Κατηγορείται συχνά το διαδίκτυο ότι απομονώνει, ότι αποξενώνει τους ανθρώπους, ότι γίνεται αποτρεπτικός παράγοντας για το διάβασμα. Η προσωπική μου εμπειρία δείχνει ακριβώς το αντίθετο. Μέσα από το διαδίκτυο πληροφορήθηκα για νέες εκδόσεις, διάβασα κριτικές, αντάλλαξα απόψεις, γνώρισα ανθρώπους με τους οποίους μπορεί να μη συναντηθώ ποτέ, αλλά μας ενώνουν τα ίδια διαβάσματα, η συμφωνία ή η διαφωνία μας γι' αυτά που διαβάζουμε, σκέψεις και συναισθήματα.
Μια από τις διαδικτυακές μου γνωριμίες που προχώρησε και έγινε προσωπική σχέση, μπορώ να πω και φιλία, είναι αυτή της Ελένης Τσαμαδού, της αγαπητής Έλλεν. Λίγο μετά που δημιούργησα το μπλογκ μου, μου έγραψε ένα σχόλιο πληροφορώντας με για τα δυο βιβλία της που είχαν ως τότε εκδοθεί, το "Οι θεοί πέθαναν στη Ρώμη" (2006) και "Η εταίρα του Μ. Αλεξάνδρου" (2007). Τα αναζήτησα, τα διάβασα, η επικοινωνία μας συνεχίστηκε, συναντηθήκαμε στην Κύπρο και στην Αθήνα και από τότε παρακολουθώ αδιάλειπτα τη συγγραφική της πορεία.
Τα δυο πρώτα βιβλία ακολούθησαν "Ο χορός των μυστικών" (2008) και "Της ζωής και της αγάπης" (2009). Τώρα έχουμε τη χαρά να κρατάμε και να απολαμβάνουμε το καινούριο της "παιδί", "Ο επισκέπτης του ονείρου" (Ψυχογιός, 2010). Το εντυπωσιακό με τη Τσαμαδού είναι ότι δεν επαναλαμβάνεται. Βεβαίως υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά στη γραφή της, αλλά κάθε βιβλίο είναι μια άλλη εποχή, ένας άλλος κόσμος. Από την κλασική αρχαιότητα, στο 400 μ.Χ., από την Κατοχή, τον Εμφύλιο, τους μετανάστες της Αμερικής στην Αθήνα του σήμερα. Το πιο πρόσφατο βιβλίο μας μεταφέρει στην εποχή του Μεσοπολέμου, πιο συγκεκριμένα στα μέσα της δεκαετίας του '30, αν και το μυθιστόρημα δεν είναι ιστορικό. Όπως η ίδια λέει στον πρόλογό της, "Δε θεωρώ ότι έγραψα "ιστορικό μυθιστόρημα". Η Ιστορία δεν είναι ο κεντρικός άξονας του βιβλίου, τα ιστορικά γεγονότα δεν ερμηνεύονται, ο απόηχός τους μόνο φτάνει ως τους ήρωές μου, οι οποίοι πολλές φορές δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν το βάθος και τη σημασία τους, όπως άλλωστε όλοι μας τη στιγμή που βιώνουμε κάποιο σημαντικό γεγονός δε συναισθανόμαστε το μέγεθος και τις επιπτώσεις του". Παρ' όλα αυτά, πιστεύω πως είναι κρίμα που η συγγραφέας δεν αξιοποίησε περισσότερο την εποχή, την οποία φαίνεται να μελέτησε και να γνωρίζει πολύ καλά. Μια εποχή που τόσο μοιάζει με τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα, εποχή οικονομικής κρίσης. "Ο κύριος Καραλέων έλεγε", αναφέρει στην αφήγησή της μια από τις αφηγήτριες, "πως τότε η δραχμή μας είχε χάσει το 75% της αξίας της. Και το χειρότερο, ενώ δεν είχε το κράτος χρήματα και το θησαυροφυλάκιο της Τραπέζης της Ελλάδος ήταν σχεδόν άδειο, έπρεπε να πληρωθούν και οι ξένοι που είχαν αγοράσει τις ομολογίες των δανείων που είχαμε συνάψει για να πληρώσουμε τα έξοδα των πολέμων, των Βαλκανικών, του Μεγάλου και της άτυχης εκστρατείας στη Μικρά Ασία (...) Είχαμε απεργίες, διαδηλώσεις, συγκρούσεις απεργών με την αστυνομία και, το χειρότερο, είχαμε και τραυματισμούς απεργών και αστυνομικών".
Χώρος της δράσης είναι η Πάτρα που τόσο καλά φαίνεται να την ξέρει η συγγραφέας. Οι δρόμοι, οι γειτονιές, το εμπόριο της σταφίδας, η ζωή γενικά στην πόλη ζωντανεύει μεταφέροντας τον αναγνώστη στην Πάτρα του Μεσοπολέμου. Σε πολύ λίγες σελίδες, αλλά με δυνατές, παραστατικές εικόνες περνάει στο μυθιστόρημα και η καταστροφή της Σμύρνης, ως ανάμνηση στην αφήγηση της Σμυρνιάς Μαρίτσας.
Ένα δύσκολο δρόμο τεχνικής διάλεξε η Ελένη Τσαμαδού, τις πρωτοπρόσωπες, πολλαπλές αφηγήσεις. Σε κάθε κεφάλαιο μιλάει μια γυναίκα: η αφηγήτρια (Ελπινίκη, φίλη της Ευτέρπης), η Μαρίτσα (Σμυρνιά, υπηρέτρια στο αρχοντόσπιτο), η Μαριάνθη (δεύτερη σύζυγος του Αριστείδη), η Πιπίτσα (η μεσαία κόρη του Αριστείδη και της Μαριάνθης), η γραμματέας του Τραπεζίτη Καραλέοντος και σ' ένα μόνο κεφάλαιο, το προτελευταίο, ο αστυνόμος.
Η Ελένη Τσαμαδού φαίνεται να έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στους γυναικείους χαρακτήρες. Σ' όλα τα βιβλία της αυτοί είναι που δεσπόζουν, γυναίκες είναι που πρωταγωνιστούν, οι άντρες έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Από την εταίρα του Αλεξάνδρου ως τη Μεγώ, από την Αννέζω ως τη Νάσια, ως την Ευτέρπη και τη Μαριάνθη (για να αναφέρω μόνο μερικές) αυτών η ζωή και η μοίρα είναι που κινούν τα νήματα της κάθε ιστορίας.
Όλες οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις απευθύνονται σε κάποιον αστυνόμο, είναι τρόπον τινά καταθέσεις, μαρτυρίες. Ξέρουμε, επομένως, από την αρχή ότι έχει γίνει κάποιο έγκλημα, χωρίς να ξέρουμε ούτε ποιος έχει σκοτωθεί ούτε ποιος τον σκότωσε, πράγμα που θα αποκαλυφθεί μόνο στις τελευταίες σελίδες. Πάθη, συμφέροντα, οικογενειακά μυστικά, παθιασμένοι έρωτες, δράματα, ανατροπές συνδέουν τα πρόσωπα του έργου. Μέσα από την αφήγηση της καθεμιάς γυναίκας φωτίζεται όχι μόνο η δική της ζωή και ψυχοσύνθεση, αλλά ρίχνεται φως και στους υπόλοιπους χαρακτήρες. Η ιστορία μπλέκεται αργά, μεθοδικά, από τη μια αφήγηση στην άλλη προστίθενται οι ψηφίδες που θα οδηγήσουν στην έξοδο.
Η γλώσσα προσεγμένη, όπως πάντα, με μια αξιοπρόσεχτη ιδιαιτερότητα αυτή τη φορά. Στα κεφάλαια στα οποία μιλά η Σμυρνιά Μαρίτσα χρησιμοποιείται η σμυρναίικη ντοπιολαλιά. Βρίσκω ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα τη χρήση αυτού του ιδιώματος. Όχι μόνο γιατί προσδίδει πειστικότητα και αληθοφάνεια στο χαρακτήρα, αλλά γιατί διασώζει ένα ιδίωμα που πάει να χαθεί, αν δεν έχει κιόλας εξαλειφθεί. Η συγγραφέας φροντίζει να ερμηνεύει τις ασυνήθιστες λέξεις, αλλά είναι εντυπωσιακό το ότι για μένα ως Κυπρία πολλές δεν χρειάζονταν ερμηνεία: σκεμπέ, πεζεβέγκης, η πόστα, το πολοιφάδι, οι μποξάδες, ούλοι κ. ά. δεν είναι άγνωστες, τουλάχιστον στους πιο ηλικιωμένους Κυπρίους.
Με τον "Επισκέπτη του ονείρου" ένα ακόμη ωραίο βιβλίο προστέθηκε στη λογοτεχνική δημιουργία της Ελένης Τσαμαδού.
Χώρος της δράσης είναι η Πάτρα που τόσο καλά φαίνεται να την ξέρει η συγγραφέας. Οι δρόμοι, οι γειτονιές, το εμπόριο της σταφίδας, η ζωή γενικά στην πόλη ζωντανεύει μεταφέροντας τον αναγνώστη στην Πάτρα του Μεσοπολέμου. Σε πολύ λίγες σελίδες, αλλά με δυνατές, παραστατικές εικόνες περνάει στο μυθιστόρημα και η καταστροφή της Σμύρνης, ως ανάμνηση στην αφήγηση της Σμυρνιάς Μαρίτσας.
Ένα δύσκολο δρόμο τεχνικής διάλεξε η Ελένη Τσαμαδού, τις πρωτοπρόσωπες, πολλαπλές αφηγήσεις. Σε κάθε κεφάλαιο μιλάει μια γυναίκα: η αφηγήτρια (Ελπινίκη, φίλη της Ευτέρπης), η Μαρίτσα (Σμυρνιά, υπηρέτρια στο αρχοντόσπιτο), η Μαριάνθη (δεύτερη σύζυγος του Αριστείδη), η Πιπίτσα (η μεσαία κόρη του Αριστείδη και της Μαριάνθης), η γραμματέας του Τραπεζίτη Καραλέοντος και σ' ένα μόνο κεφάλαιο, το προτελευταίο, ο αστυνόμος.
Η Ελένη Τσαμαδού φαίνεται να έχει μια ιδιαίτερη προτίμηση στους γυναικείους χαρακτήρες. Σ' όλα τα βιβλία της αυτοί είναι που δεσπόζουν, γυναίκες είναι που πρωταγωνιστούν, οι άντρες έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Από την εταίρα του Αλεξάνδρου ως τη Μεγώ, από την Αννέζω ως τη Νάσια, ως την Ευτέρπη και τη Μαριάνθη (για να αναφέρω μόνο μερικές) αυτών η ζωή και η μοίρα είναι που κινούν τα νήματα της κάθε ιστορίας.
Όλες οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις απευθύνονται σε κάποιον αστυνόμο, είναι τρόπον τινά καταθέσεις, μαρτυρίες. Ξέρουμε, επομένως, από την αρχή ότι έχει γίνει κάποιο έγκλημα, χωρίς να ξέρουμε ούτε ποιος έχει σκοτωθεί ούτε ποιος τον σκότωσε, πράγμα που θα αποκαλυφθεί μόνο στις τελευταίες σελίδες. Πάθη, συμφέροντα, οικογενειακά μυστικά, παθιασμένοι έρωτες, δράματα, ανατροπές συνδέουν τα πρόσωπα του έργου. Μέσα από την αφήγηση της καθεμιάς γυναίκας φωτίζεται όχι μόνο η δική της ζωή και ψυχοσύνθεση, αλλά ρίχνεται φως και στους υπόλοιπους χαρακτήρες. Η ιστορία μπλέκεται αργά, μεθοδικά, από τη μια αφήγηση στην άλλη προστίθενται οι ψηφίδες που θα οδηγήσουν στην έξοδο.
Η γλώσσα προσεγμένη, όπως πάντα, με μια αξιοπρόσεχτη ιδιαιτερότητα αυτή τη φορά. Στα κεφάλαια στα οποία μιλά η Σμυρνιά Μαρίτσα χρησιμοποιείται η σμυρναίικη ντοπιολαλιά. Βρίσκω ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα τη χρήση αυτού του ιδιώματος. Όχι μόνο γιατί προσδίδει πειστικότητα και αληθοφάνεια στο χαρακτήρα, αλλά γιατί διασώζει ένα ιδίωμα που πάει να χαθεί, αν δεν έχει κιόλας εξαλειφθεί. Η συγγραφέας φροντίζει να ερμηνεύει τις ασυνήθιστες λέξεις, αλλά είναι εντυπωσιακό το ότι για μένα ως Κυπρία πολλές δεν χρειάζονταν ερμηνεία: σκεμπέ, πεζεβέγκης, η πόστα, το πολοιφάδι, οι μποξάδες, ούλοι κ. ά. δεν είναι άγνωστες, τουλάχιστον στους πιο ηλικιωμένους Κυπρίους.
Με τον "Επισκέπτη του ονείρου" ένα ακόμη ωραίο βιβλίο προστέθηκε στη λογοτεχνική δημιουργία της Ελένης Τσαμαδού.
μεσα απο το μπλογκ γνωριστήκαμε επίσης με την Έλλεν,αφού είμαστε και συμπατριώτισσες...η Εταιρα είναι από τα πιο αγαπημενα μου,όπως επίσης μου άρεσε ιδιαίτερα και ο χορος των μυστικών...τα υπόλοιπα περιμενουν να βρω το χρόνο να τα διαβασω...το σιγουρο είναι πως αγαπώ πολύ τον τρόπο που γράφει...
ΑπάντησηΔιαγραφήσυμφωνώ μαζί σου σχετικά με την απομόνωση ή όχι του διαδικτύου, γνωρίζεις, μαθαίνεις, διευρύνεις τους ορίζοντες!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό από μένα μαζί με την καλημέρα μου.
Κίκα μου,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πάρα πολύ για τα όσα ωραία γράφεις για το βιβλίο μου και μένα. Η αλήθεια είναι πως αυτό το τελευταίο "παιδί" μου με παίδεψε λιγάκι. Κάτι η αλλαγή κάτι τα Σμυρναίικα κάτι η εποχή..
Τα καλά σου λόγια μου όμως έδωσαν φτερά. Σε ευχαριστώ και πάλι.
Καλησπέρα Κίκα. "Σοφή" παρουσίαση! Το έχω παραγείλει το βιβλίο, από καιρό τώρα, αλλά δεν μπόρεσα ακόμα να πάω να το πάρω. Είχα όμως (και έχω) βιβλία που διαβάζω, κι άλλα που περιμένουν τη σειρά τους. Σ'αυτό μάλλον οφείλεται στο ότι δεν πήγα το πάρω. - Συμφωνώ μαζί σου πως δεν απομονώνει το διαδύκτιο. Υπάρχουν όμως πολλοί που απομονώνονται ασχολούμενοι αποκλειστικά με το διαδύκτιο. Όμως αυτοί θα ήταν απομονωμένοι και χωρίς το διαδύκτιο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα. Κίκα μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου άρεσε πάρα πολύ η παρουσίασή σου, γι' άλλη μια φορά, που αποδεικνύει τη σοβαρότητα και την ευθύτητα που σε διακρίνει. Φαίνεται υπέροχο βιβλίο για να σου αρέσει εσένα που έχεις απαιτήσεις.
Θα το βάλω κι αυτό στα βιβλία που θα διαβάσω προσεχώς.
Όσο για το διαδίκτυο, προσωπικά λυπάμαι που δεν έχω όσο χρόνο θα ήθελα για να επιμορφώνομαι και να γνωρίζω κι άλλους ανθρώπους.
Ευχαριστώ όλους, αγαπητοί διαδικτυακοί φίλοι, που επικοινωνήσατε μαζί μου. Οι συνταγές σου, αγαπητή cook, δίνουν μια ξεχωριστή νότα στα βιβλιοφιλικά μπλογκς. Silena, θερμά ευχαριστώ για το υπέροχο ταγκό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητή Έλλεν, σύντομα ελπίζω να έχουμε τη χαρά να σε ξαναδούμε στην Κύπρο.
Μάκη και Ζήνα, είμαι σίγουρη ότι θα απολαύσετε το βιβλίο.
Kίκα μου,
ΑπάντησηΔιαγραφήΕκείνο που παρέλειψα να πω είναι πόσο πραγματικά, όταν γίνεται σωστή χρήση, το διαδύκτιο ενώνει. Σκέψου αν δεν υπήρχε, δε θα είχαμε γνωριστεί. Θα είχαμε ζήσει κάπτε δίπλα, δίπλα, μια γειτονιά και δε θα είχαμε βρεθεί. Και δεν ξέρω για σένα, αλλά εγώ θα είχα μια καλή φίλη λιγώτερη.
Να είσαι καλά. Ελπίζω να ειδωθούμε το Φλεβάρη.
Σε φιλώ
Ε
Αγαπητή Αναγνώστρια,
ΑπάντησηΔιαγραφήτο διαδίκτυο αποτελεί δίκοπο μαχαίρι, καθώς από την μια μας ανοίγει τις πύλες ένος κόσμου γνώσης, πληροφόρησης και επικοινωνίας και από την άλλη μας εισάγει σε έναν απατηλό λαβύρινθο απάτης. Μέσα από αυτό το κείμενο, θα ήθελα να επαινέσω την κυρία Τσαμαδου(αν μπορώ έγω, μια δευτεροετής φοιτήτρια φιλολογίας να εκφράσω οποιαδήποτε γνώμη για μια τόσο ταλαντούχα συγγραφέα). Ως αναγνώστρια είμαι ιδιαίτερα απαιτητική, κυρίως με το είδος του ιστορικού μυθιστορήματος. Έχοντας διαβάσει τους πρωτεργάτες του είδους (Sir Walter Scott) και τους έλληνες εισηγητές του (Ραγκαβή και Ξένο), αδιαφορούσα για τα διάφορα κείμενα τύπου βίπτε. Διαβάζοντας όμως την εταίρα του Μ. Αλεξάνδρου, ενθουσιάστηκα, όχι μόνο γαι το βάθος τη γραφής, αλλά και για την εξέλιξη των χαρακτήρων. Βρήκα και κάτι ακόμη εξίσου εξαιρετικό. Διάβασα στην εισαγωγή του βιβλίου, για παπύρους, ανάγνωση και αποκρυπτογράφηση του αρχαίου κειμένου, πράγμα που δέιχνει πως η συγγραφέας ερεύνησε εις βάθος τα γεγονότα (με φιλολογική ματιά -αν θέλετε), δημιουργώντας ένα μυθιστόρημα που είναι ακριβές ως προς τα ιστορικά γεγονότα, ευαίσθητο, ερωτικό. Για να μην καταστώ κουραστική, θά ήθελα για ακόμη μια φορά να επαινέσω την κυρία Τσαμαδού για τα καταπληκτικά της δημιουργήματα.
@jennoula2009
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ χαίρομαι για την καινούρια γνωριμία. Ήδη σε πρόσθεσα στη λίστα ιστολογίων μου, αν και απ' ό,τι είδα στο μπλογκ σου δεν γράφεις και πολύ συχνά.
Και εγώ χαίρομαι για την γνωριμία, και ευχαριστώ πολύ για την παρακολούθηση του ιστολογίου μου. Δυστυχώς δεν γράφω αρκετά ούτε όσο θα ήθελα, γιατί και ο αριθμος των αναγνωστών είναι μικρός καιεγώ η ίδια δεν έχω τον επιθυμητό ελεύθερο χρόνο.
ΑπάντησηΔιαγραφή