Τρίτη, Φεβρουαρίου 25, 2014

20 Διηγήματα

Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ
20 Διηγήματα
Κάρβας Εκδόσεις, 2014
Το διήγημα ως λογοτεχνικό είδος δεν είναι και το πιο δημοφιλές στις προτιμήσεις των βιβλιοφίλων. Το μυθιστόρημα είναι αυτό που έχει την πρωτοκαθεδρία. Κι όμως, όταν άρχισα να διαβάζω τα "20 Διηγήματα" του Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ, ένιωσα σαν να διάβαζα τα είκοσι κεφάλαια ενός μυθιστορήματος. Συνέχισα να τα διαβάζω χωρίς διακοπή, σαν να διάβαζα ένα πολύ ενδιαφέρον μυθιστόρημα.  Θεματική συνέχεια δεν υπάρχει. Υπάρχει όμως ο κοινός τόπος, η Κύπρος, υπάρχουν τα κοινά συναισθήματα, η νοσταλγία, η αναπόληση ενός παρελθόντος γεμάτου θρύλους, η αγνότητα και η ομορφιά από την "πρώτη ποίηση της ζωής μας", η αγάπη γι΄αυτόν τον τόπο, μια απαλή θλίψη που δεν εκτρέπεται σε θρηνώδεις οιμωγές.
Στη συντριπτική πλειοψηφία τους γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, τα διηγήματα δίνουν στις προσωπικές εμπειρίες τη λογοτεχνική καθολικότητα που τις καθιστά εμπειρίες όλων μας. Πρωταγωνιστές κυρίως παιδιά και γέροι, τα δυο άκρα όπου βασιλεύει από τη μια η χαρά της ζωής και η αθωότητα κι από την άλλη ο πλούτος των εμπειριών και η αναπόληση. Μια πόλη-φάντασμα μ' ένα πουλί να την αγναντεύει από ψηλά και να διαλαλεί την ελληνικότητά της, μια κιθάρα γεμάτη αναμνήσεις που άλλοι τώρα τη διεκδικούν, η ανεκλάλητη χαρά όταν ένα παιδί μπορεί να ποδηλατήσει για πρώτη φορά, η αναγγελία ενός θανάτου μέσα από τα παιδικά μάτια, θρύλοι που φτάνουν ως το Μεγαλέξανδρο, ένας οραματιστής, μια παράξενη Αγία Ρόδη-ποιήτρια, κάποιος που προσπαθεί να δημιουργήσει το "αεικίνητο" (αχ, "Αιολική γη"), πρόσωπα και σκηνές που δεν ξεχνιούνται.
Ξεχώρισα και στάθηκα για ώρα πολλή, γύρισα και ξαναγύρισα στο διήγημα "Επιστροφή στην ευτυχία", που ίσως να ταίριαζε και ως τίτλος για όλη τη συλλογή. Δεν μεγάλωσα στην Αμμόχωστο, δεν έμαθα να χορεύω στην "Κυψέλη", όπως ο συγγραφέας, αλλά οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα όσων μπορούμε να πάμε πίσω καμιά πενηνταριά χρόνια είναι κοινά. Ταυτίστηκα με τον ήρωα του Νίκου, διάβασα το διήγημα ακούγοντας στο youtube το "Walking back to happiness" κι ένιωσα κι εγώ να βουρκώνω. "Τώρα, μισόν αιώνα σχεδόν μετά, κάθε φορά που τυχαίνει ν' ακούσω αυτό το τραγούδι, βουρκώνουν τα μάτια μου, όχι γιατί με μεταφέρει σε μια αθώα κι ανέμελη εποχή που ο καθένας από μας θα ήθελε να ξαναζήσει, αλλά γιατί ο πολυαγαπημένος τόπος που ζήσαμε αυτά τα ανεπανάληπτα χρόνια, δεν υπάρχει πια όπως τον γνωρίζαμε. Eίναι ένας τόπος εγκλωβισμένος ασφυκτικά μέσα σε ανατριχιαστικά αγκαθωτά συρματοπλέγματα και γύρω γύρω στρατιώτες με οπλοπολυβόλα έτοιμα να γαζώσουν με ριπές, όποιον τολμήσει να περάσει μέσα στην πόλη".
Η πόλη που ζω δεν είναι "ένας τόπος εγκλωβισμένος", αλλά η ανάμνηση της πόλης όπου καθένας έζησε τη νιότη του δεν  μπορεί παρά να φέρει δάκρυα στα μάτια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου