Δυο φορές στο παρελθόν είχα περάσει απ' έξω από το σπίτι της Πηνελόπης Δέλτα στην Κηφισιά. Ήθελα, αν και ήξερα ότι δεν επιτρεπόταν η είσοδος σ' αυτό, να δω έστω από μακριά το χώρο, το περιβάλλον, τους γύρο δρόμους, όπου έζησε και έγραψε αυτή η γυναίκα που υπήρξε για πολλούς της γενιάς μου ένας μύθος. Κι όταν πρόσφατα πληροφορήθηκα ότι επιτέλους άνοιξε για το κοινό ως τμήμα του μουσείου Μπενάκη, στο οποίο είχε κληροδοτηθεί από την κ
όρη της Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, δεν έχασα την ευκαιρία.

Πιο πολύ, βέβαια, η φαντασία αναπλάθει ό,τι υπήρξε κάποτε αυτό το σπίτι. Ο κήπος είναι κάπως παραμελημένος, ο τάφος της δεν είναι πια εδώ, τίποτα από την τότε επίπλωση του σπιτιού δεν σώζεται. Η συγκίνηση όμως δεν παύει να είναι μεγάλη. Στον επάνω όροφο φιλοξενούνται τα αρχεία Μπενάκη, προσιτά σε κάθε μελετητή. Στο ισόγειο, εκτός από το πωλητήριο, σ' ένα μεγάλο δωμάτιο, έκθεση με ενθυμήματα σε μεταφέρει στην ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής. Δημοσιεύματα, πρώτες εκδόσεις των βιβλίων της, χειρόγραφά της, φωτογραφίες, το γενεαλογικό της δέντρο, σε κρατούν ώρα πολλή. Και τα μάτια βουρκώνουν καθώς διαβάζουμε το χειρόγραφο, αποχαιρετιστήριο σημείωμά της, πριν την αυτοκτονία: " 27 Απριλίου 1941. Παιδιά μου, ούτε παπά, ούτε κηδεία. Παραχώστε με σε μια γωνιά του κήπου, αλλά μόνο αφού βεβαιωθείτε ότι δε ζω πια. Σας φιλώ όλους με αγάπη. Φροντίστε τον πατέρα σας. Τον φιλώ σφιχτά. Π.Σ. Δέλτα".
Κανένα ανάγνωσμα δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστό μετά απ' αυτή την επίσκεψη από το βιβλίο "Αναμνήσεις 1921", Επιμέλεια Αλ. Π. Ζάννας, Ερμής 2007 (Δ΄ ανατύπωση), δώρο της φίλης ekt. Για μέρες βυθίστηκα σ' αυτό τον περασμένο πια καιρό. Ξαναζωντάνεψαν και με συντρόφεψαν πρόσωπα νεκρά εδώ και χρόνια. Έζησα το δράμα που παίχτηκε στις ψυχές τους, προπάντων στην ψυχή Εκείνης, ταξίδεψα συνεπαρμένη στην ατμόσφαιρα μιας μακρινής εποχής.
Η Πηνελόπη Δέλτα αρχίζει να γράφει αυτές τις αναμνήσεις το 1921, απευθυνόμενη αρχικά στην κόρη της Σοφία και στο τέλος γενικά στα παιδιά της, λέγοντας πως "είναι ένα βήμα στην καλλιέργεια της ανθρωπότητος", γιατί μόνο ο πόνος καλλιεργεί κι εδώ υπάρχει πόνος "σχεδόν αφάνταστος". Γυρίζει με την ανάμνηση πίσω στο 1905, όταν στην Αλεξάνδρεια όπου ζούσε με τον άντρα και τις τρεις κόρες της, έρχεται ως υποπρόξενος ο Ίων Δραγούμης. Εκείνη είναι 31 χρονών κι εκείνος 26. Γνωρίζονται, συναντιώνται σε διάφορες εκδηλώσεις ή σπίτια γνωστών, μια ιδιαίτερη φιλία ανθίζει. Τους ενώνει μια ψυχική συγγένεια, αλλά και οι κοινές ιδέες και οραματισμοί, προπάντων για τον αγώνα του Ελληνισμού για την υπόδουλη Μακεδονία. Η φιλία δεν αργεί να γίνει έρωτας. Όταν της το εξομολογείται εκείνος και όταν εκείνη συνειδητοποιεί τα δικά της αισθήματα του ζητάει να φύγει. Πάνω απ' όλα για κείνην μετράει η τιμή, η αξιοπρέπεια, η οικογένεια. Πράγματι, εκείνος ζητά μετάθεση και φεύγει. Σε μια βδομάδα όμως εκείνη δεν αντέχει, πάει στους γονείς της στην Κηφισιά, με την ελπίδα να τον ξαναδεί. Μόνοι τους συναντώνται μόνο σε κάποια πρωινά ραντεβού (6 η ώρα το πρωί) σ' ένα δάσος από πεύκα στην Κηφισιά. Είναι ίσως οι μόνες ευτυχισμένες στιγμές που έζησαν οι δυο τους. Βλέπουν το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται κι εκείνη αποφασίζει να αυτοκτονήσει. Το επιχειρεί δυο φορές, αλλά σώζεται. Ξαναγυρίζει στον άντρα της και στα παιδιά της, ενώ εκείνος πηγαίνει στο Δεδεαγάτς, όπου έχει μετατεθεί. Μα κανένας τους δεν μπορεί να ξεχάσει. Αλληλογραφούν, ανταλλάσσουν τα ημερολόγιά τους και στο βιβλίο διαβάζουμε πλήθος αποσπάσματα επιστολών ή ημερολογιακών εγγραφών. Η απόσταση που τους χωρίζει δεν καταλαγιάζει το πάθος και τον έρωτα, προπάντων εκείνης. Σε μια κρίση ειλικρίνειας ομολογεί στον άντρα της τον έρωτά της για τον Δραγούμη. Εκείνος αντιδρά, εξοργίζεται, της απαγορεύει να συνεχίσει να έχει οποιαδήποτε σχέση μαζί του, της επιβάλλει να ζητήσει να της επιστρέψει ο Δραγούμης όλα τα γράμματά της και να τα κάψει.
Το 1906 η οικογένεια Δέλτα βρίσκεται στην Ευρώπη: Ελβετία, Αγγλία, Γερμανία, τόσο για τις επιχειρήσεις τους όσο και για να τύχει θεραπείας η Πηνελόπη που πάντα αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας. Η αλληλογραφία με τον Δραγούμη συνεχίζεται, παρά την απαγόρευση. Κάποια στιγμή εκείνη ζητά από τον άντρα της διαζύγιο, πράγμα απαράδεχτο. Το τίμημα θα είναι να χάσει τα παιδιά της και οι γονείς της λένε πως προτιμούν να τη δουν νεκρή παρά να χωρίσει! Πόνος, θλίψη, αφάνταστο ψυχικό μαρτύριο δονούν την ταλαιπωρημένη της ψυχή. Στα 1908, ενώ βρίσκονται ακόμη στην Ευρώπη, η Δέλτα με τη συγκατάθεση του άντρα της συναντά για τελευταία φορά τον Δραγούμη στη Βιέννη. Διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να εγκαταλείψει τα παιδιά της και γυρίζει οριστικά πια πίσω.
Περιέγραψα πολύ συνοπτικά και πολύ εξωτερικά τα γεγονότα των "Αναμνήσεων", αλλά νομίζω ότι αδικώ το βιβλίο και τους πρωταγωνιστές. Οι "Αναμνήσεις 1921" είναι βιβλίο εσωτερικό, βιβλίο σκέψεων και συναισθημάτων, είναι ο καθρέφτης μιας ψυχής βασανισμένης που μας ανοίγεται διάπλατα κι είναι στιγμές που ένιωθα ένοχη σαν να διάβαζα μια ξένη αλληλογραφία που η Δέλτα προόριζε μόνο για τα παιδιά της. Είναι γράμματα παθιασμένα, είναι σπαρακτικές ημερολογιακές εγγραφές, είναι το δράμα τριών ανθρώπων, του καλοσυνάτου, ευγενικού, μορφωμένου συζύγου της, που όμως δεν μπορούσε να την καταλάβει, του αισθαντικού, μοναξιασμένου, μελαγχολικού, κυριευμένου από την ιδέα του υπόδουλου Ελληνισμού Δραγούμη και προπάντων αυτής της ξεχωριστής γυναικείας φυσιογνωμίας που υπήρξε η Πηνελόπη Δέλτα. Είναι όμως και μια ολόκληρη εποχή, ζωντανεμένη με την απαράμιλλη γραφή της Δέλτα.