Την παρακολουθώ. Χρόνια τώρα. Και δεν απορώ γιατί είναι τόσο δημοφιλής, ούτε γιατί κατόρθωσε να φέρει τον κόσμο κοντά στην ποίηση, σ' αυτούς τους τόσο αντιποιητικούς καιρούς. Ούτε γιατί οι ποιητικές της συλλογές μπαίνουν στον κατάλογο των ευπώλητων. Δεν απορώ. Γιατί χωρίς να προδίδει την ποίηση, διατηρώντας την κρυπτικότητα, την υπαινικτικότητα, το συμβολισμό, τη μεταφορά, την καινοτόμα, απροσδόκητη χρήση των λέξεων, παραμένει διαυγής, μεταγγίζοντας άμεσα στον αναγνώστη σκέψεις και συναισθήματα.
Κρατάω στα χέρια μου (ηλεκτρονικά αγορασμένη) την ποιητική συλλογή "Τα εύρετρα" (Ίκαρος, 2010). Τη διαβάζω ξανά και ξανά. Προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω τα μυστικά της τέχνης της. Να δω πού έγκειται αυτή η γοητεία που ασκεί. Κάποτε κουβεντιάζει με ή για το Θεό. Άλλοτε με την ίδια την ποίησή της. Κάποτε με τις λέξεις ζωγραφίζει τοπία, αναπαριστά σκηνές. Και πάντα στο τέλος ένας στίχος-έκπληξη, το απροσδόκητο που σε αφήνει ενεό, ν' απορείς μ' αυτό το εκπληκτικό εύρημα.
Άψυχα και αφηρημένες έννοιες προσωποποιούνται: Η ελπίδα "πάει να ψωνίσει για μας από δίπλα κάτι" (Στην ελπίδα II), η ερημιά κάποτε "έχει συλλαλητήριο στους δρόμους" (Κεραμεικός-Κυριακή). Αντικείμενο της ποίησης γίνεται η ίδια η ποίησή της:
Δεν τις πιστεύω τις λέξεις
αλλά ό,τι μου δίνουν το γράφω
(Η χρησιμότητα της δυσπιστίας)
Μορφάζει ειρωνικά στο θάνατο:
Στη στάχτη θα μ' εμπιστευτώ
...........................................
το χώμα μου πέφτει βαρύ
δεν μπορείς ν' ανασάνεις
σε πιέζουν από πάνω κι οι γλάστρες
που φέρνουν οι δικοί σου
(Ουσιώδης διαφορά)
Αντιστρέφει τις έννοιες:
ρίχνουμε τόνους χαρτί
και ό,τι άλλο μας παιδεύει
μέσα στις λέξεις
(Φταίμε κι εμείς)
Απ' όλη τη συλλογή στέκομαι ιδιαίτερα σε δυο ποιήματα. Το ένα μιλάει για θάνατο, το άλλο για ζωή. Ανεπανάληπτες, μοναδικές ποιητικές στιγμές. Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να διαβάσει το "Άσπρες πασχαλιές φιλούν έφηβο" χωρίς να βουρκώσει. Σ' αυτό το υπέροχο ποίημα βρισκόμαστε στην κηδεία ενός νέου που "αδρανούσε πάνω στη μόλις ηλικία του" (τι εύρημα αυτή η "μόλις ηλικία του"!).
Ο πατέρας. Σκυφτός. Απασχολημένος
βάναυσα να πνίγει
μέσα στη γούρνα των δακρύων του
ένα ένα τα αθώα του αναφιλητά
Δεν ξέρω γιατί δεν αναφέρεται η μητέρα, που συνήθως αυτήν πιο πολύ σκεφτόμαστε, όταν ένα παιδί πεθαίνει. Ίσως, χωρίς να δηλώνεται, να 'ναι αυτή που
ταρακούνησε το θαύμα ουρλιάζοντας
σήκω
Ή πάλι, μπορεί να' ναι κάποιος συνομήλικος φίλος. Τι δύναμη όμως κρύβει, πόση συμπύκνωση, πόσο συναίσθημα, πόση απόγνωση ο καταληκτικός στίχος:
Όμως δε φάνηκε Λάζαρος κανείς
Το δεύτερο ποίημα έχει τίτλο "Το κολατσιό" και είναι ένας ύμνος στην αθώα νεότητα. Ύμνος στη ζωή, αλλά κάτω απ' αυτόν κρύβεται και μια αδιόρατη θλίψη και νοσταλγία για τη χαμένη για την ποιήτρια πια νεότητα. Μια νεαρή μαθήτρια ή φοιτήτρια
ωραία ή απλώς άθικτη, στητή ακόμα
επάνω στον έφηβο μίσχο της
τρώει μια τυρόπιτα. Και η ποιήτρια, που φωτίζει ποιητικά την όλη σκηνή, παρακαλεί:
Μου δίνεις κι εμένα λίγο; της είπα
όχι, όχι απ' αυτό
θέλω μιαν άκρη μόνο
από αυτή την ντροπαλή βραδύτητα
με την οποία μασάει τη ζωή η νεότητά σου
να κόψω.
Άμεση, δυνατή, τρυφερή, συνδυάζει το ρεαλισμό με το συναίσθημα μοναδικά και γι' αυτό πιστεύω προσεγγίζει έτσι τον αναγνώστη, είναι από τις αγαπημένες μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα
Χωρίς να μπορώ να την απορρίψω, -καταλαβαίνω φυσικά ότι αρέσει σε πολύ κόσμο και ότι έχει ταλέντο-, εμένα δεν με συγκινεί. Νομίζω ότι με κουράζει κάπως η διαρκής προσπάθεια να δημιουργήσει ποιητικά λογοπαίγνια (ίσως δεν είναι σωστός ο όρος που χρησιμοποιώ αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορώ να βρω κάτι καλύτερο). Βέβαια μετά από τόσο μεγάλη επιτυχία, είναι λογικό να θέλει να επιμείνει στο είδος και την τεχνοτροπία που την έκαναν διάσημη.
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://peopleandideas.gr/2010/08/23/poetry/
Συμφωνώ, αγαπητή Silena. Γι' αυτό πιστεύω είναι τόσο δημοφιλής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαταλαβαίνω τι εννοείς, αγαπητή Λητώ. Πράγματι,είναι στιγμές που το παρακάνει, αλλά έχει και πολύ δυνατές στιγμές, έχει ποιητικά ευρήματα που σε σταματούν με την πρωτοτυπία τους, όπως τα δυο ποιήματα που αναφέρω, ειδικά το πρώτο. Όσες φορές και να το διαβάσω μου έρχονται αυθόρμητα δάκρυα.
ΑπάντησηΔιαγραφή