Τα μεγάλα, τα τραυματικά ιστορικά γεγονότα, αυτά που αφήνουν τα ματωμένα αχνάρια τους αποτυπωμένα για πάντα στη σκέψη και το συλλογικό ασυνείδητο, δεν παύουν ποτέ να αποτελούν πηγή λογοτεχνικής δημιουργίας. Τριάντα τέσσερα χρόνια μετά την Τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο, το τραγικό εκείνο γεγονός εξακολουθεί να υποκινεί τη λογοτεχνική έμπνευση, πολύ περισσότερο γιατί οι οδυνηρές συνέπειες δεν έχουν εξαλειφθεί. Οι πρόσφυγες εξακολουθούν να είναι πρόσφυγες, να βλέπουν τα σπίτια και τις περιουσίες τους, βίαια αρπαγμένα, στην κατοχή άλλων, αγνοούμενοι εξακολουθούν να είναι αγνοούμενοι, ενώ καθημερινά κάποιων η τραγική κατάληξη διαπιστώνεται και 34 χρόνια μετά γίνεται η κηδεία τους...Παράλληλα όμως η ζωή προχωρεί. Οι άνθρωποι προσπαθούν να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους, καινούριες νοοτροπίες διαμορφώνονται χωρίς οι εφιάλτες να εγκαταλείπουν αυτούς που τους βίωσαν.
Η Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου, γνωστή και βραβευμένη πεζογράφος, με το τελευταίο της μυθιστόρημα "Το άλλο μου μισό" (Πατάκης, 2008) επιχειρεί να εικονογραφήσει μια πλατιά τοιχογραφία της σύγχρονης κυπριακής πραγματικότητας. Οι ήρωές της, άνθρωποι του σήμερα, βιώνουν ακόμη τις συνέπειες της τραγικής μοίρας του '74. Ο Γιάννης και η Αριάδνη, ο Υβ και ο Αχμέτ, η Μάρα, η Θάλεια και ο Αλέκος, ο Ανδρέας και ο Ισμαήλ, ο Νίκος και άλλα ακόμη πρόσωπα, γίνονται οι φορείς και οι εκπρόσωποι της κυπριακής κοινωνίας.
Η Αριάδνη, μια νέα ζωγράφος και γλύπτρια, ζει "ευτυχισμένη" με τον άνδρα της, το Γιάννη. Εκείνος, γόνος μιας πλούσιας οικογένειας, δοσμένος στις οικογενειακές επιχειρήσεις, με προσπάθεια, όπως πολλοί άλλοι Κύπριοι, να επεκταθεί και στα Βαλκάνια, δεν παύει να βασανίζεται από νυχτερινούς εφιάλτες, στους οποίους ξαναζεί όλα όσα ως οχτάχρονο παιδί βίωσε στην Κερύνεια κατά την εισβολή:Το βιασμό και το θάνατο της μητέρας του, το χαμό του πατέρα και του μικρού του αδελφού. Επίμονα αρνείται να επισκεφθεί τα Κατεχόμενα όταν οι Τούρκοι άνοιξαν τα οδοφράγματα και επέτρεψαν, με έλεγχο διαβατηρίων, επισκέψεις των Ελλήνων σ' αυτό που ονομάζουν δικό τους κράτος κι ας είναι στην ουσία αρπαγμένη ελληνική γη. Η γυναίκα του, η Αριάδνη, ούτε κι αυτή έχει πάει ακόμα, αλλά δεν είναι τόσο αρνητική. Παίρνει μέρος σε μια κοινή έκθεση Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων καλλιτεχνών κι εκεί γνωρίζει τον Αχμέτ, με ον οποίο θα δημιουργηθεί μια έλξη που θα καταλήξει σ' έναν έρωτα. Θ' αρχίσει να επισκέπτεται την άλλη πλευρά, κάποια στιγμή μάλιστα θα δικαιολογήσει τη μητέρα της που πιστεύει πως "αφού είναι δικά μας, γιατί να τα χαίρονται μονάχα αυτοί;" Η μητέρα της, η κυρία Θάλεια, γίνεται εκπρόσωπος μιας άλλης μερίδας της κυπριακής κοινωνίας. Μια πλουτοκρατία που ζει σε συμβατικούς γάμους και που η ζωή της εξαντλείται στη χαρτοπαιξία και στην ανέμελη ψυχαγωγία. Ο άντρας της, ο Αλέκος, είναι ο επιχειρηματίας του οποίου τα ταξίδια στο εξωτερικό κρύβουν τις ξωσυζυγικές του σχέσεις. Ο Ανδρέας είναι ο Κύπριος που με ελαφρά ή καθόλου συνείδηση μπλέκεται σε αγοραπωλησίες περιουσιών στα Κατεχόμενα. ο Υβ είναι ο γκέι καλλιτέχνης, πιστός φίλος της Αριάδνης. Ο Ισμαήλ είναι ο εκμεταλλευτής Τουρκοκύπριος που από υπάλληλος γίνετια ο κάτοχος του εργοστασίου. Η κυρία Μάρα είναι η σοβαρή, αξιοπρεπής κυρία, η γιαγιά που με τη σοφία και τη σοβαρότητά της γίνεται ο αντίποδας της Θάλειας. Κι ο Αχμέτ...ο Αχμέτ γίνεται το κεντρικό πρόσωπο, αυτός που αντιπροσωπεύει "το άλλο μου μισό" και το μυθιστόρημα βρίσκει μια ευτυχή κατάληξη.
Σωστή ψυχολογία των προσώπων, αναμνήσεις από την εισβολή, έρωτας, περιπέτεια, εικόνες της όμορφης κυπριακής γης, προβλήματα και προβληματισμοί, συνθέτουν μια επιτυχημένη εικόνα της σύγχρονης κυπριακής κοινωνίας και ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα.