Αγόρασα το βιβλίο της Ντίας Μέξη-Τζόουνς "Πηνελόπη online" για δυο λόγους:1.Είναι ηλεκτρονικό, 2.Είναι φθηνό (5.99 ευρώ). Είναι ένα ευκολοδιάβαστο, εύπεπτο μυθιστόρημα που αποτελεί μια σάτιρα της ηλεκτρονικής εποχής μας, γιατί, παρ' όλο ότι πωλείται ηλεκτρονικά, δεν παύει να αυτοσαρκάζεται.
Η πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια, η Πηνελόπη ή Πενέλοπι, όπως την αποκαλούν στην Αγγλία όπου ζει, είναι μια Ελληνίδα παντρεμένη με Άγγλο. Ζει στο Μπαθ, την πατρίδα της Τζέιν Όστεν, μια όμορφη επαρχιακή πόλη, νοτιοδυτικά του Λονδίνου, της οποίας οι κάτοικοι ανήκουν στη μεσαία ανώτερη τάξη της λευκής φυλής, όπως λέει.
Το βιβλίο έχει τη μορφή ημερολογίου, το οποίο, αν και η ίδια η ηρωίδα είναι εθισμένη στο διαδίκτυο, το γράφει με τον παραδοσιακό τρόπο σε τετράδιο, γιατί, όπως λέει, δεν θέλει να εκθέτει τον εαυτό της στο blog ώστε να την βλέπει όλος ο κόσμος. Η κάθε ημερολογιακή εγγραφή αμέσως μετά την ημερομηνία περιλαμβάνει την ημερήσια μέτρηση της διαδικτυακής της ενασχόλησης. Π. χ. "31 Αυγούστου. 1 ώρα μπλογκ, 30΄ facebook, 15΄ tuitter, 15΄ Youtube", θυμίζοντας έτσι (ή ίσως μιμούμενη) την Μπρίτζετ Τζόουνς στο γνωστό Ημερολόγιο (στα ελληνικά "Μπρος γκρεμός και πίσω ράφι"), στο οποίο η Τζόουνς κατέγραφε καθημερινά το βάρος της, τα τσιγάρα που κάπνισε κ.λπ.).
Όνειρο της Πενέλοπι είναι να διαπρέψει ως συγγραφέας και αρχίζει να γράφει ένα βιβλίο με τίτλο "΄Οταν το σουβλάκι συνάντησε το φις εντ τσιπς" και στο οποίο περιλαμβάνονται συνταγές με τα ονόματά τους να αποτελούν ειρωνικά πολιτικά σχόλια. Παράλληλα, καταγράφει στο ημερολόγιό της σκηνές της καθημερινότητάς της. Τη σχολική ζωή των δυο της κοριτσιών της που αποκαλεί "αλβιονάκια", στιχομυθίες με τον άντρα της, ένα φλεγματικό Άγγλο, τα ζευγάρια των φίλων τους και γενικά τη ζωή στη μικρή αυτή αγγλική πόλη.
Η αγγλική τυπικότητα και ο σνομπισμός συναντούν την επικριτική και ειρωνική της ματιά (αν και, εδώ που τα λέμε, λίγη περισσότερη τυπικότητα και πειθαρχία αντί του αυθορμητισμού δεν θα έβλαπτε τους Έλληνες!). Στην προσπάθειά της να δώσει τα πάντα μέσα από ένα χιουμοριστικό φακό καταφεύγει μερικές φορές σε εξυπνακίστικα σχόλια. Ακόμα, ο στόχος του βιβλίου δεν είναι σαφής. Ενώ τόσο ο τίτλος (online) όσο και οι πρώτες σελίδες προδιαθέτουν για ένα βιβλίο που θα έχει στο επίκεντρο την ηλεκτρονική εποχή μας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στη συνέχεια επικρατεί η απεικόνιση του τρόπου ζωής και των σχέσεων στην αγγλική κοινωνία.
Η αναφορά σε σύγχρονα πρόσωπα ή συγγραφείς θεωρούμενα γνωστά (π.χ. Νατάσα, Καμίλα, Βιρτζίνια κ.λπ.) όχι μόνο αναγκάζει τη συγγραφέα να προβαίνει σε ερμηνευτικά σχόλια στο τέλος κάθε μέρους, αλλά προσδίδει ένα επικαιρικό χαρακτήρα στο κείμενο, φέρνοντάς το κοντά στο χρονογράφημα.
Διερωτώμαι αν αυτό και ανάλογα έργα μπορούν να θεωρηθούν καλή λογοτεχνία ή έστω λογοτεχνία. Μπορούν άραγε τέτοια έργα να έχουν διάρκεια στο χρόνο; Ή μήπως δεν θα έπρεπε να μας απασχολεί αυτό από τη στιγμή που ένα βιβλίο μας τέρπει έστω και προσωρινά, χαρίζοντάς μας ένα χαμόγελο στους πικρούς αυτούς καιρούς που ζούμε;
Το βιβλίο αυτό όπως το περιγράφεις ακούγεται επίκαιρο, έχει ανάλαφρη φρεσκάδα, δηλαδή ότι περιμένει ο σημερινός αναγνώστης. Τώρα πόσο ένα βιβλίο θα κρατήσει στο χρόνο μήπως και η δική μας ζωή ξέρουμε πόσο θα κρατήσει; Όσο. Έτσι κι αλλιώς με την πληθώρα βιβλίων που υπάρχουν στις μέρες μας είναι σπάνιο να επικρατήσουν!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈτσι είναι όπως τα λες, Γιόλα μου. Η ζωή μας ασφαλώς δεν θα κρατήσει για πάντα, αλλά από τη λογοτεχνία και την τέχνη γενικά έχουμε την απαίτηση να είναι κάτι περισσότερο από ένα χρονογράφημα, ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα που την επομένη το σβήνει κάτι καινούριο.
ΑπάντησηΔιαγραφή