Η ΛΥΓΕΡΗ
Schooltime
Ψηφιακά εκπαιδευτικά βοηθήματα
[Το ψηφιακό βιβλίο διανέμεται ελεύθερα στο διαδίκτυο]
Απρίλιος 2013
Η συγκυρία του εγκλεισμού, της ψηφιακής (δωρεάν) διάθεσης του βιβλίου και μια νοσταλγική διάθεση αναδρομής σε παλαιότερα λογοτεχνικά αναγνώσματα, με οδήγησε στο ξανα-διάβασμα της "Λυγερής". Και, ομολογώ, δεν περίμενα ότι θα μου προκαλούσε τόσο ενδιαφέρον και τόση απόλαυση.
Δημιουργός του ο Ανδρέας Καρκαβίτσας. Γεννημένος το 1865 στα Λεχαινά της Ηλείας, υπήρξε στρατιωτικός γιατρός, όμως πολύ πιο γνωστός είναι ως συγγραφέας, από τους πρωτοπόρους της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Διηγήματα, Μυθιστορήματα, παιδικά αναγνώσματα, πληθώρα άλλων κειμένων του εξακολουθούν μέχρι σήμερα να εκδίδονται. Από τα γνωστότερα έργα του "Ο ζητιάνος", "Τα λόγια της πλώρης" (εξαιρετικά θαλασσινά διηγήματα), "Ο αρχαιολόγος", "Η λυγερή", υπήρξαν θεμέλιο της πνευματικής συγκρότησης πολλών παλαιότερων γενιών και κατατάσσουν τον Καρκαβίτσα ανάμεσα στους κορυφαίους Έλληνες πεζογράφους του 19ου-αρχές του 2ου αι."Η Λυγερή", νουβέλα μάλλον παρά μυθιστόρημα, μια και δεν ξεπερνά τις 200 σελίδες, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες στο περιοδικό "Εστία" το 1890, σε βιβλίο το 1896 από την "Εστία" και πολλές φορές αργότερα. Γραμμένη σε μια ωραία, απλή καθαρεύουσα, με αρκετά τοπικά γλωσσικά στοιχεία, αναπαριστά με ζωντάνια ήθη, έθιμα, συνήθειες, προλήψεις, τρόπο σκέψης, λαϊκή ιατρική, μια ολόκληρη κοινωνία, όπως υπήρξε τον 19ο αι. ειδικά στην περιοχή της γενέτειρας του συγγραφέα. Κι ανάμεσα σ' όλα κυριαρχεί η γυναίκα, η ψυχολογία της, η θέση της σ' αυτή την κοινωνία.
Κεντρική ηρωίδα η Ανθή, η Λυγερή του χωριού: "Η Ανθή ήτο ο εντελέστατος και πιστότατος τύπος μιας λυγερής του χωρίου. Είχεν υψηλόν και ανδρικόν κάπως το ανάστημα, το στήθος εύρωστον και προπετές, την μέσην περισφιγμένην και λυγηράν. Η κεφαλή της ωραία, καλλιτεχνική, με ηνωμένα μαύρα φρύδια, κάτωθεν των οποίων μάτια κατάμαυρα, γεμάτα από λάμψιν και μυστήριον εκρύπτοντο οπίσω από μακράς βλεφαρίδας, ως εμφωλεύοντες μαγνήται".
Κόρη του πλούσιου παντοπώλου Παναγιώτη Στριμμένου, αγαπά τον Γιώργη Βρανά, ένα εξίσου ωραίο παλικάρι, αλλά συνάμα θαρραλέο και ικανότατο γυρολόγο. Ο συγγραφέας αφιερώνει αρκετά στην περιγραφή αυτού του επαγγέλματος, σε εποχή που οι γυρολόγοι διαδραμάτιζαν σημαίνοντα ρόλο στις μεταφορές, προπάντων της σταφίδας, βασικού προϊόντος της περιοχής.
Ο πατέρας όμως της Ανθής θέλει να την παντρέψει με τον παραγιό του, τον Νικολό Πικόπουλο, τον οποίο θεωρεί ικανότατον όχι μόνο για να μεγαλώσει το εμπορικό του, αλλά και να τον διαδεχθεί. Η Λυγερή βεβαίως ούτε να ακούσει δεν θέλει. "Ήξευρε τον Νικολόν, από πολλών ετών υπηρέτην του πατρός της, ρυπαρόν, άθλιον, απόζοντα πάντοτε πετρελαίου και σαρδέλας, φορτωμένον τα εμπορεύματα. Ένα ζώον τέλος που έχει μόνον μορφήν ανθρώπου και είναι προωρισμένον διά τίποτε άλλο, παρά διά να δουλεύει την οικογένειάν της".
Ο Βρανάς προτείνει στην Ανθή να κλεφτούν, πράγμα που εκείνη, παρ' όλο τον έρωτά της αρνείται. Θα ήταν μια πράξη που θα την ατίμαζε στα μάτια όλης της κοινωνίας. Αναγκάζεται να παντρευτεί τον Νικολό. Ο πρώτος χρόνος του γάμου κοντά στον άξεστο και αγροίκο Νικολό είναι μαρτυρικός, προπάντων όταν η Λυγερή βλέπει τον αγαπημένο της Γιώργη να παντρεύεται μιαν άλλη κοπέλα. Όλα όμως θ' αλλάξουν, όταν στο τέλος του πρώτου χρόνου του γάμου, η Ανθή αποκτά το πρώτο της παιδί. Ένας καινούριος δεσμός αναπτύσσεται με τον άντρα της, μια ήρεμη ευτυχία εγκαθίσταται στο σπιτικό της.
Είναι εντυπωσιακό πώς, μέσα σ' ένα τόσο σύντομο έργο, ο συγγραφέας αναπτύσσει τόσα θέματα. Αφενός εξωτερικά, τον ρόλο της λαϊκής γιάτραινας-ξορκήστρας-προξενήτρας, των γυρολόγων, της παραγωγής σταφίδας, των λαϊκών γιορτών κ.λπ. και ταυτόχρονα την εσωτερικότητα, τις σκέψεις, την ανάλυση της ψυχολογικής κατάστασης των προσώπων του έργου.