Κλείνω το μυθιστόρημα του νέου Αμερικανού συγγραφέα Τζόναθαν Σάφραν Φόερ "Εξαιρετικά δυνατά και απίστευτα κοντά" (Μελάνι, 2009, μετ. Ελένη Ηλιοπούλου) και μένω για ώρα συλλογισμένη να αναρωτιέμαι γιατί μου άρεσε αυτό το παράξενο, αινιγματικό, ενίοτε δυσκολονόητο (θα μπορούσα υπερβάλλοντας να το χαρακτηρίσω σουρρεαλιστικό) μυθιστόρημα. Υπάρχουν σελίδες στις οποίες δυσκολεύεσαι να καταλάβεις ποιος μιλά, καθώς το αφηγηματικό εγώ αλλάζει χωρίς προειδοποίηση, υπάρχει όμως στο κύριο σώμα του έργου η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του εννιάχρονου Όσκαρ Σελ, που κάνει το σύνολο ακαταμάχητα γοητευτικό.
Θα πρέπει βεβαίως να προσαρμοστούμε στη λογοτεχνική σύμβαση για να δεχτούμε την ωριμότητα, τις γνώσεις, τη στοχαστικότητα, την τόλμη, την ευφυΐα που διαθέτει ο μικρός Όσκαρ και που ξεπερνά κατά πολύ τη χρονολογική του ηλικία. Ο πατέρας του έχει πεθάνει στους Δίδυμους Πύργους κατά την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου. Η θλίψη για το χαμό του πατέρα, η συμβολική αναζήτησή του σ' όλη τη Ν. Υόρκη, καθώς ο μικρός ψάχνει να βρει τι άνοιγε ένα κλειδί που βρήκε τυχαία στα πράγματα του πατέρα του, διαποτίζει ολόκληρο το βιβλίο. Ακούει ξανά και ξανά τον αυτόματο τηλεφωνητή όπου είχαν καταγραφεί τα τελευταία μηνύματα του πατέρα του, όταν τηλεφωνούσε μετά το χτύπημα και δεν σήκωνε κανείς το τηλέφωνο. Τριγυρίζει στους δρόμους και στις γειτονιές της Ν. Υόρκης, η σκηνή στο Εμπάιαρ Στέιτ Μπίλντιγκ του δίνει την ευκαρία να αναφερθεί λεπτομερώς σ' ένα από τα πιο εμβληματικά σημεία της πόλης και παντού η σκέψη του πατέρα τον ακολουθεί.
Αντιδρά στη φιλία της μητέρας του μ' έναν άλλο άντρα, οδηγείται σε ψυχίατρο για να ξεπεράσει τη θλίψη του και με μια λογική αφέλεια αναρωτιέται: "Δεν καταλάβαινα για ποιο λόγο χρειαζόμουν βοήθεια, αφού εμένα μου φαινόταν ότι πρέπει να έχεις βαριά καρδιά όταν ο μπαμπάς σου πεθάνει, κι αν δεν έχεις βαριά καρδιά τότε είναι που χρειάζεσαι βοήθεια".
Μένει στον 5ο όροφο μιας πολυκατοικίας, επικοινωνεί με τη γιαγιά του που μένει απέναντι με γουόκι τόκι, πιάνει φιλία μ' έναν υπεραιωνόβιο και μαζί του τριγυρίζει αναζητώντας αυτό που άνοιγε με το κλειδί. Στη σχολική παράσταση παίζει τον Γιόρικ (που στο έργο είναι μόνο το κρανίο που κρατάει ο Άμλετ συλλογιζόμενος για τη ζωή και το θάνατο), γράφει γράμματα στον αστροφυσικό Στήβεν Χόκινς και παθιάζεται με τα τραγούδια των Μπητλς. Έχει τρομερή φαντασία και πλάθει με το νου του ένα σωρό φανταστικές εικόνες όταν τον πιάνει η αϋπνία.
Η αφήγηση του Όσκαρ διακόπτεται με κεφάλαια στα οποία, μέσω επιστολών, ο παππούς του απευθύνεται στον γιο του (και πατέρα του Όσκαρ), τον οποίο δεν είχε γνωρίσει ποτέ, μια και εγκατέλειψε τη γυναίκα του (γιαγιά του Όσκαρ) όταν εκείνη έμεινε έγγυος. Κάποιες άλλες επιστολές απαυθύνονται στον Όσκαρ από τη γιαγιά του. Μπορεί μέσα από τις επιστολές να μαθαίνουμε όλη την προϊστορία και τις απώλειες της οικογένειας, όμως θα προτιμούσα να υπάρχει μόνο η παιδική αφήγηση. Βρήκα επίσης περιττές τις εικόνες του βιβλίου που σχετίζονται με καταστάσεις που αναφέρονται στο κείμενο, όπως για παράδειγμα η φωτογραφία κάποιου που πέφει στο κενό από τους Δίδυμους Πύργους. Μια εικόνα που απασχολεί πολύ τον Όσκαρ. Έχω την άποψη πως ο δυνατός λόγος (και είναι δυνατός ο λόγος του Φόερ) δεν έχει ανάγκη από οπτικοποίηση.
Ο στόχος του συγγραφέα νομίζω πάει πολύ πιο πέρα από την ψυχογράφηση του μικρού Όσκαρ και των συνεπειών του ξαφνικού και αναίτιου θανάτου για τους επιζώντες. Ο Φόερ βρίσκει τρόπο να εμπλέξει στο μυθιστόρημά του το βομβαρδισμό της Δρέσδης κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (μήπως κι αυτός δεν ήταν μια παράλογη και άσκοπη καταστροφή μια και ο πόλεμος είχε πια κριθεί;), αλλά ακόμη και με την ατομική στη Χιροσίμα. "Δεν έχει σημασία τι στολή φοράνε οι στρατιώτες. Δεν έχει σημασία πόσο καλά είναι τα όπλα. Σκέφτηκα ότι αν μπορούσαν όλοι να δουν όσα είδα εγώ, δεν θα είχαμε ποτέ ξανά πόλεμο", λέει ο Ιάπωνας από τον οποίο ο Όσκαρ είχε πάρει συνεντευξη.
Παρά τους αχρείαστους, κατά τη γνώμη μου, μοντερνισμούς και τις κάποιες ενστάσεις μου, το βιβλίο του Φόερ μου άρεσε πολύ.
Παρά τους αχρείαστους, κατά τη γνώμη μου, μοντερνισμούς και τις κάποιες ενστάσεις μου, το βιβλίο του Φόερ μου άρεσε πολύ.
Αυτές τις μέρες και αυτές τις ώρες διαβάζω το "Εξαιρετικά δυνατά και απίστευτα κοντά" του Τζ. Σάφραν Φόερ…. Το βιβλίο μολάει και αυτό για τΙς ώρες των ζωών που τις ζουν απλοί άνθρωποι. Άνθρωποι ήρωες των δικών τους ωρών, ωρών απώλειας, απώλειας και οδύνης, και άλλων ωρών συγκρατημένα αισιόδοξων που γίνονται κατόπιν εκρηκτικά αισιόδοξων, και άλλων ωρών ευτυχίας, και άλλων μοναξιάς.Για εμένα ο Φόερ είναι ο νέος Κάνιγχαμ.
ΑπάντησηΔιαγραφή