Το ότι κάλυψα αναγνωστικά τις 660 σελίδες του μυθιστορήματος του Στιγκ Λάρσον μέσα σε τρεις μόνο μέρες, είναι από τις πιο πειστικές αποδείξεις για το πόσο "τραβηχτικό" είναι αυτό το βιβλίο, γυρισμένο ήδη σε ταινία.
"Το κορίτσι με το τατουάζ" (Ψυχογιός 2009, μετ. Γιώργος Μαθόπουλος, πρόλογος Μανώλης Πιμπλής) έχει μια ιδιάζουσα εκδοτική ιστορία. Αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας με το γενικό τίτλο Millenium (ο δεύτερος τόμος ήδη κυκλοφορεί και στα Ελληνικά), την οποία ο Σουηδός συγγραφέας δεν πρόλαβε να δει τυπωμένη. Έξι μήνες μετά την παράδοση των χειρογράφων, το 2004, πέθανε από καρδιακή ανακοπή. Δεν είδε έτσι την τεράστια επιτυχία που σημειώνει το βιβλίο του σ' όλο τον κόσμο.
Πρόκειται για ένα αστυνομικό θρίλερ, αλλά όχι μόνο. Είναι ταυτόχρονα και μια ανατομία της σουηδικής κοινωνίας. Θέματα πολιτικά, κοινωνικά, θρησκευτικά, οικονομικά, τεχνολογίας και άλλα περιβάλλουν την αστυνομική ιστορία. Θα 'λεγε κανείς πως το αστυνομικό μυστήριο είναι το δέλεαρ για να ειπωθούν όλα τα άλλα.
Κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος είναι ο δημοσιογράφος Μίκαελ Μπλούκμβιστ (δημοσιογράφος ήταν και ό ίδιος ο συγγραφέας). Συνεκδότης του περιοδικού Millenium, ειδικεύεται στο οικονομικό ρεπορτάζ προσπαθώντας να "ελέγχει και να αποκαλύπτει τους μεγαλοκαρχαρίες κεφαλαιούχους". Εξίσου σημαντικό ρόλο, αν όχι σημαντικότερο, διαδραματίζει "Το κορίτσι με το τατουάζ¨, η Λίσμπετ Σαλάντερ. Μικροκαμωμένη, με σώμα γεμάτο τατουάζ, με παράξενο, παράταιρο, συνήθως μαύρο ντύσιμο, απροσάρμοστη, γι' αυτό και ζει υπό επιτήρηση, με σεξουαλικές προτιμήσεις και για τα δύο φύλα, "ένα φρικιό", όπως λέει η ίδια. Δεν έχει τελειώσει καλά-καλά το σχολείο, είναι όμως ικανότατη στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, διαθέτει μια φωτογραφική μνήμη και εργάζεται ως εξωτερική συνεργάτις σε μια εταιρεία ασφάλειας.
Αυτοί οι δυο τόσο αταίριαστοι και ανόμοιοι τύποι, ο Μίκαελ και η Λίσμπετ, άγνωστοι μεταξύ τους ως το μισό σχεδόν βιβλίο, θα συνεργαστούν κάποια στιγμή για την εξιχνίαση μιας εξαφάνισης προσώπου που έγινε πριν από 36 ολόκληρα χρόνια! Το πρόσωπο αυτό ανήκε στη μεγάλη, πάμπλουτη, ισχυρή οικογένεια επιχειρηματιών, την οικογένεια Βάνιερ. Επικεφαλής του ομίλου εταιρειών της οικογένειας είναι ο ογδοντάχρονος Χένρικ Βάνιερ, που αναθέτει στον Μπλούκβιστ, με πρόσχημα τη συγγραφή της ιστορίας της οικογένειας, τη διερεύνηση της εξαφάνισης της δεκαεξάχρονης τότε, το 1966, Χάριετ. Τα περισσότερα από τα μέλη της οικογένειας Βάνιερ ζούσαν σ' ένα σουηδικό νησί, που συνδεόταν με τη μικρή πόλη Ένεσταντ μόνο με μια γέφυρα. Απ' αυτό το νησί εξαφανίστηκε χωρίς να βρεθεί ούτε νεκρή ούτε ζωντανή, παρά τις εξονυχιστικές έρευνες, η νεαρή Χάριετ. Αργά, μεθοδικά, με ανατροπές που ξαφνιάζουν, ο συγγραφέας παρασύρει τον αναγνώστη να αναζητεί μαζί με τον Μίκαελ και τη Λίσμπετ τη λύση. Ζούμε κι εμείς ένα χρόνο στο απομονωμένο νησί όπου έχει εγκαταστεθεί ο δημοσιογράφος, σύμφωνα με το συμβόλαιο που υπέγραψε με τον Χένρικ. Παγώνουμε μέσα στα χιόνια του σουηδικού χειμώνα με τις θερμοκρασίες 20 βαθμών κάτω από το μηδέν, γνωρίζουμε τους χαρακτήρες που, αν και πολλοί, δεν συγχίζουν τον αναγνώστη, γιατί η τέχνη του συγγραφέα τους καθιστά πλήρως ευδιάκριτους, η σκέψη μας ακονίζεται στις υποθέσεις του τι πράγματι μπορεί να συνέβη πριν από τόσα χρόνια.
Ελκυστικό και "διαβαστερό" μπορεί να είναι το βιβλίο, δεν παύω όμως να έχω τις μικρές μου ενστάσεις. Και πρώτα για την ηρωίδα του έργου, τη Λίσμπετ. Πόσο πιθανό είναι μια κοπέλα που δεν έχει τελειώσει το σχολείο να είναι μια ικανότατη χάκερ ή να μιλάει Αγγλικά με "οξφορδιανή προφορά"; Η διείσδυση στους ξένους υπολογιστές, ακόμα κι αν πρόκειται για να ξεσκεπαστεί ένας απατεώνας, δεν νομίζω ότι είναι ηθικά αποδεχτή ενέργεια. Πολύ περισσότερο θεωρώ απαράδεχτη την απόσπαση χρημάτων από ξένους λογαριασμούς, στην οποία προβαίνει η ηρωίδα. Μπορεί να εκδικήθηκε έναν απατεώνα, αλλά ποιος μπορεί να εμποδίσει την απόσπαση και από άλλους λογαριασμούς;
Οι σαδιστικές σκηνές του βιβλίου είναι ιδιαίτερα ενοχλητικές. Και αν στη μια περίπτωση δικαιολογούνταν γιατί συνδέονταν με φόνους, στην πρώτη περίπτωση που αφορούν τη Λίσμπετ τις βρήκα αχρείαστες, δεν συνδέονται άμεσα με την υπόθεση, εκτός αν αυτό θα φανεί στη συνέχεια, στο δεύτερο τόμο. Βρήκα γενικά το βιβλίο, παρά το ενδιαφέρον του, κάπως φλύαρο, θα μπορούσε να είναι συντομότερο, γι' αυτό και δεν θα βιαστώ να διαβάσω το δεύτερο τόμο. Χρειάζεται μια ανάσα πριν απ' αυτό.
Υ.Γ. Δεν ξέρω πόσο επιτρεπτό είναι να χρησιμοποείται ταυτόσημος τίτλος με ένα άλλο βιβλίο. Είναι "Το κορίτσι με το τατουάζ" της Τζόις Κάρολ Όουτς, εκδομένο από τον Καστανιώτη το 2006. Η ακριβής μετάφραση του τίτλου του σουηδικού βιβλίου είναι, όπως λέει στον πρόλογό του ο Μανώλης Πιμπλής, "Οι άντρες που μισούσαν τις γυναίκες".