Για τη Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου το γράψιμο δεν είναι πάρεργο. Αφοσιωμένη σ' όλη της τη ζωή στη συγγραφή, μας έχει δώσει ως τώρα πολυάριθμα βιβλία: Διηγήματα, παιδική και νεανική λογοτεχνία, χρονογραφήματα, μυθιστορήματα.
Ποικίλα είναι τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται στη συγγραφική της δημιουργία. Άλλοτε είναι η σύγχρονη κυπριακή πραγματικότητα ("Το άλλο μου μισό"), άλλοτε η πάλη της ηρωίδας της με τον ερυθηματώδη λύκο ("Κρατήσου απ' τα όνειρά σου") κι άλλοτε πάλι μας μεταφέρει στην Ινδονησία και στο τσουνάμι που έπληξε τη χώρα το 2004 ("Ο γαλάζιος δράκοντας"). Όμως, πιστεύω, ότι το πιο προσφιλές της θέμα και με βάση το οποίο μας έδωσε τα καλύτερα έργα της είναι η ζωή στην Αφρική, όπου και η ίδια έζησε πολλά χρόνια.
Στον αγαπημένο αυτό χώρο, και συγκεκριμένα στη Νιγηρία, τοποθετείται και η καινούρια της δουλειά που κυκλοφόρησε μόλις πρόσφατα, το πολυσέλιδο μυθιστόρημα "Έτσι θέλω να θυμάμαι" (Ωκεανίδα, 2011). Είναι η ιστορία του Μάικλ, του παιδιού που γεννήθηκε από λευκό, Έλληνα πατέρα και μαύρη μητέρα, ιστορία παρόμοια με χιλιάδων άλλων παιδιών που "δεν είναι μαύρα, που δεν είναι λευκά, μα που έχουν ομορφιά κια εξυπνάδα". Οι λευκοί μετανάστες, στερημένοι τις οικογένειές τους, χρόνια μακριά απ' αυτές, δημιουργούσαν συχνά δεσμούς με μαύρες γυναίκες "κι άφησαν πίσω τους τόσα παιδιά μιγάδες, χωρίς όνομα, χωρίς αναγνώριση, να διεκδικούν μόνα τους τις ρίζες και την ταυτότητά τους". Τη συγκινητική ιστορία ενός τέτοιου παιδιού μας αφηγείται η συγγραφέας.
Το βιβλίο αρχίζει το 2009 με τον κεντρικό ήρωά της, τον Μάικλ, να βρίσκεται στο πολύβουο Λονδίνο και να αρχίζει να γράφει αναπολώντας και αναπλάθοντας τη ζωή του. Παρ' όλο που ολόκληρο το βιβλίο, που κλείνει πάλι με ένα κεφάλαιο τοποθετημένο στο 2009, είναι όσα "θέλει να θυμάται" ο Μάικλ, ακολουθείται η τριτοπρόσωπη και όχι η πρωτοπρόσωπη γραφή, πράγμα που παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία γραφής στη συγγραφέα.
Μεταφερόμαστε στη Νιγηρία τη δεκαετία του '60. Είναι μια ταραγμένη εποχή, όταν, μετά από την ανεξαρτησία της Νιγηρίας από τους Άγγλους, τα σπέρματα της διχόνοιας που είχαν σπείρει όπως και παντού αλλού οι αποικιοκράτες, ξεσπούν στον πόλεμο μεταξύ των κυριότερων φυλών, των Ίγκμπο και των Χάουζα. Ωραίες περιγραφές μας μεταφέρουν το κλίμα της εποχής και η μυθιστορηματική ένταξη της ιστορίας της χώρας αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ο μικρός Μάικλ ζει ευτυχισμένος με τη μαύρη μητέρα του, την Ατλίν και τον λευκό πατέρα του, τον Βασίλη Σταματέλο. Δεν έχει στην αρχή επίγνωση της διαφορετικότητάς του, ώσπου, όπως συνήθως συμβαίνει, κάποια παιδιά τον κοροϊδεύουν "παλιομιγά, μπάσταρδο" ή στη γλώσσα τους "μπακίν μπατούρε". Αρκετές άλλες διαλεκτικές εκφράσεις, διασκορπισμένες στο βιβλίο, προσθέτουν στην αφρικανική ατμόσφαιρα.. Μια ατμόσφαιρα που ενισχύεται και επιτυχημένα αποδίδεται και με άλλες σκηνές, όπως αυτή με τον "ντίμπια", τον μάγο της φυλής, ή την περιγραφή του παραδοσιακού γάμου, ή ακόμη με την αναφορά σε αφρικανικά φαγητά κ.λπ.
Ο Μάικλ φοιτά σε ιεραποστολικό σχολείο, ο καλύτερός του φίλος είναι ένας λευκός Δανός, μα η ζωή δεν θα σταθεί τόσο ευνοϊκή γι' αυτόν. Ο πατέρας του, λόγω ποικίλων συγκυριών, θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει κρυφά τη Νιγηρία και να επιστρέψει στην οικογένειά του στην Ελλάδα, χωρίς να τον αναγνωρίσει ως παιδί του. Με μια υποτροφία ο πανέξυπνος Μάικλ θα σπουδάσει μοριακή βιολογία και γενετική στο Λονδίνο, θα γίνει καθηγητής Πανεπιστημίου και θα γνωρίσει τον έρωτα στο πρόσωπο μιας ελληνίδας φοιτήτριας. Όμως δεν παύει σ' όλη του τη ζωή να βασανίζεται όχι μόνο από την έλλειψη αλλά και από την άγνοια του πατέρα και να τον αναζητά παντού. Κάτω από ποιες δραματικές συνθήκες θα τον βρει και γιατί το πρώτο κεφάλαιο μας εισάγει σ' ένα κλίμα μελαγχολίας του ενήλικα πια, καθηγητή Μάικλ;
Δεν θα ήθελα να αποκαλύψω το τέλος του τόσο ενδιαφέροντος μυθιστορήματος. Θα ήθελα μόνο να επισημάνω πως ο περιορισμός στην έκταση θα προσέδιδε, νομίζω, μεγαλύτερο βάθος στο μυθιστόρημα. Ένα μυθιστόρημα ωριμότητας, από τις καλύτερες συγγραφικές στιγμές της Γιόλας Δαμιανού-Παπαδοπούλου.
Kίκα σε ευχαριστώ πολύ για την τόσο ωραία παρουσίαση του βιβλίου μου Έτσι θέλω να θυμάμαι". Είναι αλήθεια πως επεκτάθηκα πιο πολύ από όσο ήθελα, αλλά όταν γράφω για την Αφρική είναι σαν ένας χείμαρρος να με παρασέρνει ανεξέλγχτα κι εγώ αφήνομαι στο έλεός του. Και πάλι σε ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλοτάξιδο να είναι, Γιόλα μου, το βιβλίο σου και καλή επιτυχία στις παρουσιάσεις. Το αξίζει!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ καλή παρουσίαση.
ΑπάντησηΔιαγραφήυπαρχει κατι σε μαθηματικη λογοτεχνια;; κάτι καλο; οπως το θεωρημα του παπαγαλου; ή τα πυθαγορεια εγκληματα;
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητή Άλς, υπάρχουν αρκετά ωραία βιβλία μαθηματικής λογοτεχνίας. Αναφέρω μερικά για τα οποία έχω γράψει στο μπλογκ μου και μπορείς να τα βρεις εκεί αν κάνεις αναζήτηση: "Η ακολουθία της Οξφόρδης" του Γκιγέρμο Μαρτίνες (Πατάκη) που είναι ταυτόχρονα αστυνομικό-μαθηματικό. Πολύ ωραίο και το "Ο αγαπημένος μαθηματικός τύπος του καθηγητή", του Γυόκο Ογκάουα (Άγρα). Επίσης "Το τελευταίο παραμύθι του Μιγκέλ Τόρρες ντα Σίλβα" του Thomas Vogel (Κριτική). Τέλος ένα που με δυσκόλεψε να το καταλάβω και δεν έγραψα γι' αυτό, "Φερμά-Πασκάλ, το τελευταίο παιχνίδι" (Τραυλός). Άντε, καλό διάβασμα!
ΑπάντησηΔιαγραφήKαλημέρα Κίκα. Διαβάζοντας σχόλια στις αναρτήσεις σου, είδα και αυτό της Ροδούλας, σχετικά με τη λεπτομέρεια στη περιγραφή - κριτική του βιβλίου "ἙΛΕΥΘΕΡΙΑ". Έκανε διευκρίνηση βέβαια σε δεύτερο της σχόλιο. Πάντως, αυτό εννούσα κι εγώ, αυτό που λέει στο πρώτο σχόλιο. Αν διαβάσω ολόκληρη την ανάρτηση, είναι σαν να έχω διαβάσει το βιβλίο. Περίπου είναι σαν να μου αποκαλύπτεται ο δολοφόνος από την αρχή, σε ένα βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι! Έτσι αισθάνομαι εγώ, δεν σημαίνει πως έτσι θα πρέπει να αισθάνονται όλοι! Ίσως οι άλλοι να μην επηρεάζονται, όσο αναλυτική κι αν είναι η περιγραφή του περιεχομένου ενός βιβλίου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου Mike. Η εκτενής αναφορά σ' ένα βιβλίο δεν σημαίνει ότι κατ' ανάγκην αποκαλύπτονται στοιχεία που δεν πρέπει. Μπορεί να γίνεται αναφορά σε άλλα έργα του συγγραφέα, συγκρίσεις, επιχειρηματολογία γιατί μας αρέσει και γιατί όχι κ.λπ. Αποκάλυψη στοιχείων μπορεί να γίνει και σε μια σύντομη αναφορά, όπως για παράδειγμα στη δική σου για "Το κορίτσι με τα πορτοκάλια" που παρ' όλο ότι δεν γράφεις πολλά, αποκαλύπτεις στοχείο (ότι το κορίτσι είναι τελικά η μητέρα του νεαρού), πράγμα που ο συγγραφέας, είτηδες, πολύ αργά αφήνει να φανεί. Από τις εκτενέστερες αναρτήσεις είναι αυτές του αγαπητού Librofilo από τον οποίο γνώρισα πολλά ωραία βιβλία (ή άλλα απέφυγα να διαβάσω) ακριβώς γιατί οι αναρτήσεις του είναι πολύ διαφωτιστικές. Σύγκρινε με τη συντομία των αναρτήσεων του φίλτατου Ακάμα, των οποίων η συντομία δεν σε αφήνει να καταλάβεις πολλά. Βέβαια, υπάρχει και ο μέσος δρόμος και νομίζω ότι αυτόν ακολουθώ. Ε, όπως λες κι εσύ όμως όλα είναι και θέμα προτιμήσεων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυμπλήρωμα στο πιο πάνω σχόλιο. Δυο άλλους σκοπούς που εξυπηρετούν οι σχετικά εκτενείς μου αναρτήσεις είναι και οι εξής: α)Λειτουργούν ως ημερολόγιο αναγνώσεων για μένα. Μου θυμίζουν δηλαδή το περιεχόμενο βιβλίων που διάβασα πριν από χρόνια (ήδη κοντεύω να κλείσω πέντε χρόνια στο μπλογκ) και είναι φυσικό να έχω ξεχάσει. Πολλές φορές ανατρέχω πίσω για να θυμηθώ ένα βιβλίο που διάβασα πριν από καιρό. β)Επίσης δίνουν μια πληρέστερη πληροφόρηση για όσους δεν διαβάζουν ή τουλάχιστον δεν διαβάζουν πολύ. Βοηθούνται έτσι να έχουν τουλάχιστον μια ιδέα και για βιβλία που δεν θα διαβάσουν.
ΑπάντησηΔιαγραφή