Σάββατο, Αυγούστου 28, 2021

Το Σανατόριο

 

Σάρα Πιρς
Το σανατόριο
Ψυχογιός, 2021
Μετ. Νεκτάριος Καλαϊτζής
Πρωταγωνιστής σ' αυτό το πολύ ενδιαφέρον θρίλερ δεν είναι πρόσωπο.  Είναι ένα κτίριο, ένα πολυτελέστατο ξενοδοχείο. Χτισμένο ψηλά, σε ύψος 2.200 μ., σε μια ελβετική βουνοκορφή, κοντά στο Κραν-Μοντανά, αποπνέει κάτι μυστηριώδες, κάτι τρομακτικό.
Το πεντάστερο ξενοδοχείο Λε Σομέ είναι ένα πλήρως ανακαινισμένο, παλιό σανατόριο. ένας χώρος που προοριζόταν για απομόνωση των φυματικών, σε μια εποχή που βασική θεραπεία για τη μεταδοτική αυτή ασθένεια ήταν ο καθαρός αέρας του βουνού (Δεν μπορούμε να μη θυμηθούμε το υπέροχο "Μαγικό Βουνό" του Τόμας Μαν!). Κτισμένο από τον παππού του  τωρινού ιδιοκτήτη Λουκά Καρόν, έχει μετατραπεί  σε ένα υπερπολυτελές ξενοδοχείο. Εκεί καταφθάνει η Ελίν με τον φίλο της Γουίλ, για να γιορτάσουν τους αρραβώνες του αδελφού της Άιτζακ, που εργάζεται εκεί, με την Λορ. Οι πρώτες εντυπώσεις καθώς αντικρίζουν το ξενοδοχείο προϊδεάζουν για κάτι μυστηριώδες: "Όπως στέκεται εκεί, μπροστά από το ξενοδοχείο, αισθάνεται κάτι πολύ παράξενο-μια αναστάτωση στην ατμόσφαιρα, μια παράξενη αναταραχή που δεν έχει καμιά σχέση με το χιόνι που πέφτει (...) Υπάρχει κάτι βάναυσα απρόσωπο στην αρχιτεκτονική του: οι αυστηρές γραμμές του, τα απόλυτα ορθογώνια επίπεδα και οι επιφάνειες, οι μοντερνιστικές επίπεδες στέγες αποπνέουν μια ατμόσφαιρα ιδρύματος. Το γυαλί κυριαρχεί παντού-εκτυφλωτικό, τοίχοι ολόκληροι, επιτρέποντάς σου να βλέπεις ανεμπόδιστα μέσα".
Οι αρραβώνες όμως δεν  θα προφθάσουν να γίνουν. Την επομένη της άφιξης της Ελίν και του Γουίλ, η Λορ εξαφανίζεται. Σε λίγο μια καθαρίστρια θα βρεθεί νεκρή, δεμένη, στο βυθό της πισίνας. Δεν θα είναι το μοναδικό πτώμα. Κάπου μέσα στο βαθύ χιόνι θα βρεθεί νεκρός και ο αρχιτέκτονας του ξενοδοχείου που είχε εξαφανιστεί πριν πολύ καιρό. Βαριά χιονόπτωση αποκλείει το ξενοδοχείο από κάθε επικοινωνία, ενώ η απειλή χιονοστιβάδας οδηγεί στην εκκένωσή του. Την ταυτόχρονη έρευνα αφενός για ανεύρεση της Λορ και αφετέρου για εξιχνίαση των φόνων αναλαμβάνει η Ελίν,  που υπήρξε αρχιφύλακας του εγκληματολογικού, αλλά λόγω ενός ατυχούς επεισοδίου βρίσκεται σε διαθεσιμότητα. Όμως και η ίδια βασανίζεται από τους "δαίμονές" της. Και λόγω του επεισοδίου αυτού, αλλά και για κάτι άλλο   που σχετίζεται με τον Άιτζακ και τον θάνατο, πριν από χρόνια, του μικρότερου αδελφού τους.
Η προσπάθεια γίνεται μέσα στη ζοφερή ατμόσφαιρα του αποκλεισμένου ξενοδοχείου. Απέραντοι διάδρομοι, υπόγεια τούνελ, πόρτες που τρίζουν, κλειδωμένα δωμάτια που κρύβουν μυστικά, φθαρμένα αντικείμενα από το παλιό σανατόριο, αγωνία για το πρόσωπο που λείπει και χιόνι, χιόνι, χιόνι παντού. Τι θα γίνει άραγε στο τέλος; Ποιος είναι ο δολοφόνος; Και θα βρεθεί ζωντανή η Λορ ή θα είναι ακόμα ένα θύμα; Η λύση θα δοθεί βεβαίως στις τελευταίες σελίδες. Αλλά νομίζω εκείνο που θα απολαύσει πιο πολύ ο αναγνώστης, ειδικά εκείνος που αγαπά τα θρίλερ, είναι η όλη ατμόσφαιρα: Το αποκλεισμένο ξενοδοχείο, το μυστήριο που το περιβάλλει, οι παγωμένες βουνοκορφές, ο φόβος και η αγωνία που καραδοκεί σε κάθε βήμα. Με άλλα λόγια, ένας λογοτεχνικός Χίτσκοκ!


Παρασκευή, Αυγούστου 20, 2021

ΑΘΑΛΆΣΣΑ

 


Κώστας Λυμπουρής

Αθαλάσσα
Το ροδακιό, 2021

 Λογοτεχνία και Ιστορία. Ιστορία και Λογοτεχνία. Ο αρμονικός συνδυασμός των δύο δημιούργησε το πολύ ενδιαφέρον μυθιστόρημα του Κώστα Λυμπουρή, «Αθαλάσσα». Η ιστορία καλύπτει τους κυριότερους σταθμούς της δεκαετίας 1964-1974. Μια από τις πιο ταραγμένες περιόδους στην ιστορία της Κύπρου, που οι τραγικές συνέπειές της φτάνουν ως σήμερα. Και η λογοτεχνία; Η λογοτεχνία έγκειται στον τρόπο που τα ιστορικά γεγονότα εμπλέκονται στη ζωή των ηρώων του έργου, γεγονότα που ο συγγραφέας βλέπει μέσα από τον περίκλειστο χώρο ενός ψυχιατρικού ιδρύματος, του Ψυχιατρείου Αθαλάσσας.

Αφορμή για την έμπνευσή του υπήρξε η απόφαση της Κυπριακής Κυβέρνησης, μισό αιώνα σχεδόν μετά την τουρκική εισβολή και τον βομβαρδισμό, μεταξύ άλλων, και του Ψυχιατρείου Αθαλάσσας, να ταυτοποιήσει τα οστά όσων ασθενών είχαν σκοτωθεί τότε και τάφηκαν βιαστικά σε ομαδικό τάφο.
Η είδηση θέτει σε κίνηση την έμπνευση του συγγραφέα. Μας μεταφέρει στον χώρο του Ψυχιατρείου. Γνωρίζουμε τους ασθενείς που δεν ήταν πάντα ψυχικά πάσχοντες. Εκεί παρέπεμπαν κάθε είδους εκτροπή από την κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά. Εκεί «νοσηλεύονταν» άνθρωποι με γεροντική άνοια, επιληπτικοί, αλκοολικοί, ναρκομανείς, πνευματικά καθυστερημένοι, ακόμα και παιδιά, όπως στο μυθιστόρημα ο συμπαθέστατος, δεκατριάχρονος Σωτηράκης.
Κεντρικό πρόσωπο του μυθιστορήματος είναι ο Ισίδωρος. Γιος ιερέα, δάσκαλος, ακέραιος χαρακτήρας, μετεκπαιδευμένος στην Αγγλία, έτοιμος να προσφέρει στα παιδιά που θα του εμπιστεύονταν. Τα σχέδιά του όμως ανατρέπονται όταν η Ανθούλα, η κοπέλα  την οποία είχε βαθιά ερωτευτεί, κλείνεται στο Ψυχιατρείο, λόγω της παράξενης συμπεριφοράς της, να φορεί κίτρινα παπούτσια. Ο Ισίδωρος δεν μπορεί να την αποχωριστεί. Με τη δική του ανορθόδοξη συμπεριφορά, να απαγγέλλει διαρκώς ποιήματα για τον θάνατο, κλείνεται κι αυτός στο Ψυχιατρείο. Γνωρίζει τους ασθενείς. Επικοινωνεί με όσους απ’ αυτούς μπορούν, βοηθάει, οργανώνει ομάδα συζητήσεων, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθεί όσα συμβαίνουν έξω. Τα κύρια γεγονότα της δεκαετίας παρεμβάλλονται πολύ φυσιολογικά.  Η αποχώρηση των Τούρκων από την Κυβέρνηση στο τέλος του ΄63, η τουρκανταρσία, οι βομβαρδισμοί της Τηλλυρίας το καλοκαίρι του 1964, τα γεγονότα της Κοφίνου, η επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα, η ΕΟΚΑ Β΄, ο Γρίβας, οι απόπειρες δολοφονίας του Μακαρίου, το εκκλησιαστικό σχίσμα, το Πολυτεχνείο…
Η μικρή κοινωνία των ψυχικώς πασχόντων αποτελεί απείκασμα της ευρύτερης κοινωνίας. Υπάρχουν χαρακτήρες έντιμοι, υπεύθυνοι, με πραγματική αγάπη και ενδιαφέρον για τους πάσχοντες, όπως ο Δαμιανός, υπεύθυνος του ιδρύματος. Αλλά υπάρχουν και χαρακτήρες αδιάφοροι, σκληροί, ακόμα και κάποιοι που εκμεταλλεύονται τους πάσχοντες, όπως ο νοσηλευτής Αναστάσης. Οι ιδεολογικές διαφορές που δίχασαν  την κυπριακή κοινωνία τη δεκαετία ’64-’74 περνούν και στους έγκλειστους του ψυχιατρείου. Και είναι εις πίστη του συγγραφέα το ότι ο κεντρικός ήρωάς του, ο Ισίδωρος, απηχώντας προφανώς τις ιδέες και τα συναισθήματα του ιδίου του συγγραφέα, κατορθώνει να μένει αμέτοχος, παραθέτοντας απλώς τα γεγονότα. Χαρακτηριστική είναι η απάντηση που δίνει όταν σε μια έντονη διαφωνία σε πολιτικό θέμα του ζητούν να πάρει θέση. Αρνείται. «Δεν έχω υπ’ όψιν όλα τα δεδομένα», λέει. Ο Ισίδωρος είναι γεμάτος αγάπη, γνήσιο ενδιαφέρον για όλους, κατανόηση, έτοιμος να προσφέρει τη βοήθειά του όπου χρειαστεί.
Μια από τις ωραιότερες σελίδες του βιβλίου είναι αυτή στην οποία η ματιά του συγγραφέα απλώνεται έξω και πέρα από τα σύνορα του ψυχιατρείου, έξω από τα σύνορα της Κύπρου. Σαν σ’ ένα όνειρο ο Ισίδωρος βλέπει τα γεγονότα που σημάδεψαν το 1968. Τις δικτατορίες, τις δολοφονίες, τις ανισότητες του κόσμου, αλλά και τους αγώνες για ελευθερία.

«Ξυπνά ταραγμένος. Η χρονιά αυτή ήταν, όντως, η πιο σημαντική στον 20ο αιώνα παγκοσμίως, μετά τους δυο παγκοσμίους πολέμους. Τα βλέφαρά του βαραίνουν ακόμα. Νιώθει ξαφνικά σαν να βρίσκεται μέσα σε ένα ποτάμι από αίμα. Κολυμπά, μα κινδυνεύει να πνιγεί. Το ποτάμι φουσκώνει από καινούριο αίμα, καθώς πλήθος ρυάκια το φέρνουν από παντού. Από τους Βαλκανικούς Πολέμους, τη Μικρασιατική Καταστροφή, τους δυο Παγκοσμίους, τον Εμφύλιο της Ισπανίας, τον Πόλεμο της Κορέας, το Βιετνάμ. Το ποτάμι φουσκώνει, νιώθει να πνίγεται. Ξυπνά μούσκεμα στον ιδρώτα». 

 Το βιβλίο τελειώνει με τον βομβαρδισμό του Ψυχιατρείου και τον θάνατο πολλών από τους πάσχοντες. Στη σκέψη όμως του αναγνώστη δεν τελειώνει εδώ. Για καιρό μας κάνει να σκεφτόμαστε όλα τα δεινά που πέρασε και περνά όχι μόνο ο τόπος μας, αλλά ολόκληρη η ανθρωπότητα. Με την ευχή και την ελπίδα ενός καλύτερου κόσμου.

 

Παρασκευή, Αυγούστου 06, 2021

Η άλλη άκρη του νήματος

 

Αντρέα Καμιλλέρι
Η άλλη άκρη του νήματος
(Μια υπόθεση για τον επιθεωρητή 
Μονταλμπάνο)
Πατάκης, 2019
Μετ. Φωτεινή Ζερβού
Αστυνομική πλοκή. Επίκαιρο. Διανθισμένο με χιούμορ και την τέλεια ατμόσφαιρα μιας ιταλικής (φανταστικής) πόλης, με κεντρικό πρόσωπο τον ικανότατο επιθεωρητή Σάλβο Μονταλμπάνο, το μυθιστόρημα του πολύ γνωστού συγγραφέα Αντρέα Καμιλλέρι (1925-2019) είναι ό,τι πρέπει για ένα ευχάριστο ανάγνωσμα. Χωρίς μεγάλες απαιτήσεις, αλλά "δροσιστικό", θα έλεγα, μέσα στον αφόρητο καύσωνα των 44ο βαθμών που μας κάνει δώρο το φετινό καλοκαίρι.
Ο μόνιμος ήρωας του Καμιλλέρι, ο επιθεωρητής Μονταλμπάνο, έχει να αντιμετωπίσει τις καραβιές των προσφύγων που καταφθάνουν μέσα από τη θάλασσα στην πόλη του, τη Βιγκάτα. Πρέπει να συντονίσει το έργο της αστυνομίας για την περίθαλψη και τη φιλοξενία αυτών που κάθε βράδυ φθάνουν καταταλαιπωρημένοι, να αντιμετωπίσει πιθανά εγκλήματα που έγιναν μεταξύ τους, για παράδειγμα ένα βιασμό, να περισυλλέξει πτώματα από τη θάλασσα.
Ομολογώ ότι είχα αρχίσει να βαριέμαι όλη αυτή την ενασχόληση με τους πρόσφυγες, κάτι που ζούμε καθημερινά σχεδόν, όχι απλώς στη μυθιστορηματική εκδοχή αλλά στην ωμή πραγματικότητα, όταν ξαφνικά μια δολοφονία λειτουργεί ως σπινθήρας και το ενδιαφέρον του αναγνώστη απογειώνεται. Είναι μια δολοφονία που πολύ χαλαρά μπορεί να συνδεθεί με τους πρόσφυγες, αλλά είναι αρκετή για να ξυπνήσει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ενδιαφέρον που θα κρατήσει ως το τέλος, ως την ανακάλυψη του/της δολοφόνου και των αιτίων της δολοφονίας.
Έχω βέβαια διαβάσει και πολύ καλύτερα αστυνομικά. Όμως σ' αυτό μου άρεσε η όλη ατμόσφαιρα. Οι (λαθρο)μετανάστες όπως τους ζούμε καθημερινά, η παραλιακή πόλη, τα ιταλικά φαγητά, ψαρικά κυρίως, τα οποία ο Μονταλμπάνο τιμά ιδιαιτέρως, συνήθως στο εστιατόριο του Έντσο, οι χαρακτήρες των υπαστυνόμων Αουτζέλλο και Φάτσιο, του ιατροδικαστή και του εισαγγελέα, ο αφοσιωμένος στον Μονταλμπάνο αλλά αφελής τηλεφωνητής Καταρέλλα.
Και ο τίτλος; Τι σημαίνει "η άλλη άκρη του νήματος"; Στο μυθιστόρημα κυκλοφορεί  ένας άσπρος γάτος. Ανήκει στο θύμα. 
"Μπήκε ο Φάτσιο κρατώντας ένα κουβάρι μπλε νήμα που άφησε μπροστά στο γάτο. Όλοι κράτησαν την ανάσα τους περιμένοντας ότι θα συμβεί κάτι ξεχωριστό, αντίθετα ο γάτος Ρινάλντο άρχισε να παίζει με το κουβάρι, το κύλησε μέχρι την άκρη του τραπεζιού, χωρίς να το αφήσει να πέσει κάτω.
Κάποια στιγμή έπιασε με το στόμα την άκρη του κουβαριού και πήδηξε στο πάτωμα. Έπειτα άρχισε να προχωρά προς την πόρτα που οδηγούσε έξω από το δωμάτιο και εξαφανίστηκε από τα μάτια τους. Όλοι κατάλαβαν ότι συνέχιζε να παίζει στον διάδρομο, επειδή έβλεπαν το κουβάρι πάνω στον πάγκο να ξετυλίγεται και να γίνεται όλο και πιο λεπτό. Έπειτα από λίγο είχε μείνει μόνο η άλλη άκρη του νήματος".
Δεν κατάλαβα αν "η άλλη άκρη του νήματος" βοήθησε στον εντοπισμό του/της δολοφόνου. Σημασία έχει ότι πέρασα ευχάριστα ψάχνοντας αυτή την άκρη!