Δεν θα μπορούσε να υπάρχει πιο ταιριαστό εξώφυλλο απ' αυτό το θανατερό κατάμαυρο για ένα βιβλίο που μιλάει για αρρώστιες και για θάνατο. Πολύ γνωστός βέβαια ο Φίλιπ Ροθ (έχω διαβάσει αρκετά βιβλία του), με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία στα έργα του, φαίνεται εδώ να εκφράζει όλο το φόβο και την αγωνία του ανθρώπου μπροστά στο μέγα άγνωστο. Δεν προσπαθεί να ξορκίσει αυτό το φόβο με καταφυγή στις διάφορες παραμυθιτικές θεωρίες, δεν υπάρχει καμιά μεταφυσική ανησυχία, καμιά φιλοσοφική ενατένιση του θέματος. Είναι απλώς αυτός και το σώμα του, ένα σώμα που από τη σφριγηλή νεότητα περνάει σιγά-σιγά στην έκπτωση της αρρώστιας και του αναπόφευκτου τέλους. Ένα τέλος που μας το δίνει για τον ήρωά του ευθύς εξ αρχής, μια και με την κηδεία του αρχίζει το βιβλίο. Είναι περίεργο, αλλά παρόλο που το βιβλίο είναι γραμμένο σε τρίτο πρόσωπο, ο ήρωας παραμένει ανώνυμος, είναι ο "Καθένας", είμαστε όλοι μας, σαν να θέλει να μας πει ο συγγραφέας. Ο συγκεκριμένος ήρωας, Εβραίος όπως και ο ίδιος ο Ροθ, είχε παντρευτεί τρεις φορές, είχε δυο γιους από την πρώτη σύζυγο, με τους οποίους δεν είχε καμιά σχέση, μια κόρη από το δεύτερο γάμο, η μόνη η οποία τον αγαπούσε, είχε ζήσει τη ζωή του, είχε μια έντονη σεξουαλική ζωή (η οποία και περιγράφεται σε αρκετές σελίδες), αλλά στα 70 του βρίσκεται μόνος με τις αρρώστιες του. Μικρός είχε κάνει εγχείρηση κήλης, αργότερα παθαίνει περιτονίτιδα από ρήξη σκωληκοειδούς και μόλις γλιτώνει, υφίσταται ένα πενταπλό μπαϊπάς, μια απόφραξη νεφρικής αρτηρίας, μια απόφραξη καρωτίδας, ε, στην απόφραξη της δεύτερης δεν ξύπνησε πια! Η θλίψη για το επερχόμενο τέλος γίνεται πιο έντονη καθώς θυμάται το νεανικό σφρίγος και τις χαρές της ζωής που κάποτε απολάμβανε. Πολλές αρρώστιες και θάνατοι και άλλων, συγγενών ή φίλων, αναφέρονται στην ιστορία του Ροθ. Η λεπτομερής περιγραφή της ταφής του πατέρα του (σ.72-76) αλλά και ο τρόπος διάνοιξης των τάφων που του περιγράφει, λίγο πριν το τέλος, ένας εργάτης, (σ.197-207) νομίζει κανείς ότι είναι εικόνες από θρίλλερ. Και σ' ένα προηγούμενο έργο του (Το ζώο που ξεψυχά) ο Ροθ μιλούσε για τα γηρατειά και το θάνατο. Όμως όχι με την κατάθλιψη με την οποία τα αντικρίζει τώρα. Εκεί είναι η νέα που πάθαινε καρκίνο και όχι ο ηλικιωμένος εραστής της. Εδώ όμως δεν υπάρχει καμιά ελπίδα. Γηρατειά=μοναξιά=αρρώστια=θάνατος.
Μπορεί το περιεχόμενο του μυθιστορήματος να είναι μαύρο όπως το εξώφυλλο. Αλλά ο Ροθ είναι ένας τεχνίτης του λόγου. Το αποδεικνύει για άλλη μια φορά.
Μία παράκληση: αν μπορείτε μην λέτε το τέλος, γιατί αν υπάρχει έστω και ένας που θέλει να το διαβάσει, είναι καλύτερο να έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον για την πλοκή του βιβλίου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο έχω διαβάσει και συμφωνούμε εκτός απ' αυτό που λέτε ότι "δεν υπάρχει καμιά μεταφυσική ανησυχία, καμιά φιλοσοφική ενατένιση του θέματος.". Μα όλο το βιβλίο είναι η ανησυχία του συγγραφέα και η μεταφυσική ενατένιση δεν καλλιεργείται πα΄ρα μονάχα με την ατμόσφαιρά του, γι' αυτό και είναι μεγάλος συγγραφέας ο Ροθ, δεν τα "λέει" τα πράγματα, τα αφήνει να "μιλήσουν" μόνα τους, έτσι όπως τα αφηγείται.
(Εσείς διαβάσατε βιογραφία της Μούσχουρη, εγώ του Νουρέγεφ, όταν σας είπα για βιογραφίες)
Καλό απόγευμα :)
Πολύ χαίρομαι, αγαπητή Σταυρούλα, για την επικοινωνία μας. Το τέλος, τουλάχιστον σ' αυτή την περίπτωση, δεν το λέω εγώ, αλλά ο συγγραφέας, αφού ξεκινά από το τέλος. Όσο για τη μεταφυσική ανησυχία, το θέμα σηκώνει πολλή συζήτηση. Όταν λέω δεν υπάρχει μεταφυσική ανησυχία, εννοώ ότι δεν τον απασχολεί το "επέκεινα", δηλ. η μετά θάνατον ζωή, αν υπάρχει ή όχι, αν υπάρχει ψυχή με τη θρησκευτική ή φιλοσοφική έννοια. Εκείνο που τον ενδιαφέρει και τον προβληματίζει είναι μόνο το σώμα, η σταδιακή του έκπτωση και εξαφάνιση. Έτσι τουλάχιστον το είδα εγώ. Κάθε αντίρρηση δεκτή.
ΑπάντησηΔιαγραφή