Τρίτη, Ιανουαρίου 26, 2016

τα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη

Άντης Ροδίτης
τα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη
(Ποίηση και Ιστορία)
Αρμός, 2015

Γιατί μας δυσκολεύεις κύριε Ροδίτη;
Γιατί ανασκαλεύεις
"πόνους παλιούς που μέσα μας κοιμούνται";
Γιατί ανατρέπεις;
Τι σου φταίξαμε;
Είσαι απαράδεχτος
Επιεικώς απαράδεχτος!

Διάβασα χωρίς διακοπή σε μια πρώτη ανάγνωση το βιβλίο του Άντη Ροδίτη "τα Γράμματα στη Μητέρα του Κώστα Μόντη". Κι ύστερα το ξανάρχισα έχοντας πλάι μου και συχνά ανατρέχοντας και ξαναδιαβάζοντας τα ίδια τα "Γράμματα". Τα είχα διαβάσει πολλές φορές στο παρελθόν, είχα γράψει γι' αυτά, είχα διδάξει κάποιο απόσπασμα. Όμως η καινούρια ματιά με την οποία τα βλέπει ο Ροδίτης, η ανάλυσή τους σε συνδυασμό με τα ιστορικά γεγονότα που στάθηκαν η αφορμή για τη δημιουργία τους, αποτελεί μια σπουδή στα "Γράμματα" που ως τώρα δεν έχει παρουσιαστεί στο εύρος και στο βάθος που μας δίνει ο Ροδίτης.
Ένας άλλος μας ποιητής, ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης, διατύπωσε σε ομιλία του για τον Μόντη το 1984 την εξής άποψη, άποψη που ο Ροδίτης παραθέτει και στο οπισθόφυλλο του βιβλίου του: "Θ' άξιζε αλήθεια να μπει κανένας στον πειρασμό να προσπαθήσει να κάνει μια ανάλυση αυτών των στίχων και μια αντιπαραβολή με συγκεκριμένες ιστορικές καταστάσεις". Στηριγμένος σ' αυτή την εισήγηση ο Άντης Ροδίτης, αλλά και στο ότι 31 χρόνια μετά (τη δήλωση Χαραλαμπίδη) και 43 από την κυκλοφορία του "Δευτέρου Γράμματος" (1972) "ούτε ο Χαραλαμπίδης, ούτε άλλος απ' όσο ξέρω, δεν υπέκυψε στον πειρασμό ή δεν τον αντιμετώπισε ευθέως δοκιμάζοντας μια εκτεταμένη ανάλυση έστω ενός από τα δύο πρώτα Γράμματα, αφού όλα μαζί κρίνονταν "φρονίμως" (όσες φορές "κρίθηκαν") σχεδόν πάντα εν συντομία και αποσπασματικά", επιχειρεί ο ίδιος την ανάλυση αυτή.
Πώς τώρα εγώ μπορώ να παρουσιάσω ένα βιβλίο που αναλύει ένα μεγαλόπνοο έργο, μια μελέτη που στηρίζεται σε ευρύτατη γνώση πηγών, που οι παραπομπές του περιλαμβάνουν λογοτεχνικά περιοδικά, Ιστορία της Λογοτεχνίας και μελέτες, τον Έλιοτ και τον Έγκελς, Θουκυδίδη και Πλάτωνα και Αριστοτέλη, Σεφέρη και Ναζιανζηνό, έγγραφα του Φόρειν Όφις και τα Άπαντα του Μακαρίου, Καβάφη και ΝΑΤΟ και πλήθος άλλα; Μια πολύ αδρομερή σκιαγράφηση μπορώ να κάνω, όχι παρουσίαση, όλα τα άλλα αφήνονται στον αναγνώστη του βιβλίου.
Από την αρχή ήδη δηλώνεται η συγγένεια των "Γραμμάτων" με την "Ερημη Χώρα" του Έλιοτ, συγγένεια  που πρώτος επεσήμανε ο Αντρέας Χριστοφίδης, χαρακτηρίζοντας ως "ερημιά" και "κρανίου τόπο" το μέρος από όπου ξεκινά ο  Μόντης να γράψει (Δεύτερο Γράμμα), αλλά, κατά τον Ροδίτη, ο Χριστοφίδης δεν τόλμησε να προχωρήσει "στα ενδότερα της θύρας που άνοιξε". Το τολμά τώρα ο ίδιος και η απήχηση της "Έρημης Χώρας" ακούγεται σαν ηχητικό υπόστρωμα σ' όλη τη μελέτη.
Μεταξύ ενός Εισαγωγικού κεφαλαίου και ενός Υστερογράφου μεσολαβούν έντεκα κεφάλαια ανάλυσης των "Γραμμάτων". Τα τέσσερα πρώτα, Η πληγή είναι η ελπίδα, Έρημη Χώρα-Κρανίου Τόπος, Από την έπαρση στον κυφωνισμό, Μήτε ζωντανοί μήτε πεθαμένοι, αφορούν στο "Πρώτο Γράμμα" (1965) καθώς και σε γενικότερα θέματα της ποίησης του Μόντη. Ένα σύντομο τελευταίο κεφάλαιο, "Πέρα από την απελπισία", αναφέρεται στο "Τρίτο Γράμμα" (1980), "που δεν είναι εξίσου με το "Δεύτερο" σπουδαίο ποίημα". Ένα κεφάλαιο, "Η ουρά που ήθελε να κουνά τον σκύλο", έχει καθαρά ιστορικό-πολιτικό περιεχόμενο, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου και σημαντικότερο, πιστεύω, είναι η ανάλυση του "Δεύτερου Γράμματος" (1972). Της ταραγμένης εποχής που μεσολάβησε από το 1965 του "Πρώτου" ως το 1980 του "Δεύτερου" Γράμματος, των χρόνων που ο Ονήσιλος έστελλε τις μέλισσές του να μας ξυπνήσουν, κατά έναν άλλο μέγιστο ποιητή μας, αλλά που "όλες ψοφήσανε πάνω στο παχύ μας δέρμα". Πίσω από τους στίχους ο σπαραγμός, η κρυπτική, λόγω των σκοτεινών καιρών και της αντιπνευματικότητας, ποιητική διατύπωση, η ενόραση και η προφητική σχεδόν δύναμη του ποιητικού λόγου:
...σαν την ανεξήγητη, λέω, βουνοσειρά της Κερύνιας
που σήμερα είναι κι αύριο δεν είναι,
που σήμερα είναι κι αύριο δεν ξέρουν, δεν άκουσαν,
που σήμερα έχει όνομα
κι αύριο δεν έχει... 
Ασφαλώς  πάντα  στην ποιητική ερμηνεία υπόκειται ένα μέρος τουλάχιστον υποκειμενικού στοιχείου. Ο Άντης Ροδίτης καταθέτει (αν δεχτούμε ότι δεν τεκμηριώνει) την άποψή του. Εναπόκειται σ' άλλους μελετητές, ειδικά μάλιστα τους ονομαστικά αναφερόμενους, να ανασκευάσουν, να αντιτείνουν, να εκφέρουν τον δικό τους λόγο. Ας μην ξεχνούν όμως πως πέρα από τους κρυπτικούς στίχους υπάρχουν και οι διαυγέστατοι στίχοι που δεν επιδέχονται καμιά διφορούμενη ερμηνεία και που ο Άντης Ροδίτης επικαλείται, μαζί βέβαια και με πολλούς άλλους στίχους από την ποίηση του Μόντη:
Και τι θα γίνει τώρα,
θα σχίσουμε τα παλιά μας τετράδια
που  'ταν γεμάτα χρωματιστή "Ένωση",
θα σχίσουμε τα παλιά μας σχολικά τετράδια
που 'ταν γεμάτα "Ένωση" διακοσμημένη με γιασεμιά και λεμονανθούς και μαργαρίτες
θα σχίσουμε τα παλιά αναγνωστικά των παιδιών μας
με τις Ελληνικές σημαίες,
θα πετάξουμε τ' αγαπημένο αναμνηστικό σκουφί του Γυμνασίου
με την "Ένωση" στο γείσο,
θα πετάξουμε τον χάρακά τους
και τη τσάντα και τη μπάλα και το ποδήλατο
που 'γραφαν "Ένωση";
Αλήθεια, πέστε μου, τι θα γίνει τώρα;
 (Κύπρος εν Αυλίδι, 1976)

1 σχόλιο:

  1. Στα χρόνια όταν ζούσε ο Κώστας Μόντης σε κανέναν δεν ήταν εύκολο στην Κύπρο να λέει ελεύθερα τη γνώμη του. Ιδιαίτερα τ\' ακονισμένα μυαλά και οι ευαίσθητες ψυχές των ποιητών είχαν ένα μεγάλο πρόβλημα. Αναγκάζονταν να μιλούν με \"γρίφους\", παραβολές και άλλους πλάγιους τρόπους. Το πιο κάτω ποιημα του Μόντη με τίτλο \"Τ\' αναποκάλυπτο άγαλμα\", από τη συλλογή Αγνώστω Ανθρώπω (1968), προβλέπει, ελπίζει ή αναμένει κατά κάποιον τρόπο την έκδοση αυτού του βιβλίου από τον Αρμό, που αποκαλύπτει πολλά από όσα σκεφτόταν ο ποιητής χωρίς να μπορεί να τα εκφράσει ευθέως...

    Τ\' ΑΝΑΠΟΚΑΛΥΠΤΟ ΑΓΑΛΜΑ
    Ένα άγαλμα είμαστε στην άκρηα του δρόμου
    που καιρό πολύ περιμένουμε να μας αποκαλύψουν.
    Ένα χειμώνα κι ένα καλοκαίρι περιμένουμε,
    σκεπασμένοι και αποπνιγμένοι.
    Ξεθώριασε το ρούχο γύρω μας,
    ξεσκίστηκε κάπου κοντά στα χείλια,
    ξεσκίστηκε κάπου κοντά στα μάτια.
    Είναι πολύ απασχολημένοι οι επίσημοι, μας είπαν,
    δεν έχουμε, είπαν, προτεραιότητα,
    οι τελευταίες αναταραχές απέφεραν πολλά αγάλματα, είπαν.
    Καταλαβαίνουμε. Όμως γιατί βιάστηκαν να μας στήσουν,
    γιατί δεν τα σκέφτηκαν όλα αυτά πρι μας εκθέσουν έτσι;
    Στο κάτω-κάτω ας μην είναι επίσημοι.
    Ας βρεθή επιτέλους ένας χριστιανός να μας τραβήξει το ρούχο,
    ας παίξη μαζί του ένα άταχτο παιδάκι,
    ας παίξη μαζί του ένα περαστικό μικρό σκυλί,
    ας το κλέψουν τη νύχτα οι γύφτοι.
    Ας μην υποψιαστούμε πως θα μείνη
    ώσπου να διέλθη ένα προς ένα
    εκείνα τα φοβερά στάδια των ξεσκισμένων λωρίδων
    που παίρνει ο άνεμος,
    ας μην υποψιαστούμε πως θα μείνη
    ώσπου να το λυώση ο χρόνος,
    ώσπου να εξαντληθούν οι διαβάτες,
    ώσπου να εξαντληθή η περιέργειά τους,
    ώσπου να μην κυτάζουν πια,
    ώσπου να μην έχει σημασία πια
    ποιος θ\' αποκαλυφθή,
    ώσπου να μην έχει σημασία πια
    τι παριστάνουμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή