Πέμπτη, Μαρτίου 05, 2020

Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς

Λέων Τολστόη
Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς
Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, 1989
Μετ. Αντρέας Σαραντόπουλος
Άνοιξη και πάλι. Όργιο χρωμάτων, ήχων, αρωμάτων. Οι αμυγδαλιές ολάνθιστες πανηγυρίζουν, κίτρινες μαργαρίτες, κόκκινες παπαρούνες, τιτιβίσματα, χαρούμενα πετάγματα ξετρελαμένων πουλιών. Μέσα σ' αυτή την πανέμορφη φύση που με κάθε τρόπο και μέσο υμνεί τη ζωή, τι γυρεύει μια νουβέλα που πραγματεύεται τον θάνατο; Κι όμως, αυτή ακριβώς η αντίθεση, η αναγέννηση, η φύση που κάθε χρόνο πεθαίνει και πάλι ανασταίνεται, φέρνει στη σκέψη την αδυναμία του ανθρώπου για τον οποίο ο θάνατος σημαίνει το τέρμα, το οριστικό τέλος και μια μελαγχολία άθελα μας κυριεύει.
Αυτή η μελαγχολία οδήγησε τη σκέψη και την αναγνωστική μου διάθεση στην περίφημη νουβέλα του Τολστόη "Ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς". Επανειλημμένες εκδόσεις από το 1886 που πρωτοκυκλοφόρησε, μέχρι σήμερα, μεταφορά στο θέατρο, κριτικές και μνημόνευσή της από πολλούς μελετητές, αποδεικνύει τη σημασία και τη διαχρονικότητά της. Την έχω σε μια αρκετά παλιά έκδοση (1989) που περιλαμβάνει άλλες τέσερις νουβέλες του Τολστόη: Πάτερ Σέργιος- Πολικούσκα-Ο διάβολος-Οικογενειακή ευτυχία. Τη ξαναδιαβάζω. Θαυμάζω όχι μόνο τον μεγάλο λογοτέχνη αλλά και τον αξεπέραστο γνώστη της ανθρώπινης ψυχολογίας.
Αρχίζει με την είδηση του θανάτου του Ιβάν Ιλίτς, όπως την πληροφορούνται στο δικαστικό μέγαρο τρεις δικαστικοί συνάδελφοί του. Οι σκέψεις τους; "Πέρα από τις μεταθέσεις, τις πιθανές προαγωγές και τις άλλες αλλαγές που μπορούσε να προκαλέσει στην υπηρεσία ο θάνατος του Ιβάν Ιλίτς, το ίδιο το γεγονός του θανάτου ενός φίλου προκάλεσε σ' όλους αυτούς που το έμαθαν, όπως συμβαίνει συχνά, κι ένα αίσθημα χαράς-πέθανε αυτός κι όχι εγώ. "Τι τυχερός που δεν είμαι εγώ στη θέση του", είπε μέσα του ή ένιωσε ο καθένας."
Με δυσφορία οι φίλοι του σκέφτονται πως πρέπει να εκτελέσουν θλιβερά καθήκοντα, να επισκεφθούν το σπίτι του νεκρού. Χαρακτηριστική η αντίδραση ενός απ' αυτούς καθώς φεύγει από την επίσκεψη: "Ο Πιότρ Ιβάνοβιτς ανάπνεε τώρα ευχάριστα τον καθαρό αέρα ύστερα από το λιβάνι, την πτωμαΐνη, το φαινικό.
-Για πού πάμε, ρώτησε ο αμαξάς.
-Δεν είναι αργά. θα πάω στου Φιόντορ Βασίλιεβιτς.
Και πήγε. Τους βρήκε στο τέλος της πρώτης παρτίδας κι ευχαριστήθηκε που θα 'παιζε πέμπτος".
Στη συνέχεια ο συγγραφέας, ως ετεροδιηγητικός αφηγητής (για να χρησιμοποιήσω έναν νεοφανή λογοτεχνικό όρο που, μαζί με άλλους ανάλογους, ταλαιπωρούν τους σημερινούς μαθητές χωρίς κατ' ανάγκη να τους κάνουν ν'αγαπήσουν περισσότερο τη λογοτεχνία), δηλαδή ως τριτοπρόσωπος αφηγητής, μας παρουσιάζει την πορεία ζωής του Ιβάν Ιλίτς. Πώς δηλαδή κατόρθωσε με κατάλληλες ενέργειες να ανέλθει επαγγελματικά (ανώτερος δικαστικός), οικονομικά, κοινωνικά, να δημιουργήσει μια "αξιοπρεπή" οικογένεια. Και ξαφνικά, ύστερα από ένα χτύπημα στο πλευρό καθώς στερέωνε μια κουρτίνα, άρχισε να μη νιώθει καλά. "Παραπονιόταν πότε-πότε για μια παράξενη γεύση στο στόμα του και για κάτι που τον ενοχλούσε στην αριστερή πλευρά της κοιλιάς του". Η αναζήτηση ιατρικής συμβουλής, η καταφυγή σε δεύτερη και τρίτη γνωμάτευση σε τίποτε δεν ωφελεί. Η κατάστασή του ολοένα χειροτερεύει. Αναλογίζεται την περασμένη του ζωή. Φέρνει στη σκέψη του τις πιο ευχάριστες στιγμές του. "Να μην έζησα, τάχα, έτσι όπως έπρεπε να ζήσω;" αναρωτιέται. Απορρίπτει αυτό το ενδεχόμενο και μένει απορώντας για τη σχέση ζωής-θανάτου. "Άρχισε να κλαίει σαν παιδί. Έκλαιγε για την ανημποριά του, για τη φοβερά μοναξιά του, για τη σκληρότητα των ανθρώπων, για τη σκληρότητα του θεού, για την απουσία του θεού".
Οι γύρω, η σύζυγος, η κόρη, ο γιος του συνεχίζουν τη ζωή τους. Σκέφτεται πως τους είναι ενόχληση κι ίσως εύχονται σύντομα να τους απαλλάξει από την παρουσία του. Μονάχα ένας νεαρός μουζίκος, ο Γεράσιμος, του παραστέκεται με γνήσιο ενδιαφέρον και τον βοηθά ακόμα και στις ταπεινωτικές φυσικές του ανάγκες.
Το τέλος αναπόφευκτα φτάνει. Ένα τόσο σύντομο έργο (μόλις 71 μικρού μεγέθους σελίδες) κι όμως τόσα βαθιά νοήματα, τόσες λεπτές ψυχολογικές παρατηρήσεις, τόση φιλοσοφική σκέψη αντλημένη από την ίδια τη ζωή. Πολλοί το θεωρούν ισοδύναμο με τα μεγάλα έργα του Τολστόη, την Άννα Καρένινα, το Πόλεμος και ειρήνη, την Ανάσταση και δεν έχουν άδικο νομίζω.

2 σχόλια:

  1. Καλημέρα. Αλλη μια φορά αποδεικνύεται πως αναζητώντας καλό βιβλίο καταφεύγουμε σε παλιά, αλλά αθάνατα αριστουργήματα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι. Σκέψου ότι τώρα διαβάζω το "Οσα παίρνει ο άνεμος" σε μια έκδοση χίλιων σελίδωντου 1948! Δεν φαντάζεσαι πόσο το απολαμβάνω!Το βρήκα σε παλαιοβιβλιοπωλείο για 6 ευρώ. Ο βιβλιοπώλης μου είπε ότι έχει συλλεκτική αξία.

      Διαγραφή