Τετάρτη, Απριλίου 28, 2021

Η εμμονή της μνήμης


 Ελένη Κ. Τσαμαδού
Η εμμονή της μνήμης
Ψυχογιός, 2021
γαπητή Αναγνώστρια, καλό απόγευμα. Έπεσα τυχαία στο blog σου και μου άρεσε. Είναι προφανές πως έχεις διαβάσει πολύ και πολλά. Σε ορισμένα σημεία οι απόψεις σου συμπίπτουν με τις δικές μου, σε άλλα όχι. Μου αρέσει όμως ο τρόπος γραφής σου και πρέπει να σου εξομολογηθώ ότι μου άνοιξες την όρεξη να διαβάσω το βιβλίο της παλιάς σου φίλης".
Ήταν  Τρίτη, 29 Μαΐου 2007, όταν βρήκα αυτό το σχόλιο στο blog μου. Έτσι άρχισε η γνωριμία μου με την Ελένη Τσαμαδού, μέσα από τον άυλο και αόρατο κόσμο του διαδικτύου, κι ας λένε ότι η σύγχρονη τεχνολογία απομονώνει και αποξενώνει. Μια γνωριμία που εξελίχθηκε σε φιλία. Συναντηθήκαμε στην Κύπρο τo 2008. Συναντηθήκαμε πολύ περισσότερρες φορές στην Αθήνα. Ποτέ δεν μας έφτανε ο χρόνος να μιλάμε για βιβλία, για εμπειρίες, για απόψεις  ζωής. Έχω διαβάσει όλα της τα βιβλία, έχω γράψει γι' αυτά και τώρα έχω την ιδιαίτερη χαρά να κρατάω στα χέρια μου το πιο πρόσφατο βιβλίο της, την "Εμμονή της μνήμης". Όχι μόνο χαρά αλλά και συγκίνηση, αφού με τη μυθοπλασία συνδυάζονται ιστορικές στιγμές από το παρελθόν και το παρόν της ιδιαίτερής μου πατρίδας. Η ιστορία μας, εξαρτημένη από τη γεωγραφία μας, βρίθει κατακτήσεων, βασάνων, δυστυχιών.
Στο πολυσέλιδο μυθιστόρημα παρόν και παρελθόν συνείρονται. Άλλωστε το παρόν ποτέ δεν είναι άσχετο με το παρελθόν. Τόσο το συλλογικό όσο και το ατομικό. Το παρόν της κάθε χώρας, του κάθε λαού, άμεσα σχετίζεται με το παρελθόν του. Αλλά και ο καθένας μας, πέρα από τη συλλογική εθνική μνήμη και συνείδηση, κουβαλάει και όσα του κληροδότησαν γενιές προγόνων του. Τη συλλογική ιστορία του τόπου κατορθώνει η Ελένη Τσαμαδού να συνδυάσει με άκρα επιτυχία με τις ατομικές ιστορίες των ηρώων της. Μπορεί κάποια γεγονότα να φαίνονται σαν απίθανες συμπτώσεις. Άπειρες όμως τέτοιες συμπτώσεις συναντάμε συχνά στην καθημερινότητά μας.
Η ιστορία αρχίζει τον Απρίλιο του 2010 κατά τη διάρκεια μιας υπερατλαντικής πτήσης, από την Αμερική προς το Λονδίνο. Το αεροπλάνο θ' αναγκαστεί να σταματήσει στο Δουβλίνο, γιατί μια έκρηξη ηφαιστείου στην Ισλανδία εκτόξευσε τέφρα που εμπόδιζε τις πτήσεις της βόρειας Ευρώπης. Στην τριήμερη στάση  μια νέα επιβάτις, η Ντέφνι Χάρρις και ένας νέος δικηγόρος, ο Φοίβος Δημητρίου, γνωρίζονται και λόγω των συνθηκών έχουν μια σύντομη, πρόσκαιρη σχέση. Εκείνη οδεύει προς την Άγκυρα να δει τον ετοιμοθάνατο πατέρα της, εκείνος στην πατρίδα του την Κύπρο. Οι δρόμοι τους χωρίζουν.
Η Ντέφνι ή Ντεφνέ στα τούρκια ή Δάφνη στα ελληνικά, μόλις προλαβαίνει τον πατέρα της. Υπήρξε ανώτερος στρατιωτικός, είχε υπηρετήσει σε διάφορες πρεσβείες, γι' αυτό και η Ντέφνι είχε ζήσει τα περισσότερα χρόνια στο εξωτερικό κι είχε φοιτήσει σε ξένα σχολεία. Στα κατάλοιπα του Τούρκου πατέρα της με έκπληξη βρίσκει ένα χρυσό σταυρό κι ένα αρχαίο ελληνικό νόμισμα, που της δημιουργούν πολλές απορίες. Ήξερε πως ο πατέρας της είχε πολεμήσει το 1974 στην Κύπρο. Να ήταν άραγε λάφυρα του πολέμου εκείνου; Η πρόσκληση της Αϊρίν, μιας Αγγλίδας φίλης της από τα μαθητικά χρόνια στην Αγγλία που τώρα ζει στην Κύπρο, τη φέρνουν στο νησί. Ευκαρία να ερευνήσει  την προέλευση των περίεργων ευρημάτων. Όχι όμως μόνο γι' αυτά. Τη βασανίζουν και κάποιες άλλες απορίες που αφορούν την παιδική της ηλικία, τη μητέρα της που είχε αυτοκτονήσει, κάποιες ανεξήγητες αναλαμπές της μνήμης.
Η Ελένη Τσαμαδού την ξέρει την Κύπρο. Την ξέρει και την αγαπά. Είχε ζήσει για δυο χρόνια εδώ (1978-1980) με τον αείμνηστο σύζυγό της, τον Κίμωνα, που υπηρετούσε ως διοικητής του Ναυτικού. Χρόνια δύσκολα, με νωπή ακόμα την καταστροφή, τους πρόσφυγες, τους αγνοούμενους, τα κατεστραμμένα χωριά και πόλεις. Αυτή η αγάπη  και η νοσταλγία την κάνει να μας δώσει ωραίες εικόνες της Λευκωσίας, της Κερύνειας, του Πέλλαπαϊς με την καταπληκτική ομορφιά και τη μυρωδιά των λεμονανθών.
Με τη μεσολάβηση της φίλης της η Δάφνη προσλαμβάνεται ως γραμματέας ενός Άγγλου ιστορικού, ερευνητή κλασικών και μεταβυζαντινών σπουδών. Η εργασία κοντά του γίνεται αφορμή να ανατρέξει στον Λεόντιο Μαχαιρά, στις τελευταίες βασίλισσες της Κύπρου, την Ελένη Παλαιολογίνα, την Κατερίνα Κορνάρο και στη δραματικότατη αφήγηση του Άγγελου Γάττου για την κατάληψη της Αμμοχώστου από τους Τούρκους το 1571. Οι τραγικές στιγμές και το μαρτυρικό τέλος του υπερασπιστή της πόλης, Μαρκαντώνιου Βραγαδίνου δεν μπορούν να αφήσουν κανένα ασυγκίνητο. 
Μα η Δάφνη δεν ζει μόνο το παρελθόν. Ζει και το παρόν, τη δική της προσωπική ιστορία, γεμάτη απρόοπτα και ανατροπές. Η μνήμη δεν χάνεται, η μνήμη εμμένει. Η ιστορική μνήμη, αλλά και η ατομική μνήμη της Δάφνης θα βγει κάποια στιγμή στην επιφάνεια. Πόσο δύσκολο είναι αφενός να θέλω να μιλήσω για όλα όσα ο συνδυασμός ιστορικής έρευνας  με τις τύχες των μυθιστορηματικών προσώπων δημιουργεί  στο εξαιρετικό αυτό μυθιστόρημα κι αφετέρου να μην πρέπει να αποκαλύψω στοιχεία από τη συνέχεια!
Νομίζω πως ο γνωστός πίνακας του Σαλβατόρ Νταλί "Η εμμονή της μνήμης" βρίσκει τη λογοτεχνική του έκφραση στο μυθιστόρημα της Έλλεν: 
 "Τα ρολόγια που λιώνουν αντιπροσωπεύουν το χάσιμο της σημασίας του χρόνου που θέλει να δείξει ο Νταλί. Τα μυρμήγια που περπατούν πάνω στο ρολόι αντιπροσωπεύουν τη φθορά του χρόνου. Ο τίτλος του έργου αφορά την ικανότητα της μνήμης να συγκρατείται στον χρόνο, καθώς αυτός φθείρεται γύρω της".
Άκρως συγκινητική η αφιέρωση της συγγραφέως: 
"Για εκείνους που δεν γύρισαν
 και εκείνους που περίμεναν και περιμένουν".
 Αγαπητή Έλλεν,
ευχαριστούμε





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου