπτεύεται τους πάντες, φοβάται μήπως τη χάσει. Ένα όπλο εμφανίζεται που τον συνοδεύει συνεχώς. Θα σκοτώσει τελικά και ποιον;
Τολμηρές σκηνές σεξ δεν υπάρχουν στο βιβλίο, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Αρκεί να διαβάσουμε τη σκηνή όπου για πρώτη φορά έκαναν έρωτα. Αφού περιγράψει το δωμάτιο του ξενοδοχείου, τις κινήσεις εκείνης στον ύπνο της, τις μυρωδιές, τους ήχους, το φως, τις σκέψεις του, καταλήγει: "Στις έξι είχε ξυπνήσει ολότελα και στις έξι και δεκαπέντε είμαστε ουσιαστικά εραστές". Εκείνο που καταξιώνει το έργο, του οποίου αρχικά η έκδοση απαγορεύτηκε, που θεωρήθηκε ανήθικο αλλά ταυτόχρονα και λογοτεχνικό επίτευγμα από τα σημαντικότερα του 20ου αι. (πρώτη έκδοση το 1958) είναι κυρίως η έκφραση, το ύφος, ο τρόπος γραφής. Λεπτομερέστατη ανάλυση ψυχικών καταστάσεων, σκέψεων, ολόκληρες παράγραφοι για να περιγράψει μια κίνηση, μια πιθανή ενέργεια, μια υποψία, συσσώρευση επιθέτων. "Άστατη, άκεφη, χαρούμενη, ιδιότροπη, χαριτωμένη, με την αυθάδικη χάρη πουλαριού, βασανιστικά λαχταριστή από το κεφάλι μέχρι τα πόδια", μια από τις πλήθος περιγραφές του.
Τελειώνοντας τη "Λολίτα" σκεφτόμουν πως κάποια βιβλία πρέπει να τα διαβάζουμε μόνο όταν έρθει η ώρα τους.
Ωραία (και πάλι) παρουσίαση που ωθεί στο να διαβάσει κάποιος το βιβλίο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ, πιστέ μου αναγνώστη. Βιβλίο άλλης εποχής, κλασικό πλέον.
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπέροχο βιβλίο, και με χιούμορ μεταξύ των άλλων.
ΑπάντησηΔιαγραφή