Δευτέρα, Ιουλίου 02, 2018

Οι λεηλάτες του μεσημεριού

Αθηνά Τσάκαλου
Οι λεηλάτες του μεσημεριού
Οι εκδόσεις των συναδέλφων, 2018
Είναι κάποια βιβλία που από την πρώτη σελίδα είναι σαν να σε αρπάζουν από τον λαιμό. Δεν  μπορείς να τους ξεφύγεις, δεν μπορείς να αναβάλεις το διάβασμά τους. Η πρώτη σελίδα οδηγεί αναπόφευκτα στη δεύτερη, γυρίζεις βιαστικά τη μια μετά την άλλη, αχόρταγα προχωρείς και ολοένα θέλεις κι άλλο κι άλλο...
Αυτό μου συνέβη και με το βιβλίο "Οι λεηλάτες του μεσημεριού" της άγνωστής μου συγγραφέως Αθηνάς Τσάκαλου, που είχε την καλοσύνη να μου στείλει. Ευτυχώς. Ποιος ξέρει αν θα το συναντούσα ποτέ κι αν το συναντούσα αν θα του έδινα την οποιαδήποτε σημασία.
Η Λένη -προσωπείο, υποθέτω της συγγραφέως- θυμάται. Θυμάται και γράφει. Είναι σαν ένα requiem, ένα μεταθανάτιο αφιέρωμα στον αδελφό της. Συνομιλίες και όνειρα, αναπολήσεις και οράματα, ανάπλαση μιας περασμένης ζωής και οραματισμοί για το μέλλον. Η ζωή στο φτωχό, ορεινό χωριό αναπλάθεται μ΄ολη την αγάπη, τη νοσταλγία, τον καημό για μια εποχή περασμένη. Έθιμα, πρόσωπα του χωριού και οι τραγικές τους ιστορίες, η δύσκολη ζωή, η φτώχεια, το κρύο. Το χιόνι πλημμυρίζει κάθε σελίδα του βιβλίου. Κι ανάμεσα μια οικογένεια. Η Λένη, ο αδελφός της Σταύρος, δυο χρόνια μεγαλύτερος, η μάνα, μια υπέροχη μορφή μάνας. Καρτερική, γεμάτη καλοσύνη, αγάπη, στοργή, κατανόηση, έτοιμη να στερηθεί για να δώσει. Δουλεύει τη γη, γίνεται μητέρα και πατέρας ταυτόχρονα για τα δυο ανήλικα παιδιά της, όταν ο άντρας της χάνεται για δέκα χρόνια μετανάστης στη Γερμανία. Κι όταν εκείνος ξαφνικά γυρίζει, τα δυο παιδιά δυσκολεύονται να τον αναγνωρίσουν. Μια πονεμένη κραυγή, κραυγή διαμαρτυρίας ακούγεται από τη Λένη για το τέρας της μετανάστευσης.
Τα χρόνια περνούν. Η ζωή τους μετά την άφιξη του πατέρα κάπως βελτιώνεται. Τα παιδιά μεγαλώνουν, πάνε στην Αθήνα για σπουδές. Οι σκέψεις της Λένης ξεδιπλώνονται συνειρμικά. Η ανάμνηση εθίμων του χωριού, εκδηλώσεων που διάνθιζαν με λίγες στιγμές χαράς τη δύσκολη ζωή, το καθιερωμένο πριν τα Χριστούγεννα σφάξιμο του γουρουνιού, οι γιορτές του Πάσχα εναλλάσσονται με τις συζητήσεις με τον αδελφό της που πιστεύει σ' ένα όραμα, σ' έναν καλύτερο κόσμο για τον οποίο και αγωνίζεται. Πολλά πράγματα βέβαια πέρα από την ιδεολογία και τους οραματισμούς του δεν αποκαλύπτει στην αδελφή του. Αλλά ένα απόγευμα η μορφή του αδελφού της γεμίζει την οθόνη της τηλεόρασης. Η ανακοίνωση ότι πρόκειται για αναρχικό που σκοτώθηκε σε συμπλοκή με την αστυνομία, την αφήνει κεραυνόπληκτη. Η κηδεία του στο χωριό, η βίωση του πένθους, τα ταφικά έθιμα και πάνω απ' όλα ο πόνος της μάνας, χαράσσουν ανεξίτηλες εικόνες στη σκέψη του αναγνώστη.
Η συγγραφέας είχε να επιτελέσει ένα πολύ δύσκολο έργο. Να ισορροπήσει ανάμεσα στην ιδεολογία και τους οραματισμούς του αδελφού της στους οποίους και η ίδια πιστεύει και στον τρόπο επίτευξής τους. (Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι η ίδια η συγγραφέας, κατά δική της ομολογία, έχει δυο παιδιά στη φυλακή, που καταδικάσστηκαν για συμμετοχή στην αναρχική οργάνωση Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς). Νομίζω πως πέτυχε το σκοπό της. Αφενός ξεδιπλώνει την ιδεολογία που κινεί τον Σταύρο και την ομάδα του κι από την άλλη διατηρεί τη δική της ουδέτερη στάση ή και αντίθεση απένατι στις επαναστατικές, παράνομες δράσεις που αποσκοπούν στην υλοποίηση αυτής της ιδεολογίας. "Πώς θα ήθελα να υπάρχει κι ένας άλλος τρόπος πολέμου. Όχι ο δρόμος της φωτιάς σαν μόνος δρόμος αλλαγής, αλλά να πολεμήσουμε το κακό και την απελπισία με τη δοξολογία του καλού, του καλού που υπάρχει", σκέφτεται πως θα' πρεπε να είχε πει στον αδελφό της.
Την ίδια δυσκολία αισθάνομαι κι εγώ στην προσπάθειά μου να αποδώσω τον τρόπο σκέψης, την ιδεολογία που κινεί τον Σταύρο στη δράση, όπως αυτή αποτυπώνεται στους πολύ ενδιαφέροντες διαλόγους με την αδελφή του ή όπως διεξάγονται μετά τον θάνατό του μεταξύ της κοπέλας του και της Λένης. Νομίζω πως δεν κατάφερα να αποδώσω όπως το ένιωσα και όπως θα ήθελα αυτό το εξαιρετικό βιβλίο. Η καταπληκτική περιγραφική δύναμη, η συναισθηματική φόρτιση, οι αξεπέραστες εικόνες από τη φύση, η δύσκολη ζωή ενός ορεινού χωριού που σιγά-σιγά ερημώνει, οι διαλογικές συζητήσεις, η θρησκευτική αύρα, όλα με γοήτευσαν και με συνάρπασαν. Πώς να συνδυάσω τη γοητεία όλων αυτών με την έντονη αντίθεσή μου στον τρόπο δράσης των αναρχικών ομάδων; Το μεγάλο ερώτημα παραμένει: Μπορεί να αλλάξει ο κόσμος με την ένοπλη δράση αυτών των ιδεολόγων; Μήπως υπάρχουν άλλοι τρόποι;

1 σχόλιο:

  1. Ως συνήθως, πιστεύω πως είναιπολύ καλή η παρουσίαση του βιβλίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή