Πέμπτη, Νοεμβρίου 06, 2014

Η ζωή είναι αγάπη

Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου
Η ζωή είναι αγάπη
Ψυχογιός, 2014


Έχω διαβάσει όλα τα βιβλία της Γιόλας κι έχω γράψει για αρκετά από αυτά. Νομίζω πως το «Η ζωή είναι αγάπη» είναι το πιο «εσωτερικό», το πιο ώριμό της βιβλίο. Την υπόθεση θα μπορούσαμε να την πούμε με τρεις γραμμές. Άλλωστε, μας τη δίνει και το οπισθόφυλλο και εν μέρει την πληροφορούμαστε από το πρώτο κιόλας κεφάλαιο. Ένα νέο κορίτσι, με όλη τη ζωή και όλα τα όνειρα μπροστά του, μια βραδιά χαράς και διασκέδασης, μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, σ’ ένα αυτοκινητικό δυστύχημα, γίνεται τετραπληγική, καρφωμένη για πάντα σ’ ένα αναπηρικό καροτσάκι. Αυτό είναι όλο κι όλο το θέμα. Ποια στάδια όμως περνάει, πώς διαμορφώνεται η ζωή της από δω και πέρα, πώς αντιμετωπίζει αυτό που της έτυχε; Μπορεί μια τετραπληγική να γνωρίσει τον έρωτα; Να γευτεί τη χαρά της μητρότητας; Πώς μπορεί να γίνει ευτυχισμένη μια κοπέλα που ακινητοποιείται για πάντα; Όλα αυτά και πολλά ακόμα θέματα θίγονται, προβληματίζουν, κάνουν τον αναγνώστη να γυρίζει ανυπόμονα τις σελίδες, παρασυρμένος από την αφήγηση της Ιάνθης.
Ιάνθη λέγεται  η ηρωίδα του μυθιστορήματος. Το 1986 ήταν ένα δεκαεννιάχρονο ωραίο κορίτσι γεμάτο όνειρα για τη ζωή. Μαζί με τέσσερις αχώριστες φίλες ζουν ξένοιαστα τα χρόνια της εφηβείας και της ενηλικίωσης. Μαζί με τα όνειρα και τα σχέδιά τους για το μέλλον, νιώθουν τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα, διασκεδάζουν τα βράδια, χορεύουν στα «ορθάδικα», βλέπουν με αισιοδοξία τη ζωή που απλώνεται μπροστά τους. Ειδικά η Ιάνθη ονειρεύεται να γίνει δημοσιογράφος, ήδη αρχίζει να δημοσιεύει χρονογραφήματα σε μια εφημερίδα, ενώ συχνά καταφεύγει και στην ποίηση. Όμως όλα αυτά τα όνειρα και τα σχέδια, όλη αυτή η χαρά και η αισιοδοξία της ζωής, μέσα σε μια μόνο στιγμή συντρίβονται και γίνονται κομμάτια. Το σταματημένο ρολόι του οπισθόφυλλου, μια εικόνα που επαναλαμβάνεται στην αρχή κάθε κεφαλαίου, συμβολίζει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο το σταμάτημα, το πάγωμα του χρόνου σε μια μόνο στιγμή. Φεύγοντας από μια νυχτερινή διασκέδαση, το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο αγαπημένος της, αναπτύσσοντας ιλιγγιώδη ταχύτητα, προσκρούει σ’ ένα πάσσαλο κι όλα τελειώνουν για την Ιάνθη.
Από την παρουσίαση του βιβλίου στη Λευκωσία
Πολύ συχνά, δυστυχώς, ακούμε παρόμοιες ειδήσεις. Λυπούμαστε, ακόμα κι αν πρόκειται για άγνωστά μας πρόσωπα, όταν το αποτέλεσμα τέτοιων δυστυχημάτων είναι ο θάνατος. Κι όταν ακούσουμε ότι κάποιος μόνο  «τραυματίστηκε σοβαρά», αισθανόμαστε σίγουρα μια ανακούφιση. Σκεφτόμαστε άραγε πως αυτό το «τραυματίστηκε σοβαρά» μπορεί κάποτε να είναι χειρότερο και από το θάνατο; Σκεφτόμαστε τι σημαίνει να είσαι ακινητοποιημένος, να εξαρτάσαι απόλυτα από τους άλλους, να μην έχεις ποτέ μια ιδιωτική στιγμή;
Τα πρώτα συναισθήματα, όταν η Ιάνθη συνειδητοποιεί την κατάστασή της είναι θυμός (γιατί να μου συμβεί εμένα αυτό;) άρνηση (όχι, δεν είναι δυνατό να μείνω έτσι, θα γίνω καλά) και απόρριψη του οίκτου. Δεν θέλει να δει κανένα, ούτε τις αχώριστες φίλες της, δεν μπορεί να ανεχτεί το να τη λυπούνται. Όταν μεταφέρεται σε νοσοκομείο της Αγγλίας, την περιμένει ένα άλλο σοκ. Το σοκ από τη δήλωση του Άγγλου γιατρού ότι δεν υπάρχει περίπτωση αλλαγής της  κατάστασής της. Ότι είναι τετραπληγική και θα μείνει για πάντα έτσι. Θα πρέπει, επομένως, να μάθει να ζει με την κατάστασή της. «Ο χώρος γύρω μου έγινε ξαφνικά πολύ μικρός. Η ψύχρα της φωνής του σκόρπισε παγωνιά στους τοίχους, στις πόρτες και εισχωρούσε μέσα μου σαν καταψύκτης, σαν βοριάς που παγώνει. Ένα μουγκρητό πόνου βγήκε απ’ το στέρνο μου και μετά έμεινα λιπόθυμη. Δε θυμάμαι πολλά από τις επόμενες ώρες, από τις επόμενες μέρες. Ήταν σαν να πετούσα σ’ ένα ακαθόριστο σκοτάδι… Είναι τρομακτικό να σκοτώνεις την ελπίδα, να κλειδώνεις τα όνειρα, να διαγράφεις τη ζωή. Ποια ζωή; Δεν υπήρχε ζωή! Ήμουν είκοσι χρόνων και δεν μπορούσα να περπατήσω, δεν μπορούσα να χρησιμοποιήσω τα χέρια μου, και το κεφάλι μου ήταν δεμένο με γάντζους  για να μένει όρθιο!»
Όμως, αυτή ακριβώς η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας είναι που τη βοήθησε ώστε να μάθει όχι μόνο να ζει αλλά και να ξεπεράσει το πρόβλημά της. Ανεκτίμητη υπήρξε η βοήθεια του γιατρού της, του νοσηλευτικού προσωπικού, των άλλων παραπληγικών που ζούσαν εκεί. Μήνες μένει στο αγγλικό νοσοκομείο. Γυρίζει στην Κύπρο χωρίς να φορά τις γόβες που τόσο αισιόδοξα είχε πάρει μαζί της προσμένοντας το θαύμα. Μήπως όμως δεν είναι θαύμα αυτά που κατάφερε μετά στη ζωή της; Μαθαίνει να χειρίζεται τον υπολογιστή με μια ανεπαίσθητη κίνηση του μικρού δαχτύλου του αριστερού χεριού (τη μόνη κίνηση που μπορεί να κάνει), ξαναπαίρνει τη στήλη της στην εφημερίδα και αφοσιώνεται στον αγώνα για βελτίωση των συνθηκών ζωής των  παραπληγικών, συνθηκών τόσο δυσμενών στον τόπο μας. Κι όλα αυτά ενώ δεν παύει να ανεβαίνει τον προσωπικό της Γολγοθά. Δεν είναι μόνο η ακινησία. Η ακινησία συνεπάγεται πολλά άλλα προβλήματα. Προβλήματα στα νεφρά, πυρετούς, μολύνσεις. Αλλά και ψυχολογικά. Πότε μελαγχολεί, πότε οργίζεται ή γίνεται δύστροπη. Άλλοτε πάλι αναρωτιέται: «Υπάρχει Θεός; Κι αν υπάρχει γιατί δε μ’ άφησε να πεθάνω ή να με άφηνε παραπληγική… θα μπορούσα τουλάχιστον να χρησιμοποιώ τα χέρια μου». Μήπως υπάρχει μια μοίρα που καθορίζει τη ζωή μας από τη στιγμή που γεννιόμαστε; Αναρωτιέται. Όμως τις στιγμές αυτές δεν αργεί να διαδεχτεί η αισιοδοξία, η αγάπη για τη ζωή, ο αγώνας για τη δική της πρόοδο και το γενικότερο καλό. Κι όταν ο έρωτας θα χτυπήσει την πόρτα της καρδιάς της δυσκολεύεται να το πιστέψει. Κι όμως είναι αλήθεια. Όχι μόνο παντρεύεται, αλλά αποκτά κι ένα παιδί και τη βλέπουμε στο πρώτο κεφάλαιο να ετοιμάζεται για να πάει στην αποφοίτηση του γιου της από το Πανεπιστήμιο. Το θαύμα που οι δικοί της και η ίδια περίμεναν να γίνει δεν έγινε. Μήπως όμως είναι μικρότερο θαύμα ο έρωτας, ο γάμος, η γέννηση του παιδιού της;
Είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος με τον οποίο η συγγραφέας μετουσίωσε λογοτεχνικά μια πραγματική ιστορία. Πρότυπό της υπήρξε, όπως ομολογεί στον πρόλογό της, ένα κορίτσι που είχε τη μοίρα της Ιάνθης. Μίλησε για ώρες μαζί της, επισκέφθηκε το κέντρο παραπληγικών, έμαθε πολλά για τη ζωή τους, για τη ψυχολογία τους. Δεν είναι βιογραφία, δεν καταγράφει απλώς τη ζωή της κοπέλας που γνώρισε. Αυτό θα ήταν πιθανόν δημοσιογραφία, όχι όμως λογοτεχνία. Ταυτίστηκε με την ηρωίδα της, μπήκε στη θέση της και απέδωσε με τρόπο λογοτεχνικά άρτιο όλα τα συναισθήματα, τις σκέψεις, την πορεία της ζωής μιας τετραπληγικής που δεν τα έβαλε κάτω, που αγωνίστηκε και βίωσε την ευτυχία. Ρεαλισμός και λυρισμός, εξωτερικές περιγραφές και εσωτερικότητα συνδυάζονται αρμονικά στο βιβλίο. Ένα βιβλίο που θα πρέπει να διαβαστεί όχι μόνο από τους νέους που ασυλλόγιστα διακινδυνεύουν τη ζωή τους, όχι μόνο από όσους η μοίρα καθήλωσε σ’ ένα αναπηρικό καροτσάκι, αλλά από τον καθένα μας. Γιατί μέσα από την τραγική ιστορία αναδύεται μια απέραντη αισιοδοξία, γιατί διαβάζοντάς το συνειδητοποιούμε πως «Η δύναμη του ανθρώπου δεν έχει όρια».
Παρουσίαση του βιβλίου στη Λευκωσία. Βιβλιοπωλείο "Πάργα", 5/11/2014




2 σχόλια:

  1. Ήταν μια υπέροχη παρουσίαση αγαπημένη μου Κίκα, όπως όλες άλλωστε. Σε ευχαριστώ που είσαι πάντα πλάι μου και μου δίνεις θάρρος να κάνω το επόμενο βήμα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή