Τετάρτη, Μαρτίου 31, 2021

Για την αγάπη της Ινδίας

 


Κατρίν Κλεμάν

Για την αγάπη της Ινδίας

Νέα Σύνορα-Α.Α. Λιβάνη, 1994

Μετ. Μίρκα Σκάρα

Πώς να παρουσιάσεις ένα βιβλίο 514 σελίδων, με δεκάδες πρόσωπα να διαδραματίζουν τον μικρό ή μεγαλύτερο ρόλο τους στην Ιστορία, με παράξενα ονόματα πόλεων και χωριών που είναι αδύνατο να συγκρατήσεις, με ρόλους και γεγονότα τόσο μακριά από μας σε χρόνο και τόπο; Όμως πέρα απ’ αυτά τα αναγνωστικά εμπόδια, η δυσκολία επιτείνεται και από το ότι τα γεγονότα δεν ακολουθούν μια αυστηρή, χρονολογική σειρά. Πιο πολύ, πιστεύω, η συγγραφέας ακολουθεί τα πρόσωπα και τον ρόλο τους στα γεγονότα.

Το πρώτο κεφάλαιο τοποθετείται στον Φεβρουάριο του 1922. Μας παρουσιάζεται ο Γκάντι με το γνωστό κήρυγμά του για μη βία, με τη νηστεία του που ουσιαστικά ήταν απεργία πείνας, τη σύλληψη και φυλάκισή του. Από εκεί μεταφερόμαστε στο 1944, σε άλλες στιγμές της ζωής του Γκάντι, στον θάνατο της γυναίκας του και στην εμφάνιση άλλων προσώπων που θα διαδραματίσουν ρόλο στην ιστορική αυτή περίοδο της Ινδίας. Εμφανίζεται ο Νεχρού, επικεφαλής των ινδουιστών, που θα γίνει ο πρώτος πρωθυπουργός της Ινδίας και ο Τζινά, ο μουσουλμάνος που φανατικά και πεισματικά αγωνίστηκε για τη  δημιουργία του Πακιστάν. Το κήρυγμα του Γκάντι δεν βρήκε, δυστυχώς, απήχηση: «Δεν αισθάνομαι μόνο ινδουιστής. Όλοι οι Ινδοί, μουσουλμάνοι, ζωροαστρικοί, σιχ, γιαϊνιστές, χριστιανοί, εβραίοι, όλοι τους είναι παιδιά μου». Και εντέλει θα βρει τον θάνατο, στις 30 Ιανουαρίου 1948, από χέρι φανατικού ινδουιστή. Η περιγραφή του τρόπου ταφής (κάψιμο στην πυρά και διασκορπισμός της τέφρας του στον Γάγγη) είναι από τις πιο συγκινητικές στιγμές του βιβλίου.

Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου καταλαμβάνει το έτος 1947, το έτος ανακήρυξης της ανεξαρτησίας τόσο της Ινδίας όσο και του Πακιστάν. Πρωταγωνιστές εδώ είναι το ζεύγος Μαουμπάντεν, του τελευταίου αντιβασιλιά της Μ. Βρετανίας. Προπάντων η λαίδη Εντουίνα στην οποία, νομίζω, αναφέρεται ο τίτλος του βιβλίου «Για την αγάπη της Ινδίας». Την αγάπησε την Ινδία, ερωτεύτηκε τον Νεχρού, βοήθησε αρρώστους και πρόσφυγες που γέμιζαν τους καταυλισμούς, όταν αποφασίστηκε ο διαχωρισμός, αλλά και μετά τον διαχωρισμό.

 Όταν κλείνεις το βιβλίο, δεν θυμάσαι ασφαλώς όλες τις λεπτομέρειες. Σου μένουν όμως ανεξίτηλες πλήθος στιγμές και εικόνες. Τοπία της Ινδίας, χωριά και συνήθειες, φανατισμοί και διενέξεις, σφαγές και αγριότητες, πρόσωπα και ιδέες και αναλογίζεσαι τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσουν τα πρόσωπα στην Ιστορία. Τα πρόσωπα, αλλά και οι φανατισμοί, προπάντων οι θρησκευτικοί φανατισμοί που ακόμα διχάζουν και προκαλούν χιλιάδες θύματα και αφάνταστη δυστυχία σ’ όλο τον κόσμο. Σκέφτομαι τους στίχους του δολοφονημένου Τζον Λένον στο καταπληκτικό «Imagine» και πόσο απέχουμε ακόμα απ’ αυτόν τον φανταστικό, ειρηνικό κόσμο.

Δύσκολο βιβλίο ως προς τη δομή, αλλά γοητευτικό. Τελειώνοντάς το, με πληροφορίες για το τέλος όλων των πρωταγωνιστών, για άλλη μια φορά σκέφτομαι αν θα αλλάξει κάποτε ο κόσμος, αν θα αλλάξει ο άνθρωπος, αν θα μπορέσει κάποτε να ζήσει ειρηνικά σ’ αυτόν τον μικρό πλανήτη…

 

 

Παρασκευή, Μαρτίου 19, 2021

Για το καλό του τόπου


Αντώνης Κωνσταντίνου
Για το καλό του τόπου
Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου, 2021
 Με τίτλο "Για το καλό του τόπου" και υπότιτλο "Ύμνοι και παρατράγουδα 40 χρόνων στην υπηρεσία της Γλυκείας Χώρας", ο Αντώνης Κωνσταντίνου εξέδωσε πρόσφατα ένα βιβλίο μοναδικό ως προς την πρωτοτυπία του. Συνδυάζοντας την αντικειμενική καταγραφή γεγονότων με προσωπικές κρίσεις και ενίοτε συναισθήματα, χωρίς να αναφέρεται σε πρόσωπα με το πραγματικό τους όνομα, τα οποία όμως είναι εύκολα αναγνωρίσιμα (τουλάχιστον τα πλείστα από αυτά), χωρίς ούτε μια φορά να ακούγεται η λέξη "Κύπρος", κατορθώνει να δημιουργήσει ένα συγγραφικό "υβρίδιο", ιδιαίτερα ενδιαφέρον, προπάντων για όσους είχαν σχέση με τον κλάδο της γεωργίας στα χρόνια 1974-2005, αλλά εξίσου και για τον μη ειδικό αναγνώστη.
Ο Αντώνης Κωνσταντίνου γεννήθηκε το 1947 στο χωριό Συλίκου της επαρχίας Λεμεσού. Σπούδασε γενική γεωπονία, ζωοτεχνία, γενετική και δημόσια διοίκηση στη Γερμανία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Κύπρο και είναι διδάκτορας των γεωπονικών επιστημών. Εργάστηκε για πολλά χρόνια στο Υπουργείο Γεωργίας της Κύπρου ως επιτελικό στέλεχος και ως διευθυντής του τμήματος Γεωργίας. Τελείωσε την επαγγελματική του σταδιοδρομία ως Διευθυντής Αγροτικής Ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2005-2012).
Γράφοντας πάντα σε τρίτο πρόσωπο, με κεντρικό αφηγητή τον (εύκολα αναγνωρίσιμο) Κωνσταντίνο Αντωνόπουλο, καταγράφει όλη την προσωπική του επαγγελματική πορεία, που άμεσα συνδέεται με την πορεία του κλάδου της γεωργίας, τόσο της Κύπρου όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αρχίζοντας από το 1974 και όσα τραγικά συνέβησαν τότε στη Γλυκεία Χώρα και προχωρώντας κατά δεκαετίες, μετά από μια μακρά πορεία γεγονότων, τελειώνει στην 24η Ιανουαρίου 2013 με την επιτυχή κατάληξη της ανάληψης της προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ από την Γλυκεία Χώρα το δεύτερο εξάμηνο του 2012.
Ήταν μια πορεία δύσκολη, γεμάτη σκοπέλους και υπεράνθρωπες προσπάθειες, στις οποίες πολύ σημαντικός υπήρξε ο ρόλος του Αντωνόπουλου. Αντιπαλότητες και αντιπαραθέσεις, πολιτικά και κομματικά κίνητρα αλλά και ειλικρινείς προσπάθειες "για το καλό του τόπου" πλημμυρίζουν το βιβλίο. Όλως ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι προσπάθειες για την Τελωνειακή Ένωση της Γλυκείας Χώρας και εν τέλει για την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αμέτρητες συναντήσεις, συζητήσεις, αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα, η σημασία των προσωπικών σχέσεων και πλήθος άλλα θέματα διαπερνούν την αφήγηση. Ακόμα και ένας μη ειδικός, όπως εγώ, δεν μπορεί παρά να συγκινηθεί παρακολουθώντας την τελευταία, κρίσιμη συνεδρία, στην οποία μετά από σκληρή διαπραγμάτευση και αγωνία εγκρίθηκε η ένταξη της Γλυκείας 
Χώρας στην ΕΕ.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του βιβλίου που το καθιστά ακόμα πιο ενδιαφέρον και ελκυστικό, είναι η ανάμιξη με τα θέματα γεωργίας πολλών προσωπικών στιγμών του αφηγητή. Είτε αυτές αφορούν ατυχή συμβάντα σε καίριες στιγμές, όπως η καθυστέρηση της άφιξης των αποσκευών του, το σπάσιμο μιας γέφυρας δοντιών, το οδυνηρότατο τσίμπιμα από μια μέδουσα ή ευχάριστα γεγονότα, όπως ένα κολύμπι, απρόσμενες συναντήσεις κ.ά.
Ο συγγραφέας αποδεικνύεται ως ένας ικανότατος αφηγητής και, θα μπορούσα να πω, και ως  συγγραφέας ταξιδιωτικών κειμένων. Στα πλείστα επαγγελματικά του ταξίδια δεν παραλείπει να εντάξει σύντομες μεν, αλλά πολύ ενδιαφέρουσες περιγραφές και εντυπώσεις του τόπου. Στο Μαρόκο μας μεταφέρει όλη την αραβική ατμόσφαιρα, στη χώρα του Μαχάτμα Γκάντι περιγράφει τη "λυτρωτική αναβάπτιση" που ένιωσε, παρασύροντάς μας μαζί του σ' ένα αρχαίο ινδουιστικό ιερό, τον ακολουθούμε στη Σμύρνη, στην Κωσταντινούπολη, στη Βραζιλία, στην Ταορμίνα, στη Ρόδο, στα Κανάρια νησιά...
Αν κάποιος μου ζητούσε να κατατάξω αυτό το βιβλίο σε κάποιο συγγραφικό είδος, θα δυσκολευόμουν πολύ.  Δεν είναι μυθιστόρημα, δεν είναι αυτοβιογραφία, δεν είναι χρονικό, δεν είναι ταξιδιωτικό, δεν είναι ιστορικό. Κι όμως είναι όλα αυτά μαζί και προπάντων είναι ένα αξιοδιάβαστο βιβλίο.

Τετάρτη, Μαρτίου 10, 2021

Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια


Στράτη Μυριβήλη
Η δασκάλα με τα χρυσά μάτια
Βιβλιοπωλείον της Εστίας
(τριακοστή πρώτη έκδοση)
 Είχα ξεχάσει την ομορφιά, τη λυρικότητα, την ιδιαίτερη έλξη του λόγου του Μυριβήλη. Είχα ξεχάσει τις λεπτομέρειες των περιγραφών, την ολοζώντανη απεικόνιση του γεμάτου φως καλοκαιριού σ' ένα ελληνικό νησί. Είχα ξεχάσει την καταπληκτική επικαιρότητα που μπορεί να έχει ένα έργο γραμμένο ενενήντα χρόνια πριν. Τα ανακάλυψα ξαναδιαβάζοντας τη "Δασκάλα με τα χρυσά μάτια" και τα απόλαυσα και τα εκτίμησα πολύ περισσότερο από προηγούμενα διαβάσματα.
 Γνωστό το έργο, πολυδιαβασμένο, μεταφερμένο στην τηλεόραση (ΕΡΤ 1979), στο θέατρο πιο πρόσφατα. Ο Λεωνής Δρίβας, έφεδρος ανθυπολοχαγός, γυρίζει στο νησί του, τη Λέσβο, μετά τη συμμετοχή του στη Μικρασιατική Εκστρατεία, τον ελαφρύ τραυματισμό του και τη νοσηλεία του σε νοσοκομείο στο Εσκί Σεχίρ. Στον ίδιο θάλαμο νοσηλευόταν κι ένας συντοπίτης του, ο στρατής Βρανάς, πολύ πιο βαριά τραυματισμένος. Ο Λεωνής του συμπαραστέκεται. Οι σελίδες με τον ωμό ρεαλισμό της περιγραφής των  πολεμικών σκηνών, των πληγωμένων, των ακρωτηριασμών, λειτουργούν σαν αντίστιξη στην ομορφιά της φύσης και της ειρηνικής ζωής που ο Λεωνής θα συναντήσει, όταν επιτέλους αποστρατεύεται και γυρίζει στο νησί του. 
Είναι καλοκαίρι. Ο Λεωνής μαζί με την αδερφή του, την Αδριανή, πηγαίνουν στο Μεγαλοχώρι όπου έχουν πατρογονικά κτήματα και όπου πάντα συνήθιζαν να περνούν τα καλοκαίρια τους. Συναντάμε όλη την κοινωνία του χωριού, τον δήμαρχο, τον πλούσιο εργοστασιάρχη, τον αστυνόμο, τον γιατρό, τους δασκάλους, τους αγρότες, τους ψαράδες αλλά και τους πρόσφυγες που αναζητούν μια καινούρια πατρίδα. Στο χωριό κατοικεί και η ωραία Σαπφώ, δασκάλα, χήρα του Βρανά. Όλοι την ποθούν και όλοι είναι έτοιμοι να την σχολιάσουν. Ο Λεωνής έχει να της επιστρέψει κάποια θυμητάρια, όπως του είχε αφήσει παραγγελιά ο νεκρός πια Βρανάς. Την ερωτεύεται, Όμως η θύμηση του φίλου του στέκεται εμπόδιο. Μια συνεχής πάλη γίνεται μέσα του. Παρ' όλο ότι μαζί με την αδερφή του, έναν από τους πιο ωραίους χαρακτήρες του βιβλίου, που γίνεται φίλη με τη δασκάλα, απολαμβάνουν το καλοκαίρι, τη θάλασσα, τα ώριμα φρούτα, τις εκδρομές, ο Λεωνής διστάζει, αισθάνεται πως πάει να εκμεταλλευτεί τον νεκρό συμπολεμιστή, δεν τολμά να εκφράσει τον έρωτά του.
Μέσα από τη δράση, τις συζητήσεις, τους χαρακτήρες του έργου, ο συγγραφέας διοχετεύει τις ιδέες του. Ιδέες εναντίον του πολέμου, αν και ο ήρωας του έργου και πολλοί άλλοι πίστεψαν και πολέμησαν για τη Μεγάλη Ιδέα. Απόψεις ακόμα εναντίον του κομμουνισμού όπως τις εκφράζει μια παρέα νέων φοιτητών, γιατί κι ο κομμουνισμός μέσω του πολέμου ζητά να επικρατήσει (να μη ξεχνάμε ότι το έργο γράφεται αρχές της δεκαετίας του '30). Συναντάμε σκηνές που θα' λεγε κανείς πως περιγράφουν σύγχρονα γεγονότα. Η εκμετάλλευση περιουσιών που άφησαν οι Τούρκοι, η διεκδίκησή τους από τους Εφέδρους που είχαν πάρει μέρος στον πόλεμο, η αντίδραση των εκμεταλλευτών προσφυγοπατέρων, θυμίζουν σημερινές καταστάσεις.
Μα πάνω απ' όλα σ' αυτό το εκπληκτικό έργο του Μυριβήλη απολαμβάνουμε τη γλώσσα, την αθάνατη ελληνική φύση, το φως, τη θάλασσα. Λέξεις ηχοποιημένες που ανακαλούν εικόνες και ήχους: Το κυματάκι σουσούριζε, τα φύλλα φουρφούρισαν χαρωπά και πλήθος άλλες. Και η θάλασσα παντού. Τριγυρίζει σε κάθε σελίδα όπως τριγυρίζει το νησί.
ράβηξε προς την αμμουδιά, ανάσανε με μεγάλες αναπνοές τον καθαρόν αγέρα. Ο ήλιος άγγιζε τη θάλασσα σαν πελώρια ασπίδα, κοκκινισμένη στη φωτιά. έλεγες πως τώραδα θ' ακούσεις το νερό να τσιτσιρίζει, να χουχλακίζει γύρω στο φλογισμένο χάλκωμα. Πάνω στα νερά παίζανε χρυσαφιές και ζουμπουλιές ανταύγειες, και τα βουνά της Ανατολής είχαν ένα τρυφερό χρώμα φράουλας, απαλό σαν παιδιάτική σάρκα".
 Κάποια στιγμή η Σαπφώ βρίσκει τον Λωνή να διαβάζει. Τον ρωτά τι διαβάζει. "Παπαδιαμάντη, λέει, και ρίχνει μια ματιά πίσω του, στο ανοιχτό βιβλίο. είναι κάτι παλιά πράματα. Τα διάβασα τόσες φορές και κάθε τόσο αιστάνομαι την ανάγκη να ξαναγυρίσω σ' αυτά όπως σε μια καθαρή πηγή".
Έτσι ακριβώς ένιωσα κι εγώ ξαναδιαβάζοντας τη "Δασκάλα".