Μ' έπιασε σήμερα μια ανεξήγητη νοσταλγία για τα διαβάσματα των παιδικών και νεανικών μου χρόνων, διαβάσματα που μοιράστηκα με φίλες πολλές και σ' όλες αυτές αφιερώνω το σημερινό post και τούτες τις αναμνήσεις.
Πόσες όμορφες ώρες, αλήθεια, περάσαμε τα χειμωνιάτικα δειλινά μ΄ένα βιβλίο που μας ζέσταινε πιο πολύ αυτό παρά το μαγκάλι που πλάι του καθόμαστε! Πόσες άπειρες φορές η βροχή που μας κρατούσε στο σπίτι συνόδευσε με τον απαλό της ήχο τα διαβάσματά μας, νανούρισε τη σκέψη που αφηνόταν ελεύθερη να διαπεράσει το χώρο, να σπάσει το χρόνο, να ξεχυθεί και ν' αγκαλιάσει τον κόσμο! Πόσες φορές μας άφησαν άγρυπνους εκείνοι οι παράτολμοι και ριψοκίνδυνοι ήρωες του Ιουλίου Βερν, γιατί θέλαμε να φτάσουμε όσο το δυνατό πιο γρήγορα στο τέλος της περιπέτειας, ταξιδεύοντας μαζί τους πότε "Από τη γη στη σελήνη", πότε "Είκοσι χιλιάδες λεύγες υπό τη θάλασσα", πότε κάνοντας το γύρο του κόσμου σε ογδόντα μέρες". Ριχτήκαμε στην περιπέτεια του διαστήματος πολύ πριν από τους αστροναύτες, εξερευνήσαμε τους βυθούς των θαλασσών, γνωρίσαμε χώρες, λαούς και συνήθειες χωρίς να κουνηθούμε από το σπίτι μας.
Και πόσες άλλες φορές νιώσαμε καυτά τα δάκρυα να βρέχουν το παιδικό μας πρόσωπο σαν παρακολουθούσαμε τον ηρωικό κι απελπισμένο αγώνα των ηρώων της Πηνελόπης Δέλτα, πότε "Στον καιρό του Βουλγαροκτόνου", πότε "Στα μυστικά του βάλτου" μα πάντα "Για την πατρίδα".
Είναι κάποια βιβλία που ξανανοίγοντάς τα γινόμαστε και πάλι οι ανήσυχοι έφηβοι, ψάχνουμε στις σελίδες τους που πρωτοδιαβάσαμε πριν από τόσα χρόνια να ξαναβρούμε τον εαυτό μας εκείνο. Δεν γίνεται, κάτι πρέπει να σώζεται πάνω στις σελίδες εκείνες, κάτι απ' τα όνειρα και τις προσδοκίες της νιότης μας. Είχαμε δοθεί τόσο πολύ τότε σ' αυτές τις σελίδες που δεν μπορεί, κάτι θα κράτησαν από μας, απ' τη λαχτάρα και την ακαταμάχητη επιθυμία να ζήσουμε, να δημιουργήσουμε κι εμείς κάτι μεγάλο σαν αυτό των αγαπημένων μας ηρώων.
Πόσο τη ζηλέψαμε την ηρωίδα της Σαγκάν στο "Καλημέρα θλίψη" με την αχαλίνωτη ελευθερία της, τότε, στην αυστηρή μας εφηβεία, πώς ταυτίσαμε τον εαυτό μας με τη Σκάρλετ Ο'Χάρα στο "Όσα παίρνει ο άνεμος" λαχταρώντας να βρεθεί και για μας ένας Ρεντ Μπάτλερ, πόσο ζωντανή κρατάμε μέσα μας την εικόνα της "Ρεβέκκας" να κατεβαίνει πανέμορφη, μέσα στην άσπρη της τουαλέτα, τη σκάλα του πύργου της τη βραδιά του χορού! Πόσο τη δειλή πρωταγωνίστρια του "Αύριο όλα θα πάνε καλύτερα" τη νιώσαμε και την αγαπήσαμε! Κι η Φράνσι Νόλαν, "Το δέντρο που μεγάλωσε στο Μπρούκλιν" ήτανε φίλη παιδική μας. Ήταν η ίδια η νιότη μας που ασφυκτιούσε κι αγωνιζόταν ν' ανοίξει ένα παράθυρο στον κόσμο. Ήταν όλα τα συναισθήματα, οι αμφιβολίες, η χαρά κι η λύπη των δεκαέξι μας χρόνων. Κλάψαμε μαζί της στην πρώτη της ερωτική απογοήτευση κι επιθυμήσαμε μ' όλη τη δύναμη της νεανικής μας καρδιάς να 'χαμε κι εμείς μια μητέρα γεμάτη στοργή και κατανόηση που θα μας ψιθύριζε όπως η μητέρα εκείνης "Θα ξαναείσαι ευτυχισμένη, δε θα ξεχάσεις όμως ποτέ"!
Κι εκείνοι οι Κινέζοι της Περλ Μπακ-αχ, εκείνη η Μάνα- κι εκείνοι οι γιατροί του Κρόνιν, πόσες ώρες μας κράτησαν συντροφιά, πόσο τους νιώθαμε σαν ανθρώπους της γειτονιάς μας!
Κι ήρθαν ύστερα τα βιβλία της ωριμότητας, τα βιβλία των μεγάλων οραματισμών, της βαθιάς ενδοσκόπησης του εαυτού μας μέσω των άλλων. Ήταν ο Τολστόι και ο Ντοστογιέφσκι, ο Ουγκό και ο Σόμερσετ Μομ, ήταν οι πολύ δικοί μας, ο Βενέζης κι ο Καζαντζάκης, ο Μυριβήλης, ο Καραγάτσης...Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Τόσες σελίδες, τόσα ονόματα, τόσα αγαπημένα πρόσωπα. Ξεφυλλίζουμε ένα παλίο βιβλίο, βυθιζόμαστε στο μαγικό του κόσμο, μας συναεπαίρνει η ατμόσφαιρά του κι εκεί, σε κάποιο περιθώριο, ανακαλύπτουμε ξαφνικά μια σημείωση, διαβάζουμε πιο προσεκτικά μια υπογραμμισμένη φράση και ξαναβρίσκουμε αμέσως τον εαυτό μας των δέκα, των δεκαπέντε, των είκοσι χρόνων. Ξαναθυμόμαστε τους φίλους που διάβαζαν τα ίδια βιβλία, τις ατέλειωτες συζητήσεις μας γι' αυτά που διαβάζαμε, ξαναφέρνουμε στο νου τα είδωλά μας με νοσταλγία, κάποτε μ' απογοήτευση για τη διάψευση που μας επιφύλαξε ο χρόνος.
Από τότε ως σήμερα εκατοντάδες βιβλία, χιλιάδες σελίδες προστέθηκαν και προστίθενται στα αναγνώσματά μας. Νομίζω όμως πως εκείνη τη γοητεία, εκείνη τη μαγευτική εμπειρία των πρώτων νεανικών διαβασμάτων δεν θα τη ξαναβρούμε ποτέ πια.
Αγαπητή Ντόρα, αν έστω και με ένα μόνο αναγνώστη μπόρεσα να επικοινωνήσω, άξιζε τον κόπο αυτό το post. Εγώ σ' ευχαριστώ.
ΑπάντησηΔιαγραφή