Τρίτη, Ιουνίου 28, 2011

Άγιοι και δαίμονες

Για δυο περίπου βδομάδες μου κράτησε συντροφιά το βιβλίο του Γιάννη Καλπούζου "Άγιοι και δαίμονες" με υπότιτλο "Εις ταν Πόλιν" (Μεταίχμιο, 2011). Σαν έκλεισα την 741η τελευταία σελίδα, έμεινα για ώρα πολλή να αναλογίζομαι όλη εκείνη τη μακρινή εποχή, την Πόλη, τις γειτονιές, τους δρόμους και τους καφενέδες της, τις ευτυχισμένες στιγμές αλλά και τη φρίκη των αποκεφαλισμών. Τα χαρέμια, την πανούκλα και τις πυρκαγιές, τη Φιλική Εταιρεία, τους έρωτες και τις προδοσίες. Ένιωθα μια θλίψη αποχωρισμού, καθώς είχα ζήσει μέρες και νύχτες με τους ήρωες του Καλπούζου, πεθαμένους εδώ και χρόνια, που η τέχνη του συγγραφέα τους ξανάφερε στη ζωή και τώρα, με το τέλος του βιβλίου, ξαναγύριζαν στην ανυπαρξία..
Λίγο-πολύ βέβαια αυτό συμβαίνει με κάθε βιβλίο. Όμως, δεν ξέρω γιατί, αυτή τη φορά τα συναισθήματα ήταν πολύ πιο έντονα. Ίσως γιατί ήταν τόσο ζωντανή, τόσο λεπτομερειακή, τόσο πειστική η αναπαράσταση της ζωής των αρχών του 19ου αι., που οι ήρωες του βιβλίου έπαψαν να είναι μυθιστορηματικά πρόσωπα, δημιουργήματα της μυθοπλαστικής φαντασίας, πήραν σάρκα και οστά, έγιναν γνωστοί και οικείοι και με πήραν μαζί τους στις περιπέτειες του βίου τους.
Είναι αδύνατο να προσπαθήσει κανείς να αποδώσει το περιεχόμενο του βιβλίου χωρίς να το αδικήσει. Θα περιοριστώ λοιπόν σε μια πολύ γενική θεώρηση και θα σταθώ σε κάποιες σκηνές που χαράχτηκαν ανεξίτηλα μέσα μου. (Κι όμως κι αυτό το έργο αποδεικνύεται δυσχερές, όταν προσπαθώ να αναλογιστώ ποιες από τις σκηνές αυτές να αναφέρω).
Η χρονική περίοδος που καλύπτει το έργο είναι 1808-1832. Με δυο βασικούς κεντρικούς χαρακτήρες, τον Τζανή, που είναι και ο κύριος αφηγητής, ενώ παράλληλα ακούγονται και άλλες φωνές, και τον Ανθία, παιδιά της Πόλης, φίλους από τα παιδικά τους χρόνια, που άλλοτε συναντιούνται και άλλοτε χωρίζονται στις περιπέτειές τους, και με πλήθος άλλα πρόσωπα που τους περιστοιχίζουν, Έλληνες και Τούρκους, Εβραίους κι Αρμένηδες, άλλοτε πρόσωπα φανταστικά κι άλλοτε ιστορικά,  μεταφερόμαστε στη μακρινή εκείνη εποχή. Ζούμε τη φοβερή επιδημία της πανούκλας, ταξιδεύουμε και ναυαγούμε στη Μαύρη Θάλασσα, συναντάμε κρυπτοχριστιανούς στον Πόντο, γνωρίζουμε τη ζωή στη φυλακή αλλά και στο χαρέμι, μυούμαστε στη Φιλική Εταιρεία και παρακολουθούμε τον ηρωικό θάνατο του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι. Πολλές είναι οι συγκλονιστικές σκηνές του βιβλίου, τα κομμένα κεφάλια και το αίμα πλημμυρίζουν τις σελίδες του. Ταυτόχρονα όμως και σκηνές ερωτικές και επεισόδια όπου η πονηριά κι η επινοητικότητα, ιδίως του πανέμορφου Ανθία, προκαλούν ένα χαμόγελο.
Μια από τις πιο δυνατές σκηνές του βιβλίου περιγράφεται στις σελίδες 97-101. Ο Λεωνής, αδερφός του Τζανή, συλλαμβάνεται γιατί διατηρεί σχέσεις με την αγαπημένη του, την οποία είχε αρπάξει ο πασάς. Ετοιμάζεται η δημόσια εκτέλεσή του. Γονατιστός περιμένει το χαντζάρι να πέσει στο λαιμό του, ενώ ο καδής ρωτάει: "Δέχεσαι να γίνεις μουσουλμάνος;", πράγμα βέβαια που θα του έσωζε τη ζωή. Η αγωνία κρατάει την αγαπημένη του που παρακολουθεί, τους οικείους του, που γι΄αυτούς είτε ο θάνατος είτε το να αλλαξοπιστήσει ήταν το ίδιο, αλλά η αγωνία διακατέχει κι εμάς τους αναγνώστες. Δεν θα πω τι έγινε. Όταν όμως τέλειωσα το διάβασμα της σκηνής, έκλεισα το βιβλίο, δεν μπορούσα να συνεχίσω, ήθελα κάποιο χρόνο να συνέλθω.
Εξίσου δυνατή σκηνή είναι ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ τον Απρίλη του 1821 (σ. 542-548).Έχω επισκεφθεί την Πόλη, έχω δει την κλειστή από τότε Πύλη στην οποία τον κρέμασαν, κι έτσι μπορούσα με τη φαντασία μου να αναπαραστήσω στιγμή με στιγμή το θλιβερό τέλος, όπως μας το αφηγείται ο Καλπούζος.
Η σκηνή του "σταυρώματος" του Τζανή, όταν οι γενίτσαροι τον καρφώνουν σ' έναν πλάτανο (συνήθης απ' ότι φαίνεται και από άλλα σημεία τρόπος βασανισμού), με τίποτα δεν μπορεί να σβηστεί από τη μνήμη. Τις σφαγές της Χίου το 1822 τις προσπερνάμε με λίγες γραμμές στην Ιστορία. Εδώ τις ζούμε σαν να ήμαστε εεκί, για μέρες ακούμε τις κραυγές τρόμου, βλέπουμε τις λεηλασίες, τους βιασμούς, τα πτώματα που κείτονται άταφα. "Αλλά όσα και να ιστορήσω δεν φτάνουν για να ειπωθούν τα βάσανα του κόσμου", ομολογεί ο συγγραφέας ενώ κάνει το θλιβερό απολογισμό: "Είκοσι πέντε με τριάντα χιλιάδες κάτοικοι του νησιού σφαγιάστηκαν, κοντά στις πενήντα χιλιάδες πουλήθηκαν σκλάβοι".
Ανατριχιάζεις, κλείνεις τα μάτια, σαν να μη θέλεις να δεις παρακάτω, όταν περιγράφεται το γδάρσιμο ζωντανού ανθρώπου, μια σκηνή που μου θύμισε μια ανάλογη του Χαρούκι Μουρακάμι στο "Κουρδιστό πουλί".
Τραγούδια της εποχής, παροιμίες με συμπυκνωμένη τη λαϊκή σοφία, σκέψεις γύρω από τη ζωή και το θάνατο δεν λείπουν από το βιβλίο, ούτε η αγάπη για τον τόπο και η εξύμνηση της ομορφιάς του. "Όποιος δεν έχει διαβεί τούτο το στενό να μην ειπεί πως ξεύρει τι σημαίνει ομορφιά του τόπου", λέει για το Βόσπορο.
Αλλά, πιστεύω, η σημαντικότερη ιδιαιτερότητα του βιβλίου είναι η γλώσσα του. Με αληθοφάνεια προσεγγίζει τη γλώσσα της εποχής "που έρχεται σαν μυρωδιά από μένα', λέει ο αφηγητής Τζανής. Πλήθος οι λέξεις και φράσεις που χρήζουν ερμηνείας για το σύγχρονο αναγνώστη, που ευκολύνεται όμως με την εξήγησή τους στο κάτω μέρος της σελίδας. Μεγάλη ήταν η έκπληξή μου διαπιστώνοντας την ομοιότητα με το κυπριακό ιδίωμα, σε σημείο που για πλήθος λέξεις δεν χρειαζόμουν γλωσσάριο: Περίτου (=περισσότερο), που (=από), συντυχά(ι)νω (=κουβεντιάζω), λαλώ (=μιλώ), άτζαπα (=άραγε), (μ)πιλέ (=ούτε), αμά (=αλλά), κουμάρι (=χαρτοπαίγνιο) και δεκάδες άλλες είναι όχι μόνο κατανοητές αλλά και εν χρήσει τουλάχιστον από τους παλαιότερους Κυπρίους.
"Άγιοι και δαίμονες" λοιπόν, με το "και" να γράφεται αχνά στο εξώφυλλο του βιβλίου, έτσι που, κατά τον ίδιο τον συγγραφέα, να διαβάζεται και ως "Άγιοι δαίμονες". Η σύνθεση των αντιθέτων μέσα στον ίδιο λαό, ακόμα και μέσα στο ίδιο άτομο. Καλοσύνη και κακία, ομορφιά και σκήμια, πατριωτισμός και προδοσία, έρωτας και μίσος... Ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα.

Τρίτη, Ιουνίου 21, 2011

Τα πέμπτα μου γενέθλια

Σαν σήμερα, πριν από πέντε χρόνια, έγραφα το πρώτο σύντομο σημείωμά μου στο μόλις δημιουργηθέν μπλογκ. Πέντε χρόνια από τότε, αναπολώ τις δεκάδες τα βιβλία που διάβασα, τις γνωριμίες με ανθρώπους που έκανα, την ανταλλαγή απόψεων με άλλους βιβλιόφιλους...
"Ένα φτερούγισμα είναι η ζωή και πάει" μου 'ρχεται στο νου μια σκέψη από το βιβλίο του Γιάννη Καλπούζου που διαβάζω τώρα. Ας κρατήσει αυτό το φτερούγισμα όσο πιο πολύ γίνεται κι ας είναι ένα ανάλαφρο πέταγμα σ' ένα ασυννέφιαστο ουρανό, πάντα παρέα μ' ένα καλό βιβλίο.

Τρίτη, Ιουνίου 14, 2011

Άγιοι έρωτες-Τα Μεγάλα Χρόνια

Όταν πληροφορήθηκα ότι ο Γιώργος Μιχαηλίδης ετοιμάζει μια καινούρια τριλογία με το γενικό τίτλο "Άγιοι έρωτες", της οποίας ο πρώτος τόμος με τίτλο "Τα μεγάλα χρόνια" ήδη κυκλοφορεί (Εκδόσεις του Αυγούστου, 2011), δεν περίμενα να ενημερωθώ από κριτικές ή από άλλους βιβλιόφιλους ή από τη μπλογκόσφαιρα για την αξία του βιβλίου. Η προηγούμενη τριλογία του συγγραφέα με το γενικό τίτλο "Της επανάστασης, της μοναξιάς και της λαγνείας" που με είχε ενθουσιάσει ήταν η καλύτερη σύσταση.
Για μια βδομάδα βυθίστηκα στην απόλαυση ενός βιβλίου, αλλά ταυτόχρονα και στις σελίδες της Ιστορίας. Καθώς διάβαζα, ολοένα στριφογύριζε στο νου μου ο χαρακτηρισμός "Πόλεμος και ειρήνη". Κι ας διαφέρει η εποχή κι ας είναι άλλος ο τόπος και η όλη ατμόσφαιρα, όμως βρίσκω το έργο εξίσου μεγαλειώδες, εξίσου σημαντικό για την ελληνική λογοτεχνία όσο το ομώνυμό του για τη ρωσική. Πολεμικές σελίδες, περιγραφές μαχών, η αγριότητα του πολέμου, αλλά και σελίδες ειρηνικής ζωής και έρωτα. Η ίδια η εποχή το απαιτεί. Είναι η σκληρή αλλά και θριαμβευτική εποχή των Βαλκανικών Πολέμων. Η εποχή που με το αίμα και τη θυσία χιλιάδων νέων ελευθερώνονται εδάφη, η Θεσσαλονίκη και τα Ιωάννινα ξαναγίνονται ελληνικά.
Έργο πολυπρόσωπο, με περισσότερρες από μιά αφηγηματικές φωνές που, ομολογώ, ενίοτε δυσχαίρεναν την ανάγνωση, από την άλλη όμως απαιτούσαν αμέριστη την προσοχή μου. Οι γενιές μπλέκονται, ο χρόνος πηγαινοέρχεται. Η ιστορία ξεκινά από ένα μικρό χωριό στα Τζουμέρκα, μεταφέρεται στη Μακεδονία και στις επιθέσεις των Βουλγάρων, στην Οδησσό με τον ακμάζοντα ελληνισμό, στη μάχη της Αετοράχης για κατάληψη των Ιωαννίνων, στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα. Στη φρίκη του πολέμου, στα χειρουργεία του μετώπου, στα ακρωτηριασμένα, συχνά χωρίς αναισθητικό σώματα, αλλά και στα σαλόνια και τα κουτσομπολιά της Αθήνας.
Ένας μεγάλος έρωτας γίνεται ο κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφονται πρόσωπα και γεγονότα, ένα πάθος για τα βιβλία που ξεκίνησε χρόνια πριν σαν έμφυτη, ασύνειδη ορμή σ' ένα μικρό κορίτσι από τα Τζουμέρκα, δημιουργεί μια βιβλιοθήκη 360 χιλιάδων τόμων... Όπως σ'ένα πολυπρόσωπο πίνακα οι παλιοί, κλασικοί ζωγράφοι απεικονίζουν κάθε λεπτομέρεια, κάθε πρόσωπο όσο ασήματο και δευτερεύον κι αν είναι στον πίνακά τους, έτσι κι ο Μιχαηλίδης φωτίζει κάθε χαρακτήρα ακόμα και πρόσωπα που ίσως θα συναντήσουμε για λίγο, μια μόνο φορά.
Δεν βρίσκω προσφορότερο τρόπο να χαρακτηρίσω αυτό το θαυμάσιο έργο (του οποίου ανυπόμονα θα περιμένουμε τη συνέχεια) και να αποδώσω το περιεχόμενό του από ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του ίδου του συγγραφέα:
" Η Ιστορία, λοιπόν, αυτό το τέναγος που μέσα του βυθίζονται ζωές, ακόμη και έθνη, που προχωρά με άπειρες μεταμφιέσεςι και μεταμορφώσεις, αυτό είναι το κέντρο της αφήγησής μας. Η Ιστορία και οι Άνθρωποι.
Για να μπορέσουμε να αποσπάσουμε από το βάθος του χρόνου όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που θα ζωντανέψουν την Ιστορία μας, ταξιδέψαμε πολύ, επισκεφθήκαμε τους τόπους που έζησαν, πολέμησαν ή και πέρασαν απλώς οι ήρωές μας, σκύψαμε πάνω από τη σκόνη πολλών βιβλίων, κοιτάξαμε πλήθος φωτογραφίες, διαβάσαμε αφηγήσεις, και για να καθησυχάσουμε τον αναγνώστη μας, τον διαβεβαιώνουμε πως όλα τα ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται σ' αυτό το βιβλίο είναι αληθινά έως την παραμικρή λεπτομέρεια. Όσο για τα άλλα, "τα ανθρώπινα", ας διεκδικήσουν οι ήρωες, ο καθένας για λογαριασμό οτυ, το ενδιαφέρον σας, τη συμπάθεια ή και την περιφρόνησή σας".

Δευτέρα, Ιουνίου 06, 2011

Τα δάκρυα των αγγέλων

Όποιος έχει διαβάσει τα δυο προηγούμενα βιβλία του Θοδωρή Παπαθεοδώρου "Οι κόρες της λησμονιάς" και "Οι μάνες της άδειας αγκαλιάς" χωρίς αμφιβολία θα αναζητήσει και το τρίτο μέρος "Τα δάκρυα των αγγέλων" (Ψυχογιός 2011) που πρόσφατα εκδόθηκε, ενώ το τέταρτο, με τίτλο "Οι καιροί της μνήμης", αναμένεται τον Οκτώβριο του 2011. Μέσα από αυτό το μυθιστόρημα-ποταμό περνά όλος ο τραγικός, ελληνικός εμφύλιος, ο τόσο κοντινός αλλά και τόσο μακρινός μας. Σπάνιο ισοζύγιασμα λογοτεχνίας και ιστορίας, χωρίς η μια να υπερτερεί της άλλης.
Το πρώτο μέρος άρχιζε κατά τη διάρκεια ακόμα της γερμανικής κατοχής και σταματούσε στο 1945. Στο δεύτερο παρακολουθήσαμε τα γεγονότα ως το 1948. Και τώρα, το τρίτο μέρος τελειώνει το 1949 με την οριστική ήττα του ΔΣΕ (Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος), χωρίς όμως να έχει γραφτεί ο επίλογος του μυθιστορήματος.
Με τρεις βασικές κεντρικές ηρωίδες, που η καθεμιά εκπροσωπεί μια διαφορετική γεωγραφική περιοχή της Ελλάδας και μια διαφορετική ιδεολογική τοποθέτηση, προσπαθεί ο συγγραφέας να καλύψει όλες, κατά το δυνατό, τις όψεις του εμφυλίου. Ο άντρας της Αγγέλας, από το Μυριόφυλλο της Ηπείρου, έχει εκτελεστεί από τους Γερμανούς. Ο άντρας της Αριάδνης από την Αθήνα, λοχαγός, έχει σκοτωθεί πολεμώντας στις τάξεις του κυβερνητικού στρατού. Τέλος, ο άντρας της Μέλπως από τη Θεσσαλονίκη, ενταγμένος από χρόνια στο κομμουνιστικό κόμμα, πολεμά με τον ΔΣΕ. Τις τρεις βασανισμένες γυναίκες ενώνει ο πόνος για τις κόρες τους πού δεν ξέρουν πού βρίσκονται, δεν ξέρουν αν ζουν ή αν πέθαναν και απελπισμένα τις ψάχνουν. Και οι τρεις κόρες, άλλη βίαια και άλλη εκούσια έχουν απομακρυνθεί από τη μητρική αγκαλιά, έχουν στερηθεί την οικογενειακή θαλπωρή.
Μέσα από τα βασικά αυτά πρόσωπα και πολλά άλλα, ιστορικά και μυθιστορηματικά, μέσα από τα ατομικά δράματα ξετυλίγεται το συλλογικό δράμα της Ελλάδας. Οι φανατισμοί, τα εκατέρωθεν εγκλήματα και σ' αυτό, το τρίτο μέρος, μια από τις πιο σκοτεινές και εφιαλτικές πτυχές του εμφυλίου, αυτή του παιδομαζώματος. Από τη μια οι κομμουνιστές μαζεύουν τα παιδιά που είτε έμειναν ορφανά είτε για να τα "γλιτώσουν" και τα στέλλουν σε γειτονικές φιλικές χώρες, και από την άλλη το επίσημο κράτος δημιουργεί τις λεγόμενες "παιδουπόλεις της Φρειδερίκης". Και στις δυο περιπτώσεις χιλιάδες παιδιά στερήθηκαν βίαια  τις οικογένειές τους, πολλά απ' αυτά έμειναν για πάντα αγνοούμενα. Η βίαιη αρπαγή παιδιών, τα εικονικά στρατοδικεία, οι εκτοπισμοί και οι εξορίες, ο εξαναγκασμός των χωριών να τροφοδοτούν τους αντάρτες, ο ρόλος των γειτονικών κομμουνιστικών χωρών, οι άγριες φονικές μάχες λίγο πριν το τέλος, είναι μερικές μόνο από τις πτυχές του εμφυλίου που φωτίζονται από τον συγγραφέα.
Όπως και στα δυο προηγούμενα βιβλία, οι εκτενείς επεξηγηματικές σημειώσεις που παρατίθενται στο τέλος είναι κατατοπιστικότατες ιστορικές πληροφορίες. Θα έλεγα μάλιστα ότι, παρ' όλο ότι επεξηγούν και τεκμηριώνουν σημεία του μυθιστορήματος, διατηρούν μια αυτοτέλεια που άνετα επιτρέπει να διαβαστούν και από μόνες τους ως ιστορικές σελίδες.
Περιμένουμε τώρα το τέταρτο και τελευταίο μέρος.