Δευτέρα, Μαΐου 30, 2011

Έτσι θέλω να θυμάμαι

Για τη Γιόλα Δαμιανού-Παπαδοπούλου το γράψιμο δεν είναι πάρεργο. Αφοσιωμένη σ' όλη της τη ζωή στη συγγραφή, μας έχει δώσει ως τώρα πολυάριθμα βιβλία: Διηγήματα, παιδική και νεανική λογοτεχνία, χρονογραφήματα, μυθιστορήματα.
 Ποικίλα είναι τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται στη συγγραφική της δημιουργία. Άλλοτε είναι η σύγχρονη κυπριακή πραγματικότητα ("Το άλλο μου μισό"), άλλοτε η πάλη της ηρωίδας της με τον ερυθηματώδη λύκο ("Κρατήσου απ' τα όνειρά σου") κι άλλοτε πάλι μας μεταφέρει στην Ινδονησία και στο τσουνάμι που έπληξε τη χώρα το 2004 ("Ο γαλάζιος δράκοντας"). Όμως, πιστεύω, ότι το πιο προσφιλές της θέμα και με βάση το οποίο μας έδωσε τα καλύτερα έργα της είναι η ζωή στην Αφρική, όπου και η ίδια έζησε πολλά χρόνια.
Στον αγαπημένο αυτό χώρο, και συγκεκριμένα στη Νιγηρία, τοποθετείται και η καινούρια της δουλειά που κυκλοφόρησε μόλις πρόσφατα, το πολυσέλιδο μυθιστόρημα "Έτσι θέλω να θυμάμαι" (Ωκεανίδα, 2011). Είναι η ιστορία του Μάικλ, του παιδιού που γεννήθηκε από λευκό, Έλληνα πατέρα και μαύρη μητέρα, ιστορία παρόμοια με χιλιάδων άλλων παιδιών που "δεν είναι μαύρα, που δεν είναι λευκά, μα που έχουν ομορφιά κια εξυπνάδα". Οι λευκοί μετανάστες, στερημένοι τις οικογένειές τους, χρόνια μακριά απ' αυτές, δημιουργούσαν συχνά δεσμούς με μαύρες γυναίκες "κι άφησαν πίσω τους τόσα παιδιά μιγάδες, χωρίς όνομα, χωρίς αναγνώριση, να διεκδικούν μόνα τους τις ρίζες και την ταυτότητά τους". Τη συγκινητική ιστορία ενός τέτοιου παιδιού μας αφηγείται η συγγραφέας.
Το βιβλίο αρχίζει το 2009 με τον κεντρικό ήρωά της, τον Μάικλ, να βρίσκεται στο πολύβουο Λονδίνο και να αρχίζει να γράφει αναπολώντας και αναπλάθοντας τη ζωή του. Παρ' όλο που ολόκληρο το βιβλίο, που κλείνει πάλι με ένα κεφάλαιο τοποθετημένο στο 2009, είναι όσα "θέλει να θυμάται" ο Μάικλ, ακολουθείται η τριτοπρόσωπη και όχι η πρωτοπρόσωπη γραφή, πράγμα που παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία γραφής στη συγγραφέα.
Μεταφερόμαστε στη Νιγηρία τη δεκαετία του '60. Είναι μια ταραγμένη εποχή, όταν, μετά από την ανεξαρτησία της Νιγηρίας από τους Άγγλους, τα σπέρματα της διχόνοιας που είχαν σπείρει όπως και παντού αλλού οι αποικιοκράτες, ξεσπούν στον πόλεμο μεταξύ των κυριότερων φυλών, των Ίγκμπο και των Χάουζα. Ωραίες περιγραφές μας μεταφέρουν το κλίμα της εποχής και η μυθιστορηματική ένταξη της ιστορίας της χώρας αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Ο μικρός Μάικλ ζει ευτυχισμένος με τη μαύρη μητέρα του, την Ατλίν και τον λευκό πατέρα του, τον Βασίλη Σταματέλο. Δεν έχει στην αρχή επίγνωση της διαφορετικότητάς του, ώσπου, όπως συνήθως συμβαίνει, κάποια παιδιά τον κοροϊδεύουν "παλιομιγά, μπάσταρδο" ή στη γλώσσα τους "μπακίν μπατούρε". Αρκετές άλλες διαλεκτικές εκφράσεις, διασκορπισμένες στο βιβλίο, προσθέτουν στην αφρικανική ατμόσφαιρα.. Μια ατμόσφαιρα που ενισχύεται και επιτυχημένα αποδίδεται και με άλλες σκηνές, όπως αυτή με τον "ντίμπια", τον μάγο της φυλής, ή την περιγραφή του παραδοσιακού γάμου, ή ακόμη με την αναφορά σε αφρικανικά φαγητά κ.λπ.
Ο Μάικλ φοιτά σε ιεραποστολικό σχολείο, ο καλύτερός του φίλος είναι ένας λευκός Δανός, μα η ζωή δεν θα σταθεί τόσο ευνοϊκή γι' αυτόν. Ο πατέρας του, λόγω ποικίλων συγκυριών, θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει κρυφά τη Νιγηρία και να επιστρέψει στην οικογένειά του στην Ελλάδα, χωρίς να τον αναγνωρίσει ως παιδί του. Με μια υποτροφία ο πανέξυπνος Μάικλ θα σπουδάσει μοριακή βιολογία και γενετική στο Λονδίνο, θα γίνει καθηγητής Πανεπιστημίου και θα γνωρίσει τον έρωτα στο πρόσωπο μιας ελληνίδας φοιτήτριας. Όμως δεν παύει σ' όλη του τη ζωή να βασανίζεται όχι μόνο από την έλλειψη αλλά και από την άγνοια του πατέρα και να τον αναζητά παντού. Κάτω από ποιες δραματικές συνθήκες θα τον βρει και γιατί το πρώτο κεφάλαιο μας εισάγει σ' ένα κλίμα μελαγχολίας του ενήλικα πια, καθηγητή Μάικλ;
Δεν θα ήθελα να αποκαλύψω το τέλος του τόσο ενδιαφέροντος μυθιστορήματος. Θα ήθελα μόνο να επισημάνω πως ο περιορισμός στην έκταση θα προσέδιδε, νομίζω, μεγαλύτερο βάθος στο μυθιστόρημα. Ένα μυθιστόρημα ωριμότητας, από τις καλύτερες συγγραφικές στιγμές της Γιόλας Δαμιανού-Παπαδοπούλου.

Σάββατο, Μαΐου 21, 2011

Εικόνες από το τίποτα

Δεν μπορώ να πω ότι με ελκύει ιδιαίτερα το λογοτεχνικό είδος της επιστημονικής φαντασίας, αν και κατά καιρούς τέτοια βιβλία υπήρξαν σταθμός στη λογοτεχνία. Ολόκληρες γενιές μεγαλώσαμε με τα βιβλία του Ιουλίου Βερν, που εξακολουθούν ακόμα να μας γοητεύουν. Θυμάμαι επίσης πόσο μου είχε αρέσει πριν από αρκετά χρόνια το "Εγώ το ρομπότ" του Ισαάκ Ασίμοφ. Και ποιος δεν έχει διαβάσει, δεν έχει δει την ταινία ή έστω δεν έχει ακούσει για το "1984" του Όργουελ ή ακόμη το εξαιρετικό "Φάρεναϊτ 451" ("Κάψτε τα βιβλία");
Εκτός από μερικές λοιπόν εξαιρέσεις το είδος με αφήνει σχετικά αδιάφορη κι έτσι άρχισα κάπως επιφυλακτικά να διαβάζω το "Εικόνες από το τίποτα" του Γιάννη Πέτσα (Captainbook.gr 2011). Σ' ένα διαστημόπλοιο που διασχίζει το διάστημα εδώ και εκατοντάδες χρόνια βρίσκονται δυο "άτομα", αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε τους σημερινούς συμβατικούς όρους. Ο κυβερνήτης   και ο εγκέφαλος, ο ιθύνων νους, που ονομάζεται Όλεφ. "Ο κυβερνήτης ήταν ένας πολίτης του διαστήματος, προγραμματισμένος για να μπορεί να αντεπεξέλθει σ' έναν τεράστιο βαθμό δυσκολιών, ένας υπεράνθρωπος με βάση τα γήινα πρότυπα (...) είχε εκπαιδευτεί γι' αυτό περίπου τετρακόσια χρόνια στην ύπνωση κι ήταν έτοιμος για οτιδήποτε". Η ύπνωση ή ανάπλαση, όπως την αποκαλούσαν, ήταν "ένα είδος επαναπρογραμματισμού, κάτι παρόμοιο μ΄αυτό που στο δικό μας πολιτισμό οι διάφορες θεολογικές δοξασίες είχαν αποκαλέσει κατά καιρούς νεκρανάσταση ή μετενσάρκωση".
Σκοπός του ταξιδιού ήταν να εξερευνήσουν τις απαρχές του κόσμου. "Πριν υπάρξει χρόνος, πριν υπάρξει οτιδήποτε με τη μορφή που υποθέτουμε πως συνέβησαν αυτά που νομίζουμε, πριν τη μεγάλη έκρηξη, πριν την πρώτη στιγμή της δημιουργίας και πριν την έννοια του υπέρτατου όντος, τι υπήρξε;"
Ο κυβερνήτης και ο εγκέφαλος συζητούν διαρκώς. Όλες οι έννοιες που ξέρουμε και χρησιμοποιούμε θα έχουν άλλο νόημα σ' αυτή τη μελλοντική εποχή. Ακόμα και η  συζήτηση δεν γίνεται με σημερινούς όρους, είναι μια μεταβίβαση της σκέψης. Συζητούν για το χρόνο, τη γλώσσα, για το Θεό, για τη σκέψη ή για την ψυχή.
Και ξαφνικά, εκεί που ο αναγνώστης αρχίζει να βαριέται διερωτώμενος πού και πώς θα καταλήξει ο συγγραφέας, μια ξαφνική και μεγάλη ανατροπή αλλάζει τα πάντα στην αφήγηση και το ενδιαφέρον ανανεώνεται ως το απροσδόκητο τέλος.
Γενικά προτιμώ πιο σύγχρονα και πιο...γήινα αναγνώσματα, νομίζω όμως πως οι θιασώτες των βιβλίων επιστημονικής φαντασίας μπορούν να απολαύσουν ένα πρωτότυπο ανάγνωσμα.

[Ευχαριστίες στις εκδόσεις Captainbook.gr που είχαν την καλοσύνη να μου αποστείλουν το βιβλίο]

Δευτέρα, Μαΐου 16, 2011

Η παγωμένη πριγκίπισσα

Κατά κανόνα, όταν τελειώνω ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, αισθάνομαι όπως όταν έχω φάει ένα ωραίο γλυκό! Το απολαμβάνω όση ώρα το τρώω, αλλά μετά αρχίζουν οι τύψεις για...τις περιττές θερμίδες που φορτώθηκα. Έτσι και με τα αστυνομικά μυθιστορήματα. Τα απολαμβάνω όση ώρα τα διαβάζω και μετά αρχίζουν οι τύψεις για "το χρόνο που έχασα". Κι όμως, παρ' όλες τις τύψεις ξέρω ότι και στα γλυκά θα υποκύψω ξανά και στην αναγνωστική απόλαυση αστυνομικών μυθιστορημάτων!
Πιο πρόσφατη τέτοια απόλαυση υπήρξε το μυθιστόρημα της (άγνωστής μου ως τώρα) Σουηδής, Camilla Lackberg, "Η παγωμένη πριγκίπισσα" (Μεταίχμιο 20011, μετ. Γρηγόρης Κονδύλης). Όπως πληροφορούμαστε από το "αυτί" του βιβλίου, αυτό είναι το πρώτο μυθιστόρημα της γεννημένης το 1974 Καμίλα, το οποίο κυκλοφόρησε στη Σουηδία το 2003 και τόσο αυτό όσο και τα επόμενά της βιβλία έγιναν best sellers, έχοντας πουλήσει πάνω από 30 εκατομμύρια σε 30 χώρες. Γεννήθηκε στη Φιελμπάκα, ένα ψαροχώρι 140 χιλιόμετρα από το Γέτεμποργκ και εκεί διαδραματίζονται και οι αστυνομικές της ιστορίες με πρωταγωνιστές την Ερίκα Φαλκ, μια συγγραφέα, πιθανότατα persona της ίδια της Λάκμπεργκ, και τον επιθεωρητή Πάτρικ Χέντστρεμ. Ωραίος τύπος ο Πάτρικ, ικανός αστυνομικός, υφιστάμενος ενός δύστροπου, αντιπαθητικού και όχι τόσο ικανού διευθυντή, διαλευκαίνει τις υποθέσεις ενώ τη "δόξα" κερδίζει ο αστυνομικός διευθυντής Μέλμπεργ.
Η Ερίκα που έχει καταφύγει στο χωριό για να γράψει, βρίσκει την παιδική της φίλη Άλεξ νεκρή στη μπανιέρα της, με το αίμα να έχει πήξει γύρω της. Δολοφονία ή αυτοκτονία; Οι γονείς της Άλεξ, ο άντρας της, η αδελφή της της Ερίκα, ένας εκκεντρικός ζωγράφος, μια άλλη πλούσια οικογένεια του χωριού, ένας εξαφανισμένος γιος κι ένας άλλος υιοθετημένος, ένας παλιός έρωτας της Ερίκα, η φλύαρη, κουτσομπόλα γειτόνισσα είναι μερικά από τα πρόσωπα της κοινωνίας του χωριού που συνδέονταν με τον ένα ή άλλο τρόπο με τη νεκρή και ανάμεσα στα οποία θα βρεθεί ο δολοφόνος, αφού βεβαίως ακολουθήσει και άλλος βίαιος θάνατος. Τα αίτια θα αναζητηθούν και θα βρεθούν σε παλιά, κρυμμένα, οικογενειακά μυστικά.
Όπως γενικά συμβαίνει στο σύγχρονο αστυνομικό μυθιστόρημα, αυτό δεν περιορίζεται αυστηρά στην αστυνομική πλοκή. Η κοινωνική διάσταση, ειδικά στην περίπτωση αυτή που αφορά την όχι και τόσο γνωστή μας σουηδική κοινωνία, προσδίδει ευρύτερο ενδιαφέρον στο μυθιστόρημα. Ωραίες και οι περιγραφές του ψαράδικου χωριού, ενώ το κρύο και η βροχή που συνοδεύουν τη δράση αποδίδουν τέλεια και το φυσικό περιβάλλον.
Ήδη από το Μεταίχμιο προαναγγέλλεται η έκδοση άλλων δυο βιβλίων της Λάκμπεργκ: "Ο Ιεροκήρυκας" (φθινόπωρο 2011) και "Οικογενειακά μυστικά" (άνοιξη 2012). Όσες κι αν θα είναι οι αναμενόμενες τύψεις μου, δεν νομίζω ότι θα αποφύγω τον πειρασμό της ανάγνωσής τους!

Δευτέρα, Μαΐου 09, 2011

Ελευθερία

Τεράστιο σε όγκο όπως η ίδια η Αμερική, απλωμένο σε χώρο δράσης σε πλείστες πολιτείες της, στη Μινεσότα, στη Βιρτζίνια, στη Ν. Υόρκη, στην Ουάσιγκτον, στη Νεβάδα, στη Φλόριντα, το μυθιστόρημα του Τζόναθαν Φράνζεν "Ελευθερία" (Ωκεανίδα, 2011, μετ. Ρένα Χατχούτ), καλύπτοντας χρονικά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αι. και τις αρχές του 21ου, μέσα από τη ζωή πλήθους ανθρώπων, γίνεται ο  εκφραστής του σύγχρονου αμερικανικού κόσμου.
Ο Τζόναθαν Φράνζεν (γεν. 1959) έγινε ευρύτατα γνωστός το 2001 με το μυθιστόρημά του "Διορθώσεις". Τώρα, με το "Ελευθερία" εδραιώνει τη θέση του στο αμερικανικό συγγραφικό στερέωμα.
Έργο δυσχερέστατο η απόδοση του περιεχομένου ενός όγκου 800 σελίδων, με θέματα που καλύπτουν από τις εφηβικές ανησυχίες και όνειρα ως τα περιβαλλοντικά, από τον πόλεμο στο Ιράκ ως τον Κλίντον και τον Ομπάμα, από τα ναρκωτικά ως την πολιτική και την μουσική, με λίγα λόγια όλη τη σύγχρονη Αμερική. Δυσχέρεια η οποία εντείνεται από την ύπαρξη δεκάδων προσώπων που γίνονται οι φορείς της δράσης. Γιατί εκείνο που κυρίως δεσπόζει είναι οι ανθρώπινες σχέσεις. Ο εσωτερικός κόσμος των χαρακτήρων, οι έρωτες, οι οικογενειακές συγκρούσεις, η διάλυση και η επανασύνδεση, η μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας καθώς οι ήρωές του φαίνονται να συντρίβονται από τις προσωπικές τους επιλογές. Αλλά παρ' όλα αυτά διεκδικώντας την ελευθερία των προσωπικών επιλογών. Η λέξη "ελευθερία" ακούγεται συχνά μέσα στο πολυσέλιδο βιβλίο, δικαιολογώντας τον τίτλο. "Αυτό δεν είναι το νόημα της ελευθερίας; Το δικαίωμα να σκέφτεσαι ό,τι θέλεις;" ακούγεται από έναν από τους ήρωες σε μια συζήτηση.
Κεντρικό ζευγάρι σ' όλο το μυθιστόρημα, του οποίου τη ζωή παρακολουθούμε από την αρχή ως το τέλος του έργου και γύρω από το οποίο περιστρέφονται όλα σχεδόν τα υπόλοιπα πρόσωπα, είναι ο Γουόλτερ και η Πάτι Μπέργκλαντ. Νεανικός έρωτας που κατέληξε σε γάμο και στην απόκτηση δυο παιδιών, της Τζέσικα και του Τζόι. Η Πάτι, ωραία, αθλήτρια του μπάσκετ στα νιάτα της, αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει έπειτα από έναν τραυματισμό. Αμφιταλαντεύθηκε ανάμεσα στους δυο φίλους και συγκάτοικους, τον Ρίτσαρντ Κατς και τον Γουόλτερ, η αποτυχημένη όμως προσπάθειά της να κατακτήσει τον Ρίτσαρντ, την οδηγεί σε γάμο με τον Γουόλτερ που την αγαπούσε πιο πολύ απ' ό,τι εκείνη.
Ο Γουόλτερ, δικηγόρος, μανιώδης περιβαλλοντιστής, εργάζεται σε μια οργάνωση προστασίας της φύσης. Από τους πιο συμπαθείς χαρακτήρες του έργου, αγωνίζεται εναντίον του υπερπληθυσμού του πλανήτη, θεωρώντας τον ως το κυριότερο αίτιο καταστροφής του περιβάλλοντος.
Η Πάτι, αν και το να μείνει στο σπίτι και να μεγαλώσει τα παιδιά της ήταν δική της επιλογή, με τα χρόνια, όταν τα παιδιά φεύγουν, οδηγείται σταδιακά στην κατάθλιψη. Η καταπιεσμένη επιθυμία της για τον Ρίτσαρντ βρίσκει ικανοποίηση πολύ αργότερα, όταν θα βρεθούν μόνοι σ' ένα εξοχικό σπιτάκι που είχε η οικογένειά της κοντά σε μια λίμνη. Αυτό θα δώσει την έμπνευση στον Ρίτσαρντ  να γράψει ένα τραγούδι που θα γίνει τεράστια επιτυχία. Όταν ο Γουόλτερ θα μάθει για την απιστία της Πάτι, έστω και χρόνια μετά, η ήδη προβληματική σχέση του με την Πάτι θα οδηγηθεί σε ρήξη, ενώ ο Ρίτσαρντ,  θα γίνει διάσημος ροκάς μουσικός.
Το νήμα της κεντρικής αυτής ιστορίας διακόπτεται από τις παρεμβολές των ιστοριών των οικογενειών της Πάτι και του Γουόλτερ, των παιδιών τους, που το καθένα ακολουθεί το δικό του δρόμο, την πορεία του Ρίτσαρντ, άλλων φίλων και γνωστών. Εντονότατος ο σεξουαλισμός που διατρέχει το βιβλίο, με άκρως ρεαλιστικές και με αχρείααστες, θα έλεγα, λεπτομερειακές περιγραφές, περιλαμβάνει ενίοτε σκηνές που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν αηδιαστικές.
Όταν κλείσεις το βιβλίο, αναπολώντας όλα αυτά που διάβασες, το κυριότερο συναίσθημα που μένει είναι αυτό μιας κάποιας θλίψης, έστω κι αν ο Φράνζεν δίνει ένα τέλος που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως "happy end". Οι στόχοι του "αμερικανικού ονείρου" μοιάζει να είναι μόνο το σεξ και το χρήμα. Ακόμα κι αυτός ο εμφανιζόμενος ως ιδεολόγος περιβαλλοντιστής, ο Γουόλτερ, συμβιβάζεται κάποια στιγμή και δέχεται την αλλοίωση του περιβάλλοντος και τον εκτοπισμό των κατοίκων με αντάλλαγμα να γίνει μελλοντικά η περιοχή χώρος προστασίας του κουφαηδονιού. Ο δε γιος του, ο Τζόι, μεσολαβεί έναντι αδρής αμοιβής, για την πώληση ανταλλακτικών αυτοκινήτων που θα χρησιμοποιηθούν στο Ιράκ, εν γνώσει του ότι είναι ελαττωματικά και άχρηστα.
Δεν ξέρω αν αυτή είναι πράγματι η κυρίαρχη εικόνα της Αμερικής ή αν ο συγγραφέας επέλεξε σκόπιμα να δώσει αυτή τη σκοτεινή πλευρά. Σημασία έχει ότι ως λογοτεχνικό έργο, αν και κάπως φλύαρο και, κατά την άποψή μου, υπερτιμημένο, αξίζει.

Τετάρτη, Μαΐου 04, 2011

Πάσχα στον Έβρο



Για μια ακόμα χρονιά Πάσχα στην αγαπημένη γη της Ελλάδας, της πιο όμορφης χώρας του κόσμου. Φετινή επιλογή η ακριτική περιοχή του Έβρου.

Από τη Θεσσαλονίκη διασχίζουμε με άνεση την Εγνατία οδό, τελειωμένη μόλις το 2009, χαραγμένη αιώνες πριν απ’ τους Ρωμαίους, δρόμο που ένωνε τη Δυτική με την Ανατολική Αυτοκρατορία και που σήμερα φτάνει από την Ηγουμενίτσα ως τα ελληνοτουρκικά σύνορα. Σταματάμε για το γεύμα στην όμορφη, παραθαλάσσια Ηρακλείτσα, όπου η ευθυμία και η ευπροσηγορία του εστιάτορα ενισχύει τη χαρούμενη εκδρομική διάθεση.
Άποψη της Ηρακλείτσας

Πρώτη εντύπωση από την Αλεξανδρούπολη, που δεν θα διαφοροποιηθεί όσες μέρες θα μείνουμε εκεί: μια ήρεμη, όμορφη, παραλιακή πόλη, με ήσυχους κι ευγενικούς κατοίκους. Το ξενοδοχείο μας, το ωραιότατο Classical Egnatia Grand, κτισμένο μέσα σε πάρκο, απλώνει τους καταπράσινους κήπους του ως τη θάλασσα. Κάποια δέντρα δεν πρόλαβαν ακόμα ν’ ανθίσουν, χωρίς αυτό να μειώνει την ομορφιά του τοπίου. Στο βάθος μόλις αχνοφαίνεται η Σαμοθράκη με την κορυφή του βουνού της ακόμη χιονισμένη.
Το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης

Από τον κήπο του ξενοδοχείου. Στο βάθος η Σαμοθράκη

Στον πανέμορφο κήπο του ξενοδοχείου Egnatia Grand ο οβελίας ετοιμάζεται

Καινούρια πόλη η Αλεξανδρούπολη, στη θέση ενός παλιού οικισμού με τ’ όνομα Δεδεαγάτς, σχεδιάστηκε ρυμοτομικά από τους Ρώσους που την πήραν από τους Τούρκους το 1878. Τη Βουλγαρική κυριαρχία που ακολούθησε τερμάτισε η ενσωμάτωσή της στην ελληνική επικράτεια το 1920 και το παλιό Δεδεαγάτς μετονομάστηκε σε Νεάπολη, όνομα που κράτησε πολύ λίγο. Η επίσκεψη εκεί του λιγόζωου, άτυχου βασιλιά Αλέξανδρου της έδωσε το σημερινό της όνομα.

Σήμα κατατεθέν της πόλης ο φάρος της, που χτίστηκε το 1880 σχεδόν ταυτόχρονα με το λιμάνι της. Ακοίμητος φρουρός του λιμανιού, επιβλέπει τις καφετέριες που απλώνονται στα πόδια του, ενώ η μουσική των νερών συνοδεύει τη ραστώνη των θαμώνων.
Ο φάρος

Πλάι στο φάρο το μνημείο ευγνωμοσύνης σε μια όχι και τόσο γνωστή Θρακιώτισσα ηρωίδα της Επανάστασης, τη Δόμνα Βισβίζη. Ακούμε την ιστορία της, την προσφορά εκείνης, του συζύγου, των πέντε παιδιών της, όλης της μεγάλης περιουσίας τους στον αγώνα, αλλά και το θλιβερό, άδοξο τέλος της (πέθανε στον Πειραιά το 1852 φτωχή και περιφρονημένη) κι αναλογιζόμαστε όχι χωρίς θλίψη, το παρόμοιο τέλος των πιο αγνών και ιδεολόγων αγωνιστών.
Η Δόμνα Βισβίζη

Ο Έβρος, το μεγάλο ποτάμι, το φυσικό σύνορο Ελλάδας-Τουρκίας, που πηγάζει από την οροσειρά Ρίλα της Βουλγαρίας και καταλήγει στο Θρακικό πέλαγος, μας συνοδεύει στην πορεία μας προς τα βόρεια του νομού. Πρασινάδες, νερά, αλλού στενότερο κι αλλού πλατύτερο το ποτάμι, καταλήγει στο περίφημο Δέλτα, ένα προστατευόμενο υγροβιότοπο, πλούσιο σε ιχθυοπανίδα και περιζήτητο κυνηγότοπο. Δεν έχουμε χρόνο για να το τριγυρίσουμε με τις ειδικές βάρκες, όμως έστω και λίγο θα χαρούμε την άπλα του και λίγα υδρόβια πτηνά.
Στο Δέλτα του Έβρου

Σε μικρή απόσταση από το Δέλτα του Έβρου βρίσκεται η πόλη Φέρες. Είναι πραγματικά μεγάλη η συγκίνηση να μπαίνεις στην Παναγία Κοσμοσώτειρα και να σκέφτεσαι τους αιώνες που πέρασαν με την εκκλησία πάντα εδώ κι ας έγινε για ένα διάστημα μουσουλμανικό τέμενος. Παλιά μονή, ιδρυμένη το 1151 από τον Ισαάκιο Κομνηνό διατηρεί ως σήμερα σε λειτουργία στο κέντρο των Φερών το καθολικό της. Μ’ ένα ρόδινο χρώμα στο εξωτερικό της, διακοσμείται εσωτερικά με μοναδικά δείγματα υψηλής τέχνης του 12ου αι. Το τυπικό ίδρυσης της μονής, αναρτημένο στα αριστερά της εισόδου, προσελκύει την προσοχή και το θαυμασμό μας.
Παναγία η Κοσμοσώτειρα στις Φέρες

Το τυπικό ίδρυσης της μονής

Εξήντα πέντε χιλιόμετρα από την Αλεξανδρούπολη βρίσκεται το Σουφλί, πασίγνωστη «πόλη του μεταξιού». Για αιώνες παραδοσιακή ενασχόληση των κατοίκων η σηροτροφία εξακολουθεί και σήμερα να δημιουργεί ωραία μεταξωτά. Ο επισκέπτης ενημερώνεται για τον τρόπο εκτροφής του μεταξοσκώληκα, την όλη διαδικασία παραγωγής του μεταξιού και ασφαλώς δεν μπορεί να φύγει χωρίς να πάρει μαζί του ένα έστω αναμνηστικό μεταξωτό.

Άποψη του μουσείου μεταξιού στο Σουφλί


Διαλέγοντας μεταξωτά

Οδεύοντας βόρεια προς το Διδυμότειχο ταξιδεύουμε πάντα πλάι στο ποτάμι, στον Έβρο. Στη Γέφυρα των Κήπων σταματάμε για λίγο. Εδώ είναι το σύνορο, απ' εδώ το ελληνικό φυλάκιο, απ' εκεί των Τούρκων.

Στο βάθος η Γέφυρα των Κήπων


Ακόμα μια άποψη του Έβρου
Περιβεβλημένο με τη βυζαντινή αύρα, αποπνέοντας την τουρκική κυριαρχία, γεμάτο από ιστορία και παράδοση, ενενήντα οκτώ χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Αλεξανδρούπολης βρίσκεται το Διδυμότειχο. Κτισμένο στη θέση της Ρωμαϊκής Πλωτινούπολης διαδραμάτισε σημαντικό ιστορικό ρόλο. Αυτό ανακήρυξε πρωτεύουσά του ο Ανδρόνικος ο Γ΄ επαναστατώντας κατά του νόμιμου αυτοκράτορα Ανδρόνικου του Β΄, εδώ στέφθηκε αυτοκράτορας ο Ιωάννης Καντακουζηνός, εδώ γεννήθηκε ο Ιωάννης Βατάτζης, αυτοκράτορας της εξόριστης στη Νίκαια αυτοκρατορίας, αυτό έκανε πρώτη πρωτεύουσα του Οθωμανικού κράτους στην ευρωπαϊκή ήπειρο ο Μουράτ ο Α΄, εδώ φυλακίστηκε ο Κάρολος Α΄ της Σουηδίας όταν, νικημένος από τους Ρώσους το 1709, κατέφυγε στο σουλτάνο. Το μεγάλο τζαμί, ένα τεράστιο τετράγωνο κτίσμα, τουρκικά λουτρά, πλήθος χριστιανικές εκκλησίες, τα τείχη ψηλά στο κάστρο κι ο Ερυθροπόταμος, παραπόταμος του Έβρου που διασχίζει την πόλη, συνθέτουν την εικόνα που κρατάω μέσα μου από την παλιά αυτή, παραμεθόριο πόλη.


Το μεγάλο τζαμί


Το κάστρο του Διδυμότειχου

Απομονωμένη, μακριά από τις συστάδες των άλλων ελληνικών νησιών, ντυμένη με το μυστήριο των Καβείριων θεοτήτων της, η Σαμοθράκη δεν είναι συνήθως γνωστή παρά μόνο από το περίφημο άγαλμα, τη μοναδική στο είδος της Νίκη της Σαμοθράκης που κοσμεί το μουσείο του Λούβρου, ενώ ένα αντίγραφό της βλέπουμε στο μικρό μουσείο της Παλαιόπολης.

Αντίγραφο του περίφημου αγάλματος

Η απαξιωτική περιγραφή του Λόρενς Ντάρελ που, στο κατά τα άλλα αξιόλογο βιβλίο του «Τα ελληνικά νησιά» (Μεταίχμιο 2007-πρώτη έκδοση 1977) δεν της βρίσκει τίποτα θετικό, με είχε προϊδεάσει μάλλον δυσμενώς. Γράφει: «…ακόμα κι από τη θάλασσα η Σαμοθράκη δίνει μια εντύπωση χοντροκομμένης, μουτρωμένης αδιαφορίας για τους επισκέπτες. Είναι ζοφερή, είναι βάρβαρη. Δεν μου άρεσε ούτε τοσοδά…».

Λίγο αργότερα, ψάχνοντας σ’ ένα μαγαζάκι για κάποιο αναμνηστικό του νησιού, έπεσα σ’ ένα μικρό βιβλιαράκι. Τίτλος, «Ίων Δραγούμης, Η Σαμοθράκη». Ενθουσιάστηκα. Αγαπημένη μορφή ο Δραγούμης, επισκέφθηκε το νησί όταν υπηρετούσε στο Προξενείο της Αλεξανδρούπολης το 1906 και μας δίνει με εξαιρετική γλαφυρότητα το φυσικό αλλά και το μυθολογικό και το ιστορικό περιβάλλον του νησιού. Πόση αντίθεση στη δική του περιγραφή για το νησί! «Και στεκόταν η Σαμοθράκη έτσι, ολοζώντανη, μαγεμένη, όμορφο, μεγάλο, ατίμητο στολίδι, ζωσμένο από την τρισεύγενη θάλασσα, νησί ξεχωριστό μέσα στα νησιά. Στη μορφή της αγαπούσα λιγάκι όλα τα νησιά με τα χρυσά τα ακρογιάλια».

Η δική μου πραγματικότητα ευτυχώς διέψευσε τον Ντάρελ κι επιβεβαίωσε τον Δραγούμη. Ασφαλώς, αν κανείς αναζητά την κοσμική ζωή, το θόρυβο και την πολυκοσμία άλλων νησιών, δεν θα τα βρει εδώ. Εδώ θα βρει την ηρεμία, τη γαλήνη, το καταπράσινο τοπίο, την ψηλή βουνοκορφή του μοναδικού βουνού του νησιού, του Σάος, που ακόμα και τώρα, τέλη του Απρίλη είναι χιονισμένη, θα βρει τα κρυμμένα μέσα στα πλατάνια χωριά, τις δροσερές πηγές, τα κατσίκια που ελεύθερα γεμίζουν τις πλαγιές, τις χαλικόστρωτες παραλίες που περιζώνουν το νησί.

Μετά από απόσταση δυόμιση ωρών με το φέρι-μπόουτ από την Αλεξανδρούπολη αποβιβαζόμαστε στο λιμάνι της Σαμοθράκης, την Καμαριώτισσα. Ο θρύλος λέει πως το όνομά της πήρε όταν τον καιρό της εικονομαχίας ένα κιβώτιο ξεβράστηκε από τη θάλασσα και μέσα ήταν το εικόνισμα της Παναγίας Καμαριώτισσας.

Στην Καμαριώτισσα

Σε λίγο ανηφορίζουμε με προορισμό τη Γριά Βάθρα. Πρόκειται για μια φυσική «πισίνα» που σχηματίζεται από τα νερά που κατρακυλούν από το όρος Σάος. Δεκαπέντε χιλιόμετρα ανατολικά της Καμαριώτισσας βρίσκεται το χωριό Θέρμα, γνωστό για τις θερμές ιαματικές πηγές του. Τα σπίτια του χωριού σχεδόν δεν φαίνονται, κρυμμένα μέσα στο πράσινο.
Το χωριό Θέρμα

Παίρνουμε πληροφορίες για τη Γριά Βάθρα. Μας λένε ότι μπορούμε να προχωρήσουμε ακόμη πιο πάνω με το πούλμαν και από εκεί είναι πέντε λεπτά απόσταση με τα πόδια. Δεν θα συμβούλευα κανένα να εμπιστευθεί τις τοπικές πληροφορίες! Με κόπο ανηφορίζουμε κι όλο ανηφορίζουμε ώσπου μετά από μισή ώρα να φτάσουμε στον προορισμό μας. Ομολογώ ότι η διαδρομή άξιζε τον κόπο. Πλατάνια, αιωνόβιοι κορμοί με παράξενους σχηματισμούς, ρυάκια, αλλά και δύσβατη ανάβαση που κάποια σημεία της δεν θα μπορούσαμε να διανύσουμε χωρίς αλληλοβοήθεια.
Κατεβαίνοντας από τη Γρια Βάθρα

Άλλο ένα ανηφορικό μονοπάτι μας περίμενε ωσότου φτάσουμε στον κυριότερο αρχαιολογικό χώρο του νησιού, εκεί όπου βρέθηκε και το περίφημο άγαλμα της Νίκης, στην Παλαιόπολη. Γράφει ο Ίων Δραγούμης: «Εκεί βλέπω ναών μαρμαρένιων και χτιρίων χαλάσματα, γκρεμισμένα τείχη, πέτρες κομμάτια και μάρμαρα μεγάλα και μικρά με γράμματα και δίχως γράμματα, μορφές ειδώλων κομματιασμένων και παραμορφωμένων και ένα λιμάνι χωσμένο από τις κατεβασιές των ποταμών. Και παντού μες στα ερείπια φυτρώνουν αγριλιές, πρινάρια και χόρτα, σα να πασκίζουν να τα αποσκεπάσουν».

Χρειάζεται πραγματικά μεγάλη δύναμη φαντασίας για να αναπλάσει κανείς μέσα από τα λιγοστά ερείπια το Ιερό των Μεγάλων Θεών, τα Καβείρια μυστήρια, το ανάκτορο που λειτουργούσε ως χώρος μύησης των πιστών, τη θόλο όπου τελούνταν οι θυσίες, ενώ αναλογίζεσαι κι όλους του μεγάλους ήρωες που, σύμφωνα με τη μυθολογία και την ιστορία πέρασαν απ’ εδώ. Τον Ιάσονα, τον Ηρακλή, τον Ορφέα, τον Οδυσσέα, τον Κάδμο που εδώ γνώρισε την Αρμονία, τον Φίλιππο που εδώ έπλεξε το ειδύλλιό του με την Ολυμπιάδα. Μα κι ο Ποσειδώνας λέγεται πως καθισμένος στην κορυφή του Σάος παρακολουθούσε απέναντι στην Τροία τον πόλεμο Αχαιών και Τρώων.

Μικρό αλλά συμπαθητικό το μουσείο της Παλαιόπολης φιλοξενεί εκτός από το αντίγραφο της Νίκης της Σαμοθράκης, και άλλα ευρήματα της περιοχής. Ευρήματα, αδιάψευστους μάρτυρες της ζωής και της τέχνης αιώνων περασμένων.
Στα ερείπια της Παλαιόπολης

Την ώρα που φτάνουμε στην πρωτεύουσα του νησιού, τη Χώρα, ένας ενοχλητικός και κρύος αέρας μας εμποδίζει να περιδιαβάσουμε στα στενά, πλακόστρωτα δρομάκια της μικρής πόλης. Μόνο για λίγο κοιτάζουμε και φωτογραφίζουμε το μνημείο που στήθηκε για τους σφαγιασθέντες κατοίκους του νησιού το 1821. Τότε που όσοι δεν εξοντώθηκαν εγκατέλειψαν το νησί για να σωθούν κι αυτό για χρόνια ερημώθηκε.

"Η μνημοσύνη στεφανώνει το ηρωικό νησί για τους σφαγιασθέντες το 1821"

Ψηλά στον Προφήτη Ηλία, σ’ ένα εστιατόριο με πανοραμική θέα της παραλίας, απολαμβάνοντας το φημισμένο σαμοθρακιώτικο κατσίκι ρίχνουμε μια τελευταία ματιά και αποχαιρετούμε τ’ όμορφο νησί.

Αποχαιρετώντας τη Σαμοθράκη

Η πασχαλινή εκδρομή πήρε τέλος. Οδεύοντας ξανά προς τη Θεσσαλονίκη για την επιστροφή, όλα όσα είδαμε, όλα όσα ζήσαμε, όλα όσα αναπολήσαμε στριφογυρίζουν στη σκέψη. Βαδίσαμε σε μια ακόμη γωνιά της ελληνικής γης όπου περπατούν οι αιώνες, η ιστορία και η παράδοση και ο θρύλος, όπου οι αρχαίοι οι θεοί λες και περιδιαβάζουν μαζί σου. Παίρνουμε μαζί μας εικόνες, ακούσματα, μυρωδιές της άνοιξης να μας συνοδεύουν ως το επόμενο Πάσχα.

Οι "Πασχαλιστές"