Κυριακή, Μαρτίου 27, 2016

Ο αχός της εποχής

Julian Barns
Ο αχός της εποχής
Μεταίχμιο 2016
Μετ. Θωμάς Σκάσσης
(ebook) 
Δεν ξέρω αν ο Τζούλιαν Μπαρνς έχει στερέψει από έμπνευση ή αν εξαρχής είχε υπερτιμηθεί, αν είχε προβληθεί περισσότερο από όσο άξιζε. Τα δυο τελευταία βιβλία του, "Τα τρία επίπεδα της ζωής" και τώρα "Ο αχός της σιωπής", στερούνται έμπνευσης. Και τα δυο στηρίζονται και αναφέρονται σε πραγματικά γεγονότα. Το πρώτο, στην ιστορία της αεροναυτικής και της φωτογραφίας, καθώς και στην προσωπική του εμπειρία από τον θάνατο της γυναίκας του, το δεύτερο, στη βιογραφία του Σοστακόβιτς. Καλογραμμένα βέβαια βιβλία, ελκυστικά και ενδιαφέροντα για τον αναγνώστη, χωρίς όμως πρωτοτυπία, χωρίς το ευχάριστο ξάφνιασμα που μας έδωσε το "Ένα κάποιο τέλος".
"Ο αχός" είναι ο αχός της Σοβιετικής εποχής του Στάλιν, που ως ένα βαθμό συνεχίστηκε και στην εποχή του Χρουστσόφ. Αυτή η εποχή φαίνεται να ενδιαφέρει τον συγγραφέα και πώς αυτή επηρέαασε έναν καταξιωμένο συνθέτη, τον Ντμίτρι Ντμιετρίεβιτς Σοστακόβιτς. Δεν είναι ούτε καθαρή ούτε μυθιστορηματική βιογραφία. Τα γεγονότα της ζωής του μουσουργού αναφέρονται βέβαια, αλλά σύντομα, δεν τους δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Η γέννηση (1906), οι τρεις γάμοι, τα δυο παιδιά του, ο θάνατός του (1975) σηματοδοτούν κάποιους σταθμούς, αλλά δεν είναι αυτά το κύριο θέμα. Θέμα είναι η μουσική δημιουργία του συνθέτη και η σχέση του με το ανελεύθερο, τρομοκρατικό, προσωποπαγές καθεστώς της Σταλινοκρατίας. Ένα καθεστώς (που ξέρουμε βέβαια από πληθώρα άλλων έργων), που τη μια στιγμή αποκηρύσσει ένα έργο ή ένα πρόσωπο και την άλλη στιγμή μπορεί να το αποθεώνει ή το αντίθετο. Για παράδειγμα, η όπερα του Σοστακόβιτς "Η λαίδη Μάκμπεθ του Μτσενσκ" γνώρισε μεγάλη λαϊκή αποδοχή. Έφτασε όμως μια απαξίωση από τον Στάλιν για να αρχίσει μια σειρά άρθρων στην "Πράβδα" που αποκήρυσσε το έργο και δυσφημούσε τον συνθέτη. Φοβούμενος τότε ο Σοστακόβιτς μήπως συλληφθεί, ετοίμασε ένα βαλιτσάκι με τα απαραίτητα και για πολλές νύχτες καθόταν πλάι στο ασανσέρ και περίμενε, μη θέλοντας να τον συλλάβουν μέσα στο σπίτι, για να μην ταραχτεί η οικογένειά του.
Χιούμορ και ειρωνεία διατρέχουν το βιβλίο και είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να απολαύσει ο αναγνώστης. Άλλωστε, "το μασκάρεμα της αλήθειας είναι η ειρωνεία", λέει κάπου. Το 1937, ο Σοστακόβιτς καλείται για ανάκριση. Την επομένη όμως, όταν επρόκειτο να συνεχιστεί η ανάκριση, ο ανακριτής του, κάποιος Ζακρέφσκι, είχε ο ίδιος εξαφανιστεί! Πιθανότατα εκκαθαριστεί!
Ωραίος και ειρωνικός είναι κι  ένας τηλεφωνικός διάλογος μεταξύ του Σοστακόβιτς και του Στάλιν, όταν ο δικτάτορας προσπαθεί να πείσει τον μουσουργό να συμμετάσχει το 1949 σ' ένα συνέδριο για την ειρήνη στις Η.Π.Α., όπου τελικά αναγκάζεται να πάει.  Και βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση όταν τον ρωτούν για το καθεστώς της Σοβιετικής Ένωσης. 
Και πόση ειρωνεία κρύβει η φράση, "Πόσο εύκολο ήταν να είσαι κομμουνιστής όταν δεν ζούσες σε κομμουνιστική χώρα", φράση που λέγεται για τον Πικάσο, για τον οποίο ο Σοστακόβιτς εκφράζεται με απαξίωση, γιατί ζωγράφιζε παντού το περιστέρι της ειρήνης, δεν έλεγε όμως τίποτα για όσους υπέφεραν από το καθεστώς. 
Ο Σοστακόβιτς άργησε να γίνει μέλος του κόμματος, έλεγε μάλιστα ότι αναγκάστηκε να γίνει για να μπορέσει να προεδρεύσει της Ένωσης Συνθετών. Η στάση του απέναντι στο κόμμα δεν διευκρινίζεται. Γεγονός όμως είναι, όπως αναφέρει ο Μπαρνς, ότι απολάμβανε ό,τι μπορούσε να του προσφερθεί. Είχε αυτοκίνητο, υπηρέτες, ντάτσα, τιμήθηκε με πολλά βραβεία. Συμμορφώθηκε άραγε από φόβο; Από δειλία; Ή πράγματι συμφωνούσε; Ο Μπαρνς καταθέτει γεγονότα. Από κει και πέρα τα συμπεράσματα δικά μας.

Πέμπτη, Μαρτίου 17, 2016

Ρουά Ματ

John Donoghue
Ρουά Ματ (The death's Head Chess Club)
Λιβάνης, 2015
Μετ. Ευάγγελος Κεφαλλονίτης 
 Είναι κάποια βιβλία που σου δημιουργούν την αίσθηση πως ό,τι και να πεις γι' αυτά θα τα προδώσεις. Αυτό μου συμβαίνει όχι μόνο γιατί ένα βιβλίο είναι πολύ καλό, αλλά και γιατί είναι τέτοια η δομή του, η εξέλιξη του μύθου, η πολύπλευρη οπτική από την οποία μπορεί να το δει κανείς, που είναι πολύ δύσκολο να αποδοθεί στις σωστές του διαστάσεις. Αυτές οι σκέψεις με πλημύριζαν καθώς έκλεινα την τελευταία (437η) σελίδα του βιβλίου του Ντόνοχιου. Οπωσδήποτε, θα προσπαθήσω να το παρουσιάσω, έστω και σαν προσωπική υπόμνηση ενός ακόμα αναγνώσματος.
Έχουν γραφτεί τόσα για τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, για το ναζιστικό καθεστώς, για τους διωγμούς των Εβραίων, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης που δύσκολα, θα νόμιζε κανείς, θα μπορούσε να βρεθεί μια καινούρια σκοπιά, από την οποία να αντικρίσει όλα αυτά. Κι όμως να που υπάρχει. 
Το έργο διαδραματίζεται σε δυο διαφορετικά χρονικά επίπεδα και δυο διαφορετικά τοπικά σημεία: Τους τελευταίους μήνες του 1944, στο στρατόπεδο του Άουσβιτς το ένα και το 1962 στο Άμστερνταμ το άλλο. Το 1962 διεξάγεται στο Άμστερνταμ ένα διεθνές τουρνουά σκακιού. Σ' αυτό παίρνει μέρος ο Εμίλ Κλεμάν, ένας Γαλλο-εβραίος που είχε επιζήσει από το στρατόπεδο του Άουσβιτς. Κληρώνεται να παίξει με έναν πρώην ναζί, τον Βίλχελμ Σβένιγκερ. Τυχαία (;) εδώ θα συναντήσουν τον Πάουλ Μάισνερ, έναν πρώην αξιωματικό των Ες-Ες, ο οποίος είχε υπηρετήσει στο Άουσβιτς. Μετά τον πόλεμο καταδικάστηκε σε έξι χρόνια καταναγκαστικά έργα και, αφού εξέτισε την ποινή του, έγινε ιερέας, υπηρέτησε ως επίσκοπος στην Αφρική και τώρα, άρρωστος, ετοιμοθάνατος σχεδόν, βρίσκεται στο Άμστερνταμ. Οι τρεις θα εμπλακούν σε μια συνάντηση αναμνήσεων. Μπορεί να υπάρξει συγχώρεση για τα δεινά που αντιμετώπισε ο Εμίλ; Όλη η φρίκη του Άουσβιτς, η πείνα, η εξόντωση, οι θάλαμοι αερίων αναβιώνουν στη μνήμη του Εμίλ, που εκτός από όσα πέρασε ο ίδιος, είχε χάσει σύζυγο, μητέρα και τα δυο παιδιά του.
Αν ο Εμίλ επέζησε, αυτό το όφειλε σε μεγάλο βαθμό στην αγάπη του για το σκάκι. Γι' αυτόν το σκάκι "είναι πολύ περισσότερο από ένα παιχνίδι. Είναι ένας σύνδεσμος με την άυλη Σοφία της Δημιουργίας. Εξαίσιο. Με δυνατότητες απεριόριστες. Είναι το παιχνίδι που δημιούργησαν τα Οφανείμ (τάγμα αγγέλων) για να ευχαριστήσουν το Θεό".
Τότε, στο στρατόπεδο του Άουσβιτς, ο αξιωματικός Μάισνερ για να αναπτερώσει το ηθικό των ανδρών που υπηρετούσαν εκεί, οργανώνει μια σκακιστική λέσχη. Όταν μαθαίνει ότι ένας Εβραίος κρατούμενος είναι εξαιρετικός σκακιστής, τον καλεί να αναμετρηθεί με τους καλύτερους σκακιστές των Ες-Ες. Η αρχική άρνηση του Εμίλ κάμπτεται, όταν του προτείνεται ότι για κάθε νίκη του θα χαρίζεται η ζωή σ' έναν κρατούμενο.
Στο Άμστερνταμ τώρα, καθένας από τους τρεις, ο πρώην ναζί Σβένιγκερ, ο Εβραίος Εμίλ και ο πρώην αξιωματικός των Ες-Ες Μάισνερ, θυμάται από τη δική του πλευρά το παρελθόν που τους είχε φέρει κοντά, από τόσο διαφορετική θέση τον καθένα.
 Το μυθιστόρημα τελειώνει, αλλά οι φωνές που ακούγονται μέσα απ' αυτό δεν παύουν να αντηχούν μέσα μας. Φωνές και ερωτήματα. Πώς ο Χίτλερ παρέσυρε έναν ολόκληρο λαό στα εγκλήματά του; Ανάμεσα σ' όλους δεν υπήρξε ποτέ έστω κι ένας καλός Γερμανός, όπως υποστηρίζει ο Εμίλ σ' ένα βιβλίο που έγραψε μετά τον πόλεμο; Και η φιλία; Τι δύναμη μπορούσε να έχει η φιλία στο στρατόπεδο της φρίκης; Μπορεί να δημιουργηθεί φιλία μεταξύ ενός ναζί κι ενός επιζήσαντος Εβραίου; Και η συγχώρεση; "Αν οι νεκροί μπορούσαν να μιλήσουν θα συγχωρούσαν;"
Ο Εμίλ, είκοσι χρόνια μετά τον πόλεμο , δεν μπορεί ακόμα να ξεχάσει. "Έχει για συντροφιά και τους νεκρούς και τους ζωντανούς, φωνές που δεν μπορεί να τις κάνει να σωπάσουν, λόγια που ουρλιάζουν στη συνείδησή του".
Βασανιζόμενος από όσα πέρασε κι όσα ακόμα τον κατατρύχουν, καταφεύγει κάποια στιγμή σ' ένα ραβίνο. "Δεν υπάρχει συγχώρεση. Δεν μπορώ να συγχωρέσω", ακούγεται η φωνή του Εμίλ. Αλλά και η φωνή του Μάισνερ: "Η συγχώρεσή σου δεν μπορεί να με βοηθήσει, ρολογά".
Μας  προβληματίζει η φωνή του συγγραφέα: "Υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι πέρα από τη συγχώρεση, κάποια πράγματα που είναι πέρα από κάθε λύτρωση. Μερικές φορές χρειάζεται θάρρος για να μη συγχωρέσεις, γιατί είναι πιο εύκολο να συγχωρείς, αλλά δεν είναι πάντα το σωστό".

Τετάρτη, Μαρτίου 09, 2016

Φιλοσοφικά εγκλήματα

 Philip Kerr
Φιλοσοφικά εγκλήματα 
Κέδρος, 2015 (α΄έκδ. πρωτοτύπου 1992)
Μετ. Ιλάειρα Διονυσοπούλου

Μετεωριζόμενη  ανάμεσα στην επιφύλαξη μιας έκδοσης του 1992, που τώρα μεταφράστηκε στα ελληνικά και της απόλαυσης που τα μεταγενέστερα βιβλία του Philip Kerr μου χάρισαν, πήρα τα "Φιλοσοφικά εγκλήματα". Και η διαπίστωσή μου, αφού τελείωσα τις 404 σελίδες μέσα σε δυο μέρες, ήταν πως ο Philip Kerr είναι ένας τεχνίτης της γραφής. Μιας γραφής που σε αιχμαλωτίζει, που σε ελκύει ακαταμάχητα, ακόμα κι όταν το θέμα του δεν είναι οι περιπέτειες του ατρόμητου, ιδιόρρυθμου ντετέκτιβ Μπέρνι Γκούντερ, πρωταγωνιστή των προηγούμενων ιστοριών του Kerr, που διαδραματίζονταν κυρίως στη ναζιστική Γερμανία. Ελκυστικός συγγραφέας, ακόμα κι όταν στην υπόθεση αναμιγνύεται και η φιλοσοφία, που δεν είναι και ό,τι ευκολότερα κατανοητό.
Το έργο, γραμμένο το 1992, τοποθετεί το θέμα του στο 2013 ως ένα είδος επιστημονικής φαντασίας. Τα όσα βέβαια γράφει για τους υπολογιστές, δεν μας εκπλήττουν πια. Υπάρχουν όμως και άλλα  στοιχεία που εξακολουθούν να ανήκουν στη σφαίρα του φανταστικού. (Ποιος ξέρει αν κάποια μέρα δεν υλοποιηθούν;)
Σ' ένα τέτοιο στοιχείο στηρίζεται όλο το μυθιστόρημα. Στο Λονδίνο, όπου έχουν αυξηθεί οι κατά συρροήν δολοφονίες, ένας νευρολόγος γιατρός έχει επινοήσει μια μέθοδο εξέτασης του εγκεφάλου, με την οποία ανιχνεύεται η προδιάθεση κάποιου άνδρα για δολοφονική δράση. Είναι η λεγόμενη μέθοδος Λομπρόζο. Όσοι βρεθούν ότι έχουν αυτή την τάση χαρακτηρίζονται ως "αρνητικοί" και υποβάλλονται σε ψυχοθεραπεία. Για να διαφυλαχτεί η ανωνυμία τους, το σύστημα τους δίνει ψευδώνυμα, ονόματα φιλοσόφων, λογοτεχνών, επιστημόνων κ.λπ. Για παράδειγμα Δαρβίνος, Βύρωνας, Σωκράτης, Καντ, Σπινόζα κ.λπ. Ένας από αυτούς με το ψευδώνυμο Βίνγκενσταϊν, αν και έχει χαρακτηριστεί και ο ίδιος ως αρνητικός, αναλαμβάνει να εμποδίσει μελλοντικά εγκλήματα, δολοφονώντας τους υπόλοιπους "αρνητικούς". Τους εντοπίζει αφού, διαθέτοντας εξαιρετική γνώση των υπολογιστών, χακάρει τους κωδικούς της αστυνομίας.
Στοιχείο του φανταστικού αποτελεί και η ποινή που έχει αντικαταστήσει τη θανατική. Δηλαδή οι ένοχοι καταδικάζονται όχι σε θάνατο, αλλά στο λεγόμενο "ποινικό κώμα". Με μια ένεση βυθίζονται σε κώμα για χρόνια ή και για πάντα. Αυτή η μέθοδος, εκτός του ότι στοιχίζει (!) πολύ λιγότερο από την καταδίκη σε ισόβια, παρέχει τη δυνατότητα επαναφοράς στη ζωή, αν κάποτε αποδειχτεί η αθωότητα αυτών που καταδικάστηκαν.
Τον εντοπισμό του Βίνγκενσταϊν αναλαμβάνει ως επικεφαλής των ερευνών η ωραία και ικανότατη ντετέκτιβ, Ιζαντόρα Τζέικ Τζέικοβιτς, η οποία όμως έχει να αντιμετωπίσει και τα δικά της ψυχολογικά προβλήματα, λόγω παιδικών ψυχικών τραυμάτων. Το μυθιστόρημα εξελίσσεται ως ένα κυνήγι, από το οποίο δεν λείπει η επικοινωνία μεταξύ κυνηγού και θηράματος. Η τριτοπρόσωπη γραφή χρησιμοποιείται στα κεφάλαια όπου περιγράφεται η πορεία της Τζέικ για την ανεύρεση του δολοφόνου, ενώ σε κεφάλαια με πρωτοπρόσωπη γραφή εκτίθενται σαν σε ημερολόγιο οι σκέψεις και η δράση του άγνωστου Βίνγκενσταϊν. Το τέλος προσλαμβάνει μια ασυνήθιστη συναισθηματική χροιά.
Εντυπωσιάζει πραγματικά ο Φίλιπ Κερ με τις γνώσεις του γύρω από φιλοσοφικά, λογοτεχνικά και άλλα θέματα, που ενσπείρει στο έργο σε τέτοιο βαθμό σαν να θέλει να μας εντυπωσιάσει με την υπερβολική παράθεση φιλοσοφικών αποφθεγμάτων, θεωριών, ασφαλώς και του Βίγκενσταϊν, ρήσεων  από λογοτεχνικά έργα, σε σημείο που η μεταφράστρια συχνά καταφεύγει σε υποσημειώσεις για να διευκολύνει τον αναγνώστη.
Απολαυστικό βιβλίο για όσους αναζητούν κάτι περισσότερο από ακόμα μια συνήθη αστυνομική ιστορία.

Τετάρτη, Μαρτίου 02, 2016

Τα τρία επίπεδα της ζωής

Τζούλιαν Μπαρνς
Τα τρία επίπεδα της ζωής
Μεταίχμιο, 2013 (Ψηφιακή έκδ. 2014)
Μετ. Θωμάς Σκάσσης
(ebook)
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Τζούλιαν Μπαρνς είναι ένας εξαίρετος συγγραφέας, από τους σημαντικότερους σήμερα της αγγλόφωνης λογοτεχνίας. Όμως το τελευταίο του βιβλίο πολύ με προβλημάτισε. Τονίζεται γενικά ότι είναι ένα βιβλίο γεννημένο από τη θλίψη του για τον θάνατο της γυναίκας του. Και είναι πράγματι, τουλάχιστον το τρίτο μέρος του βιβλίου, μια καταγραφή των συναισθημάτων της θλίψης, αλλά και πολλών άλλων σκέψεων και γεγονότων που συνοδεύουν την απώλεια συζύγου, προπάντων όταν το ζευγάρι έχει ζήσει μια μακρά, ευτυχισμένη, κοινή ζωή.
Δεν μπόρεσα όμως να καταλάβω τη σύνδεση αυτού του μέρους με τα δύο πρώτα μέρη που προηγήθηκαν. Το πρώτο, τιτλοφορούμενο "Το αμάρτημα του ύψους", ασχολείται με την ιστορία της αεροναυτικής, με τις πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να πετάξει με αερόστατο και με έναν πρωτοπόρο, τολμηρό αεροναύτη, τον Τουρνασσόν ή Ναντάρ και την προσπάθεια συνδυασμού του αερόστατου με τη φωτογράφιση από ψηλά. Το δεύτερο μέρος, με τίτλο "Στην επιφάνεια", έχει ως κεντρικό πρόσωπο τον Άγγλο Φρεντ Μπάρναμπι και τον έρωτά του με τη διάσημη ηθοποιό Σάρα Μπερνάρ. Και μόνο στο τρίτο μέρος, "Η απώλεια του βάθους", ασχολείται με τον θάνατο της γυναίκας του.
 Μια χαλαρή σύνδεση των τριών μερών επιχειρείται από τον συγγραφέα όταν γράφει: "Συνδυάζεις δυο ανθρώπους που δεν είχαν συνυπάρξει προηγουμένως. Κάποιες φορές το αποτέλεσμα μοιάζει με εκείνη την πρώτη απόπειρα του ανθρώπου να  προσδέσει ένα μπαλόνι με  υδρογόνο πάνω από ένα μπαλόνι αερόστατου με  θερμό αέρα. Τι προτιμάτε: να συντριβείτε και μετά να καείτε ή να καείτε και μετά να συντριβείτε; Άλλοτε όμως ο συνδυασμός λειτουργεί καλά και τότε δημιουργείται κάτι νέο και ο κόσμος αλλάζει. Έπειτα, κάποια στιγμή, αργά ή γρήγορα, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, ο ένας τους χάνεται. Κι αυτό που χάνεται είανι περισσότερο από το άθροισμα όσων υπήρχαν προηγουμένως. Κάτι τέτοιο μπορεί να μην ισχύει από μαθηματική άποψη, ισχύει όμως από συναισθηματική".
Ακόμα όμως κι έτσι, δηλαδή αν ισχύει ο παραλληλισμός του πετάγματος και της πτώσης από αερόστατο με τον μετεωρισμό και τη συντριβή της ένωσης δυο ανθρώπων, εξακολουθεί να μου είναι ακατανόητο γιατί θα έπρεπε να δοθεί τόση έκταση στα δυο πρώτα μέρη, αν σκεφτούμε ότι  αποτελούν το μισό περίπου βιβλίο.
Στο τρίτο μέρος έρχεται επιτέλους στο θέμα του, πώς βιώνει τον θάνατο της γυναίκας του. Έτσι, ίσως τα δυο πρώτα μέρη μπορούν να πάρουν τώρα και μια άλλη σημασία που δικαιολογεί ως ένα βαθμό τη χαλαρή σύνδεση (αν και εξακολουθώ να έχω τις επιφυλάξεις μου). Μου φαίνεται πως λειτουργούν ως ένα στοιχείο επιβράδυνσης. Σαν να δίσταζε, σαν να μην τολμούσε να αγγίξει αυτό που τον πονούσε κι όλο ανέβαλλε κι όλο εύρισκε υπεκφυγές. Τώρα όμως δεν μπορεί πια να αναβάλει άλλο. Τώρα θα μιλήσει για τη θλίψη του. Η σκέψη του πάει σε παραδείγματα άλλων ("καθένας πενθεί με τον τρόπο του", θα πει), στις λέξεις ή καταστάσεις που τον ενοχλούν, στη συμπεριφορά γνωστών απέναντί του, στο τι είναι αυτό που αισθάνεται να του λείπει πιο πολύ, στη διαφορετική αίσθηση του χρόνου...
Παρ' όλο ότι βρήκα το τρίτο αυτό μέρος σαφώς καλύτερο από τα δύο πρώτα (ίσως γιατί αυτό κυρίως ανέμενα ως θέμα του βιβλίου), εντούτοις σε σύγκριση με άλλα ανάλογης έμπνευσης βιβλία, το βρήκα πολύ "εγκεφαλικό". Δεν αφήνεται το συναίσθημα να εκφραστεί ελεύθερα. Ο συγγραφέας μοιάζει να λειτουργεί ως ένας εξωτερικός παρατηρητής του εαυτού του. Πόσο πιο κοντά στη βίωση της θλίψης είναι βιβλία σαν το σπαρακτικό "Όσο κρατάει ένας στεναγμός" της Ανν Φιλίπ (συζύγου του αξέχαστου Ζεράρ Φιλίπ), δυστυχώς εξαντλημένο. Ακόμα τα πιο πρόσφατα, το "Η χρονιά της μαγικής σκέψης" της Τζόαν Ντιντιόν, το "Ζήσαμε την ευτυχία" της Λίλι Τακ, το "Γράμμα στον Κωστή" της Ξένιας Καλογεροπούλου και πολλά άλλα.