"Μια απέραντη ξεγνοιασιά επικρατεί-οι ζωντανοί με τους ζωντανούς και οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους". Φράση που ακούγεται στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Βασίλη Γκουρογιάννη "Κόκκινο στην πράσινη γραμμή" (Μεταίχμιο, 2009). Μια φράση που μοιάζει να μας χαρακτηρίζει ως Κυπρίους για όποιον, ερχόμενος στην Κύπρο τώρα για πρώτη φορά, βλέπει τις πολυπληθείς παραλίες, τα πολυτελή ξενοδοχεία, τις γεμάτες νεολαία καφετέριες. Μοιάζει σαν να έχουμε ξεχάσει τα δεινά μας, σαν να μην έχουμε κανένα πρόβλημα. Αν κρίνω από τον εαυτό μου, ναι, θέλω να ξεχάσω. Κι ας ήταν για χρόνια μετά την εισβολή αναρτημένο παντού το σύνθημα "δεν ξεχνώ" κι ας το βλέπουμε ακόμα πότε-πότε να προβάλλει μισοσβησμένο. Θέλω να ξεχάσω επιτέλους, γιατί από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου έζησα μέσα στο θάνατο και τις συγκρούσεις. Πότε με τους Άγγλους, πότε με τους Τούρκους, πότε μεταξύ μας. Κι έρχονται βιβλία σαν αυτό του Γκουρογιάννη να ανασκαλίσουν τη μνήμη, να θυμίσουν "οικεία κακά", να μας ξυπνήσουν "πόνους παλιούς που μέσα μας κοιμούνται".
Ο άγνωστος κι αγνοημένος πόλεμος του 1974 (μα έγινε πόλεμος τότε;) και η συμμετοχή των Ελλαδιτών στρατιωτών σ' αυτόν, είναι το κεντρικό μοτίβο του βιβλίου. Αφορμή έδωσε το βιβλίο Ιστορίας της Στ΄Δημοτικού που ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων πριν από μερικά χρόνια. Οι βετεράνοι του '74 ζητούν να προστεθεί στις ελάχιστες γραμμές που το βιβλίο αφιερώνει σ' αυτόν τον πόλεμο, ακόμα μιάμιση γραμμή για τη δική τους συμμετοχή. Ο πρόεδρος της οργάνωσης ΝΟΜΕ (Νέα Οργάνωση Ελλήνων Μαχητών), που είναι και το κεντρικό πρόσωπο του μυθιστορήματος, έρχεται στην Κύπρο επικεφαλής μιας ομάδας βετεράνων που διοργανώνουν ένα συνέδριο, με σκοπό μέσα από τις αναμνήσεις, τις αφηγήσεις, τις μαρτυρίες τους, να μπορέσουν να συνοψίσουν τη μιάμιση γραμμή για να προστεθεί στο βιβλίο της Ιστορίας.
Ο συγγραφέας παρακολουθεί τους συνέδρους από την πρώτη μέρα της τριήμερης παραμονής τους στο νησί, που αρχίζει με κατάθεση στεφάνου στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας, όπου είναι θαμμένοι οι πεσόντες Ελλαδίτες, μέχρι την αναχώρησή τους από την Κύπρο. Ήδη από την πρώτη στιγμή, με το βαριεστημένο τρόπο που γίνεται η κατάθεση, που ψάλλεται ο Εθνικός Ύμνος, ενώ η σκέψη μέσα στο αυγουστιάτικο λιοπύρι της Λευκωσίας πετά προς μια ανακουφιστική παγωμένη μπίρα που τους περιμένει στο ξενοδοχείο, φαίνεται η ματιά με την οποία θα κοιτάξει το θέμα του ο συγγραφέας. Οι αναμνήσεις, όπως αυτές θα ξεδιπλωθούν μέσα από τις μαρτυρίες στο συνέδριο ή μέσα από τις ενδόμυχες σκέψεις και φαντασιώσεις του προέδρου, δεν έχουν τίποτα το ηρωικό. Αναμνήσεις που σχετίζονται με εγκλήματα πολέμου, με εκτελέσεις αιχμαλώτων, με την έλλειψη όπλων, με την απουσία οργανωμένης άμυνας, αλλά και με τη μάχη που έδωσε η ΕΛΔΥΚ και "έσωσε την τιμή της Ελλάδας". Οι αναμνήσεις και αφηγήσεις αγκαλιάζουν και το πραξικόπημα που, οργανωμένο από τη χούντα, ανέτρεψε τον πρόεδρο Μακάριο κι έγινε αφορμή για την Τουρκική εισβολή. Πότε τραυματίστηκε στο πόδι ο πρόεδρος των βετεράνων; Στην επίθεση εναντίον του ΡΙΚ (Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου), ήταν επομένως με το μέρος των πραξικοπηματιών ή κατά την τουρκική εισβολή πολεμώντας στο ύψωμα Κοτζάκαγια; Γιατί αμφισβητείται η γνησιότητα του τραυματισμού του; Τι τον βασανίζει και καταναλώνει συνεχώς αγχολυτικά; Στο κάτω-κάτω κι αν πήγε με τους πραξικοπηματίες τι έφταιγε αφού εκτελούσε διαταγές;
Με έξαιρετική περιγραφική ικανότητα και με συγκίνηση θα έλεγα (ή μήπως εγώ το βλέπω έτσι;) δίνεται η μετάβαση των συνέδρων στα Κατεχόμενα και η συνάντησή τους με Τούρκους βετεράνους του ίδιου πολέμου. "Οι αλήθειες των άλλων" προβάλλουν συχνά στο βιβλίο κι είναι βέβαιο πως στη δική μας πλευρά θα προκαλέσουν αντιδράσεις. "Ας όψονται οι αίτιοι" είναι μια φράση που ακούγεται συχνά στην Κύπρο, όταν σκεφτόμαστε την κατάστασή μας. Ποιοι όμως είναι οι αίτιοι; "Η συγκεκριμένη φράση είναι δίκοπο μαχαίρι όταν ακούγεται από Κυπρίους αυτής της ηλικίας και πάνω. Αίτιος μπορεί να είναι ή ο Μακάριος ή ο Γρίβας ή η χούντα των Αθηνών ή οι Εγγλέζοι ή η ΕΟΚΑ Β΄ κτλ."
Δυσκολεύεται να πιστέψει κανείς ότι ο Γκουρογιάννης δεν πολέμησε στην Κύπρο τότε. Είναι τόση η γνώση τόπων, γεγονότων, λεπτομερειών που μόνο η μελέτη των πηγών τις οποίες και παραθέτει δεν θα μπορούσε από μόνη της να κάνει τόσο πειστική την αφήγησή του. (Από τις ελάχιστες ανακρίβειες που επεσήμανα είναι το χωριό όπου έγιναν σφαγές Τούρκων, που λέγεται Τόχνη και όχι Πόχνη, καθώς και η προσπάθεια απόδοσης της κυπριακής προφοράς που ασφαλώς δεν ήταν εύκολο να αποδοθεί σωστά).
Η μυθιστορηματική εκμετάλλευση του '74 στην Κύπρο χρειαζόταν μεγάλη τόλμη. Μια καυτή πατάτα στα χέρια του συγγραφέα, όμως ο Γκουρογιάννης κατάφερε να μην τον τσουρουφλίσει. Αν κάτι μένει στο τέλος στον αναγνώστη, είναι η καταδίκη του πολέμου, του κάθε πολέμου. Όσο για την Κύπρο..."τώρα καλύτερα να λησμονήσουμε...Δε φελά να μιλάμε".
Καλησπέρα, αγαπητή anagnostria. Όσο καλά κι αν είναι αυτού του είδους τα βιβλία, καταλαβαίνω πως μόνο πόνο θα προκαλούν στους αναγνώστες, ιδιαίτερα αν έχουν ζήσει τα γεγονότα από κοντά....Γιατί πάντα θα κυριαρχεί στη σκέψη μας ένα πολύ μεγάλο "ΓΙΑΤΙ?".
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου Mike. Εκ των υστέρων νομίζω ξέρουμε (όσοι τουλάχιστον σκεφτόμαστε χωρίς φνατισμούς) το γιατί. Το θέμα είναι αυτοί που απφασίζουν για τις τύχες μας να μπορούν να προβλέπουν τις συνέπειες και να ενεργούν ανάλογα πριν και όχι μετά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα. Το "ΓΙΑΤΙ" είναι για τους αδικοσκοτωμένους, είναι για τις "χαμένες πατρίδες", είναι για όλα όσα έγιναν, κάναμε-δεν κάναμε, προσπάθειες.... με σκοπό ΠΟΙΟ? Νομίζω πως ΟΛΑ ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΛΑΘΟΣ! Αλλά το πραξικόπημα ήταν ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ (έτσι πιστεύω).
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμφωνώ μαζί σου για το πραξικόπημα, αγαπητέ Mike. Σκέψου όμως και όσα προηγήθηκαν. Το θέμα πάει πολύ πιο πίσω.
ΑπάντησηΔιαγραφή