Δευτέρα, Οκτωβρίου 06, 2014

Η καρδερίνα

Ντόνα Ταρττ
Η καρδερίνα (The goldfinch)
Λιβάνης, 2014
Άργησα πολύ να μπω στο ρυθμό γραφής της Ντόνα Ταρττ, να συγχρονιστώ με τον αργό βηματισμό της, σε σημείο που σκεφτόμουν μήπως ήταν υπερβολικές οι ενθουσιώδεις κριτικές και το βραβείο Pulitzer με το οποίο τιμήθηκε. Όταν όμως, επιμένοντας προσαρμόστηκα, το βιβλίο απέκτησε μια ακαταμάχητη γοητεία κι ας μου πήρε κάπου δυο βδομάδες να διεξέλθω τις 989 πυκνογραμμένες σελίδες του.
Δε θα έλεγα πως δεν έχει μειονεκτήματα. Αυτός ο όγκος γραφής θα μπορούσε να είχε περιοριστεί. Υπάρχουν πολλές αναφορές σε παρόμοια περιστατικά, όπως για παράδειγμα η επίδραση των ναρκωτικών που αναφέρεται ξανά και ξανά. Όμως γενικά είναι ένα εντυπωσιακό συγγραφικό επίτευγμα, ενδιαφέρον από πάρα πολλές απόψεις.
Πολλές πτυχές της σύγχρονης Αμερικής είναι αριστοτεχνικά δοσμένες. Η ατμόσφαιρα των πόλεων, ειδικά της Νέας Υόρκης και του Λας Βέγκας, όπου διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος του έργου, οι δρόμοι τους, οι κάτοικοί τους, οι θεσμοί, οι απατεώνες αλλά και οι ακέραιοι χαρακτήρες, η δύναμη της φιλίας και η αποξένωση, τα ναρκωτικά, η τέχνη και η εμπορία της, η λογοτεχνία, βρίσκουν τη θέση τους στη μακροσκελέστατη αφήγηση του κεντρικού ήρωα, του Θίο Ντέκερ. Ο ήρωας της Ταρττ αποτελεί μια σύγχρονη εκδοχή άλλοτε του Όλιβερ Τουίστ του Ντίκενς, άλλοτε του Χόλντεν Κώλφηλντ του "Φύλακας στη σίκαλη" και άλλοτε του Χάρυ Πότερ, εξού και ο αχώριστος φίλος του, ο δευταραγωνιστής του βιβλίου, ο Μπόρις, σχεδόν πάντα τον αποκαλεί Πότερ.
Το μυθιστόρημα αρχίζει από το τέλος. Ο Θίο βρίσκεται μόνος και άρρωστος σ' ένα ξενοδοχείο στο Άμστερνταμ. Είναι Χριστούγεννα και για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια βλέπει στο όνειρό του τη νεκρή πια μητέρα του. Η σκέψη και η αφήγησή του πάει 14 χρόνια πίσω, όταν, δεκατριάχρονος, είχε πάει μαζί με τη μητέρα του στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης για να δουν μια έκθεση Ολλανδών ζωγράφων. Ανάμεσα στους πίνακες βρισκόταν και ο αγαπημένος πίνακας της μητέρας του, η "Καρδερίνα", έργο του Ολλανδού,  ζωγράφου Φαπρίτσιους, μαθητή του Ρέμπραντ. Ο Φαπρίτσιους σκοτώθηκε το 1654 σε μια έκρηξη εργοστασίου πυρίτιδας, από την οποία καταστράφηκαν και όλα τα έργα του, εκτός από τον μικρό αυτό πίνακα, την "Καρδερίνα". "Ήταν μικρός, ο πιο μικρός στην έκθεση, και ίσως ο πιο απλός: ένα κίτρινο πουλάκι σε ένα γυμνό, άχρωμο φόντο, με μια αλυσίδα να το κρατάει δεμένο στην κούρνια του από το σαν κλαράκι αδύνατο ποδαράκι".
Ενώ ο Θίο βρίσκεται στο μουσείο, παρατηρώντας όχι μόνο τους πίνακες αλλά κι ένα κοκκινομάλλικο κορίτσι που θα γίνει ο  έρωτας της ζωής του, μια έκρηξη από τρομοκρατική ενέργεια καταστρέφει μερικές αίθουσες. Ανάμεσα στα θύματα και η μητέρα του. Εκείνος επιζεί και φεύγοντας, σε μια ενστικτώδη παρόρμηση, παίρνει μαζί του το μικρό πίνακα που θα γίνει το επίκεντρο του μυθιστορήματος.
Πεντάρφανος ο Θίο, με τον πατέρα του να τους έχει εγκαταλέιψει από καιρό, με κάποιους παππούδες να μη δείχνουν καμιά προθυμία να τον αναλάβουν, βρίσκει φιλόξενη στέγη στην πλούσια οικογένεια ενός φίλου και συμμαθητή του. Το δαχτυλίδι που του είχε εμπιστευτεί πριν πεθάνει, στην αίθουσα του Μουσείου ένας ηλικιωμένος, γίνεται αφορμή να γνωρίσει τον πιο ακέραιο ίσως τύπο του βιβλίου, τον Τζέιμς Χόμπαρτ. Είναι ένας έμπορος επίπλων, κατ' ακρίβεια αναπαλαιωτής επίπλων, αντικέρ,  με αφοσίωση στην τέχνη, ένας ευπατρίδης θα 'λεγε κανείς, που θα γίνει ο αγαπημένος προστάτης του Θίο, ο μέντοράς του και θα τον μυήσει σε πολλά μυστικά της τέχνης.
Στο μεταξύ όμως άλλες περιπέτειες περιμένουν τον Θίο. Ο πατέρας του που μετά τη φυγή του έμενε με τη φιλενάδα του στο Λας Βέγκας, ζώντας από το τζόγο και μικροαπάτες, έρχεται και τον παίρνει μαζί του. Με τον πίνακα της καρδερίνας πάντα σαν φυλαχτό, χωρίς ποτέ να έχει πει τίποτα σε κανένα, ο μικρός Θίο θα ζήσει για καιρό στο Λας Βέγκας. Εκεί θα γνωρίσει το συμμαθητή του Μπόρις, που θα γίνει ο αχώριστος σύντροφός του. Ο Μπόρις, με καταγωγή από την Ανατολική Ευρώπη, ορφανός κι αυτός από μητέρα, έχει ζήσει με τον πατέρα του σε πολλές χώρες του κόσμου. Μιλάει Ρωσικά, Ουκρανικά, Πολωνικά, είναι ένας τύπος μικρού μποέμ που εισάγει τον Θίο στον κόσμο του αλκοόλ, των ναρκωτικών και της μικροαπατεωνιάς. Το σχολείο δεν τους ενδιαφέρει, ζώντας ουσιαστικά και οι δυο χωρίς οικογενειακή επίβλεψη, κλέβουν, καπνίζουν, χωρίς στόχο και σκοπό στη ζωή τους.
Όταν ο πατέρας του Θίο σκοτώνεται σε τροχαίο, τίποτα πια δεν τον κρατάει εκεί. Με τα ελάχιστα υπάρχοντά του, ανάμεσα στα οποία πάντα κρυμμένη η "Καρδερίνα", ένα σκυλί και το βιβλίο του Σαιντ Εξιπερί "Άνεμος, άμμος και αστέρια" (στα ελληνικά "Γη των ανθρώπων"), διασχίζει με λεωφορείο την  Αμερική και καταφεύγει στη Ν. Υόρκη, στον Χόμπαρτ. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, με την ανάμνηση της μητέρας του και τον ανεκπλήρωτο έρωτά του να τον συνοδεύουν, ο μικρός, καλά κρυμμένος πίνακας θα βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο της ζωής του Θίο με απρόβλεπτες εξελίξεις. Τότε θα βρεθεί στο Άμστερνταμ και το τέλος συνδέεται με την αρχή.
Το μυθιστόρημα αυτό είναι τόσο πλούσιο σε θέματα που το αργό διάβασμα καθίσταται αναγκαίο. Ο αναγνώστης ξαναθυμάται έργα τέχνης, μουσικά ακούσματα, κινηματογραφικά έργα και προπάντων λογοτεχνία. Ντοστογιέφσκι, Πόε, Προυστ, Εξιπερί κ.ά. αναφέρονται όχι απλώς ως ονόματα αλλά κάποτε και με σχολιασμό απόψεών τους. Οι περιγραφές του πώς αισθάνεται ο χρήστης ναρκωτικών ή η κατάσταση του στερητικού συνδρόμου, όταν κάποιος αποφασίσει να απεξαρτηθεί, είναι τόσο πειστικές, ώστε δημιουργούν την υποψία της προσωπικής εμπειρίας.
Εν τέλει, μια σύγχρονη εκδοχή των ογκωδών μυθιστορημάτων του 19ου αι. που αξίζει τον κόπο που θα του αφιερώσει ο αναγνώστης.

5 σχόλια:

  1. Κίκα μου, πολύ όμορφη παρουσίαση. Δεν ξέρω, όμως, αν αντέξω τον αργό ρυθμό του, όπως λες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Τον αργό ρυθμό τον αντέχεις, Ζήνα μου. Χρόνος χρειάζεται.

      Διαγραφή
  2. Γεια σου Κίκα μου,
    Το διαβάζω αυτό τον καιρό, στο kindle μου, όταν το τελειώσω θα το σχολιάσω. Σε γενικές γραμμές, μέχρι στιγμής, συμφωνώ με τις παρατηρήσεις σου. Αυτό όμως που είναι παρήγορο, κατά τη γνώμη μου, είναι το γεγονός ότι το αναγνωστικό κοινό αποδέχτηκε και αγάπησε ένα βιβλίο τόσο ογκώδες και γραμμένο πάνω στα γνωστά χνάρια της κλασσικής φόρμας και όχι στα μοντέρνα καλούπια σεναριακής γραφής.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πολύ θα χαρώ, Έλλεν μου, να το συζητήσουμε. Ίσως και "διάφορα ζώσης" τον Νοέμβριο.

      Διαγραφή
  3. Κίκα μου, Σου είχα ξαναγράψει, αλλά φαίνεται το έφαγε ο ηλεκτρονικός δαίμων.
    Το τελείωσα το βιβλιο. Εξακολουθώ να έχω τη γνώμη ότι το βιβλίο παραήταν μακρύ. Πολλές επαναλήψεις, υπερβολικές αναλύσεις και ένα συνεχές βούλιαγμα στα αδιέξοδα του ήρωα. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένες ευρηματικές σκηνές που όπως αυτή της εικόνας της νεκρής μητέρας του στον καθρέφτη που δεν τολμά να γυρίσει να την κοιτάξει, απόηχος του μύθου του Ορφέα; Αλλά και άλλες που θυμίζουν κλασσικά έργα, Ολιβερ Τουίστ για παράδειγμα και άλλες πολύ κινηματογραφικές. Γενικά το βιβλίο είναι αυτό που οι ξένοι αποκαλούν "page turner" Προχωρείς διαβάζοντας για να δεις τι γίνεται παρακάτω. Αναρωτιέμαι όμως άξιζε τόσους επαίνους.και ένα Πούλιτζερ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή