Αν δεν είχα διαβάσει προηγουμένως το μυθιστόρημα του Κάρλος Ρουίθ Θαφόν "Η σκιά του ανέμου", ίσως το καινούριο του βιβλίο "Το παιχνίδι του αγγέλου" (Ψυχογιός, 2009, μετ. Κατερίνα Ρούφου) να μου είχε αρέσει περισσότερο. Τώρα μου φάνηκε σαν μια χλομή ανταύγεια του προηγούμενου. Μια προσπάθεια ανάμιξης των ίδιων υλικών, που όμως δεν ήταν αρκετά να κάνουν το δεύτερο βιβλίο του ισάξιο με το πρώτο. Συναντάμε μερικά από τα πρόσωπα και στοιχεία του πρώτου βιβλίου. Υπάρχει κι εδώ ο παθιασμένος με τα βιβλία βιβλιοπώλης Σεμπέρε, ο άλλος βιβλιοπώλης Μπαρθελό, το "Κοιμητήριο των λησμονημένων βιβλίων", μια τόσο ωραία και εμπνευσμένη εφεύρεση του Θαφόν. Και φυσικά και πάλι η Βαρκελώνη με τη Ράμπλα, τα κτίρια του Γκαουντί, τον περίφημο ναό Σακράδα Φαμίλια που χτίζεται εδώ κι εκατό χρόνια, τους δρόμους, τις γειτονιές, τις πλατείες, την πόλη τη νύχτα ή με βροχή.
Χρονικά το βιβλίο τοποθετείται σε προγενέστερη εποχή και, πιο συγκεκριμένα, αρχίζοντας το 1917 γράφει τον επίλογό του το 1945. Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής Νταβίδ Μαρτίν είναι ένας 17χρονος νεαρός, λάτρης των βιβλίων, που τα υπερασπίζεται ακόμη και με τη ζωή του, αν χρειαστεί, και εργάζεται σε μια εφημερίδα που "φυτοζωούσε". Από εκεί τον ανακαλύπτουν δυο εκδότες και του αναθέτουν να γράψει μια ιστορία γκραν γκινιόλ σε συνέχειες. Γράφει με ψευδώνυμο, ονομάζει την ιστορία "Η πόλη των καταραμένων" και γίνεται ένα πολύ δημοφιλές ανάγνωσμα. Του αποφέρει αρκετά χρήματα ώστε να ενοικιάσει ένα μεγάλο, ερειπωμένο και από χρόνια εγκαταλελειμμένο σπίτι.
Μια μέρα ένας παράξενος Γάλλος εκδότης, όπως συστήνεται, εμφανίζεται και του προτείνει ένα πολύ μεγάλο ποσό, μια περιουσία σχεδόν, για να γράψει ένα βιβλίο που θα θεμελίωνε μια καινούρια θρησκεία, γιατί, όπως του λέει σε μια από τις πολλές συζητήσεις τους, "Όλα είναι αφήγημα, Μαρτίν. Αυτό που πιστεύουμε, αυτό που γνωρίζουμε, αυτό που θυμόμαστε και ακόμα αυτό που ονειρευόμαστε. Όλα είναι αφήγημα, μια αφήγηση, μια ακολουθία γεγονότων και προσώπων που κοινωνούν ένα συναισθηματικό περιεχόμενο. Μια πράξη πίστης είναι μια πράξη αποδοχής, αποδοχής μιας ιστορίας που μας διηγούνται. Δεχόμαστε για αληθινό μόνο αυτό που μπορεί να γίνει αντικείμανο αφήγησης".
Ο Μαρτίν δέχεται. Παράλληλα βρίσκει σ' ένα κλειστό δωμάτιο του παλιού σπιτιού γράμματα, φωτογραφίες κι ένα χειρόγραφο που ανήκουν στον προηγούμενο ιδιοκτήτη, που πέθανε μυστηριωδώς. Κι ενώ συνεχίζει να προσπαθεί να γράψει αυτό που ο υποτιθέμενος Γάλλος εκδότης του ανέθεσε (που στον αναγνώστη υποβάλλεται η ιδέα ότι πρόκειται για τον διάβολο στον οποίο ο συγγραφέας πουλάει την ψυχή του), ο Νταβίδ αρχίζει να ερευνά γύρω από τον προηγούμενο ένοικο του σπιτιού.
Στο βιβλίο υπάρχει βεβαίως η κοπέλα που ο Νταβίδ ερωτεύεται με πάθος αλλά εκείνη παντρεύεται άλλον, υπάρχει μια άλλη που τον αγαπά και γίνεται βοηθός του, υπάρχει ο κίδυνος και η περιπέτεια, αλλά ενσπείρονται διαρκώς και θέματα που αφορούν το βιβλίο. Για παράδειγμα, πώς η κριτική μπορεί να "θάψει" ή να προβάλει ένα βιβλίο, πώς μπορεί να γίνει εκδοτική απάτη με την παράνομη εκτύπωση πλάι στη νόμιμη, πώς αισθάνεται, πώς εμπνέεται, πώς λειτουργεί ένας συγγραφέας κ.λπ.
Δεν μπορώ να πω πως το βιβλίο δεν διαβάζεται με ενδιαφέρον. Όμως πολλές απόψεις είναι κοινότοπες, πολλές ατάκες "εξυπνακίστικες", πολλά απίθανα συμβαίνουν που παραπέμπουν στην ύπαρξη του εξωλογικού και γενικά το βιβλίο δεν έχει τη σφιχτοδεμένη πλοκή του προηγούμενου.
...συμφωνώ απολύτως με το τελευταίο σχόλιο για το "εξυπνακίστικο" ύφος το οποίο συναντάει κανείς σε πάρα πολλούς συγγραφείς, όπως λέγεται άλλοστε..."από ένα κακό βιβλίο μαθαίνεις για το συγγραφέα και από ένα καλό για τον ήρωά του"...κατά τα άλλα με χαρά ανακάλυψα το blog σας και το πρόσθεσα σε όσα, μετά από αυστηρή επιλογή, παρακολουθώ...καλή συνέχεια.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια. Ευχαρίστως θα προσθέσω και το δικό σας μπλογκ στις συνδέσεις μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα anagnostria και καλό χειμώνα, αν και είμαι σίγουρη ότι θα συνεχίζετε τα μπάνια "εκεί στο νότο"!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜόλις τέλειωσα κι εγώ αυτό το βιβλίο (για την ακρίβεια τις τελευταίες 30 σελίδες τις διάασα "διαγωνίως")και απογοητέυτηκα πολύ. Κι αυτό γιατί με συνάρπασε στην αρχή, δηλαδή στα 7/8 περίπου το ρούφηξα- μου άρεσε και το γράψιμο και συμπάθησα πολύ τον ήρωα. Όταν κάπου είδα ένα 666 άρχισα να ανησυχώ, αλλά δεν πτοήθηκα. Στο τέλος όμως το ύφος του μυστηρίου γίνεται πολύ "διαβολικό" για να μην πω μεταφυσικό και...για να μαι ειλικρινής δεν πολυκατάλαβα τι έγινε ακριβώς, αλλά ούτε και μ' ένιαξε...
Κρίμα!
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛυπάμαι, αλλά το βιβλίο είναι απλά μέτριο. Έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία σε ένα σκοτεινό φόντο. Πολύ καλή επίσης η ανάμιξη του εξωλογικού και του μεταφυσικού με την πραγματικότητα. Γίνεται φυσικά, αβίαστα και όμορφα. Επίσης, σχεδόν συγκινητική η συγγραφική ιδέα του κοιμητηρίου των λησμονημένων βιβλίων. Κατά τα άλλα όμως το βιβλίο θεωρώ ότι είναι μέτριο. Πολλά λάθη στην ροή, φλύαρος, κουραστικές αναφορές σημείων της πόλης χωρίς να την περιγράφει, χωρίς να κάνει τον αναγνώστη να την "δει" μέσα από τις λέξεις. Πέφτει σε επαναλήψεις που κουράζουν. Πόσες φορές ποια θα δουν οι ήρωες την πόλη από ψηλά; Πόσες φορές πρέπει να διαβάσω ότι χτυπάνε πόρτες με την ανάστροφη του χεριού; (Μία αρκετά όμορφη κινησιολογική λεπτομέρεια κατά τα άλλα, που όμως ευτελίζεται από τον δημιουργό με την κατάχρηση της). Επιφανειακά φιλοσοφικά τσιτάτα που μόνο γέλια μπορούν να προκαλέσουν. Και το κυριότερο, έχει έναν κεντρικό ήρωα που πουλάει την ψυχή του στον διάβολο και δεν μπαίνει καν στον κόπο να μας παρουσιάσει την εσωτερική του πάλη ως προς αυτό. Στην δεύτερη πράξη από υποτονικός Νταβίδ γίνεται απλά δυνατός και σχεδόν αναιδής και...αυτό. Καμία εξέλιξη, καμία ανάλυση. Είναι ολοφάνερο ότι είναι ένας συγγραφέας μυθοπλασίας χωρίς κάποια σημαντική λογοτεχνική ικανότητα πέραν του ότι γράφει "ομαλά" και "όμορφα". Η βροχή άλλωστε κατά τον Θαρόν πέφτει σαν γυαλάκια, άλλοτε σαν κρυσταλάκια, άλλοτε σαν σφαίρες, άλλοτε σαν υδάτινη κουρτίνα ή κι εγώ δεν ξέρω τι. Και αυτήν του την ανεπάρκεια την αποδεικνύει περίτρανα προς το τέλος του βιβλίου όπου πλέον είτε διάβαζα ισπανική λογοτεχνία είτε Νταν Μπράουν είτε έβλεπα περιπέτεια στο σινεμά ήταν το ίδιο και το αυτό. Δεν λέω. Και ο Νταν Μπράουν έχει τη θέση του κάπου σε κάποιο κοινό. Αλλά όχι και σύγχρονος Θερβάντες ο Θαφόν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠόσο μικρός μου φάνηκε ο Θαφόν στο αμέσως επόμενο βιβλίο που διάβασα. Όσα δεν κατάφερε να πει στις 600 του σελίδες το είπε ο Τσέχοφ στις 80 σελίδες του "Θάλαμος αρ. 6". Δεν θα το 'λεγα αυτό το τελευταίο εάν ο Θαρόν δεν γύρευε τις αξιώσεις του Θερβάντες και δεν είχε τη φιλοδοξία του λογοτέχνη που δείχνει ότι έχει μέσα από αυτό το βιβλίο.