Δευτέρα, Ιουνίου 25, 2012

Τα εύρετρα

Την παρακολουθώ. Χρόνια τώρα. Και δεν απορώ γιατί είναι τόσο δημοφιλής, ούτε γιατί κατόρθωσε να φέρει τον κόσμο κοντά στην ποίηση, σ' αυτούς τους τόσο αντιποιητικούς καιρούς. Ούτε γιατί οι ποιητικές της συλλογές μπαίνουν στον κατάλογο των ευπώλητων. Δεν απορώ. Γιατί χωρίς να προδίδει την ποίηση, διατηρώντας την κρυπτικότητα, την υπαινικτικότητα, το συμβολισμό, τη μεταφορά, την καινοτόμα, απροσδόκητη χρήση των λέξεων, παραμένει διαυγής, μεταγγίζοντας άμεσα στον αναγνώστη σκέψεις και συναισθήματα.
Κρατάω στα χέρια μου (ηλεκτρονικά αγορασμένη) την ποιητική συλλογή "Τα εύρετρα" (Ίκαρος, 2010). Τη διαβάζω ξανά και ξανά. Προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω τα μυστικά της τέχνης της. Να δω πού έγκειται αυτή η γοητεία που ασκεί. Κάποτε κουβεντιάζει με ή για το Θεό. Άλλοτε με την ίδια την ποίησή της. Κάποτε με τις λέξεις ζωγραφίζει τοπία, αναπαριστά σκηνές. Και πάντα στο τέλος ένας στίχος-έκπληξη, το απροσδόκητο που σε αφήνει ενεό, ν' απορείς μ' αυτό το εκπληκτικό εύρημα.
Άψυχα και αφηρημένες έννοιες προσωποποιούνται: Η ελπίδα "πάει να ψωνίσει για μας από δίπλα κάτι" (Στην ελπίδα II), η ερημιά κάποτε "έχει συλλαλητήριο στους δρόμους" (Κεραμεικός-Κυριακή). Αντικείμενο της ποίησης γίνεται η ίδια η ποίησή της:
Δεν τις πιστεύω τις λέξεις
αλλά ό,τι μου δίνουν το γράφω
                       (Η χρησιμότητα της δυσπιστίας)
Μορφάζει ειρωνικά στο θάνατο:
Στη στάχτη θα μ' εμπιστευτώ
...........................................
το χώμα μου πέφτει βαρύ
δεν μπορείς ν' ανασάνεις
σε πιέζουν από πάνω κι οι γλάστρες
που φέρνουν οι δικοί σου
          (Ουσιώδης διαφορά)
Αντιστρέφει τις έννοιες:
ρίχνουμε τόνους χαρτί
και ό,τι άλλο μας παιδεύει
μέσα στις λέξεις
          (Φταίμε κι εμείς)
Απ' όλη τη συλλογή στέκομαι ιδιαίτερα σε δυο ποιήματα. Το ένα μιλάει για θάνατο, το άλλο για ζωή. Ανεπανάληπτες, μοναδικές ποιητικές στιγμές. Δεν ξέρω αν μπορεί κανείς να διαβάσει το "Άσπρες πασχαλιές φιλούν έφηβο" χωρίς να βουρκώσει. Σ' αυτό το υπέροχο ποίημα βρισκόμαστε στην κηδεία ενός νέου που "αδρανούσε πάνω στη μόλις ηλικία του" (τι εύρημα αυτή η "μόλις ηλικία του"!). 
Ο πατέρας. Σκυφτός. Απασχολημένος
βάναυσα να πνίγει
μέσα στη γούρνα των δακρύων του
ένα ένα τα αθώα του αναφιλητά
Δεν ξέρω γιατί δεν αναφέρεται η μητέρα, που συνήθως αυτήν πιο πολύ σκεφτόμαστε, όταν ένα παιδί πεθαίνει. Ίσως, χωρίς να δηλώνεται, να 'ναι αυτή που
ταρακούνησε το θαύμα ουρλιάζοντας
σήκω
Ή πάλι, μπορεί να' ναι κάποιος συνομήλικος φίλος. Τι δύναμη όμως κρύβει, πόση συμπύκνωση, πόσο συναίσθημα, πόση απόγνωση ο καταληκτικός στίχος: 
Όμως δε φάνηκε Λάζαρος κανείς
Το δεύτερο ποίημα έχει τίτλο "Το κολατσιό" και είναι ένας ύμνος στην αθώα νεότητα. Ύμνος στη ζωή, αλλά κάτω απ' αυτόν κρύβεται και μια αδιόρατη θλίψη και νοσταλγία για τη χαμένη για την ποιήτρια πια νεότητα. Μια νεαρή μαθήτρια ή φοιτήτρια
ωραία ή απλώς άθικτη, στητή ακόμα
επάνω στον έφηβο μίσχο της
τρώει μια τυρόπιτα. Και η ποιήτρια, που φωτίζει ποιητικά την όλη σκηνή, παρακαλεί:
Μου δίνεις κι εμένα λίγο; της είπα

όχι, όχι απ' αυτό

θέλω μιαν άκρη μόνο
από αυτή την ντροπαλή βραδύτητα
με την οποία μασάει τη ζωή η νεότητά σου

να κόψω.


 

Πέμπτη, Ιουνίου 21, 2012

Τα έκτα μου γενέθλια


Σαν  σήμερα, ακριβώς πριν από 6 χρόνια, έκανα τα πρώτα αβέβαια βήματά μου στον αχανή κόσμο του διαδικτύου, δημιουργώντας ένα βιβλιοφιλικό μπλογκ. Έξι χρόνια γεμάτα διαβάσματα, επικοινωνία με φίλους, γνωριμία με άλλους, αλληλοενημέρωση γύρω από το μαγικό κόσμο του βιβλίου. Τι ευτυχία!
Σήμερα, η πιο μεγάλη μέρα του χρόνου. Από αύριο, λεπτό με λεπτό, η μέρα αρχίζει να μικραίνει. Σ' έξι μήνες, βέβαια, θ'  αρχίσει να ξαναμεγαλώνει. Αλοίμονο όμως! Οι μέρες της ζωής μας λιγοστεύουν χωρίς πιθανότητα ανανέωσης. Ας είναι τούτες οι γραφές, οι ριγμένες στο πέλαγος του διαδικτύου, μια αντίσταση στον, κατά τον ποιητή, "φθονερό γέροντα και εχθρό πάσης μνήμης", το χρόνο.
Χρόνια μας πολλά, αγαπητέ Πατριάρχη Φώτιε, που μαζί κάθε χρόνο συνεορτάζουμε τα γενέθλιά μας.

Τετάρτη, Ιουνίου 20, 2012

Οι ταξιδιωτικές μου περιπλανήσεις

Την Παρασκευή, 15 Ιουνίου 2012, στη δροσόλουστη αυλή του βιβλιοπωλείου Rivergate, έγινε η παρουσίαση του βιβλίου μου "Ταξιδιωτικές περιπλανήσεις", των εκδόσεων CaptainBook.
Το βιβλιοπωλείο Rivergate στα Λατσιά είναι, πιστεύω, το ωραιότερο βιβλιοπωλείο της Λευκωσίας. Στις καλόγουστες γωνιές του μπορεί κάποιος, απολαμβάνοντας τον καφέ του, να ξεφυλλίσει ένα βιβλίο, να συναντήσει φίλους, να κουβεντιάσει για βιβλία.

Μια καλαίσθητη γωνιά του βιβλιοπωλείου Rivergate


Ειδικά διαμορφωμένος χώρος δέχεται κάθε Σάββατο πλήθος παιδάκια για την ανάγνωση ενός παραμυθιού ή για άλλη δημιουργική απασχόληση.

Η γωνιά των παιδιών
Στους δύο τεράστιους χώρους (ισόγειο και πρώτο όροφο) ράφια φορτωμένα βιβλία προκαλούν τον επισκέπτη

Η παρουσίαση όμως του βιβλίου έγινε έξω, στη δροσερή αυλή. Παρά τη ζέστη των 39ο εκείνης της ημέρας, δεκάδες φίλοι και γνωστοί συγκεντρώθηκαν για να γιορτάσουμε μαζί τη γέννηση ενός βιβλίου. Δεν ήταν μια τυπική παρουσίαση. Ήταν μια συνάντηση φίλων, οι περισσότεροι από τους οποίους είχαν πάρει μέρος στα ταξίδια που περιγράφονται στο βιβλίο. Και δεν ήταν λίγοι αυτοί που αναγνώριζαν τον εαυτό τους στις φωτογραφίες που προβάλλονταν σε όλη τη διάρκεια της εκδήλωσης.
Μ' ένα ποτήρι παγωμένο κρασί, μ' έναν καφέ ή ένα δροσιστικό ποτό κουβέντιαζαν παρέες-παρέες ώσπου ν' αρχίσει η παρουσίαση




Λίγη κουβέντα πριν από την παρουσίαση


Κι άλλοι φίλοι συναντιούνται


Οι παλιές φιλίες δεν ξεχνιούνται

Η παρουσίαση άρχισε



Ο κ. Γιώργος Χατζηκωστής καταθέτει την εισήγησή του


Ο κ. Δώρος Θεοδούλου στο βήμα


Παρακολουθώντας την παρουσίαση και τις προβολές



Κάποιοι παρακολουθούν...πιο χαλαρά




Τα παιδιά ακούνε με προσοχή


Η συγγραφέας καλωσορίζει την κ. Έλενα Τάνου


Η συγγραφέας με την κ. Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου


Η κ. Ζήνα Λυσάνδρου-Παναγίδη λίγο πριν τη δική της παρουσίαση


Την παρουσίαση έκαναν με σύντομες εισηγήσεις οι εξής φίλοι: Η κ. Έλενα Τάνου, αντιπρόεδρος του ταξιδιωτικού γραφείου Top Kinisis και διοργανώτρια των πιο πολλών ταξιδιών του βιβλίου, η γνωστή συγγραφέας κ Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου, ο κ. Δώρος Θεοδούλου, φιλόλογος, πρώην επιθεωρητής, ο κ. Γιώργος Χατζηκωστής, φιλόλογος, συγγραφέας, πρώην διεθυντής του Παγκυπρίου Γυμνασίου και η επίσης φιλόλογος κ. Ζήνα Λυσάνδρου-Παναγίδη.
Τους ομιλητές, τους ευγενικούς ιδιοκτήτες του βιβλιοπωλείου Δημήτρη και Αίγλη Τούμπα, τις εκδόσεις http://www.captainbook.gr/ καθώς και όλους τους φίλους που συμμετείχαν στη χαρά μου, θερμότατα ευχαριστώ.

Καθώς το βράδυ πέφτει, η παρακολούθηση γίνεται πιο ευχάριστη

Δευτέρα, Ιουνίου 11, 2012

Γιατί όχι στη Βενετία;

Τις πιο πολλές φορές, για όλους εμάς που η αγάπη του διαβάσματος γίνεται αδηφάγος μανία, απ' τα τόσα βιβλία που διαβάζουμε, όταν περάσει καιρός, εκείνο που μένει στη μνήμη δεν είναι πια οι λεπτομέρειες. Είναι η γενική εικόνα, το άρωμα του βιβλίου, η ανάμνηση της γενικής ατμόσφαιράς του.
Νομίζω πως από το βιβλίο της Γαλλίδας δημοσιογράφου και συγγραφέως Μισέλ Μανσό "Γιατί όχι στη Βενετία; (Καλέντης 2002, μετ. Λήδα Παλλάντιου), όταν θα το αναπολώ μετά από καιρό, εκείνο που θα μείνει θα είναι μια κατάσταση θλίψης, φθοράς, η ατμόσφαιρα της Βενετίας όπως η λογοτεχνία την έχει αποτυπώσει, αλλά ταυτόχρονα και η φθορά της ανθρώπινης ύπαρξης, η ζωή που φεύγει. 
Την υπόθεση του μυθιστορήματος αυτού θα μπορούσε να την αποδώσει κάποιος σε δύο μόνο γραμμές: ένα ερωτευμένο ζευγάρι, μια Γαλλίδα συγγραφέας που δεν βρίσκεται πια στην πρώτη νεότητα κι ένας νεαρός φοιτητής επισκέπτονται για λίγες μέρες τη Βενετία. Αυτό. Τίποτ' άλλο. Όμως η αξία και το ενδιαφέρον του βιβλίου δεν βρίσκονται στην πολυπλοκότητα του μύθου, ούτε ανταποκρίνονται στη συνήθη επιθυμία του αναγνώστη "να δούμε τι θα γίνει παρακάτω". Εδώ απολαμβάνεις την αργή περιδιάβαση σ΄αυτή την πόλη του νερού, στα κανάλια, στις πλατείες, στις εκκλησιές, στην όπερα, στις γειτονιές, στα μουσεία με τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς. Και συνάμα σκέψεις για την τέχνη, τη ζωή, τον έρωτα, το χρόνο, τη συγγραφή. Σύντομοι διάλογοι, μια εμφανής πνευματική διαφορά μεταξύ των δύο εραστών, που δεν οφείλεται μόνο στη διαφορά της ηλικίας, τα πάντα ιδωμένα μέσα από τη διανοητική επεξεργασία εκείνης, συνθέτουν το ύφος του βιβλίου.
Και συνεχώς στο φόντο η Βενετία με κρίσεις και χαρακτηρισμούς που συνεχώς αναφύονται:
-"Ολόκληρη αυτή η πόλη είναι ένα θέατρο. Αέναα διασκεδαστική. Διασκεδαστική και θανάσιμη".
-"Η Βενετία ήταν υγρή, ανοιχτή σε όλα τα καπρίτσια, ίδια μήτρα, και συνάμα κλειστή, αναδιπλωμένη στο εύθραυστο στοιχείο της, περιμένοντας την παρακμή της".
-"...προφέροντας το όνομα Βενετία, ξέρει ήδη κανείς ότι αυτή η πόλη φέρει τη σφραγίδα της μοναδικότητας".
Ακόμα όμως και σ' αυτή την ονειρική πόλη η ηλικιωμένη συγγραφέας "περιέφερε τη μοναξιά της". Κι ας είναι μ' ένα νεαρό ερωτικό σύντροφο. Εκείνη αναλογίζεται την περασμένη της ζωή, ένα μεγάλο έρωτα, χαμένο τώρα πια, τα χρόνια που τη βαραίνουν.
-"Τι τερατώδες! Θα γεράσει. Όχι αργότερα. Τώρα, αύριο, αμέσως, κιόλας. Λένε ότι η ηλικία του καθενός εξαρτάται από το πώς αισθάνεται, ότι γερνάει όταν το θέλει. Τι ψέμα! Είναι κανείς γέρος όταν το σώμα του δεν είναι πια ποθητό".
-"Τα γηρατειά τρυπώνουν τόσο ύπουλα που δεν γνωρίζει κανείς την αρχή τους. Μια μέρα, κάποιος σας λέει: "Είστε ίδιος", και αυτό είναι το σημάδι ότι έχετε κιόλας γεράσει".
-" Γερνώ σημαίνει επίσης: οι φαντασιώσεις μου πετούν και χάνονται".
Η ποιητικότητα που χαρακτηρίζει επίσης το βιβλίο είναι τέτοια, που σε κάνει ενώ απολαμβάνεις την ανάγνωση και στη μετάφραση, να εύχεσαι να μπορούσες να το διαβάσεις και στο πρωτότυπο.

Παρασκευή, Ιουνίου 01, 2012

Πηνελόπη online

Αγόρασα το βιβλίο της Ντίας Μέξη-Τζόουνς "Πηνελόπη online" για δυο λόγους:1.Είναι ηλεκτρονικό, 2.Είναι φθηνό (5.99 ευρώ). Είναι ένα ευκολοδιάβαστο, εύπεπτο μυθιστόρημα που αποτελεί μια σάτιρα της ηλεκτρονικής εποχής μας, γιατί, παρ' όλο ότι πωλείται ηλεκτρονικά, δεν παύει να αυτοσαρκάζεται. 
Η πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια, η Πηνελόπη ή Πενέλοπι, όπως την αποκαλούν στην Αγγλία όπου ζει, είναι μια Ελληνίδα παντρεμένη με Άγγλο. Ζει στο Μπαθ, την πατρίδα της Τζέιν Όστεν, μια όμορφη επαρχιακή πόλη, νοτιοδυτικά του Λονδίνου, της οποίας οι κάτοικοι ανήκουν στη μεσαία ανώτερη τάξη της λευκής φυλής, όπως λέει.
Το βιβλίο έχει τη μορφή ημερολογίου, το οποίο, αν και η ίδια η ηρωίδα είναι εθισμένη στο διαδίκτυο, το γράφει με τον παραδοσιακό τρόπο σε τετράδιο, γιατί, όπως λέει, δεν θέλει να εκθέτει τον εαυτό της στο blog ώστε να την βλέπει όλος ο κόσμος. Η κάθε ημερολογιακή εγγραφή αμέσως μετά την ημερομηνία περιλαμβάνει την ημερήσια μέτρηση της διαδικτυακής της ενασχόλησης. Π. χ. "31 Αυγούστου. 1 ώρα μπλογκ, 30΄ facebook, 15΄ tuitter, 15΄ Youtube", θυμίζοντας έτσι (ή ίσως μιμούμενη) την Μπρίτζετ Τζόουνς στο γνωστό Ημερολόγιο (στα ελληνικά "Μπρος γκρεμός και πίσω ράφι"), στο οποίο η Τζόουνς κατέγραφε καθημερινά το βάρος της, τα τσιγάρα που κάπνισε κ.λπ.).
Όνειρο της Πενέλοπι είναι να διαπρέψει ως συγγραφέας και αρχίζει να γράφει ένα βιβλίο με τίτλο "΄Οταν το σουβλάκι συνάντησε το φις εντ τσιπς" και στο οποίο περιλαμβάνονται συνταγές με τα ονόματά τους να αποτελούν  ειρωνικά πολιτικά σχόλια. Παράλληλα, καταγράφει στο ημερολόγιό της σκηνές της καθημερινότητάς της. Τη σχολική ζωή των δυο της κοριτσιών της που αποκαλεί "αλβιονάκια", στιχομυθίες με τον άντρα της, ένα φλεγματικό Άγγλο, τα ζευγάρια των φίλων τους και γενικά τη ζωή στη μικρή αυτή αγγλική πόλη.
Η αγγλική τυπικότητα και ο σνομπισμός συναντούν την επικριτική και ειρωνική της ματιά (αν και, εδώ που τα λέμε, λίγη περισσότερη τυπικότητα και πειθαρχία αντί του αυθορμητισμού δεν θα έβλαπτε τους Έλληνες!). Στην προσπάθειά της να δώσει τα πάντα μέσα από ένα χιουμοριστικό φακό καταφεύγει μερικές φορές σε εξυπνακίστικα σχόλια. Ακόμα, ο στόχος του βιβλίου δεν είναι σαφής. Ενώ τόσο ο τίτλος (online) όσο και οι πρώτες σελίδες προδιαθέτουν για ένα βιβλίο που θα έχει στο επίκεντρο την ηλεκτρονική εποχή μας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στη συνέχεια επικρατεί η απεικόνιση του τρόπου ζωής και των σχέσεων στην αγγλική κοινωνία.
Η αναφορά σε σύγχρονα πρόσωπα ή συγγραφείς θεωρούμενα γνωστά (π.χ. Νατάσα, Καμίλα, Βιρτζίνια κ.λπ.) όχι μόνο αναγκάζει τη συγγραφέα να προβαίνει σε ερμηνευτικά σχόλια στο τέλος κάθε μέρους, αλλά προσδίδει ένα επικαιρικό χαρακτήρα στο κείμενο, φέρνοντάς το κοντά στο χρονογράφημα.
Διερωτώμαι αν αυτό και ανάλογα έργα μπορούν να θεωρηθούν καλή λογοτεχνία ή έστω λογοτεχνία. Μπορούν άραγε τέτοια έργα να έχουν διάρκεια στο χρόνο; Ή μήπως δεν θα έπρεπε να μας απασχολεί αυτό από τη στιγμή που ένα βιβλίο μας τέρπει έστω και προσωρινά, χαρίζοντάς μας ένα χαμόγελο στους πικρούς αυτούς καιρούς που ζούμε;