Σάββατο, Ιουλίου 24, 2010

Προσοχή σκύλος! (Cave canem)

Παθιασμένη με τα Λατινικά που τα δίδασκα μια ζωή, δεν ήταν δυνατό να μη με προσελκύσει ο τίτλος "Cave canem" ("Προσοχή σκύλος!, ή κατ' ακρίβεια "Πρόσεχε από το σκύλο"), παρ' όλο που τα αστυνομικοϊστορικά μυθιστορήματα δεν μου είναι και ιδιαίτερα προσφιλή.
Όμως το βιβλίο της Danila Comastri Montanari (Άγρα, 2009, μετ. Άννα Τσέα) μου χάρισε μερικές ώρες ξεκούραστου διαβάσματος, μεταφέροντάς με  με πειστικότητα και αληθοφάνεια στον 1ο μ. Χ. αι. Κεντρικός ήρωας της ιστορίας, όπως και μιας σειράς ανάλογων βιβλίων της Montanari, ένας Σέρλοκ Χολμς ή Ηρακλής Πουαρώ της Ρωμαϊκής εποχής, είναι ο συγκλητικός Πόπλιος Αυρήλιος Στάτιος. Τον συνσντάμε να φιλοξενείται στην έπαυλη του Γναίου Πλαύτου, όπου με την άφιξή του μαθαίνει ότι μόλις έχει πεθάνει ο πρωτότοκος γιος του Πλαύτου, φαινομενικά από ατύχημα. Βέβαια, όπως σ' ένα κλασικό αστυνομικό, κι άλλοι θάνατοι θα ακολουθήσουν, οπότε το ατύχημα γίνεται φανερό ότι ήταν αποτέλεσμα εγκληματικής ενέργειας. Ο νομομαθής συγκλητικός, που συνοδεύεται από μια φίλη του καθώς και ένα πονηρό Έλληνα γραμματέα, "άνθρωπο για όλες τις δουλειές", θα λύσει το μυστήριο, θα βρει το δολοφόνο και θα αποκαταστήσει τη δικαιοσύνη.
Η διαφορά του μυθιστορήματος της Montanari από άλλα παρόμοια έγκειται στο ότι δημιουργεί ένα πολύ αληθοφανές ιστορικό περιβάλλον. Οι τοποθεσίες, οι λατινικοί όροι (γλωσσάριο παρατίθεται στο τέλος), τα φαγητά, οι καθημερινές συνήθειες, το ρωμαϊκό σπίτι, οι ιστορικές προσωπικότητες, οι ασχολίες, η νοοτροπία, οι δούλοι, γάμοι πολιτικών σκοπιμοτήτων κ.λπ., όπως τα ξέρουμε από ιστορικές πηγές, διατηρούν τη γνησιότητά τους. Είναι στιγμές που νομίζεις ότι η αστυνομική ιστορία ήταν απλώς το πρόσχημα για να ζωντανέψει η συγγραφέας μια ολόκληρη εποχή.
Χρησιμότατο στο τέλος το παράρτημα με πληροφορίες για το ρωμαϊκό ημερολόγιο, τους δούλους, φυτά και ζώα των ρωμαϊκών κήπων κ. ά. καθώς και χάρτες, μεταξύ των οποίων και ο χάρτης της περιοχής γύρω από τη Νεάπολη, όπου διαδραματίζεται το έργο.
Ας μη νομιστεί ότι πρόκειται για βαρύ ιστορικό βιβλίο. Είναι μια ανάλαφρη αστυνομική ιστορία που, τηρουμένων των αναλογιών (mutatis mutandis), θα μπορούσε να διαδραματίζεται και στην εποχή μας. Παρ' όλο που υπάρχει στο βιβλίο η επιγραφή "cave canem" στην είσοδο της έπαυλης και ένα γέρικο σκυλί εμφανίζεται πότε-πότε, θα συμφωνήσω με τον Πατριάρχη Φώτιο ότι ο τίτλος δεν έχει μεγάλη σχέση με το περιεχόμενο.

Σάββατο, Ιουλίου 17, 2010

Δάσκαλος και μαθητής

Κι άλλοτε έχω μιλήσει για την ακατανίκητη έλξη που ασκούν στις λογοτεχνικές μου αναγνώσεις τα βιβλία που έχουν ως θέμα το σχολείο και τη σχολική ζωή. Έτσι, μετά από την εξαιρετική "Δασκάλα των Γαλλικών", το γεμάτο ρεαλισμό και χιούμορ "Ο δάσκαλος", το εξιδανικευμένο "Παλιό σχολείο", το σύγχρονο "Ανάμεσα στους τοίχους", έρχεται σήμερα να προστεθεί ακόμα ένα βιβλίο με θέμα το σχολείο. Είναι το μυθιστόρημα του Antonio Scurati "Δάσκαλος και μαθητής" (Πόλις, 2010, μετ. Δήμητρα Δότση). πολύ διαφορετικό απ' όλα τα προηγούμενα. Όχι μόνο ως προς το θέμα, αλλά και ως προς τον τρόπο του χειρισμού του. Δεν είναι απλώς ένα μυθιστόρημα που διαβάζεις βιαστικά γιατί θέλεις να δεις "τι θα γίνει παρακάτω". Είναι ένα μυθιστόρημα με πολλές σελίδες δοκιμιακού χαρακτήρα, σελίδες που πρέπει να διαβαστούν με περίσκεψη, σελίδες που προκαλούν τον προβληματισμό του αναγνώστη.
Σ' ένα Λύκειο, σε μια μικρή κωμόπολη της βόρειας Ιταλίας, τη Δευτέρα, 18 Ιουνίου 2001, ημέρα προφορικών απολυτήριων εξετάσεων, ένας μαθητής, ο Βιταλιάνο Κάτσα, μπαίνει στην αίθουσα και μ' ένα όπλο κρυμμένο στο κράνος της μοτοσικλέτας του σκοτώνει τους επτά καθηγητές που βρίσκονταν εκεί, τέσσερις άντρες και τρεις γυναίκες, ενώ αφήνει να ζήσει μόνο ένας, ο Αντρέα Μαρεσκάλκι, καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας.
Το φανόμενο της νεανικής παραβατικότητας, της σχολικής βίας που εξικνείται ως τις δολοφονικές επιθέσεις δεν είναι άγνωστο στην εποχή μας. Με επίκεντρο αυτό το θέμα και κεντρικό πρόσωπο τον επιζήσαντα καθηγητή διαδραματίζεται όλο το έργο. Ποια ήταν τα αίτια που οδήγησαν το νεαρό Βιταλιάνο στην αποτρόπαια αυτή πράξη; Και γιατί εξαίρεσε από τη σφαγή τον καθηγητή Μαρεσκάλκι; Η μικρή κοινωνία αλλά και όλη η χώρα συγκλονίζεται. ο ίδιος ο Μαρεσκάλκι, βασανιζόμενος από τύψεις, αναζητά τα αίτια. Ο Βιταλιάνο ήταν αγαπημένος του μαθητής, παρ' όλο που δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί πρότυπο μαθητή, όπως συνήθως το εννοούμε. Ωραίος, γοητευτικός, σκληρός συνάμα και ευαίσθητος, έξυπνος αλλά αποτυχημένος στις εξετάσεις του περασμένου χρόνου, έτοιμος να τα βάλει με κάποιον που πουλούσε ναρκωτικά σε μαθητή, με πολλές απουσίες από το σχολείο, ερωτευμένος με μια συμμαθήτριά του, πνεύμα ανυπότακτο και αντιφατικό.
Ο ιερέας, η αστυνομία, οι γονείς, οι μαθητές, έχουν τις δικές τους αντιδράσεις και σκέψεις γύρω από το γεγονός. Τι είπε ο ιερέας, ο εισαγγελέας, ο εγκληματολόγος είναι κεφάλαια του βιβλίου που αποτυπώνουν τις ποικίλες όψεις του εγκλήματος. Άλλοι αποδίδουν σ' αυτό μια αποκρυφιστική διάσταση, άλλοι σεξουαλικά κίνητρα, άλλοι μια δυστυχισμένη παιδική ηλικία, αλλά τίποτα από αυτά δεν πείθει τον επιζήσαντα. Δυο αστυνομικοί τον φρουρούν διαρκώς από φόβο μήπως ο δολοφόνος, που έχει εξαφανιστεί, γυρίσει για να σκοτώσει τον Μαρεσκάλκι. Το τηλέφωνο στο σπίτι του χτυπά επίμονα, αλλά εκείνος για μέρες αρνείται να το σηκώσει. Ξέρει ότι είναι ο Βιταλιάνο, αλλά αποκρούει κάθε επαφή μαζί του, ίσως γιατί κατά βάθος δεν θέλει να τον εντοπίσει η αστυνομία. Προβληματισμένος, γεμάτος τύψεις και ενοχές, αναζητά με τον εσωτερικό του στοχασμό τόσο τα αίτια των δολοφονιών όσο και τη δική του επιβίωση. Καταφεύγει στην ομαδική ψυχοθεραπεία, ξαναγυρίζει με τη σκέψη στη χρονιά που πέρασε, ξαναδιαβάζει σελίδες από το ημερολόγιο που κρατούσε από την αρχή της σχολικής χρονιάς 2000-2001. Σελίδες στις οποίες καταγράφει λεπτομερώς τα μαθήματά του, τους μαθητές του, επεισόδια της σχολικής ζωής, την ιδιαίτερη σχέση του με τον Βιταλιάνο.
Το "Δάσκαλος και μαθητής" είναι ένα μυθιστόρημα προβληματισμού. Σε ποιο κόσμο ζουν σήμερα τα παιδιά μας; "Είναι σκληρός ο κόσμος όπου ζουν σήμερα αυτά τα παιδιά, βίαιος κόσμος, όλοι το ξέρουν. Εμείς δεν μπορούμε να τα ακολουθήσουμε εκεί έξω, δεν μας επιτρέπεται, κι άλλωστε θα τους ήμασταν βάρος με τις ανησυχίες μας και τις συμβουλές μας", γράφει στο ημερολόγιό του. Πόσο αποτυχημένο είναι το εκπαιδευτικό σύστημα; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της νεανικής εγκληματικότητας; Μα πάνω απ' όλα δεσπόζουν οι τύψεις του δασκάλου που δεν μπόρεσε να εμποδίσει το κακό που ερχόταν. "Όχι, όχι, όχι, τρεις φορές όχι. Αυτό το έγκλημα δεν χρειάζεται τίποτα για να ερμηνευτεί-ούτε την κοινωνία, ούτε το συμφέρον, ούτε την αρρώστια. Οι ρίζες του βρίσκονται στη ζωή που περάσαμε μαζί, εγώ, ο δάσκαλος, και ο Βιταλιάνο, ο μαθητής. Εκεί πρέπει να τις αναζητήσω, στο τρομερό μυστήριο της διδασκαλίας, στη σκοτεινή της σχέση με έναν δάσκαλο που για πολύ καιρό φοβόταν ότι δεν ήξερε τι να κάνει. Έναν δάσκαλο που ξόδεψε μεγάλο μέρος της σταδιοδρομίας του οικτίροντας τον εαυτό του για την αδυναμία του, ενώ αντιθέτως θα έπρεπε να αμφισβητεί την ασυναίσθητη δύναμή του".
Οι τύψεις τον οδηγούν στα πρόθυρα της αυτοκτονίας. Όμως το βιβλίο, παρ' όλο το σκοτεινό χρώμα που κυριαρχεί, αφήνει μια χαραμάδα αισιοδοξίας στο τέλος, όταν, στην καινούρια σχολική χρονιά, "μπαίνοντας στον προθάλαμο του σχολείου, βρέθηκε περικυκλωμένος από πλήθος μαθητών, παλιών και νέων".

Σάββατο, Ιουλίου 10, 2010

Δέκα χιλιάδες μέλισσες

Στην Ιστορία δεν μπορούμε ποτέ να μιλούμε με το "αν...". Ποτέ δεν ξέρουμε τι θα γινόταν "αν...". Μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε, πράγμα βέβαια που καθόλου δεν εξυπηρετί την ιστορική έρευνα και αλήθεια.
Ο Άντης Ροδίτης, συγγραφέας του "Δέκα χιλιάδες μέλισσες" (Αρμός, 2010) δεν στηρίζεται στο "αν...". Ο αναγνώστης όμως αυθόρμητα σκέφτεται: "Άραγε, τι θα γινόταν αν...". Αυτή τη σκέψη έκανα κι εγώ διαβάζοντας με αμείωτο ενδιαφέρον και τελειώνοντας μέσα σε δυο μέρες το ογκώδες βιβλίο του Ροδίτη. Η λογοτεχνική έκφραση, συνδυασμένη με ιστορικά γεγονότα της πρόσφατης Κυπριακής ιστορίας, πολλά από τα οποία έζησε η γενιά μου και τα οποία δεν παύουν να μας προβληματίζουν, είναι η μαγική συνταγή, πιστεύω, της επιτυχίας του βιβλίου. Δεν ξέρω αν το ίδιο ενδιαφέρον μπορεί να προκαλέσει και στον Ελλαδίτη αναγνώστη, που δεν έχει άμεση γνώση των γεγονότων.
Για παράδειγμα, ενώ ο τίτλος του βιβλίου έχει άμεση απήχηση στη σκέψη του Κύπριου αναγνώστη, για τον Ελλαδίτη χρειάζεται διευκρίνηση. Το "δέκα χιλιάδες μέλισσες" είναι στίχος ενός από τους αξιολογότερούς μας ποιητές, του Παντελή Μηχανικού (1926-1979) από το ποίημά του "Ονήσιλος". Ο Ονήσιλος ήταν ο Κύπριος βασιλιάς που τον 5ο αι. π.Χ. επαναστάτησε εναντίον των Περσών,  νικήθηκε, το κεφάλι του κρεμάστηκε στην είσοδο της πόλης, αλλά κατά ένα θαυμαστό τρόπο στο γυμνό κρανίο έκαναν την κυψέλη τους οι μέλισσες. Αυτό ερμηνεύτηκε από το μαντείο ως σημείο ότι έπρεπε ο Ονήσιλος να τιμάται ως ήρωας. Σύμβολο λοιπόν του αγνού ηρωισμού και της αγωνιστικότητας ο Ονήσιλος, στέλλει σ' εμάς σαν μήνυμα τις μέλισσές του:
Δέκα χρόνια έστελλε τις μέλισσές του ο Ονήσιλος
να μας κεντρίσουν
να μας ξυπνήσουν
να μας φέρουν ένα μήνυμα.
Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος
κι όλες ψοφήσανε πάνω στο παχύ μας δέρμα
χωρίς τίποτε να νιώσουμε.
Δεν ακούαμε  τα μηνύματα των καιρών, προπάντων δεν τα άκουαν οι ηγέτες μας και από μια Κύπρο που με το αίμα των παλικαριών της αγωνίστηκε για την Ένωση με την Ελλάδα, φτάσαμε σήμερα να έχουμε δώσει τη μισή στους Τούρκους.
Κεντρική μορφή στο "Μυθιστόρημα αληθινών γεγονότων", όπως χαρακτηρίζει το έργο του ο Ροδίτης, είναι ο Μακάριος, Αρχιεπίσκοπος και πρώτος Πρόεδρος της ανεξάρτητης πλέον Δημοκρατίας της Κύπρου. Έχουν γραφτεί τόσα πολλά γι' αυτή την αμφιλεγόμενη πρσωπικότητα που διερωτάται κανείς τι καινούριο μπορεί να λεχθεί. Κι όμως ο Ροδίτης κατορθώνει να συνθέσει ένα πραγματικά γοητευτικό "μυθιστόρημα αληθινών γεγονότων", που με αφορμή την Κύπρο προεκτείνει την έρευνα και τη γραφή του γενικότερα στην αποικιοκρατία και στο πώς η επιδέξια πολιτική των αποικιοκρατών έφτανε να αφομοιώνει τους υπόδουλους λαούς. Γι' αυτό αρκετά κεφάλαια αναφέρονται στον Πρέμπε, βασιλιά των Ασάντι (σημερινή Γκάνα) που είχε κι αυτός παλαιότερα εξοριστεί στις Σεϋχέλλες. Οι επιστολές του Πρέμπε στο βασιλιά της Αγγλίας, σε κυπριακή διάλεκτο, η μεταμόρφωσή του καθώς "πήγε στις Σεϋχέλλες ντυμένος με δέρμα λεοπάρδαλης κι έφυγε για το Λονδίνο με πρωινό κοστούμι και ψηλό καπέλο", η επιστροφή του στη χώρα του, δεν αφήνουν αμφιβολία για τον αλληγορικό τρόπο με τον οποίο τον χρησιμοποιεί ο συγγραφέας.
Άγνωστες πτυχές της εξορίας του Μακάριου και των τριών συνεξορίστων του στις Σεϋχέλλες έρχονται στο φως με την έρευνα του Ροδίτη. Διά μακρών σκιαγραφείται η προσωπικότητα της Μάργκαρετ Λε Τζετ, συζύγου του αρχιφύλακα των εξορίστων, που υπήρξε δασκάλα των Αγγλικών του Μακαρίου. Ο συγγραφέας ταξίδεψε στο Λονδίνο, όπου γνώρισε τη θετή κόρη της Μάργκαρετ, την Αϊντίνα, η οποία και του παραχώρησε επιστολές και άλλα στοιχεία από το αρχείο της μητρυιάς της. (Τόσο η Μάργκαρετ όσο και η Αϊντίνα, μετά την ανεξαρτησία, είχαν επισκεφθεί την Κύπρο και φιλοξενήθηκαν από τον Μακάριο).
Πήγε ακόμη ο συγγραφέας και στις Σεϋχέλλες και οι παραστατικές του περιγραφές κάνουν πιο έντονη την αντίθεση ανάμεσα σ' αυτό τον επίγειο παράδεισο και την εξορία. Όλα όμως καταλήγουν στην προσωπικότητα του Μακαρίου, τον οποίο συνήθως αποκαλεί όχι Μακάριο, αλλά Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκο. Αναφέρονται λεπτομέρειες της ζωής και του χαρακτήρα του, η χαρισματική του προσωπικότης με την οποία κέρδιζε καθένα που τον γνώριζε, η λατρεία του λαού του γι' αυτόν, αλλά (πάντα κατά τον συγγραφέα) και η φιλοδοξία του και η υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων του που υπήρξε το εμπόδιο για την Ένωση. Η δραματική σκηνή της συνάντησης Μακαρίου-Γαρουφαλιά (υπουργού του Γεώργιου Παπανδρέου) το 1964, είναι αντάξια της περιγραφής ενός μεγάλου δραματουργού.
Παρά τη μεροληπτική στάση που τηρεί ο συγγραφέας για τον Μακάριο, δεν μπορεί να μη θαυμάσει κανείς την έρευνα, το μόχθο, την πολλή δουλειά που προϋποθέτει ένα τέτοιο σύγγραμμα. Αποικιοκρατία, φυσικό περιβάλλον, σκηνές από τον απελευθερωτγικό αγώνα της Κύπρου, πληθώρα προσώπων και πραγμάτων κινείται σ΄αυτή τη συναρπαστική σύνθεση ιστορίας και λογοτεχνίας.
Ίσως κανείς να μη μπορεί να πει "τι θα γινόταν αν..." ο Μακάριος δεχόταν το σχέδιο Άτσησον που του μετέφερε ο Γαρουφαλιάς, ξέρουμε όμως τι ακολούθησε όταν δεν το αποδέχτηκε. Όπως ξέρουμε και πόσο μέσα απ' αυτό το βιβλίο μνημειώνεται με τρόπο μοναδικό μια ολόκληρη εποχή.

Παρασκευή, Ιουλίου 02, 2010

Απόψε δεν έχουμε φίλους

Βρίσκω το μυθιστόρημα της Σοφίας Νικολαΐδου "Απόψε δεν έχουμε φίλους" (Μεταίχμιο 2010) σαφώς ανώτερο από το προηγούμενό της "Ο μωβ μαέστρος" αν και δεν συμμερίζομαι τον ενθουσιασμό του γνωστού κριτικού των "Νέων" Κούρτοβικ.
Είναι ένα μυθιστόρημα που κινείται ανάμεσα στο ιστορικό και το campus novel. Μεταξύ ενός προλογικού και ενός επιλογικού κεφαλαίου που τοποθετούνται χρονικά στο 2008 και τις σχετικές στο τέλος αυτού του χρόνου διαδηλώσεις και καταστροφές, περιλαμβάνονται επτά κεφάλαια που καλύπτουν την περίοδο 1944-1989, όχι όμως με ευθεία χρονολογική σειρά. Πιο συγκεκριμένα, τα κεφάλαια (στα οποία ως μότο χρησιμοποιούνται στίχοι από το γνωστό τραγούδι "Των εχθρών τα φουσάτα περάσαν", ειρωνικά φαντάζομαι) ακολουθούν την εξής σειρά: 1981, 1934-1943, 1985, 1941-1944, 1985-1989, 1944, 1944-1969. Αυτό το συνεχές πήγαινε-έλα δυσχεραίνει τον αναγνώστη, καθώς είναι υποχρεωμένος να παρακολουθεί τους ήρωες της Νικολαΐδου πηγαινοερχόμενος σε ποικίλες εποχές.
Κεντρικός χαρακτήρας είναι ο Σιουκιούρογλου, νεαρός φοιτητής, που υποβάλλει ως θέμα της διατριβής που θέλει να εκπονήσει, τη δράση των δωσίλογων τον καιρό της Κατοχής, στηριζόμενος όχι μόνο σε πηγές, αλλά και σε ζωντανές μαρτυρίες. Ως επιβλέποντα καθηγητή έχει τον Αστερίου, ένα αυστηρό και δύστροπο χαρακτήρα. "Είχε τη φήμη του δύσκολου, φήμη που ταίριαζε με την ειρωνεία του στο μάθημα και τη τσεκουράτη βαθμολογία του, που έφερνε τους φοιτητές σε απόγνωση".
Πολλοί άλλοι τύποι εμπλέκονται στο μυθιστόρημα. Ο ηλικιωμένος καθηγητής Εξάγγελος, φανατικός  από ιδεολογία εθνικοσοσιαλιστής, ο μαυραγορίτης Σκίρπας, ο ωραίος τύπος της αμόρφωτης αλλά προικισμένης με τη λαΐκή σοφία γιαγιάς Νίνας που μεγαλώνει τον ορφανό Σιουκιούρογλου, ο Στράτος, πρότυπο του συνδικαλιστή φοιτητή, η Φανή, κόρη του Ντόκου, ενός φοιτητή που αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του και να βολευτεί σε μια δημόσια υπηρεσία και άλλοι. Η διατριβή του Σιουκιούρογλου βαθμολογείται με "καλώς", πράγμα που τον εμποδίζει να σταδιοδρομήσει ως ακαδημαΐκός και καταλήγει καθηγητής σε φροντιστήριο. Η Φανή εγκαταλείπει κι αυτή τις σπουδές της και γίνεται τραγουδίστρια.
Η συγγραφέας έδωσε με επιτυχία το κλίμα της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη. Δωσίλογοι, άλλοι από ιδεολογία και άλλοι από συμφέρον, μαυραγορίτες, Εβραίοι, η οργάνωση "Ζωή" και τα κατηχητικά, οι νέοι με τα όνειρα και τη διάψευσή τους, οι πανεπιστημιακές ίντρικες, παρελαύνουν μέσα από το μυθιστόρημα. Δεν λείπει όμως και η ατμόσφαιρα της δεκαετίας του '80 με τις ελπίδες που δημιουργούσε η καινούρια εποχή. Ελπίδες που φαίνεται να διαψεύδονται μέσα από τη ματαίωση που βιώνουν οι πιο "θετικοί" χαρακτήρες. Με αποκορύφωμα τις λεηλασίες, την καταστροφή, το κάψιμο των βιβλίων και την κραυγή (του Σιουκιούρογλου;) "Απόψε δεν έχουμε φίλους".