Τις πιο πολλές φορές, για όλους εμάς που η αγάπη του διαβάσματος γίνεται αδηφάγος μανία, απ' τα τόσα βιβλία που διαβάζουμε, όταν περάσει καιρός, εκείνο που μένει στη μνήμη δεν είναι πια οι λεπτομέρειες. Είναι η γενική εικόνα, το άρωμα του βιβλίου, η ανάμνηση της γενικής ατμόσφαιράς του.
Νομίζω πως από το βιβλίο της Γαλλίδας δημοσιογράφου και συγγραφέως Μισέλ Μανσό "Γιατί όχι στη Βενετία; (Καλέντης 2002, μετ. Λήδα Παλλάντιου), όταν θα το αναπολώ μετά από καιρό, εκείνο που θα μείνει θα είναι μια κατάσταση θλίψης, φθοράς, η ατμόσφαιρα της Βενετίας όπως η λογοτεχνία την έχει αποτυπώσει, αλλά ταυτόχρονα και η φθορά της ανθρώπινης ύπαρξης, η ζωή που φεύγει.
Την υπόθεση του μυθιστορήματος αυτού θα μπορούσε να την αποδώσει κάποιος σε δύο μόνο γραμμές: ένα ερωτευμένο ζευγάρι, μια Γαλλίδα συγγραφέας που δεν βρίσκεται πια στην πρώτη νεότητα κι ένας νεαρός φοιτητής επισκέπτονται για λίγες μέρες τη Βενετία. Αυτό. Τίποτ' άλλο. Όμως η αξία και το ενδιαφέρον του βιβλίου δεν βρίσκονται στην πολυπλοκότητα του μύθου, ούτε ανταποκρίνονται στη συνήθη επιθυμία του αναγνώστη "να δούμε τι θα γίνει παρακάτω". Εδώ απολαμβάνεις την αργή περιδιάβαση σ΄αυτή την πόλη του νερού, στα κανάλια, στις πλατείες, στις εκκλησιές, στην όπερα, στις γειτονιές, στα μουσεία με τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς. Και συνάμα σκέψεις για την τέχνη, τη ζωή, τον έρωτα, το χρόνο, τη συγγραφή. Σύντομοι διάλογοι, μια εμφανής πνευματική διαφορά μεταξύ των δύο εραστών, που δεν οφείλεται μόνο στη διαφορά της ηλικίας, τα πάντα ιδωμένα μέσα από τη διανοητική επεξεργασία εκείνης, συνθέτουν το ύφος του βιβλίου.
Και συνεχώς στο φόντο η Βενετία με κρίσεις και χαρακτηρισμούς που συνεχώς αναφύονται:
-"Ολόκληρη αυτή η πόλη είναι ένα θέατρο. Αέναα διασκεδαστική. Διασκεδαστική και θανάσιμη".
-"Η Βενετία ήταν υγρή, ανοιχτή σε όλα τα καπρίτσια, ίδια μήτρα, και συνάμα κλειστή, αναδιπλωμένη στο εύθραυστο στοιχείο της, περιμένοντας την παρακμή της".
-"...προφέροντας το όνομα Βενετία, ξέρει ήδη κανείς ότι αυτή η πόλη φέρει τη σφραγίδα της μοναδικότητας".
Ακόμα όμως και σ' αυτή την ονειρική πόλη η ηλικιωμένη συγγραφέας "περιέφερε τη μοναξιά της". Κι ας είναι μ' ένα νεαρό ερωτικό σύντροφο. Εκείνη αναλογίζεται την περασμένη της ζωή, ένα μεγάλο έρωτα, χαμένο τώρα πια, τα χρόνια που τη βαραίνουν.
-"Τι τερατώδες! Θα γεράσει. Όχι αργότερα. Τώρα, αύριο, αμέσως, κιόλας. Λένε ότι η ηλικία του καθενός εξαρτάται από το πώς αισθάνεται, ότι γερνάει όταν το θέλει. Τι ψέμα! Είναι κανείς γέρος όταν το σώμα του δεν είναι πια ποθητό".
-"Τα γηρατειά τρυπώνουν τόσο ύπουλα που δεν γνωρίζει κανείς την αρχή τους. Μια μέρα, κάποιος σας λέει: "Είστε ίδιος", και αυτό είναι το σημάδι ότι έχετε κιόλας γεράσει".
-" Γερνώ σημαίνει επίσης: οι φαντασιώσεις μου πετούν και χάνονται".
Η ποιητικότητα που χαρακτηρίζει επίσης το βιβλίο είναι τέτοια, που σε κάνει ενώ απολαμβάνεις την ανάγνωση και στη μετάφραση, να εύχεσαι να μπορούσες να το διαβάσεις και στο πρωτότυπο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου