Δευτέρα, Μαΐου 23, 2016

Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια

Harper Lee
Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια
(To kill a Mockingbird)
Εκδόσεις Bell, 2016 (ΙΒ΄ Έκδ.)
Μετ. Βικτώρια Τράπαλη
Κλασικό βιβλίο της Αμερικανικής λογοτεχνίας, πολυδιαβασμένο, πολυμεταφρασμένο, γυρισμένο σε ταινία (1962, με τον Γκρέκορυ Πεκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο), μπορεί να μην προκαλεί σήμερα την ίδια αίσθηση που είχε όταν πρωτοεκδόθηκε (1960), δεν παύει όμως να έχει και σήμερα την επικαιρότητα και τη σημασία του. Το χρώμα του δέρματος μπορεί να μην είναι πια αυτό που καθορίζει τις διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων, αλλά υπάρχουν τόσα άλλα: οι ξένοι και οι γηγενείς, οι πρόσφυγες και οι μη πρόσφυγες, οι πλούσιοι και οι φτωχοί, οι κατακτητές και οι κατακτημένοι...
Τα πράγματα ασφαλώς έχουν βελτιωθεί από τότε που συνέβησαν όσα μυθιστορηματικά αφηγείται η Χάρπερ Λη (πέθανε φέτος τον Φεβρουάριο). Όλοι σήμερα υποτίθεται είναι ίσοι απέναντι του νόμου, στην πράξη όμως πόσο αυτό ισχύει;
Το έργο χρονικά τοποθετείται στα μέσα περίπου της δεκαετίας του '30. Σε μια μικρή (φανταστική) πόλη του αμερικανικού Νότου, το Μέικομπ της Αλαμπάμα, ζει η οικογένεια του Άττικους Φιντς. Ο Άττικους είναι δικηγόρος, έχει δυο παιδιά, τον Τζεμ και τη Σκάουτ (χαϊδευτικό του Ζαν Λουίζ), τα οποία, έχοντας χάσει τη γυναίκα του μεγαλώνει μόνος με τη βοήθεια της μαύρης υπηρέτριας Καλπούρνια και αργότερα και της αδελφής του Αλεξάνδρας, που έρχεται να ζήσει μαζί τους.
Όλο το βιβλίο μας δίνεται μέσα από τα μάτια και την αφήγηση της οχτάχρονης Σκαόυτ. Η μικρή πόλη όπου όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, οι δρόμοι της, το σχολείο και οι πρώτες σχολικές εμπειρίες, τα ζεστά καλοκαίρια, οι παιδικές περιπέτειες, τα παιγνίδια, οι παιδικοί φόβοι και τα "γιατί" του κόσμου, δίνονται μέσα από την αθώα, παιδική ματιά.
Αυτή την ήσυχη, σαν κοιμισμένη ατμόσφαιρα, όπου η καθημερινότητα κυλάει ομοιόμορφα χωρίς τίποτα το ιδιαίτερο να συμβαίνει, έρχεται να διακόψει μια δίκη. Μια νεαρή λευκή κατηγορεί άδικα έναν μαύρο ότι της επιτέθηκε και την βίασε. Στη δίκη που θα ακολουθήσει την υπεράσπιση του μαύρου κατηγορούμενου αναλαμβάνει ο Άττικους, αδιαφορώντας για την εχθρότητα και το μίσος που μπορεί να αντιμετωπίσει σ' αυτή τη βαθιά ρατσιστική, μικρή πόλη.
Η έκβαση της δίκης δεν μπορεί να είναι άλλη από αυτήν που προδιαγράφει ο άκρατος ρατσισμός της μικρής πόλης. Όμως το μυθιστόρημα πάει πιο πέρα από το θέμα του ρατσισμού. αγγίζει γενικότερα τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι συμβουλές που ο Άττικους δίνει στα παιδιά του όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με τις πράξεις του είναι κανόνες ζωής για μια ιδανική κοινωνία. Πιστεύει στην καλοσύνη των ανθρώπων, τα συμβουλεύει να μπαίνουν στη θέση του άλλου πριν τον κρίνουν. Γι' αυτό και η Σκάουτ σε μια συζήτηση με τον αδερφό της καταλήγει: "Εγώ λέω πως υπάρχει μόνο ένα είδος ανθρώπων: Άνθρωποι".
Ο τίτλος του έργου είναι συμβολικός. Σημαίνει να μη σκοτώνεις την καλοσύνη, να μη σκοτώνεις την αθωότητα. "Είναι αμαρτία να σκοτώνεις τα κοτσύφια", λέει ο Άττικους. "Δεν μας βλάπτουν σε τίποτα, κελαηδάνε μονάχα για να τ' ακούμε και να χαιρόμαστε".
Μπορεί να είναι πολύ "αμερικανικό" μυθιστόρημα, εξού και αποτελεί σχολικό λογοτεχνικό ανάγνωσμα στα αμερικανικά σχολεία, όμως είναι κι ένα μυθιστόρημα μαθητείας,  κι ένα μυθιστόρημα εναντίον της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού, προσδίνοντάς του έτσι παγκοσμιότητα και διαχρονικότητα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου