Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008

Ελ Γκρέκο, Ο ζωγράφος του Θεού

Δημήτρης Σιατόπουλος, Ελ Γκρέκο, ο ζωγράφος του Θεού, Καστανιώτης, 2007 (πρώτη έκδοση 1977)
Δεν είδα την πολυδιαφημισμένη ταινία, προτίμησα να διαβάσω το βιβλίο πάνω στο οποίο είναι βασισμένη. Παρόλο ότι μου αρέσουν πολύ οι βιογραφίες, η συγκεκριμένη δεν μπορώ να πω ότι με άγγιξε ιδιαίτερα, αν και αναφέρεται σ΄ένα καλλιτέχνη που πολύ με συγκινεί. Δεν λέω ότι το βιβλίο είναι χωρίς ενδιαφέρον, θα πω όμως στο τέλος τις επιφυλάξεις μου.
Ο συγγραφέας αρχίζει παρουσιάζοντάς μας το νεαρό Δομήνικο (ή Μενέγο, όπως τον έλεγαν στην Κρήτη) να έχει ήδη αποκτήσει φήμη καλού ζωγράφου στο Ηράκλειο της βενετοκρατούμενης Κρήτης. Ήδη ζει από την τέχνη του, που πρωτοδιδάχτηκε στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης. Έχει δεσμό με μια όμορφη νεαρή, την Αρετή, αλλά ούτε γι' αυτήν ούτε για καμιά άλλη γυναίκα ως το τέλος της ζωής του θα δεχτεί να δεθεί με τα δεσμά του γάμου, παρόλο ότι στην Ισπανία θα συνδεθεί με τη Χουανίτα, θα ζήσει μαζί της σχεδόν 40 χρόνια και θ' αποκτήσει ένα γιο.
Ήδη όμως η αφοσίωση στην τέχνη, η λαχτάρα για νέους ορίζοντες τον οδηγεί το 1566 από την Κρήτη στη Βενετία. Ο ξακουστός ζωγράφος Τιτσιάνο, στον οποίο απευθύνεται αρχικά, αρνείται να τον δεχτεί ως μαθητευόμενο στο εργαστήρι του, λέγοντας: "Βρίσκεται μακριά, πολύ μακριά η ζωγραφική σου από τις δικές μας τεχνοτροπίες. Βλέπω σ' αυτήν τα δεσμά της μάνας σου γης. Ολόκληρη την κρητοβυζαντινή παράδοση. Με τα πολυαγαπημένα σας κίτρινα και τις τέμπερες. Δεν μπορείς να δουλέψεις μαζί μας, νέε μου. Έχεις ταλέντο. Κι αν αλλάξεις γραμμή κάποια μέρα κάπου θα φτάσεις. Τα φτερά των αγγέλων δεν χρειάζεται να είναι τόσο γνήσια, φτάνει να φαίνονται ωραία."
Η γνωριμία και ο δεσμός του με μια άλλη κοπέλα, τη Λάουρα, θα σταθεί αφορμή να γνωρίσει έναν άλλο μεγάλο ζωγράφο, τον Μπασάνο, κοντά στον οποίο και θα εργαστεί. Θα τον δεχτεί αργότερα και ο Τιτσιάνο, ενώ παράλληλα ο Δομήνικος δουλεύει και μόνος του, στο δικό του εργαστήρι, με τη δική του τεχνοτροπία.
Εγκαταλείπει τη Λάουρα και τη Βενετία και με μια άλλη γυναίκα τώρα, τη Φραντζέσκα, φεύγουν για τη Ρώμη. Σύντομα κι εκεί στερεώνεται κι απλώνεται η φήμη του. Κι είναι ανάμεσα στους ζωγράφους που συνεδριάζουν για να αποφασίσουν πάνω στην επιθυμία του Πάπα να σκεπαστούν τα γυμνά σώματα που παριστάνονται στα φρέσκο της Καπέλα Σιξτίνα! Η αιρετική άποψη του Θεοτοκόπουλου και η εξαιτίας της διαγραφή του από το συνδικάτο των ζωγράφων ίσως στάθηκε η αφορμή για να εγκαταλείψει τη Ρώμη για τη Μαδρίτη και την Ισπανία. Εκεί θα ζήσει ως το τέλος της ζωής του ζωγραφίζοντας αδιάκοπα, πότε για προσωπικές παραγγελίες, πότε για το ανεγειρόμενο τότε μοναστηροπάλατο, το Εσκοριάλ (τι κρίμα που όταν πήγα εκεί ή δεν μας δόθηκε αυτή η πληροφορία ή εγώ δεν έδωσα σημασία, να προσέξω καλύτερα το ναό του Αγίου Λαυρεντίου κι όλα τα άλλα έργα του μεγάλου Κρητικού) και πότε βέβαια στο Τολέδο, το οποίο γίνεται η μόνιμη πατρίδα του ως το 1614 που πεθαίνει.
Από τα θετικά του βιβλίου είναι η αναφορά σε πάρα πολλούς πίνακες. Ωραίες στιγμές είναι επίσης οι απόψεις του για την τέχνη του (σ. 245) ή ακόμα οι σκηνές όπου υπερασπίζεται αυτή την τέχνη τόσο στη συζήτηση για την Καπέλα Σιξτίνα, όσο και κατά τη δίκη στην οποία βρέθηκε σε αντιπαράθεση με τη Μητρόπολη του Τολέδο, που αρνείτο να τον πληρώσει για τη σύνθεση "Εσπόλιο".
Οι επιφυλάξεις μου για το βιβλίο αφορούν δύο σημεία: Πρώτο, τους διαλόγους που υπεραφθονούν στο μυθιστόρημα. Η αφθονία τους νομίζω μειώνει την αξιοπιστία της βιογραφίας. Ίσως να οφείλεται στα τόσο ελλιπή στοιχεία που έχουμε για τη ζωή του Θεοτοκόπουλου ή γιατί αρχικά το μυθιστόρημα παρουσιάστηκε ως θεατρικό κείμενο για το ραδιόφωνο (1975).
Η δεύτερη επιφύλαξή μου αφορά το ύφος και τη γλώσσα. Δεν με βρίσκει σύμφωνη η ανάμειξη Κρητικών λέξεων και εκφράσεων, τη στιγμή που δεν μπορούμε να αναπλάσουμε ακριβώς τον προφορικό λόγο. Ούτε συμφωνώ με την εν μέρει ποιητική γραφή του Σιατόπουλου (π.χ. λέξεις όπως "θαμεύτηκε", "ανιδέαστη", "θραψεράδα¨" ή το υπερβατό σχήμα κ.λπ.). Γενικά θα προτιμούσα λιγότερο φανταστικό στοιχείο και περισσότερο ρεαλιστικό, επικεντρωμένο στους πίνακες, αδιάψευστους, διαχρονικούς μάρτυρες του μεγαλείου του Ελ Γκρέκο.


3 σχόλια:

  1. Αγαπητή Αναγνώστρια,
    Συγχαρητήρια που μόλις μπήκατε στον τρίτο σας χρόνο καταχωρήσεων. Να τους εκατοστήσετε εύχομαι!
    Σας διαβάζω 15 μήνες τώρα και θέλω απλά να σας πω πως έχω πάρει τέσσερα βιβλία διαβάζοντας κριτική δική σας και τα απόλαυσα όλα! Ευχαριστώ.
    Διάβαζα στα σχόλια προηγούμενου φθινοπωριάτικου post σας πως είστε που το χωριό "Μαραθόβουμο". Αν εννοούσατε το Μαραθόβουνο Αμμοχώστου - πατρίδα του ήρωα της ΕΟΚΑ Μιχάλη Γεωργάλλα - είμαστε κοντοχωριανοί! Οι δικοί μου είναι που το Βαρώσι.
    Καλή Χρονιά σε σας και στην Κύπρο μας. Ντέμης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Τι μεγάλη χαρά αυτή η επικοινωνία! Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια. Ναι, είμαι (τουλάχιστον γεννήθηκα εκεί) από το Μαραθόβουνο. (Δεν το πιστεύω ότι έγραψα Μαραθόβουμο!!!). Το Μάκη Γιωργάλλα τον γνώρισα (δεν είμαι δα και στην πρώτη νεότητα), είναι μάλιστα ξάδελφος δικού μου ξαδέλφου. Θα χαρώ να μαθαίνω τα αθηναϊκά σας νέα. Καλή χρονιά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Eντυπωσιακό ιστολόγιο και πρωτότυπη ιδέα να παρουσιάζετε βιβλία και να γίνεται συζήτηση επ' αυτών. Είμαι καινούργια στον κόσμο των blogs και ομολογώ ότι έχω εντυπωσιαστεί μιας και ως τώρα ήμουν εντελώς αρνητική στη χρήση του internet. Τώρα που ψάχνω την ταυτότητα του δικού μου blog και το ύφος που θα του δώσω, μου δώσατε ιδέες. φιλικά, Πασχαλία Τραυλού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή